«Γεννήθηκα το 2000, έζησα πάντα την ζωή μου με την τεχνολογία, δεν υπήρχε καμία στιγμή χωρίς αυτήν». Ετσι ξεκινά η ιστορία του Kai Landre, ο οποίος ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Βαρκελώνη για να εξηγήσει την απόφασή του να γίνει cyborg.
Κυριολεκτικά μιλώντας, ένα cyborg είναι ένας άνθρωπος που ενσωματώνει -εισάγει στο σώμα του- τεχνητές συσκευές ή μηχανές. Και μ’ αυτόν τον ορισμό, ακόμη και ένας άνθρωπος με βηματοδότη πληροί τις προϋποθέσεις. Αλλά για τον Landre, παιδί της νέας τάξης πραγμάτων, το cyborg σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό. Επέλεξε να συνδεθεί μόνιμα μ’ ένα μηχάνημα γιατί, λέει, τον κάνει «να αισθάνεται πληρέστερα τον εαυτό του». Γνωρίζει φυσικά ότι οι συνάνθρωποι του αυτή του την πρακτική την βλέπουν τουλάχιστον ως παράδοξο και διανοητική παρεκτροπή.
Τo 1974 ο Αμερικανός φιλόσοφος Thomas Nagel δημοσίευσε το δημοφιλές του άρθρο με τίτλο «Πώς είναι να είσαι νυχτερίδα;» επιχειρώντας να αναδείξει το πρόβλημα του βιώματος της υποκειμενικής εμπειρίας και της αντίληψης της πραγματικότητας, σε σχέση με το πρόβλημα της αναγωγής της «συνείδησης» σε αμιγώς υλική βάση. Ο Nagel ανέφερε ότι ένας νοήμων οργανισμός βρίσκεται σε αυτή την νοητική κατάσταση που ονομάζεται συνείδηση, όταν έχει αυτήν την ιδιαίτερη αίσθηση του «πώς είναι να είσαι» αυτός ο συγκεκριμένος οργανισμός.
Πως είναι να είσαι δηλαδή νυχτερίδα, σκύλος ή άνθρωπος; Το να εξετάσει κανείς τα νοητικά φαινόμενα αποκλειστικά και μόνο στην νευρωνική τους βάση, χωρίς να λάβει υπ’ όψιν του το βίωμα της υποκειμενικής εμπειρίας, είναι θεμελιώδες σφάλμα των επιστημόνων της νόησης. Παρά τις διαφωνίες με τον Nagel για την επάρκεια του επιχειρήματός του σχετικά με τον προσδιορισμό της φύσης της συνείδησης, λιγότεροι είναι αυτοί που διαφωνούν με την ίδια την υποκειμενική εμπειρία, τον τρόπο δηλαδή που βιώνει ο κάθε οργανισμός μια ορισμένη νοητική κατάσταση.
Το ερώτημα «Πως είναι να είσαι μηχανή;» αναφέρεται στην υποκειμενική εμπειρία κάποιου νοήμονος οργανισμού, που συμβαίνει να είναι μια σκεπτόμενη μηχανή, αποτελούμενη από τσιπάκια, τρανζίστορ, καλώδια, αισθητήρες κτλ. Εν πρώτοις υποθέτω ότι η υποκειμενική εμπειρία του να είναι κάποιος μηχανή, θα είναι διαφορετική της υποκειμενικής εμπειρίας του να είναι κανείς άνθρωπος και συνεπώς ένας άνθρωπος δεν μπορεί να «βιώνει» τον κόσμο όπως μια μηχανή, ή μια μηχανή δεν μπορεί να «βιώνει» τον κόσμο όπως ένας άνθρωπος. Οσο κι αν ακούγεται παράξενο όμως, αυτή η λογικοφανής απάντηση δεν είναι η κυρίαρχη, στον τρόπο που αντιλαμβάνονται την νοητική διαδικασία όσοι εργάζονται πάνω στο πρόβλημα της σύγκλισης της ανθρώπινης νόησης και της τεχνητής νοημοσύνης. Αντιθέτως θεωρούν ότι αν δυο μηχανές παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα (την ίδια νοητική κατάσταση) είναι μεταξύ τους ισοδύναμες, ανεξάρτητα από το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένες –αν είναι δηλαδή μια μηχανή από άνθρακα (όπως είναι ο άνθρωπος) ή μια μηχανή από πυρίτιο (όπως ο υπολογιστής).
Αυτή η προσπάθεια προσομοίωσης της μηχανής από άνθρακα με μια μηχανή από πυρίτιο, αποτελεί το σημαντικό εύρημα που αναδεικνύεται ξανά και ξανά στην έρευνα του Ιρλανδού δημοσιογράφου και συγγραφέα Mark Ο’ Connell, στο νέο του βιβλίο με τίτλο: Ο Ανθρωπος του Μέλλοντος (To Be a Machine) με υπότιτλο: «Η προσπάθεια να επιμηκύνουμε την ζωή μας και να λύσουμε το πρόβλημα του θανάτου.» Ο O Connell πραγματοποιεί ένα πολύ ενδιαφέρον οδοιπορικό στον κόσμο της τεχνολογίας αιχμής, επισκεπτόμενος συνέδρια, πανεπιστήμια, εταιρείες κρυογονικής, εργαστήρια ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης αλλά και μυστηριώδη «υπόγεια».
Συναντά μηχανικούς, νευροεπιστήμονες, φιλοσόφους, βιολόγους, επενδυτές, βιοχάκερς, cyborgs, πολιτικούς, κατεψυγμένους «ασθενείς», γεροντολόγους, μελλοντολόγους, προφήτες και τσαρλατάνους σε μια προσπάθειά του να καταλάβει και να περιγράψει τι είναι αυτό που ενώνει τόσο ετερόκλητους ανθρώπους κάτω από την κοινή τεμπέλα του τρανσουμανισμού αλλά ταυτόχρονα (και κυρίως) πραγματοποιεί μια διαδρομή στην μάταιη προσπάθεια του ανθρώπου να υπερβεί την θνητότητα και να ζήσει αιώνια.
Λέγοντας τρανσουμανισμός είναι μια τάξη ζωής που επιδιώκει την συνέχιση και την επιτάχυνση της εξέλιξης και της ευφυούς ζωής πέρα από την σημερινή ανθρώπινη μορφή και τους ανθρώπινους περιορισμούς μέσω της επιστήμης και της τεχνολογίας, καθοδηγούμενη από αρχές και αξίες που προωθούν την ζωή. – Max More (1990)
Ο Max More δίνει τον αρχικό ορισμό του τρανσουμανισμού λέγοντας ότι είναι τα εξής:
«Το πνευματικό και πολιτισμικό κίνημα που επιβεβαιώνει την δυνατότητα και την επιθυμία να βελτιωθεί θεμελιωδώς η ανθρώπινη κατάσταση μέσω εφαρμοσμένης αιτιολόγησης, ιδίως με την ανάπτυξη και την καθιέρωση ευρέως διαθέσιμων τεχνολογιών για την εξάλειψη της γήρανσης και την αξιοποίηση των ανθρώπινων πνευματικών, σωματικών και ψυχολογικών ικανοτήτων. Η μελέτη των επιπτώσεων, υποσχέσεων και πιθανού κινδύνου τεχνολογιών που θα μας επιτρέψουν να ξεπεράσουμε τους θεμελιώδεις ανθρώπινους περιορισμούς και τη σχετική μελέτη των δεοντολογικών ζητημάτων που εμπλέκονται στην ανάπτυξη και τη χρήση τέτοιων τεχνολογιών. »
Απευθείας από την Ελληνική ιστορία έχουμε τον Δαίδαλο, τον ευφυέστατο εφευρέτη και μηχανολόγο, που φτιάχνει φτερά από πούπουλα και κερί που δίνουν σ’ έναν άνθρωπο την ικανότητα να πετάει σαν πουλί. Φτιάχνει δύο σετ, για να διαφύγει από την αιχμαλωσία του στην Κρήτη μαζί με το γιό του, Ικαρο. Αν και το γεγονός της υπέρβασης των ανθρώπινων ορίων τους αποκτώντας την ικανότητα της πτήσης, τους επιτρέπει να κάνουν ακριβώς αυτό, ο Ικαρος, γεμάτος νεανικό ενθουσιασμό και απερισκεψία, παρακούει τις οδηγίες του πατέρα του και προσπαθεί να φτάσει τον Ηλιο, ξεπερνώντας κατά πολύ τα όρια της τεχνολογίας που χρησιμοποιεί, με αποτέλεσμα η θερμότητα του Ηλίου να λιώσει το κερί που συγκρατεί τα φτερά στο σκελετό τους και να πέσει βρίσκοντας το θάνατο. Μια ιστορία που προειδοποιεί για την κατάχρηση της τεχνολογίας και την άνοη χρήση της.
Σήμερα, ο τρανσουμανισμός είναι συχνό φαινόμενο στην επιστημονική φαντασία και πιο ειδικά στο υποείδος του cyberpunk. Χαρακτήρες που υφίστανται σωματικές βελτιώσεις, αμφισβητούν την ανθρωπιά τους, διερωτώμενοι τι έχουν γίνει, ανταγωνιστές μετατρέπουν τους εαυτούς τους σε βιολογικά ή μηχανικά εκτρώματα, προσπαθώντας να σβήσουν την ακόρεστη δίψα τους για παραπάνω δύναμη και εξουσία, ενώ ήρωες ξεπέφτουν στην σκοτεινή πλευρά όταν υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους, λιώνοντας τα φτερά τους όταν κυνηγούν τον Ηλιο.
«Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που φοβούνται να σταματήσουν να είναι άνθρωποι, οπότε αυτό κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να απομακρυνθούν από την τεχνολογία. Πιστεύουν ότι η τεχνολογία δεν ανήκει στην ανθρώπινη φύση. Το θεωρώ μέρος της εξέλιξής μας, καθώς δημιουργήσαμε την τεχνολογία. Βγήκε από το μυαλό μας.» αναφέρει Kai Landre.
Ο Landre σκοπεύει να εγκαταστήσει στον εαυτό του ένα σύστημα δικού του σχεδιασμού, μια συσκευή που ανιχνεύει τις αόρατες κοσμικές ακτίνες που μας περιβάλλουν. Η συσκευή που θα εμφυτευτεί στο χέρι του ανιχνεύει και μετατρέπει αυτές τις ακτίνες σε μουσικές νότες, τις οποίες ο Landre έχει χαρτογραφήσει στις διάφορες συχνότητες των ακτίνων. Μετατρέπει αυτές τις νότες σε δονήσεις ενός συνόλου μεταλλικών ράβδων που μια μέρα θα εμφυτευτούν με ασύρματη σύνδεση στην επιφάνεια του κρανίου του.
«Η αγωγιμότητα των οστών μου επιτρέπει να ακούω τις κοσμικές ακτίνες μέσα στο μυαλό μου χωρίς να χρειάζεται να αφαιρέσω μια από τις άλλες αισθήσεις μου, που είναι υγιής», εξήγησε. Ο Landre, μοιράστηκε πρόσφατα την μουσική που παίζει στο μυαλό του σε μια συναυλία. «Μόλις εμφυτευτούν οι συσκευές, στο σώμα μου η διατήρηση του φορτισμένου συστήματος θα είναι ένα απλό θέμα ηλεκτρικής επαγωγής. Αντί να βγάζω τις συσκευές περιοδικά για να τις συνδέσω, όπως πρέπει να κάνω τώρα. Θα χρεώνω τον εαυτό μου ενώ κοιμάμαι.» είπε.
Ο Kai Landre μίλησε στο Πρίνστον του Νιου Τζέρσεϋ, τον Ιανουάριο του 2020 σε ένα συνέδριο με φοιτητές για το δυστοπικό -για τον άνθρωπο- μηχανιστικό μέλλον. Το συνέδριο περιελάμβανε ομιλίες σχετικά με στρατηγικές αξιοποίησης της μηχανικής μάθησης και την πρόληψη των κακών επιπτώσεων της γήρανσης. Η κλίμακα αυτών των αυταπατών του μέλλοντος είναι μεγάλη, τα οφέλη για τον άνθρωπο είναι ανύπαρκτα και οι επιπτώσεις τρομακτικές. Αναρωτιέμαι αν τέτοιες ευρείες τεχνολογικές μετατροπές μπορούν να εφαρμοστούν σε όλους με δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια; Ρητορική η ερώτηση. Οχι φυσικά.
Η ομιλία του Landre, σ’ όλη την μηχανιστική τεχνολογική της εστίαση, περιέγραψε ένα ταξίδι στον βόρβορο του ανθρώπινου πλάσματος. Ο ίδιος είναι μέρος ενός μικρού πληρώματος «μετανθρωπιστών» που θέλουν να ξεφύγουν από το βάρος της ύπαρξης αυτού που αποκαλείται ανθρώπινο. Σε καλούν λοιπόν, να πετάξεις το «βάρος» του να είσαι άνθρωπος και να γίνεις μηχάνημα.
Προφανώς, ο Landre προπαγανδίζει με μαεστρία την φρικτή ιστορία του με το κοινό και θέλει να φτιάξει ένα ντοκιμαντέρ να προβάλλει την διαδικασία εμφύτευσης, όταν αυτή πραγματοποιηθεί στην αποθήκη της Βαρκελώνης που φιλοξενεί το Ιδρυμα Cyborg. Ωστόσο, η αλληλεπίδρασή του με την τεχνολογία είναι οικεία – επειδή αυτό που συλλέγει η συσκευή του για κοσμικές ακτίνες λέει πως θα διατηρηθεί από το σώμα του (σε αντίθεση με την αποθήκευση στο λεγόμενο σύννεφο). Λέει ότι επέλεξε αυτό το μονοπάτι, τον μηχανικό τρόπο να αισθανθεί τον κόσμο, για να απαντήσει στην λαχτάρα του για πτήση στο διάστημα, κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, όπου εκφοβίστηκε. «Η πρόσδεση σε μηχανήματα απαιτεί εξαιρετικά βήματα, αλλά για μένα, είναι πιο ενοχλητικό να περιορίζεται ο άνθρωπος σε πέντε αισθήσεις» είπε.
Με την έξαρση της τεχνολογίας πέρα από τα όρια μιας απλής χρήσης, έχει δοθεί μεγάλη έμφαση στο κατά πόσον οι νέες τεχνολογίες βοηθούν ή βλάπτουν, εάν ο χρόνος που περνάς μπροστά στην οθόνη αμβλύνει τον εγκέφαλό ή τον διεγείρει; Αν η ικανότητά να συνδέεσαι συνεχώς κι αδιαλείπτως, προβάλλοντας δημόσια απόλυτα προσωπικές στιγμές, με τους άλλους μέσω των κοινωνικών μέσων μαζικής αποβλάκωσης σε κάνει λυπημένο, ανήσυχο και θυμωμένο ή ενδυναμωμένο κι ευτυχή; Αν η ώθηση να δημιουργηθούν νέα μαραφέτια που θα σε ελέγχουν και θα σε κρατούν μακρυά από το να βάλεις το μυαλό σου να δουλέψει είναι καλό για σένα λες; Ρητορικές φυσικά οι ερωτήσεις και προφανείς οι απαντήσεις. Αν θέλεις να δεις πόση ζημιά σου κάνουν τα «μαύρα κουτιά» κάθε είδους και διάστασης, πέταξε τα από το περιβάλλον σου και θα αισθανθείς την διαφορά. Εκτός κι αν είσαι τόσο εθισμένος που δεν μπορείς ούτε να διανοηθείς να το κάνεις. Ετσι δικαιολογείς τον εθισμό και την εξάρτηση σου από τις «κοινωνικές καταβόθρες» όπως ακριβώς οι ναρκομανείς και οι αλκοολικοί.
Σκέψου (αν μπορείς) οι τεράστιες πολυεθνικές εγκληματικές κλίκες Silicon Valley, είναι κακοήθεις δυνάμεις. Αν πιστεύεις ότι αυτά που σου δίνουν δωρεάν είναι για το καλό σου, τότε είσαι πιο κάτω στην κλίμακα της βλακείας απ’ όσο μπορώ να φανταστώ.
Φυσικά και δεν είναι οι ιστοσελίδες ή τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή γραπτών μηνυμάτων από μόνα τους το πρόβλημα. Είναι ο συγκεντρωτισμός αυτών των τεχνολογιών και τα προφανή κίνητρα των απίστευτα εγωπαθών ηγετών τους να κυριαρχούν, να γίνουν πιο ισχυροί. Με απλά λόγια είναι η εγκληματική κλίκα της «Mystery Babylon» και η παγκόσμια κλίμακα της που απαιτείται να σε προβληματίζει.
Στο απομνημόνευμα της για τις πρώτες μέρες του Boy Kings και του Facebook, η Kate Losse υπενθυμίζει ότι αυτή η απάνθρωπη προσπάθεια μηχανικού ελέγχου είναι τεράστια απειλή για τον άνθρωπο. «Η κλιμάκωση, σύντομα ανακάλυψα, πως είναι το φετίχ της κοιλάδας, και κάτι για το οποίο οι μηχανικοί μπορούν να μιλούν για ώρες. Τα πράγματα είναι είτε επεκτάσιμα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να βοηθήσουν τον ιστότοπο (fb) ν’ αναπτυχθεί γρήγορα κι επ’ αόριστον, ή χωρίς κλιμάκωση, δηλαδή συρρίκνωση. Πράγμα που σήμαινε ότι η ελλιπής δυνατότητα παγκόσμιας επέκτασης έπρεπε ν’ αποκοπεί και ν’ ακυρωθεί γρήγορα, επειδή δεν θα οδηγούσε σε μεγάλη, αυτοματοποιημένη ταχύτητα και παγκόσμιο μέγεθος. Το παγκόσμιο μέγεθος συνήθως σημαίνει κάτι, όπως, «προσωπική επαφή με πελάτες, που δεν μπορεί ν’ αυτοματοποιηθεί». Αυτή είναι μια αμυδρή υπενθύμιση της προ-βιομηχανικής εποχής, της ανθρώπινης εργασίας που δεν μπορούσε να προγραμματιστεί από μακριά.»
Οι ψηφιακές τεχνολογίες καθιστούν την παγκόσμια κλίμακα εφικτή με τρόπους που είναι αδιανόητοι – παύεις να θυμάσαι εντελώς, απλώς σκέφτονται οι μηχανές για σένα, δεν χρειάζεται να ψάχνεις για οτιδήποτε, το έχεις έτοιμο στην μηχανή του χεριού σου. Οσονούπω και μέσα στο σώμα σου. Σε παρακολουθεί αδιάλειπτα και σκέφτεται αντί για σένα.
Το Cyborg δεν είναι απλώς μιά αφελής παιδική αυταπάτη (αν κι έτσι το παρουσιάζουν) που συσχετίζει κάποιος με τους cyborgs, αλλά, στην πραγματικότητα, υπήρξαν εδώ και καιρό κριτικοί που είδαν τους cyborgs να προσφέρουν έναν νέο τρόπο ζωής. Οχι περισσότερο καλό, αλλά διαφορετικά κακό. Ο ίδιος ο όρος εφευρέθηκε το 1960 ως μέρος μιας συζήτησης σχετικά με τον καλύτερο τρόπο εξερεύνησης του διαστήματος. Αντί να κατακτά το έδαφος και να επιβάλλει γήινες συνθήκες – «terraforming» – η ιδέα ήταν να ενσωματώσει μηχανές και ναρκωτικά για να κάνει τους ανθρώπους να προσαρμοστούν σε μια Νέα Πραγματικότητα. Πόσες φορές άκουσες τελευταία να γίνεται λόγος για την «Νέα Πραγματικότητα» μετά την καταισχύνη του «μένουμε σπίτι» και του «μένουμε ασφαλείς» για την προπαγάνδα του κοροϊδοιού. Σκέψου ότι για να φτάσει η ανθρωπότητα στα σημερινά χάλια χρειάστηκαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι και ψυχροί και θερμοί. Απαιτούνται δραματοποιήσεις (φόβος) και δημόσιες τελετουργίες (πόλεμος) για να στρώσουν το παιχνίδι κατά κείθε που θέλουν οι Ελίτ.
Η Donna Haraway, στο μανιφέστο του Cyborg, είδε τα μηχανήματα και την τεχνολογία να προσφέρουν την ευκαιρία στις γυναίκες, ιδίως, να πατήσουν το κουμπί επαναφοράς στην ανθρώπινη ζωή, όπως το γνωρίζουμε.
Ο Landre βρίσκεται σταθερά στο στρατόπεδο που βλέπει τους cyborgs να ξανασκέφτονται (με τι άραγε) τι σημαίνει να είσαι ζωντανός. Βλέπουν μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία να ταιριάξουν με την φύση, σε αντίθεση με την κατάκτησή της. Λένε «αντί να εγκαταστήσουμε φώτα σε όλο τον φυσικό κόσμο, τι γίνεται αν έχουμε πετύχει την νυχτερινή όραση που έχουν ήδη πολλά ζώα; Τι γίνεται αν θα μπορούσαμε να καλύψουμε τον εαυτό μας ή να προσαρμόσουμε τους μεταβολισμούς μας ώστε να απαιτεί λιγότερη θερμότητα; Η πρόθεσή μας δεν ήταν ποτέ να είμαστε υπεράνθρωποι ή να είμαστε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο», είπε. Ας γίνουμε λοιπόν, όλοι μηχανήματα για την χαρά των μηχανιστών του πλανήτη. Αλλωστε και τις μηχανές αν τις ρωτήσεις θα σου πως είναι «ζωντανές».
Ο Λάντρ είπε ότι «συνάντησε ένα νέο cyborg μετά την ομιλία του στο Πρίνστον. Μια γυναίκα, του είπε ότι ένιωθε πάντα συνδεδεμένη με την φύση και το δάσος και ήθελε έναν τρόπο να συνδεθεί μαζί τους περισσότερο, για να τα αισθανθεί. Δεν δημιουργεί κάτι που δεν πιστεύεις ότι είναι μέρος σου. Αντίθετα, δημιουργεί κάτι που πάντα ήθελες να έχεις.» Δηλ. αν από πάντα ήθελες να είσαι δέντρο, κάκτος, ή σκουληκαντέρα π.χ. τώρα μπορείς να γίνεις αρκεί να ταιριάξεις στο σώμα σου μερικά καλώδια.
Το ίδιο το θέμα δεν είναι νέο, η παράνοια κάνει θραύση στις πολιτισμένες κοινωνίες των αγελαίων ανθρωπόζων και υπάρχουν ήδη αρκετοί υποστηρικτές αυτού του αποκαλούμενου μετα-φιλοσοφικού βδελύγματος στην Δύση. Από το «A Cyborg Manifesto» της Donna Haraway που γράφτηκε το 1985, μέχρι την έγκριση ενός νομοσχεδίου για τα δικαιώματα των cyborg που πρότεινε ο ακτιβιστής του κυβερνοχώρου Rich MacKinnon το 2016 στο Συνέδριο SXSW στο Ωστιν του Τέξας, το οποίο έγινε γνωστό ως το Cyborg Bill of Rights v1.0, αυτό το είδος κατάμαυρης υποκουλτούρας το προωθούν ύπουλα και ισχυρίζονται προπαγανδιστικά ότι είναι «μία από τις τάσεις στον σύγχρονο κόσμο» ενώ ελάχιστοι είναι αυτοί που ενδιαφέρονται να πάψουν να είναι άνθρωποι και να γίνουν …νυχτερίδες. Αλλά ως γνωστόν, με την προπαγάνδα μπορούν να κάνουν θαύματα.
Ο Neil Harbisson έγινε το πρώτο επίσημο cyborg το 2004.
Γεννημένος με μια συγγενή διαταραχή που δεν μπορούσε να διακρίνει το χρώμα, ο Harbisson βρήκε έναν τρόπο για να λύσει το πρόβλημα. Σύνδεσε μια συσκευή στο κεφάλι του που μετατρέπει το χρωματικό φάσμα σε ήχους. Με την βοήθεια αυτών των ήχων, άρχισε να διακρίνει τα χρώματα και μια συσκευή όπως μια μικρή κεραία ήταν στερεωμένη στο κεφάλι του. Αυτό το «πρόσωπο με την κεραία» έγινε διάσημο σε όλον τον κόσμο και είναι ένα παράδειγμα, για το πώς η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους με περιορισμένες δυνατότητες ή αναπηρίες. Αφήνοντας κατά μέρος ιατρικές παρεμβάσεις όπως η σύγχρονη υπερ-τεχνολογική προσθετική, οι οποίες έχουν σχεδιαστεί για να αντισταθμίσουν τις χαμένες ή ελλείπουσες δυνατότητες, οι «μετανθρωπιστές» αντιπροσωπεύουν μια πιο επιθετική ομάδα ανθρώπων, των οποίων οι στόχοι δεν έχουν καθοριστεί και των οποίων οι πιθανές ενέργειες είναι ασαφείς, για να χωράει κάθε μορφής προπαγάνδα όταν ξεδιπλωθεί το πρότζεκτ στις μεγάλες ανθρωπόμαζες.
Ενώ ο Landre βρίσκει «ενοχλητικό να περιορίζεται μόνο σε πέντε αισθήσεις» κι εξετάζει πόσο καλό θα ήταν να έχουμε νυχτερινή όραση σαν της γάτας, άλλοι θέλουν να βιώσουν κάτι πιο εξαιρετικό. Οι άνθρωποι που είναι ενθουσιασμένοι από αρχαίους μύθους και θρύλους, καθώς και σύγχρονες ταινίες φαντασίας και ιστορίες (για να μην αναφέρω απόκρυφες αιρέσεις, μαύρες στοές και λαγούμια), χάνουν την όποια επαφή έχουν με την πραγματικότητα γρηγορότερα, ενώ βασίζονται όλο και περισσότερο στις νέες τεχνολογίες για να ζήσουν μια μηχανιστική ζωή.
Ενα τέτοιο παράδειγμα προέρχεται από την Κορέα, όπου μια γυναίκα που ονομάζεται Jang Ji-sung, ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει σετ εικονικής πραγματικότητας για να επικοινωνήσει με την κόρη της, η οποία είχε πεθάνει τρία χρόνια πριν. Κρίνοντας από τα σχόλια της Jang Ji-sung μετά την εμπειρία της με την εικονική πραγματικότητα, της άρεσε η εμπειρία. Ωστόσο, ο αντίκτυπος δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί. Αλλά κοντά στον (ανύπαρκτο) νου και η γνώση.
Αναμφίβολα, υπάρχει κάτι σκοτεινό κι ενοχλητικό σε αυτές τις υποκοσμικές ιστορίες. Το μεταμοντέρνο μυαλό, πιθανότατα θα δεχτεί απλώς τους «μετανθρωπιστές» ως δεδομένο, αλλά πώς θα θεωρηθεί από την άποψη της παράδοσης το ζήτημα; Ενώ οι πιο έξυπνοι στοχαστές της σύγχρονης εποχής, προειδοποίησαν ενάντια σε τέτοιες παγίδες (Martin Heidegger για την τεχνολογία), οι θρησκευτικοί συγγραφείς και οι διδασκαλίες τους είναι ακόμη πιο αυστηροί στους ορισμούς τους.
Ο καθολικός καθηγητής Gabriel Marcel για παράδειγμα, αναφέρθηκε στον «Τεχνολογικό άνθρωπο ως «έναν» ενώ η ίδια η τεχνολογία είναι το αποτέλεσμα της υποβάθμισης όσον αφορά την δημιουργικότητα. Το «ένα» είναι επίσης το αποτέλεσμα της υποβάθμισης. Αναγνωρίζοντας τον, τον δημιουργούμε, επιτρέποντας έτσι στην υποβάθμιση να επηρεάσει την εμφάνιση της πραγματικότητας. Και ποιος αυτές τις μέρες, δεν αναγνωρίζει τις καινοτομίες της κυβερνοτραπεζικής, της τηλευγείας και άλλων επιτευγμάτων της τεχνολογίας; Ενας κόσμος όπου η τεχνολογία είναι υψίστης σημασίας, είναι ένας κόσμος που δίνεται στην επιθυμία και τον φόβο, επειδή κάθε τεχνολογία είναι εκεί για να εξυπηρετήσει κάποια επιθυμία ή κάποιον φόβο. (Οπως ακριβώς κάνει και η εκκλησιαστική παράδοση τόσα χρόνια) Ως εκ τούτου, ο θρίαμβος της τεχνολογίας καταστρέφει τους πυλώνες του χριστιανισμού – την απόρριψη της πίστης και της ελπίδας τουλάχιστον. Αντικαθίστανται διακριτικά από κάποιο είδος τεχνολογικού προσομοιώματος, που βασίζεται είτε σε ένα νέο είδος παραίσθησης είτε στην χειραγώγηση φυσιολογικών ερεθισμάτων που θα αυξήσουν τις αισθήσεις, αλλά είναι απίθανο να αντικαταστήσουν το βάθος της πνευματικής σύνδεσης ενός ατόμου με τον θεό. Η ελευθερία επιλογής ανήκει στο άτομο.»
Είναι τουλάχιστον αστείο να μιλάει για «ελευθερία επιλογής» ο τσοπάνης στο μαντρί για τα πρόβατα και είναι αναμενόμενο πως θα στραφεί ενάντια σε όποιον πάει να του πάρει τα σφαχτάρια του.
Ποιητικό «κατά φύσιν ζην»
Ο εξαιρετικά ώριμος Heidegger, προβληματίζεται με σαφήνεια για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχουν οι πράξεις και τα δημιουργήματα των ανθρώπων. Η ανεξέλεγκτη «πρόοδος» ή εξέλιξη της τεχνολογίας, την καθιστά αντικείμενο κριτικής αλλά πρωτίστως αντικείμενο οντολογικής ανάλυσης.
Το πρόβλημα για τον Heidegger, όταν μιλάμε για την «τεχνολογία» είναι ότι επικεντρωνόμαστε σ’ αυτό που ονομάζουμε τεχνολογία με την καθημερινή έννοια και αγνοούμε την ΟΥΣΙΑ της τεχνολογίας. Ο δάσκαλος του Heidegger, Husserl, εισηγητής της φαινομενολογίας, εξηγεί ότι «για να γνωρίσουμε τα πράγματα δεν πρέπει να περιοριζόμαστε σε όσα αντιλαμβανόμαστε με την εμπειρία μέσω των αισθήσεων, αλλά επέχοντας και μέσω της φαινομενολογικής αναγωγής, γνωρίζουμε την ουσία των πραγμάτων.»
Η ΟΥΣΙΑ αυτή δεν έχει για τον Heidegger μεταφυσικό χαρακτήρα, αλλά προσδιορίζει μια κεντρική σημασία από την οποία εξαρτώνται οι σχέσεις που αναπτύσσει το κάθε όν με όλα τα υπόλοιπα.
Θα μπορούσαμε όλοι να συμφωνήσουμε ότι η τεχνολογία είναι ένα μέσο για την επίτευξη των ανθρώπινων -ακόμη και μη ανθρώπινων- σκοπών. Το αυτοκίνητο είναι μέσο για να πάμε στη δουλεία μας, το τηλέφωνο μέσο για να επικοινωνήσουμε, ο υπολογιστής μέσο για να συλλέξουμε πληροφορίες ή να σελιδοποιήσουμε ένα κείμενο, κοκ. Με αυτή την έννοια η τεχνολογία είναι μια παθητική κατάσταση (αντικειμένων ή τεχνικών) η οποία χειραγωγείται απολύτως και ενεργοποιείται μόνον από τον άνθρωπο. Πόσο βέβαιο όμως είναι αυτό;
Σύμφωνα με τον Heidegger (1977) αυτή η ρηχή αντίληψη του ανθρώπου για την τεχνολογία, είναι ένα θεμελιώδες λάθος. Αντιλαμβανόμενοι την τεχνολογία σαν κάτι ουδέτερο, παραδίδονται σ’ αυτήν με τον χειρότερο τρόπο. Αντίθετα, η ΟΥΣΙΑ της τεχνολογίας ενδέχεται να απέχει πολύ από τον οργανικό της χαρακτήρα που βρίσκεται στον ανθρώπινο έλεγχο. Πρόκειται λέει ο Heidegger, για μια αυτόνομη δραστηριότητα, μέσα στην οποία οι άνθρωποι οργανώνονται. Θεωρώντας ότι η τεχνολογία αποτελεί ένα «μέσον» προς κάποιο σκοπό, τα πάντα εξαρτώνται από το πως εμείς θα την χειραγωγήσουμε με τον καλύτερο τρόπο. Αν όμως η τεχνολογία έχει μια αυτόνομα αναπτυσσόμενη υπόσταση, πως εμείς μπορούμε να την έχουμε υπό τον έλεγχό μας;
Για να μπορέσουμε να δούμε ποια πράγματι είναι η ουσία της τεχνολογίας, ο Heidegger προτείνει να υποθέσουμε ότι ο οργανικός χαρακτήρας της ως μέσο, παρ’ ότι σωστός, δεν είναι αληθής. Η έρευνά μας μπορεί να γίνει εξετάζοντας το νόημα του «οργανικού χαρακτήρα» αλλά και την έννοια της λέξης τεχνολογία. Προσεγγίζοντας τον οργανικό χαρακτήρα μέσα από την αιτιότητα και τον φιλοσοφικό διαχωρισμό σε υλικά, ειδικά, τελικά και ποιητικά αίτια, ο Heidegger σημειώνει ότι όλα (και τα τέσσερα δηλαδή) είναι απαραίτητα, για τον προσδιορισμό ενός όντος. Δηλαδή ένα ον πρέπει να είναι φτιαγμένο από ένα υλικό, να ανήκει σε ένα είδος να έχει μια αρχική, ποιητική αιτία και να κατευθύνεται προς ένα τελικό σκοπό.
Τα τέσσερα αίτια μας αποκαλύπτουν το «τόδε τι», την ιδιότητα του όντος να είναι αυτό που είναι κι όχι κάτι άλλο. Η ιδιότητα του όντος που είναι αυτό που είναι, είναι εγγενής κατά την δημιουργία του, η οποία εμπεριέχει εν σπέρματι το «τι ήταν να είναι», δηλαδή την ΟΥΣΙΑ του όντος. Υπό αυτό το πρίσμα, αλλά και αναλύοντας ετυμολογικά την ίδια την λέξη τέχνη, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι αυτό που ονομάζουμε τεχνολογία (ή καθ’ έκαστο τεχνολογικό επίτευγμα) «ήταν να είναι» «μέσο», για την εκπλήρωση ανθρώπινων σκοπών. Τόσο οι τέχνες όσο και οι καλές τέχνες είχαν πάντα μια «φυσική» συμπληρωματική σχέση δίπλα στον άνθρωπο.
Το έργο τέχνης είναι για τον Heidegger ένα άνοιγμα ένας τρόπος να δούμε την αλήθεια.
Η τετράδα Γη- Ουρανός- Θνητοί- Θεοί, καθορίζουν το έργο τέχνης αποκαλύπτοντας μυστικά στον κόσμο του ανθρώπου. Μέσα από την ουσία της τέχνης ο άνθρωπος δεν κάνει τίποτε άλλο από το φανερώνει την διαρκώς επαναλαμβανόμενη, Νιτσεϊκή, βούληση για δύναμη (Heidegger, 1961). Το έργο τέχνης είναι ένα πράγμα και έχει κάποιες ιδιότητες, οι οποίες συμβάλλουν στο να μας αποκαλύπτουν τον κόσμο! Αντίστοιχα, ιδιότητες έχουν και τα έργα της τεχνικής. Τα τεχνολογικά επιτεύγματα. Όμως τα πράγματα της τεχνολογίας, τα εργαλεία, έπρεπε να έχουν εργαλειακό χαρακτήρα. Αυτός ο εργαλειακός, δηλαδή ο χρηστικός, τους χαρακτήρας, θα έπρεπε να τα καθιστά πάντα διαθέσιμα, εν όψη της χρήσης τους. Η διαθεσιμότητα και η χρηστικότητα τους όμως δεν αποτελούν την ουσία των εργαλείων και κατά συνέπεια την ουσία της τεχνολογίας. Για τον Heidegger η ουσιαστική φύση του εργαλείου πληρούται, όταν μπροστά στο εργαλείο αφηνόμαστε με εμπιστοσύνη σ’ αυτό.
Ομως είναι αυτός ο τόπος που αντιλαμβανόμαστε την τεχνολογία τους δυο τελευταίους αιώνες; Διαπιστώνουμε εύκολα, ότι η τεχνολογία εξελίχθηκε με τρόπο τέτοιο ώστε τελικά επιβλήθηκε βίαια στη φύση και στον άνθρωπο, με συνέπεια ο άνθρωπος να έχει χάσει τον έλεγχο των εργαλείων του.
Τα πρώτα στάδια αυτής της επιθετικής εξέλιξης έγιναν ορατά με την υπερεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων. Η εκμετάλλευση και η αποθήκευση ενέργειας, ανεξάρτητα από τις ανθρώπινες ανάγκες, ήταν το πρώτο βήμα για να διαφοροποιηθεί ο ρόλος της τεχνολογίας σε σχέση με τον αρχικό σκοπό της. Στην οντολογία του ο Heidegger, αναφέρει ξεκάθαρα ότι τα «πρόχειρα» όντα βρίσκονται σε εγγύτητα, διαθέσιμα να τα χρησιμοποιήσει ο άνθρωπος. Υπό το πρίσμα της τεχνολογίας, σήμερα, στην τεχνολογική εποχή, όλα τα όντα μέσα στον κόσμο, θεωρούνται εργαλεία, ή αποθέματα προς χρήση. Ετσι, βλέπουμε τους φυσικούς πόρους να βρίσκονται ως «σε αναμονή αποθέματα» με αποτέλεσμα τα φυσικά όντα να χάσουν την φυσική τους σημασία. Το ποτάμι δίπλα στο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, για παράδειγμα, δεν νοείται σαν ποτάμι αλλά σαν πηγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, το δάσος δεν νοείται σαν δάσος αλλά σαν πρώτη ύλη για ξύλο ή για χαρτί κ.ο.κ. Οι τεράστιες ανάγκες που δημιουργεί η ανεξέλεγκτη τεχνολογική «πρόοδος» παρασέρνουν τα πάντα και τα καθιστούν αναλώσιμα.
Αν κάτι αποτελεί χαρακτηριστικό της σύγχρονης υπερφυσικής τεχνολογικής ανάπτυξης, αυτό είναι η ιδιότητα της «παγίδευσης».
Η ΟΥΣΙΑ λοιπόν της τεχνολογίας σήμερα, κατά τον Heidegger είναι η «παγίδευση», ο «εγκλωβισμός» (πλαισιοθέτηση).
Η τεχνολογία είναι μια διαδικασία που κυριαρχεί στον κόσμο και έχει πραγματικά μεγάλες δυνατότητες. Η μια της πλευρά σχετίζεται με τα πραγματικά επιτεύγματα και η άλλη με μια βαθιά συναισθηματική ικανοποίηση.
Η τεχνολογία διαμορφώνει και εν τέλει καθορίζει την ανθρώπινη μοίρα.
Βλέποντας την τεχνολογία ως «παγίδευση» εννοούμε ότι η ανθρώπινη ζωή εξαρτάται στο σύνολό της από αυτήν.
Οι άνθρωποι έχουν την τάση να προσπερνούν το ερώτημα για το Είναι, που οδηγεί στην θέαση της ουσίας των όντων και έχουν την ροπή να βλέπουν τα πράγματα μέσα από παραμορφωτικούς φακούς. Ο Heidegger βλέπει την ιστορία ως μια πορεία, κατά την διάρκεια της οποίας τα όντα γίνονται φανερά, αποκαλύπτονται στον άνθρωπο με διαφορετικούς και καινούριους κάθε φορά τρόπους. Δηλαδή σε κάθε ιστορική εποχή το «τι είναι πραγματικότητα» γίνεται αντιληπτό με διαφορετικό τρόπο. Τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η πραγματικότητα τον καθορίζει κάθε φορά ένα πρίσμα, ένα φίλτρο μέσα από το οποίο ο άνθρωπος εγκλωβισμένος αντιλαμβάνεται τα πράγματα.
Στην αρχαία Ελλάδα η αντίληψη των πραγμάτων γίνονταν υπό το πρίσμα της φύσης. Τα πάντα ήταν φυσικά όντα και η ουσία των πραγμάτων αποκαλύπτονταν μέσα από την φύση (ακόμα και η τέχνη είναι μίμηση της φύσης). Στον μεσαίωνα, το παραμορφωτικό πρίσμα της φύσης αντικαταστάθηκε από την θεϊκή παρουσία. Τα πάντα, έγιναν πλάσματα του θεού και υπό τον πλήρη έλεγχό του. Στην εποχή του διαφωτισμού ο φακός «εγκλώβισε» τον άνθρωπο και τα υπόλοιπα όντα στην δύναμη της γνώσης και την δύναμη του ανθρώπου. Το όραμα του Bacon για την χειραγώγηση της φύσης από τον άνθρωπο δήλωνε τον τρόπο, που ο άνθρωπος βίωνε την πραγματικότητα. Ο άνθρωπος έγινε το οντολογικό κέντρο και αντικατέστησε τον θεό του μεσαίωνα και την φύση των αρχαίων Ελλήνων.
Η πορεία της ιστορίας εξελίσσεται και οδηγεί στην βιομηχανική, την καπιταλιστική κι εν τέλει στην τεχνολογική εποχή. Η τεχνολογία αποτελεί το νέο παραμορφωτικό πρίσμα που «εγκλωβίζει» την ανθρώπινη νόηση. Υπό αυτό το αποκαλυπτικό πλαίσιο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται το σύμπαν, οργανώνεται μέσα σε αυτό και θέτει σε κίνηση όλα όσα χρειάζεται για να πραγματώσουν τον σκοπό του.
Η χειραγώγηση λοιπόν, της τεχνολογίας από τον άνθρωπο είναι μια ψευδαίσθηση. Αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει είναι ότι αυτός, ενταγμένος σε αυτό το παραμορφωτικό πλαίσιο, ρυθμίζει την ζωή του και συντονίζεται σύμφωνα με τον τρόπο αντιλαμβάνεται. Κι ο τρόπος που αντιλαμβάνεται είναι ανάλογος με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Για να το καταλάβεις αυτό καλύτερα, σκέψου τον τρόπο που άλλαξε την ζωή σου η κινητή τηλεφωνία. Κι ακόμα, την εξάρτηση που έχεις στις μετακινήσεις σου από το αυτοκίνητο, ή την υπέρ-παραπληροφόρηση από τα ΜΜΕ. Η πραγματικότητα σήμερα είναι ταυτόσημη με μια τηλεοπτική αναμετάδοση.
Το αποτέλεσμα λοιπόν είναι η ανθρώπινη ύπαρξη να χάνει την μοναδικότητά της και να εγκλωβίζεται μέσα στο πλαίσιο που καθορίζει ένας «παραμορφωτικός φακός». Με αυτή την έννοια η τεχνολογία αποκτά ύπαρξη, δηλαδή εξ-ίσταται, αφού ξεπερνά το Είναι της και μεταβάλλεται εξελικτικά.
Στο «Είναι και ο Χρόνος» το Dasein ήταν εκείνο που καθόριζε τη χρήση των όντων που βρίσκονταν διαθέσιμα, δηλαδή πρό-χειρα. Τα εργαλεία πριν ακόμα χρησιμοποιηθούν ήταν χρησιμοποιήσιμα. Στην ώριμη σκέψη του Heidegger αυτό δεν ισχύει πια. Η ανεξέλεγκτη τεχνολογία δεν καθορίζεται από το Dasein αλλά το καθορίζει. Το εργαλείο καθορίζει τον άνθρωπο. Πρόκειται για μια αντιστροφή δηλαδή του Dasein το οποίο δεν καθορίζει το συμβάν, αλλά καθορίζεται από αυτό.
… και τι χρειάζονται οι ποιητές
σε ώρα ανάγκης;
σε ώρα ανάγκης;
Εγκλωβισμένοι της ραγδαίας και ανεξέλεγκτης τεχνολογικής εξέλιξης οι άνθρωποι αδυνατούν να κατανοήσουν την πλάνη στην οποία έχουν περιπέσει. Κι εδώ για τον Heidegger χρειάζονται οι ποιητές !
Με επιρροές από τον Hölderlin, ο Heidegger αναζητά την λύση για την αφύπνιση από τον τεχνολογικό εφιάλτη στο «κατά φύσιν ζην».
Οταν ο Heidegger μιλάει για την φύση, την εννοεί όπως οι αρχαίοι Ελληνες και καθόλου όπως οι σύγχρονοι δυτικοί. Η φύση για τους Έλληνες είναι όλα όσα βρίσκονται ανάμεσα στον ουρανό την γη, τους θεούς και τους ανθρώπους. Είναι το Είναι των όντων. Είναι η Δύναμη των όντων να αναφαίνονται, να εξελίσσονται, να παρουσιάζονται. Αντίθετα το σύγχρονο ανθρωπόζωο αντιλαμβάνεται την φύση μηχανιστικά με την έννοια που προσέδωσε στον δυτικό κόσμο η λατινική λέξη natura. Οπου στην natura προϋποτίθεται ένας γεννήτορας, μια δημιουργός αιτία, ενώ στην φύση, αυτό που «ξεφυτρώνει» εμπεριέχει την αιτία του.
Το ποιητικό πράττειν που συνοψίζεται εύστοχα στο στιχάκι του Hölderlin:
….«γεμάτος αξίες,
αλλά ποιητικά κατοικεί
ο άνθρωπος σε τούτη τη γη»…
Είναι αυτό που χαρακτηρίζει την Χαϊντεγκεριανή οπτική, για την ποιητική περιβαλλοντική ηθική.
«Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος στην γη» σημαίνει, ότι η ύπαρξη του όντος, είναι σε συμφωνία με τον αποκαλυπτικό ρόλο της φύσης και όχι με το ρόλο της ως διαθέσιμο απόθεμα. Είναι «δώρο κι όχι ανταμοιβή». Αντίστοιχα με την ποιητική γλώσσα, που είναι απελευθερωμένη από την δεσμευτική λογική, το ποιητικό «κατά φύσιν ζην» είναι απελευθερωμένο από την καθημερινή ευτέλεια, που παγιδεύει την λογική, σκοποθετική ύπαρξη.
Αποβάλλοντας τον παραμορφωτικό φακό της τεχνολογίας βρίσκεις το νόημα του πραγματικού τόπου.
Τα ονόματα που δίνει ο Heidegger στον πραγματικό τόπο είναι, ξέφωτο, παρουσία, τόπος, Είναι, κ.α.
Η ποίηση και η τέχνη λεει ο Heidegger δημιουργούν χώρους. Οπως όταν μέσα στο δάσος ανοίγω μονοπάτια δημιουργώντας ελεύθερο χώρο, έτσι για να βρεις την ουσία του χώρου έχεις μια μικρή έξοδο κινδύνου, την ποιητική γλώσσα και τον ποιητικό τρόπο να κατοικείς στην γη.
Για να παραμείνει ο άνθρωπος, άνθρωπος, πρέπει να διατηρήσει τα οντολογικά του χαρακτηριστικά.
Ο οικολογικός άνθρωπος οφείλει να δημιουργεί χώρους θέασης, ξέφωτα που του αποκαλύπτουν την ουσία των όντων. Τα ξέφωτα αυτά επανακαθορίζουν τις αξίες και τον βοηθούν να απαλλαγεί από τους παραμορφωτικούς φακούς που καθιστούν τον ίδιο και την φύση ως διαθέσιμο, προς κατανάλωση, απόθεμα. Ετσι θα γλυτώσει από τον βούρκο των cyborgs και το χαντζάρι του χασάπη.
@Ηω Αναγνώστου /2017-2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου