Η πρωτεΐνη είναι κατά πολύ η πιο ευρύτατα συζητημένη και δημοσιευμένη θρεπτική απαίτηση του σώματος μας. Με όλες αυτές τις διαθέσιμες πληροφορίες για την πρωτεΐνη, θα υποθέσετε ότι οι άνθρωποι είναι αρκετά καλά ενημερωμένοι για το θέμα. Λάθος. Ο μέσος Αμερικανός καταναλώνει πάνω από 100 γραμμάρια πρωτεΐνης ημερησίως, 3 έως 5 φορές παραπάνω απ’ όσο λένε τώρα οι ειδικοί ότι είναι απαραίτητο.
Όλοι ξέρουμε ότι η πρωτεΐνη είναι μια ουσιαστική θρεπτική ουσία, αλλά αυτό που δεν μας έχουν πει είναι ότι οι υπερβολικές ποσότητες άπεπτης πρωτεΐνης μπορούν να είναι επικίνδυνες στην υγεία μας. Οι κίνδυνοι μιας υψηλής σε πρωτεΐνη διατροφής δεν είναι γνωστοί συνήθως από το ευρύ κοινό επειδή έχουμε υποστεί τη περισσότερη παραπληροφόρηση και προπαγάνδα για τη πρωτεΐνη από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία τροφής.
Ένας συνδυασμός ξεπερασμένων ζωικών πειραμάτων και ιδιοτελής κατήχηση που μεταμφιέζονται ως διατροφική εκπαίδευση έχουν αφήσει τους περισσότερους ανθρώπους άσχημα παραπληροφορημένους για τις πρωτεϊνικές ανάγκες του σώματος μας. Διάφορες γενιές μαθητών και γιατρών διδάχθηκαν ανακριβώς ότι χρειαζόμαστε το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά για να πάρουμε πρωτεΐνη. Οι βιομηχανίες κρέατος, γαλακτοκομικών και αυγών χρηματοδότησαν αυτήν την «διατροφική εκπαίδευση» και έγινε πολιτική της Αμερικανικής κυβέρνησης.
Ένα μεγάλο μέρος των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν για να υποστηρίξουν την αξίωση ότι τα ζωικά προϊόντα είναι ιδανικά για τις ανθρώπινες πρωτεϊνικές ανάγκες βασίστηκε σε ένα τώρα ξεπερασμένο πείραμα με αρουραίους που πραγματοποιήθηκε το 1914. Οι ειδικοί στον τομέα της διατροφής και της ιατρικής επιστήμης έχουν αλλάξει δραστικά τη σκέψη τους για τις ανθρώπινες πρωτεϊνικές ανάγκες από εκείνη την κακόφημη μελέτη αρουραίων 90 χρόνια πριν, αλλά αυτή η εκσυγχρονισμένη γνώση φθάνει πολύ αργά στο κοινό.
Έτσι, σε μια προσπάθεια να καλύψει αυτό το ευρύ κενό των πληροφοριών όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά, εδώ βρίσκεται μια περίληψη 6 σημείων, όσων πρέπει να ξέρουμε για την πρωτεΐνη. Καθένα από αυτά τα 6 σημεία θα αποτελέσει έκπληξη στο μέσο ενήλικο του οποίου η γνώση για την πρωτεΐνη περιορίζεται σε αυτό που διδάχθηκε αρκετές δεκαετίες πριν στο σχολείο.
Το ιατρικό και διατροφικό κατεστημένο αργεί να δεχτεί τα στοιχεία που είναι αντίθετα στο καθεστώς της ιδιοτελούς «διατροφικής εκπαίδευσης» που προωθείται από σημαντικά εμπορικά συμφέροντα, ειδικά τη κρεατοβιομηχανία και τη γαλακτοκομική βιομηχανία. Αλλά η αντιμετώπιση των γεγονότων έχει αναγκάσει τους γιατρούς και τους διατροφολόγους να οδηγήσουν όλο και περισσότερους ανθρώπους μακριά από τα ζωικά προϊόντα (χοληστερόλη, κορεσμένα λίπη, βλέννα, μηδέν ίνες, κ.λπ.) και σε περισσότερα φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πώς στη διάρκεια των ετών οι ειδικές απόψεις και οι επίσημες πολιτικές στον τομέα της υγείας και της διατροφής έχουν αλλάξει, μερικές φορές διστακτικά.
Σχετικά με την προπαγάνδα της πρωτεΐνης
Η σύγχρονη έρευνα έχει δείξει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πρέπει να ανησυχήσουν περισσότερο για τα ιατρικά προβλήματα που προκαλούνται με τη κατανάλωση πάρα πολλής πρωτεΐνης, παρά από τη μη αρκετή πρόσληψη της. Η πρωτεΐνη είναι μια εξαιρετικά σημαντική θρεπτική ουσία, αλλά όταν παίρνουμε πάρα πολλή, ή πρωτεΐνη που δεν μπορούμε να αφομοιώσουμε, προκαλεί τα προβλήματα. Στο βιβλίο «Your Health, Your Choice (Η υγεία σας, επιλογή σας)»,ο Dr. Ted Morter, Jr., προειδοποιεί, «στην κοινωνία μας, μια από τις κύριες πηγές φυσιολογικών τοξινών είναι η πάρα πολλή πρωτεΐνη.»
Μπορεί να προκαλέσει σοκ σε ανθρώπους που προσπαθούν να καταναλώσουν όσο το δυνατόν περισσότερη πρωτεΐνη όταν διαβάσουν σε σημαντικά ιατρικά περιοδικά και επιστημονικές εκθέσεις ότι η υπερβολική πρωτεΐνη έχει βρεθεί ότι προωθεί την αύξηση των κυττάρων του καρκίνου και μπορεί να προκαλέσει διαταραχές συκωτιού και νεφρών, πεπτικά προβλήματα, ουρική αρθρίτιδα, αρθρίτιδα, ανεπάρκειες ασβεστίου (συμπεριλαμβανομένης της οστεοπόρωσης) και άλλες επιβλαβείς ανισορροπίες μετάλλων.
Ήταν γνωστό για δεκαετίες ότι οι πληθυσμοί που καταναλώνουν υψηλή σε πρωτεΐνη διατροφή, βασισμένη στο κρέας έχουν τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου και την χαμηλότερη διάρκεια ζωής (κατα μέσο όρο τόσο χαμηλή στα 30 – 40 χρόνια), έναντι των πολιτισμών που τρέφονται με χαμηλή σε πρωτεΐνη χορτοφαγική διατροφή (με μέση διάρκεια ζωής τόσο υψηλή έως τα 90 – 100 χρόνια).
Πολυάριθμες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι τα ζώα και οι άνθρωποι που υποβάλλονται σε υψηλές σε πρωτεΐνη διατροφές έχουν αναπτύξει με συνέπεια τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου. Όσον αφορά στους ανθρώπους, ο Colin Campbell, καθηγητής διατροφικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Cornell και ανώτερος σύμβουλος επιστήμης στο αμερικανικό ίδρυμα για την έρευνα του καρκίνου, λέει ότι υπάρχει «ένας ισχυρός συσχετισμός μεταξύ της διατροφικής εισαγωγής πρωτεΐνης και του καρκίνου του μαστού, του προστάτη, του πάγκρεατος και του παχέος εντέρου»
Επιπλέον, ο Myron Winick, διευθυντής του τμήματος ανθρώπινης διατροφής στο πανεπιστήμιο Columbia, έχει βρεί ισχυρά στοιχεία «μιας σχέσης μεταξύ της υψηλής σε πρωτεΐνη διατροφής και του καρκίνου του παχέος εντέρου. Στο βιβλίο «Your Health, Your Choice» (Η υγεία σας, επιλογή σας) ο Dr. Morter γράφει: «Tο παράδοξο της πρωτεϊνης είναι ότι είναι όχι μόνο ουσιαστική αλλά και ενδεχομένως καταστρεπτική για την υγεία. Τα επαρκή ποσά είναι ζωτικής σημασίας στην διατήρηση της υγείας και της λειτουργικότητας των κυττάρων σας.Αλλά η αμείωτη κατανάλωση υπερβολικής διαιτητικής πρωτεΐνης προκαλεί συμφόρηση στα κύτταρα και εξαναγκάζει το pH των ζωτικών ρευστών σας να πέσει σε επίπεδα κυτταρικής ασφυξίας, που παράγουν ασθένεια. Τα κύτταρα που επιβαρύνονται με πρωτεΐνη γίνονται τοξικά»
Γράφοντας στο τεύχος Σεπτεμβρίου 1982 του ιατρικού περιοδικού New England Journal of Medicine, οι ερευνητές Δρ Barry Branner και Τimothy Meyer δηλώνουν ότι η «άπεπτη πρωτεΐνη πρέπει να αποβληθεί από τα νεφρά. Αυτή η περιττή εργασία επιβαρύνει τα νεφρά τόσο πολύ που βαθμιαία αναπτύσσονται τραύματα και οι ιστοί αρχίζουν να σκληραίνουν»
Στο παχύ εντέρο, αυτά τα υπερβολικά πρωτεϊνικά απόβλητα σαπίζουν σε τοξικές ουσίες, μερικές από τις οποίες απορροφώνται στην κυκλοφορία του αίματος. Ο Δρ Willard Visek, καθηγητής κλινικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του ιατρικού τμήματος του Ιλλινόις, προειδοποιεί, «μια υψηλή πρωτεϊνική διατροφή συντρίβει το πάγκρεας και χαμηλώνει την αντίσταση στον καρκίνο καθώς επίσης συμβάλλει και στην ανάπτυξη του διαβήτη.»
Οποιοσδήποτε είναι επιτυχώς δασκαλεμένος από τη διατροφική εκπαίδευση της κρεατοβιομηχανίας και της γαλακτοκοβιομηχανίας θα παραξενευόταν από τις πολυάριθμες μελέτες που βρίσκουν ότι η οστεοπόρωση, μια ανεπάρκεια ασβεστίου που κάνει τα κόκκαλα πορώδη και εύθραυστα, είναι πολύ προεξέχουσα μεταξύ ανθρώπων με μεγάλη κατανάλωση και πρωτεΐνης και ασβεστίου. Παραδείγματος χάριν, το περιοδικό Μαρτίου 1983 της κλινικής διατροφής (Clinical Nutrition) διαπίστωσε ότι στην ηλικία των 65, η μετρήσιμη απώλεια οστών των κρεατοφάγων ήταν 5 έως 6 φορές χειρότερη απ’ ό,τι των χορτοφάγων. Το τεύχος της 22 Αυγούστου 1984 του Ιατρικού Βήματος (Medical Tribune) επίσης διαπίστωσε ότι οι χορτοφάγοι έχουν «πολύ ισχυρότερα οστά»
Οι Αφρικανές γυναίκες Bantu προσλαμβάνουν μόνο 350 mg. ασβεστίου την ημέρα (πολύ κάτω από την σύσταση των 1.200 mg του εθνικού γαλακτοκομικού Συμβουλίου – National Dairy Council), αλλά σπάνια σπάνε κόκκαλα, και η οστεοπόρωση είναι σχεδόν ανύπαρκτη, επειδή έχουν μια διατροφή χαμηλή σε πρωτεΐνη.
Στο άλλο άκρο, οι Εσκιμώοι έχουν την υψηλότερη εισαγωγή ασβεστίου στον κόσμο (περισσότερα από 2.000 mg ημερησίως), αλλά πάσχουν από ένα από τα υψηλότερα ποσοστά οστεοπόρωσης επειδή η διατροφή τους είναι επίσης η υψηλότερη σε πρωτεΐνη. Η εξήγηση για αυτά τα συμπεράσματα είναι ότι η κατανάλωση κρέατος αφήνει ένα όξινο υπόλειμμα και η διατροφή με τροφές που παράγουν όξινο υπόλειμμα απαιτούν από το σώμα να αποσύρει το ασβέστιο (ένα αλκαλικό μέταλλο) από τα κόκκαλα και τα δόντια για να ισορροπήσει το pH του. Έτσι ακόμα κι αν καταναλώνουμε ικανοποιητικό ασβέστιο, μια υψηλή σε πρωτεΐνη διατροφή, βασισμένη στο κρέας θα αναγκάσει το ασβέστιο να διυλιστεί από τα κόκκαλα μας.
Ο Δρ John McDougall αναφέρει μια μακροπρόθεσμη μελέτη που διαπίστωσε ότι ακόμη και με εισαγωγές ασβεστίου τόσο υψηλές όπως 1.400 mgs. ημερησίως, εάν τα άτομα κατανάλωναν 75 γραμμάρια πρωτεΐνης καθημερινά, υπήρχε περισσότερο ασβέστιο που χάνονταν στα ούρα τους από όσο απορροφιόταν στο σώμα τους.
Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι για να αποφύγουμε μια ανεπάρκεια ασβεστίου, μπορεί να είναι σημαντικότερο να μειωθεί η πρωτεϊνική εισαγωγή από το να αυξηθεί η κατανάλωση ασβεστίου. Στο βιβλίο του 1976, «Πώς να γίνουμε καλά» (How to Get Well) ο Δρ Paavo Airola, ph.D. N.D. σημειώνει ότι:
Η ανάγκη να καταναλώσουμε τρόφιμα ή γεύματα που περιέχουν τη «πλήρη πρωτεΐνη» είναι βασισμένη σε έναν λανθασμένο και ξεπερασμένο μύθο. Λόγω της παρατεταμένης παραπληροφόρησης από μια μελέτη με αρουραίους του 1914, πολλοί άνθρωποι θεωρούν ακόμα ότι πρέπει να φάνε ζωικά προϊόντα για να λάβουν τη «πλήρη πρωτεΐνη.»
Και για άλλους ανθρώπους, αυτή η πλάνη αντικαταστάθηκε από μια δεύτερη ανακριβή θεωρία ότι ο κατάλληλος συνδυασμός τροφίμων είναι απαραίτητος για να λάβουμε τη «πλήρη πρωτεΐνη» από τα λαχανικά. Και οι δύο θεωρίες έχουν ανασκευαστεί αδιαφιλονίκητα, επειδή ξέρουμε τώρα ότι οι άνθρωποι μπορούν να ικανοποιήσουν εντελώς τις πρωτεϊνικές ανάγκες τους και όλες τις άλλες θρεπτικές απαιτήσεις από τα ωμά φρούτα και λαχανικά χωρίς να ανησυχούν για τον κατάλληλο συνδυασμό τροφών ή να προσθέτουν πρωτεϊνικά συμπληρώματα ή ζωικά προϊόντα στη διατροφή τους.
Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η θεωρία πίσω από την ανάγκη να καταναλωθεί η «πλήρης πρωτεΐνη» – μια πεποίθηση που κάποτε θεωρούνταν γεγονός από τους ιατρικούς και διατροφικούς ειδικούς – δεν λαμβάνεται τώρα πια υπόψη. Παραδείγματος χάριν, ο Δρ Alfred Harper, πρόεδρος των θρεπτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Wisconsin, Madison, και της Επιτροπής τροφίμων και διατροφής του εθνικού ερευνητικού Συμβουλίου, δηλώνει ότι, «μια από τις μεγαλύτερες πλάνες που έχουν τόσο διαιωνιστεί είναι ότι υπάρχει οποιαδήποτε ανάγκη για την αποκαλούμενη πλήρη πρωτεΐνη»
Η πρωτεΐνη αποτελείται από αμινοξέα, και αυτά τα αμινοξέα είναι κυριολεκτικά οι δομικές μονάδες του σώματός μας. Υπάρχουν 8 ουσιαστικά αμινοξέα που χρειαζόμαστε από τα τρόφιμα για να χτίσει το σώμα μας τη «πλήρη πρωτεΐνη,» και καθένα από αυτά τα αμινοξέα μπορεί να βρεθεί στα φρούτα και τα λαχανικά. (Υπάρχουν συνολικά 23 αμινοξέα που χρειαζόμαστε, αλλά το σώμα μας είναι σε θέση να παραγάγει 15 αυτά, αφήνοντας 8 που πρέπει να προσλάβουμε από τα τρόφιμα).
Υπάρχουν πολλά λαχανικά και μερικά φρούτα που περιέχουν και τα 8 ουσιαστικά αμινοξέα, όπως καρότα, λαχανάκια Βρυξελλών, λάχανο, κουνουπίδι, καλαμπόκι, αγγούρι, μελιτζάνα, κατσαρό λάχανο, μπάμια, μπιζέλια, πατάτες, θερινό κολοκύθι, γλυκοπατάτες, ντομάτες και μπανάνες.
Αλλά ο λόγος που δεν χρειαζόμαστε και τα 8 ουσιαστικά αμινοξέα από μια τροφή ή από ένα γεύμα είναι ότι το σώμα μας αποθηκεύει αμινοξέα για μελλοντική χρήση. Από την πέψη των τροφών και από την ανακύκλωση των πρωτεϊνικών αποβλήτων, το σώμα μας διατηρεί ένα απόθεμα αμινοξέων, το οποίο κυκλοφορεί στα κύτταρα σε όλο το σώμα μέσω του αίματος και του λεμφατικού συστήματος. Αυτά τα κύτταρα και το συκώτι μας κάνουν συνεχώς καταθέσεις και αποσύρσεις από αυτό το απόθεμα, βασιζόμενα στην προσφορά και τη ζήτηση των συγκεκριμένων αμινοξέων.
Η πεποίθηση ότι η ζωική πρωτεΐνη είναι ανώτερη από τις φυτικές χρονολογείται πίσω στο 1914 όταν δύο ερευνητές ονόματι Osborn και Mendel διαπίστωσαν ότι οι αρουραίοι μεγάλωναν γρηγορότερα με ζωική πρωτεΐνη από όσο με την φυτική πρωτεΐνη. Από αυτά τα συμπεράσματα, το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά ονομάστηκαν ως πρωτεΐνες «κατηγορίας Α» και οι φυτικές πρωτεΐνες ταξινομήθηκαν ως κατώτερη «κατηγορία Β»
Στα μέσα της δεκαετίας του ’40, ερευνητές διαπίστωσαν ότι 10 ουσιαστικά αμινοξέα απαιτούνται για τη διατροφή ενός αρουραίου, και ότι το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά παρείχαν και τα δέκα από αυτά τα αμινοξέα, ενώ το στάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι όχι. Οι βιομηχανίες κρέατος, γαλακτοκομικών και αυγών εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο και τα δύο αυτά συμπεράσματα, με ελάχιστο σεβασμό για το γεγονός ότι οι θρεπτικές απαιτήσεις των αρουραίων είναι πολύ διαφορετικές απ’αυτές των ανθρώπων.
Ανακαλύφθηκε το 1952 ότι οι άνθρωποι χρειαζόντουσαν μόνο 8 ουσιαστικά αμινοξέα, και ότι τα φρούτα και τα λαχανικά είναι μια άριστη πηγή για όλα αυτά. Τα πιό πρόσφατα πειράματα επίσης διαπίστωσαν ότι αν και η ζωική πρωτεΐνη επιταχύνει την αύξηση των αρουραίων, η ζωική πρωτεΐνη οδηγεί επίσης σε μια πιό σύντομη διάρκεια ζωής και υψηλότερα ποσοστά καρκίνου και άλλων ασθενειών. Υπάρχουν επίσης σημαντικές διαφορές στις πρωτεϊνικές ανάγκες των ανθρώπων και των αρουραίων.
Το ανθρώπινο μητρικό γάλα αποτελείται από 5 τοις εκατό πρωτεΐνη, έναντι 49 τοις εκατό πρωτεΐνης στο γάλα των αρουραίων. Για να φανεί πόσο ανίδεοι μπορούν να είναι οι «ειδικοί» την εποχή που οι υψηλές σε πρωτεΐνη διατροφές θεωρούνταν ότι ήταν υγιεινές, πολλοί ειδικοί αισθάνθηκαν ότι ήταν λάθος της φύσης που τα ανθρώπινα θηλυκά παρήγαγαν γάλα με μόνο 5 τοις εκατό πρωτεΐνη.
Στο μύθο «της πλήρους πρωτεΐνης» δόθηκε άλλη μια ώθηση το 1971 όταν η Frances Moore Lappe έγραψε το βιβλίο «Διατροφή για έναν μικρό πλανήτη (Diet for a Small Planet )». Η Lappe αποθάρρυνε την κατανάλωση κρέατος, αλλά προήγαγε τον συνδυασμό τροφών με φυτικές πρωτεΐνες, όπως τα φασόλια και το ρύζι, για να λάβει κανείς και τα οκτώ ουσιαστικά αμινοξέα σε ένα γεύμα. Αλλά μέχρι το 1981, η Lappe πραγματοποίησε πρόσθετη έρευνα και συνειδητοποίησε ότι ο συνδυασμός των χορτοφαγικών τροφών δεν ήταν απαραίτητος για να πάρει κανείς την κατάλληλη πρωτεΐνη.
Στη δέκατη επετειακή έκδοση της «Διατροφής για έναν μικρό πλανήτη» η Lappe αναγνώρισε ότι διαπράττει σφάλμα και αναγνώρισε ότι ο συνδυασμός τροφίμων δεν είναι απαραίτητος για να λάβει κανείς ικανοποιητική πρωτεΐνη από μια χορτοφαγική διατροφή. Στην πραγματικότητα, ο Δρ John McDougall προειδοποιεί ότι οι προσπάθειες να συνδυαστούν τα τρόφιμα για την πλήρη πρωτεΐνη είναι όχι μόνο περιττές, αλλά και επικίνδυνες, επειδή «κάποιος που ακολουθεί τις συμβουλές για τον συνδυασμό πρωτεϊνών μπορεί ακούσια να σχεδιάσει μια διατροφή που περιέχει μια υπερβολική και επομένως επιβλαβή ποσότητα πρωτεΐνης»
Η πρωτεΐνη είναι ένα ουσιαστικό μέρος (του ζωντανού) σώματός μας και υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της πρωτεΐνης που έχει μαγειρευτεί και πρωτεΐνης στην ωμή (ζωντανή) μορφή της. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το σώμα μας (που αποτελείται από περίπου 100 τρισεκατομμύρια ζωντανά κύτταρα) αποτελείται από 15% πρωτεΐνη, καθιστώντας την πρωτεΐνη το κύριο στερεό στοιχείο στο σώμα μας, και δεύτερη πίσω από το νερό, το οποίο αποτελεί το 70 τοις εκατό του σώματός μας.
Η πρωτεΐνη αποτελείται από αμινοξέα, και τα αμινοξέα αποτελούνται από αλυσίδες ατόμων. Αυτά τα άτομα που αποτελούν τα αμινοξέα που αποτελούν την πρωτεΐνη γίνονται κυριολεκτικά οι δομικές μονάδες του σώματος μας. Το πρόβλημα είναι ότι το μαγείρεμα σκοτώνει τα τρόφιμα και μετουσιώνει ή ρυθμίζει εκ νέου τη μοριακή δομή της πρωτεΐνης, αναγκάζοντας τα αμινοξέα να υποστούν πήξη, ή να συντηχθούν μεταξύ τους.
Ο Δρ Norman Walker υπογραμμίζει ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ των ατόμων που είναι ζωντανά και των ατόμων που είναι νεκρά. Ο Δρ Walker λέει ότι η θερμότητα από το μαγείρεμα θανατώνει και αλλάζει τη δόνηση των ατόμων που συνθέτουν τα αμινοξέα τα οποία συνθέτουν την πρωτεΐνη που συνθέτει το σώμα μας. Σε ένα ανθρώπινο σώμα, ο Δρ Walker σημειώνει ότι μέσα σε έξι λεπτά μετά το θάνατο, τα άτομά μας αλλάζουν τη δόνησή τους και δεν είναι πλέον σε μια ζωντανή, οργανική μορφή. Έτσι η διαφορά μεταξύ της μαγειρευμένης και της ωμής πρωτεΐνης είναι η διαφορά μεταξύ της ζωής και του θανάτου των ατόμων που αποτελούν το 15 τοις εκατό του σώματός μας.
Ο Δρ Walker γράφει: «Ακριβώς όπως η ζωή είναι δυναμική, μαγνητική, οργανική, έτσι είναι ο θάνατος στατικός, μη μαγνητικός, ανόργανος. Χρειάζεται ζωή για να γεννήσει ζωή, και αυτό ισχύει για τα άτομα στα τρόφιμά μας. Όταν τα άτομα στα αμινοξέα είναι ζωντανά, οργανικά άτομα, μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Όταν καταστρέφονται με τη δολοφονία του ζώου και το μαγείρεμα των τροφίμων, οι ζωτικής σημασίας παράγοντες που αφορούν τα άτομα στις λειτουργίες των αμινοξέων χάνονται»
Μπορείτε να δείτε την πρωτεΐνη να αλλάζει τη δομή της αμέσως μόλις ρίξετε ένα αυγό σε ένα καυτό τηγάνι. Μόλις ακουμπήσει τη θερμότητα, η καθαρή, ρέουσα, σαν ζελές ουσία που περιβάλλει τη λέκιθο των αυγών γίνεται λαστιχένια και άσπρη. Η πρωτεΐνη δεν είναι η ίδια ουσία πριν και μετά από το μαγείρεμα. Στο βίντεο υψηλής ενεργειακής διατροφής (The High Energy Diet video) ο Δρ Douglas Graham δηλώνει ότι η «πρωτεΐνη καταστρέφεται στους 65 βαθμούς Κελσίου. Σε αυτήν την θερμοκρασία, ο χημικός δεσμός και η δομή της πρωτεΐνης «μετουσιώνονται,» και μόλις συμβεί αυτό, δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνουμε στην πρωτεΐνη για να αναστρέψουμε την αλλοίωση της».
Αλλά ο Δρ Graham στέλνει ένα μικτό μήνυμα στο θέμα εάν το σώμα μας δεν μπορεί να πάρει απολύτως κανένα όφελος από τη μαγειρεμένη πρωτεΐνη, ή εάν μπορούμε να αφομοιώσουμε μόνο μια μικρή ποσότητα της πρωτεΐνης στα μαγειρεμένα τρόφιμα. Λέει και τα δύο. Αμέσως μετά από τη ρήση ότι η πρωτεΐνη «μετουσιώνεται» και «καταστρέφεται» με το μαγείρεμα, και ότι «δεν μπορούμε να πάρουμε τίποτε χρήσιμο από τα μαγειρεμένα τρόφιμα»… στον ίδιο βίντεο Δρ ο Graham δηλώνει ότι «μόνο μια μικρή μερίδα πρωτεΐνης από αυτή (που μαγειρεύεται) είναι διαθέσιμη στους ανθρώπους.»
Στην «Βιώσιμη Υγεία (Living Health)» ο Harvey και η Marilyn Diamond στέλνουν τα ίδια μικτά μηνύματα ως προς το εάν η μαγειρεμένη πρωτεΐνη είναι ακατάλληλη προς χρήση ή δύσκολο να χρησιμοποιηθεί. Γράφουν ότι, «όταν μαγειρεύονται, τα αμινοξέα λιώνουν μεταξύ τους, καθιστώντας την πρωτεΐνη ακατάλληλη προς χρήση.» Το βιβλίο δηλώνει επίσης, «τα αμινοξέα καταστρέφονται ή μετατρέπονται σε μορφές που είτε είναι εξαιρετικά δύσκολο είτε αδύνατο να αφομοιωθούν.»
Έτσι, έχουμε 3 επιλογές στον τρόπο με τον οποίο αισθανόμαστε τη διαφορά μεταξύ ωμής και μαγειρεμένης πρωτεΐνης. Μπορούμε να πιστέψουμε ότι:
α. τα ζωντανά κύτταρά μας δεν παίρνουν κανένα όφελος από τα νεκρά άτομα και τη μετουσιωμένη πρωτεΐνη των μαγειρεμένων τροφίμων
β. σίγουρα πρέπει να παίρνουμε κάποιο μικρό όφελος από τη μαγειρεμένη πρωτεΐνη, ακόμα κι αν το μεγαλύτερο μέρος της καταλήγει ως άπεπτη πρωτεΐνη που προκαλεί πολλά ιατρικά προβλήματα (ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε πώς τα νεκρά άτομα μπορούν να γίνουν οι δομικές μονάδες για τα ζωντανά κύτταρά μας)
γ. ή μπορούμε να δεχτούμε την ορθόδοξη ιατρική και διατροφική «σοφία» που λέει ότι ακόμα και μαγειρεμένη, η νεκρή και μετουσιωμένη πρωτεΐνη είναι εξίσου υγιής με την ζωντανή πρωτεΐνη από τα ωμά τρόφιμα (και προσπαθήστε να μην σκεφτείτε για τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου στις τροφές που βάζουμε στον οργανισμό μας).
Η πρώτη θέση, που υποστηρίζεται από τον George Malkmus, θα θεωρούνταν η πιο ριζοσπαστική από το ιατρικό και διατροφικό κατεστημένο. Θυμηθείτε αυτοί οι ειδικοί είναι οι ίδιοι που –όχι πολύ καιρό πριν– έλεγαν ότι δεν μπορούμε να προσλάβουμε αρκετή πρωτεΐνη από τα φρούτα και λαχανικά και κάποτε σύστηναν επίπεδα πρωτεΐνης που τώρα γνωρίζουμε ότι είναι επικίνδυνα για την υγεία.
Η δεύτερη θέση είναι ένας κάπως αντιφατικός συμβιβασμός. Αλλά η τρίτη θέση, η οποία είναι τώρα η επίσημη κυβερνητική πολιτική, είναι όντως και η πιο δύσκολη να υπερασπιστείς. Ίσως όταν τα στοιχεία μελετηθούν πιο προσεκτικά, η θέση αυτή ν’ αλλάξει, όπως τόσες πολλές άλλες επίσημες, ορθόδοξες θέσεις στην διατροφή έχουν εξελιχθεί. Τα στοιχεία για την διατροφική υπεροχή των ωμών τροφών είναι διαθέσιμα για δεκαετίες, αλλά πληροφόρηση που είναι ενάντια σε εμπορικά συμφέροντα της αγοράς αργεί να φτάσει στο κοινό. Ακολουθεί μια περίληψη αυτών των στοιχείων:
Όλα τα ζώα στη φύση τρώνε ωμή τροφή, έτσι τα άγρια ζώα που κρατούνται σε αιχμαλωσία έχουν προσφέρει ένα καλό μέσο σύγκρισης των πλεονεκτημάτων της ωμής τροφής σε αντίθεση με την μαγειρεμένη.
Στις αρχές του 1900, ήταν συνηθισμένο για ζωολογικούς κήπους, τσίρκα κλπ, να εξοικονομούν χρήματα ταΐζοντας τα ζώα τους με αποφάγια από εστιατόρια. Αλλά η θνησιμότητα αυτών των ζώων ήταν υψηλή και οι προσπάθειες να τα αναπαράγουν δεν ήταν πολύ επιτυχείς. Όταν η διατροφή τους άλλαξε σε φυσικές, ωμές τροφές, η υγεία, μακροζωία και αναπαραγωγή των ζώων βελτιώθηκαν τρομερά. Μια μελέτη αυτού του τύπου στον ζωολογικό κήπο της Φιλαδέλφειας περιγράφτηκε σ’ ένα βιβλίο του 1923 με τον τίτλο Ασθένεια στα άγρια ζώα και πτηνά σε αιχμαλωσία (Disease in Captive Wild Animals and Birds) του Dr. H. Fox.
Μια από τις πιο γνωστές μελέτες ωμών τροφών σε αντίθεση με την μαγειρεμένες ήταν μια δεκαετής ερευνητική εργασία που διενεργήθηκε από τον Dr. Francis M. Pottenger, χρησιμοποιώντας 900 γάτες. Η μελέτη του δημοσιεύτηκε το 1946 στο Αμερικανικό περιοδικό ορθοδοντικής και στοματικής χειρουργικής (American Journal of Orthodontics and Oral Surgery). Ο Dr. Pottenger τάιζε όλες και τις 900 γάτες την ίδια τροφή, με την μόνη διαφορά ότι η μια ομάδα την λάμβανε ωμή και η άλλη μαγειρεμένη.
Τα αποτελέσματα δραματικά αποκαλύπτουν τα πλεονεκτήματα των ωμών τροφών σε σχέση με την μαγειρευτή διατροφή. Οι γάτες που τρέφονταν με ωμή, ζωντανή τροφή γεννούσαν υγιή γατάκια από χρόνο σε χρόνο χωρίς προβλήματα υγείας και πρόωρους θανάτους.
Αλλά οι γάτες που τρέφονταν την ίδια τροφή, μόνο που ήταν μαγειρεμένη, παρουσίασαν καρδιοπάθεια, καρκίνο, νόσο των νεφρών και του θυρεοειδή, πνευμονία, παράλυση, απώλεια δοντιών, αρθρίτιδα, γεννετικές δυσκολίες, μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον, διάρροια, οξυθυμία, προβλήματα συκωτιού και οστεοπόρωση, τις ίδιες ασθένειες που συναντάμε στην κουλτούρα της μαγειρευτής διατροφής των ανθρωπων. Η πρώτη γενιά γατάκια από γάτες που τρέφονταν με μαγειρευτή τροφή ήταν ασθενή και αφύσικα, η δεύτερη γενιά συχνά γεννιόταν αρρωστημένα ή πεθαμένα και στην τρίτη γενιά, οι μητέρες ήταν στείρες.
Ένα μεγάλο μέρος του ίδιου φαινομένου μπορεί να παρατηρηθεί και στους ανθρώπους. Στο βιβλίο του 1988, «Βελτιώνοντας την δίαιτα του Πριτίκιν (Improving on Pritikin)» ο Ross Horne σημειώνει, «υπάρχει μια συσχέτιση μεταξύ μαγειρέματος και επεξεργασίας των τροφών και της εμφάνισης καρκίνου και αντιθέτα, είναι γεγονός ότι οι ασθενείς με καρκίνο κάνουν την καλύτερη ανάρρωση με απόλυτα ωμές χορτοφαγικές τροφές …
Αυτό δείχνει ότι όταν τα ζωτικής σημασίας όργανα είναι στη χαμηλότερη κατάσταση λειτουργίας τους, μόνο οι ωμές τροφές τους δίνουν την δυνατότητα να παρέχουν τη σωματική χημεία που είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί η υγεία. Επομένως συνεπάγεται ότι, εάν οι ωμές τροφές επιτρέπουν σε ένα ειδάλλως κατεστραμμένο σώμα να αποκαταστήσει την υγεία του, τότε οι ωμές τροφές θα πρέπει να παρέχουν το μέγιστο όφελος στον οποιοδήποτε — άρρωστο ή υγειή.»
Στο βιβλίο του 1980, η «Υγιείνη Επανάσταση (The Health Revolution)» ο Horne γράφει, η «μαγειρεμένη πρωτεΐνη είναι δύσκολο να αφομοιωθεί, και όταν η ημιτελώς αφομοιωμένη πρωτεΐνη εισέρχεται στο παχύ έντερο αυτή σαπίζει και σχηματίζεται αμμωνία.»
Ο Horne αναφέρει το Δρ Willard Visek, καθηγητή κλινικών επιστημών της ιατρικής σχολής στο πανεπιστήμιο του Ιλλινόις ο οποίος λέει, «στην πέψη των πρωτεϊνών, εκτιθόμαστε συνεχώς σε μεγάλα ποσά αμμωνίας στον εντερικό σωλήνα μας. Η αμμωνία συμπεριφέρεται όπως οι χημικές ουσίες που προκαλούν καρκίνο ή προωθούν την αύξησή του. Σκοτώνει τα κύτταρα, αυξάνει τη μόλυνση από ιούς, έχει επιπτώσεις στο ρυθμό με τον οποίο διαιρούνται τα κύτταρα, και αυξάνει τη μάζα της επένδυσης των εντέρων.»
Αυτό που είναι αξιοπερίεργο είναι ότι μέσα στο παχύ έντερο, η εμφάνιση του καρκίνου πάει παράλληλα με τη συγκέντρωση αμμωνίας.» Ο Δρ Visek αναφέρεται στο βιβλίο «Τα Χρυσά επτά συν ένα(The Golden Seven Plus One) «, του Δρ C. Samuel West, να λέει ότι, «η αμμωνία, η οποία παράγεται σε μεγάλα ποσά σαν υποπροϊόν του μεταβολισμού του κρέατος, είναι ιδιαίτερα καρκινογόνος και μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη καρκίνου.»
Το μαγείρεμα της τροφής δημιουργεί επίσης πολλούς τύπους μεταλλαξιογόνων, ιδιαίτερα με τις πρωτεΐνες. «Τα μεταλλαξιογόνα είναι χημικές ουσίες που μπορούν να αλλάξουν το DNA στον πυρήνα ενός ζωντανού κυττάρου και έτσι αυξάνουν τον κίνδυνο να γίνει το κύτταρο καρκινικό. Τα περισσότερα μεταλλαξιογόνα φαίνεται να διαμορφώνονται από μια επίδραση του μαγειρέματος στις πρωτεΐνες,» σύμφωνα με τον Δρ Οliver Alabaster, συνεργάτη καθηγητή ιατρικής και διευθυντή έρευνας του καρκίνου στο πανεπιστήμιο George Ουάσιγκτον, στο βιβλίο του 1985, «Τι μπορείτε να κάνετε για να προλάβετε τον καρκίνο» (What You Can Do to Prevent Cancer).
Ο Horne παραθέτει περαιτέρω αποσπάσματα από το βιβλίο του Alabaster που λένε ότι, το ψήσιμο «χάμπουργκερ, βοδινού κρέατος, ψαριού, κοτόπουλου, ή οποιουδήποτε άλλου κρέατος, θα δημιουργήσει μεταλλαξιογόνα κι έτσι αυτό φαίνεται να είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια του μαγειρέματος. Άλλα μεταλλαξιογόνα διαμορφώνονται από την δράση του μαγειρέματος στους υδατάνθρακες. Ακόμη και μια δράση τόσο αθώα όπως το ψήσιμο του ψωμιού έχει αποδειχθεί ότι δημιουργεί μεταλλαξιογόνες χημικές ουσίες μέσω μιας διαδικασίας γνωστής ως αντίδραση αμαύρωσης (browning reaction). Αυτή η αντίδραση εμφανίζεται επίσης όταν τηγανίζονται οι πατάτες και το βοδινό κρέας, ή όταν θερμαίνονται οι ζάχαρες.
Ευτυχώς, τα εκχυλίσματα πολύ λίγων φρούτων και λαχανικών είναι μεταλλαξιογόνα. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Εργαστηριακές δοκιμές έχουν καταδείξει ότι διάφορες ουσίες στα τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένου του λάχανου, του μπρόκολου,της πράσινης πιπεριάς, της μελιτζάνας, του κρεμμυδιού, του ανανά, του μήλου, του φύλλου πιπερόριζας και μέντας μπορούν πραγματικά να εμποδίσουν τη δράση πολλών μεταλλαξιογόνων»
Και τα αποτελέσματα της προσωπικής εμπειρίας πολλών ανθρώπων που έχουν στραφεί κυρίως στα ωμά τρόφιμα της χορτοφαγικής διατροφής είναι ακόμα εντυπωσιακότερα από τα επιστημονικά εργαστηριακά συμπεράσματα. Δεδομένου ότι ο Αιδεσιμότατος George Malkmus θεράπευσε τον καρκίνο του στο παχύ έντερο και άλλες ασθένειες 18 χρόνια πριν με τη στροφή του σε μια διατροφή ωμών φρούτων και λαχανικών, έχει οδηγήσει πολλούς άλλους στην ίδια κατεύθυνση. Οι προσωπικές μαρτυρίες και οι επιστολές πολλών από αυτούς τους ανθρώπους έχουν εμφανιστεί στις σελίδες ενημερωτικών δελτίων… άνθρωποι που έχουν αναρρώσει από καρκίνο, καρδιακές παθήσεις, σκλήρυνση κατά πλάκας, διαβήτη, αρθρίτιδα, παχυσαρκία, κοιλιακό πόνο και πολλά άλλα.
Όλα αυτά από κάτι τόσο απλό όσο μια αλλαγή σε μια χορτοφαγική διατροφή κυρίως ωμών φρούτων και λαχανικών, με έμφαση στον φρέσκο φυτικό χυμό. Η εξαγωγή του χυμού είναι σημαντική επειδή οι θρεπτικές ουσίες στον ωμό φυτικό χυμό μπορούν να περάσουν στο κυτταρικό επίπεδο γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα γιατι οι θρεπτικές ουσίες είναι χωρισμένες από τον πολτό, ή την ίνα. Αυτό επιτρέπει να αποφευχθεί η χρονοβόρα και ενεργοβόρα διαδικασία της πέψης.
Αλλά ο George Malkmus δεν ήταν ο πρώτος — ούτε θα είναι ο τελευταίος – που θα έχει τέλεια αποτελέσματα από τη στροφή στις ωμές τροφές. Τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από τον αιδεσιμότατο Malkmus και την Hallelujah Acres είναι πολύ σύμφωνα και με άλλους που έχουν δώσει έμφαση στη διατροφή με ωμά τρόφιμα και φρέσκο φυτικό χυμό. Ο Δρ Norman Walker ήταν σοβαρά άρρωστος στα ’40 του, αλλά θεραπεύθηκε με χυμούς των ωμών λαχανικών, και έζησε μέχρι άνω των 100 ετών, γράφοντας το τελευταίο βιβλίο του όταν πέρασε τον αιώνα.
Και από τη δεκαετία του ’20, η θεραπεία Gerson που αναπτύχθηκε από τον Δρ Max Gerson έχει επιτύχει με φρέσκους φυτικούς χυμούς αποτελέσματα που είναι ασύγκριτα σε σχέση με την ορθόδοξη ιατρική πρακτική. Οι «ανίατες» ασθένειες θεραπεύονται στην κλινική Gerson, όπως ο καρκίνος των πνευμόνων, το επεκτεινόμενο μελάνωμα, το λέμφωμα, ο καρκίνος των οστών, ο καρκίνος του παχέος εντέρου, ο καρκίνος του μαστού, ο καρκίνος του εγκεφάλου, ο καρκίνος του συκωτιού, ο καρκίνος του προστάτη, η σκλήρυνση κατά πλάκας, το σοβαρό άσθμα, το εμφύσημα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο διαβήτης, ο λύκος και άλλα. Έτσι, είτε εξετάσετε την επιστημονική ανάλυση ή την πραγματική εμπειρία, υπάρχουν ισχυρά στοιχεία ανωτερότητας της ωμής πρωτεΐνης από τη μαγειρεμένη.
Η επιστημονική ανάλυση της διάκρισης μεταξύ της ζωής και θανάτου των ατόμων που γίνονται οι δομικές μονάδες του σώματός μας, καθώς επίσης η μετουσίωση της πρωτεΐνης και τα μεταλλαξιογόνα που προκαλούνται από το μαγείρεμα της πρωτεΐνης βοηθούν να εξηγηθεί η προσωπική εμπειρία των πολλών ιατρικών προβλημάτων που προκαλούνται από τις υπερβολικές ποσότητες άπεπτης, μαγειρεμένης πρωτεΐνης, καθώς επίσης και τα μεγάλα αποτελέσματα που έχουν δει οι άνθρωποι με τη στροφή στη ωμή διατροφή.
@Michael Dye
http://www.all-creatures.org/cb/a-protein.html
http://terrapapers.com/?p=28711
Όλοι ξέρουμε ότι η πρωτεΐνη είναι μια ουσιαστική θρεπτική ουσία, αλλά αυτό που δεν μας έχουν πει είναι ότι οι υπερβολικές ποσότητες άπεπτης πρωτεΐνης μπορούν να είναι επικίνδυνες στην υγεία μας. Οι κίνδυνοι μιας υψηλής σε πρωτεΐνη διατροφής δεν είναι γνωστοί συνήθως από το ευρύ κοινό επειδή έχουμε υποστεί τη περισσότερη παραπληροφόρηση και προπαγάνδα για τη πρωτεΐνη από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία τροφής.
Ένας συνδυασμός ξεπερασμένων ζωικών πειραμάτων και ιδιοτελής κατήχηση που μεταμφιέζονται ως διατροφική εκπαίδευση έχουν αφήσει τους περισσότερους ανθρώπους άσχημα παραπληροφορημένους για τις πρωτεϊνικές ανάγκες του σώματος μας. Διάφορες γενιές μαθητών και γιατρών διδάχθηκαν ανακριβώς ότι χρειαζόμαστε το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά για να πάρουμε πρωτεΐνη. Οι βιομηχανίες κρέατος, γαλακτοκομικών και αυγών χρηματοδότησαν αυτήν την «διατροφική εκπαίδευση» και έγινε πολιτική της Αμερικανικής κυβέρνησης.
Ένα μεγάλο μέρος των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν για να υποστηρίξουν την αξίωση ότι τα ζωικά προϊόντα είναι ιδανικά για τις ανθρώπινες πρωτεϊνικές ανάγκες βασίστηκε σε ένα τώρα ξεπερασμένο πείραμα με αρουραίους που πραγματοποιήθηκε το 1914. Οι ειδικοί στον τομέα της διατροφής και της ιατρικής επιστήμης έχουν αλλάξει δραστικά τη σκέψη τους για τις ανθρώπινες πρωτεϊνικές ανάγκες από εκείνη την κακόφημη μελέτη αρουραίων 90 χρόνια πριν, αλλά αυτή η εκσυγχρονισμένη γνώση φθάνει πολύ αργά στο κοινό.
Έτσι, σε μια προσπάθεια να καλύψει αυτό το ευρύ κενό των πληροφοριών όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά, εδώ βρίσκεται μια περίληψη 6 σημείων, όσων πρέπει να ξέρουμε για την πρωτεΐνη. Καθένα από αυτά τα 6 σημεία θα αποτελέσει έκπληξη στο μέσο ενήλικο του οποίου η γνώση για την πρωτεΐνη περιορίζεται σε αυτό που διδάχθηκε αρκετές δεκαετίες πριν στο σχολείο.
Το ιατρικό και διατροφικό κατεστημένο αργεί να δεχτεί τα στοιχεία που είναι αντίθετα στο καθεστώς της ιδιοτελούς «διατροφικής εκπαίδευσης» που προωθείται από σημαντικά εμπορικά συμφέροντα, ειδικά τη κρεατοβιομηχανία και τη γαλακτοκομική βιομηχανία. Αλλά η αντιμετώπιση των γεγονότων έχει αναγκάσει τους γιατρούς και τους διατροφολόγους να οδηγήσουν όλο και περισσότερους ανθρώπους μακριά από τα ζωικά προϊόντα (χοληστερόλη, κορεσμένα λίπη, βλέννα, μηδέν ίνες, κ.λπ.) και σε περισσότερα φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πώς στη διάρκεια των ετών οι ειδικές απόψεις και οι επίσημες πολιτικές στον τομέα της υγείας και της διατροφής έχουν αλλάξει, μερικές φορές διστακτικά.
Σχετικά με την προπαγάνδα της πρωτεΐνης
Η σύγχρονη έρευνα έχει δείξει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πρέπει να ανησυχήσουν περισσότερο για τα ιατρικά προβλήματα που προκαλούνται με τη κατανάλωση πάρα πολλής πρωτεΐνης, παρά από τη μη αρκετή πρόσληψη της. Η πρωτεΐνη είναι μια εξαιρετικά σημαντική θρεπτική ουσία, αλλά όταν παίρνουμε πάρα πολλή, ή πρωτεΐνη που δεν μπορούμε να αφομοιώσουμε, προκαλεί τα προβλήματα. Στο βιβλίο «Your Health, Your Choice (Η υγεία σας, επιλογή σας)»,ο Dr. Ted Morter, Jr., προειδοποιεί, «στην κοινωνία μας, μια από τις κύριες πηγές φυσιολογικών τοξινών είναι η πάρα πολλή πρωτεΐνη.»
Μπορεί να προκαλέσει σοκ σε ανθρώπους που προσπαθούν να καταναλώσουν όσο το δυνατόν περισσότερη πρωτεΐνη όταν διαβάσουν σε σημαντικά ιατρικά περιοδικά και επιστημονικές εκθέσεις ότι η υπερβολική πρωτεΐνη έχει βρεθεί ότι προωθεί την αύξηση των κυττάρων του καρκίνου και μπορεί να προκαλέσει διαταραχές συκωτιού και νεφρών, πεπτικά προβλήματα, ουρική αρθρίτιδα, αρθρίτιδα, ανεπάρκειες ασβεστίου (συμπεριλαμβανομένης της οστεοπόρωσης) και άλλες επιβλαβείς ανισορροπίες μετάλλων.
Ήταν γνωστό για δεκαετίες ότι οι πληθυσμοί που καταναλώνουν υψηλή σε πρωτεΐνη διατροφή, βασισμένη στο κρέας έχουν τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου και την χαμηλότερη διάρκεια ζωής (κατα μέσο όρο τόσο χαμηλή στα 30 – 40 χρόνια), έναντι των πολιτισμών που τρέφονται με χαμηλή σε πρωτεΐνη χορτοφαγική διατροφή (με μέση διάρκεια ζωής τόσο υψηλή έως τα 90 – 100 χρόνια).
Πολυάριθμες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι τα ζώα και οι άνθρωποι που υποβάλλονται σε υψηλές σε πρωτεΐνη διατροφές έχουν αναπτύξει με συνέπεια τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου. Όσον αφορά στους ανθρώπους, ο Colin Campbell, καθηγητής διατροφικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Cornell και ανώτερος σύμβουλος επιστήμης στο αμερικανικό ίδρυμα για την έρευνα του καρκίνου, λέει ότι υπάρχει «ένας ισχυρός συσχετισμός μεταξύ της διατροφικής εισαγωγής πρωτεΐνης και του καρκίνου του μαστού, του προστάτη, του πάγκρεατος και του παχέος εντέρου»
Επιπλέον, ο Myron Winick, διευθυντής του τμήματος ανθρώπινης διατροφής στο πανεπιστήμιο Columbia, έχει βρεί ισχυρά στοιχεία «μιας σχέσης μεταξύ της υψηλής σε πρωτεΐνη διατροφής και του καρκίνου του παχέος εντέρου. Στο βιβλίο «Your Health, Your Choice» (Η υγεία σας, επιλογή σας) ο Dr. Morter γράφει: «Tο παράδοξο της πρωτεϊνης είναι ότι είναι όχι μόνο ουσιαστική αλλά και ενδεχομένως καταστρεπτική για την υγεία. Τα επαρκή ποσά είναι ζωτικής σημασίας στην διατήρηση της υγείας και της λειτουργικότητας των κυττάρων σας.Αλλά η αμείωτη κατανάλωση υπερβολικής διαιτητικής πρωτεΐνης προκαλεί συμφόρηση στα κύτταρα και εξαναγκάζει το pH των ζωτικών ρευστών σας να πέσει σε επίπεδα κυτταρικής ασφυξίας, που παράγουν ασθένεια. Τα κύτταρα που επιβαρύνονται με πρωτεΐνη γίνονται τοξικά»
Γράφοντας στο τεύχος Σεπτεμβρίου 1982 του ιατρικού περιοδικού New England Journal of Medicine, οι ερευνητές Δρ Barry Branner και Τimothy Meyer δηλώνουν ότι η «άπεπτη πρωτεΐνη πρέπει να αποβληθεί από τα νεφρά. Αυτή η περιττή εργασία επιβαρύνει τα νεφρά τόσο πολύ που βαθμιαία αναπτύσσονται τραύματα και οι ιστοί αρχίζουν να σκληραίνουν»
Στο παχύ εντέρο, αυτά τα υπερβολικά πρωτεϊνικά απόβλητα σαπίζουν σε τοξικές ουσίες, μερικές από τις οποίες απορροφώνται στην κυκλοφορία του αίματος. Ο Δρ Willard Visek, καθηγητής κλινικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του ιατρικού τμήματος του Ιλλινόις, προειδοποιεί, «μια υψηλή πρωτεϊνική διατροφή συντρίβει το πάγκρεας και χαμηλώνει την αντίσταση στον καρκίνο καθώς επίσης συμβάλλει και στην ανάπτυξη του διαβήτη.»
Οποιοσδήποτε είναι επιτυχώς δασκαλεμένος από τη διατροφική εκπαίδευση της κρεατοβιομηχανίας και της γαλακτοκοβιομηχανίας θα παραξενευόταν από τις πολυάριθμες μελέτες που βρίσκουν ότι η οστεοπόρωση, μια ανεπάρκεια ασβεστίου που κάνει τα κόκκαλα πορώδη και εύθραυστα, είναι πολύ προεξέχουσα μεταξύ ανθρώπων με μεγάλη κατανάλωση και πρωτεΐνης και ασβεστίου. Παραδείγματος χάριν, το περιοδικό Μαρτίου 1983 της κλινικής διατροφής (Clinical Nutrition) διαπίστωσε ότι στην ηλικία των 65, η μετρήσιμη απώλεια οστών των κρεατοφάγων ήταν 5 έως 6 φορές χειρότερη απ’ ό,τι των χορτοφάγων. Το τεύχος της 22 Αυγούστου 1984 του Ιατρικού Βήματος (Medical Tribune) επίσης διαπίστωσε ότι οι χορτοφάγοι έχουν «πολύ ισχυρότερα οστά»
Οι Αφρικανές γυναίκες Bantu προσλαμβάνουν μόνο 350 mg. ασβεστίου την ημέρα (πολύ κάτω από την σύσταση των 1.200 mg του εθνικού γαλακτοκομικού Συμβουλίου – National Dairy Council), αλλά σπάνια σπάνε κόκκαλα, και η οστεοπόρωση είναι σχεδόν ανύπαρκτη, επειδή έχουν μια διατροφή χαμηλή σε πρωτεΐνη.
Στο άλλο άκρο, οι Εσκιμώοι έχουν την υψηλότερη εισαγωγή ασβεστίου στον κόσμο (περισσότερα από 2.000 mg ημερησίως), αλλά πάσχουν από ένα από τα υψηλότερα ποσοστά οστεοπόρωσης επειδή η διατροφή τους είναι επίσης η υψηλότερη σε πρωτεΐνη. Η εξήγηση για αυτά τα συμπεράσματα είναι ότι η κατανάλωση κρέατος αφήνει ένα όξινο υπόλειμμα και η διατροφή με τροφές που παράγουν όξινο υπόλειμμα απαιτούν από το σώμα να αποσύρει το ασβέστιο (ένα αλκαλικό μέταλλο) από τα κόκκαλα και τα δόντια για να ισορροπήσει το pH του. Έτσι ακόμα κι αν καταναλώνουμε ικανοποιητικό ασβέστιο, μια υψηλή σε πρωτεΐνη διατροφή, βασισμένη στο κρέας θα αναγκάσει το ασβέστιο να διυλιστεί από τα κόκκαλα μας.
Ο Δρ John McDougall αναφέρει μια μακροπρόθεσμη μελέτη που διαπίστωσε ότι ακόμη και με εισαγωγές ασβεστίου τόσο υψηλές όπως 1.400 mgs. ημερησίως, εάν τα άτομα κατανάλωναν 75 γραμμάρια πρωτεΐνης καθημερινά, υπήρχε περισσότερο ασβέστιο που χάνονταν στα ούρα τους από όσο απορροφιόταν στο σώμα τους.
Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι για να αποφύγουμε μια ανεπάρκεια ασβεστίου, μπορεί να είναι σημαντικότερο να μειωθεί η πρωτεϊνική εισαγωγή από το να αυξηθεί η κατανάλωση ασβεστίου. Στο βιβλίο του 1976, «Πώς να γίνουμε καλά» (How to Get Well) ο Δρ Paavo Airola, ph.D. N.D. σημειώνει ότι:
«Έχουμε διαπαιδαγωγηθεί να πιστεύουμε ότι μια υψηλή πρωτεϊνική διατροφή είναι κάτι επιβεβλημένο εάν επιθυμούμε να επιτύχουμε ένα υψηλό επίπεδο υγείας και να αποτρέψουμε την ασθένεια. Οι συγγραφείς και οι «ειδικοί» υγείας που υποστήριζαν την υψηλή πρωτεϊνική διατροφή παραπλανήθηκαν από την διαστρεβλωμένη έρευνα, η οποία χρηματοδοτήθηκε από τις βιομηχανίες γαλακτοκομικών και κρέατος, ή από ανεπαρκείς και ξεπερασμένες πληροφορίες. Η πιο πρόσφατη έρευνα, παγκόσμια, και επιστημονική και εμπειρική, παρουσιάζει όλο και περισσότερο πειστικά ότι οι προηγούμενες πεποιθήσεις μας όσον αφορά τις υψηλές απαιτήσεις πρωτεΐνης είναι ξεπερασμένες και ανακριβείς, και ότι η πραγματική καθημερινή ανάγκη για πρωτεΐνη στην ανθρώπινη διατροφή είναι πολύ κάτω από αυτήν που έχει θεωρηθεί από καιρό απαραίτητη.
Οι ερευνητές, που εργάζονται ανεξάρτητα σε πολλά μέρη του κόσμου, έφθασαν στο συμπέρασμα ότι η πραγματική καθημερινή ανάγκη πρωτεΐνης μας είναι μόνο 25 έως 35 γραμμάρια (οι ωμές πρωτεΐνες χρησιμοποιούνται 2 φορές καλύτερα από αυτές που μαγειρεύονται) … Αλλά αυτό που είναι ακόμα σημαντικότερο είναι ότι, η παγκόσμια έρευνα φέρνει σχεδόν καθημερινά την επιβεβαίωση της επιστημονικής προϋπόθεσης … ότι οι πρωτεΐνες, ουσιαστικές και σημαντικές όπως είναι, ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΙΒΛΑΒΕΙΣ ΟΤΑΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΠΌ την ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΚΗ ΣΑΣ»
Ο μεταβολισμός των πρωτεϊνών που καταναλώνονται παραπάνω από την πραγματική ανάγκη αφήνει τοξικά υπολείμματα μεταβολικών αποβλήτων στους ιστούς, προκαλεί αυτο-τοξεμία, υπερ-οξύτητα και διατροφικές ανεπάρκειες, συσσώρευση ουρικού οξέος και πουρίνες (purines) στους ιστούς, εντερική σήψη, και συμβάλλει στην ανάπτυξη πολλών από τις πιο κοινές και σοβαρές ασθένειές μας, όπως η αρθρίτιδα, η βλάβη των νεφρών, ουλίτιδα, σχιζοφρένια, οστεοπόρωση, αρτηριοσκλήρωση, καρδιακές παθήσεις, και καρκίνο. Μια υψηλή πρωτεϊνική διατροφή προκαλεί επίσης την πρόωρη γήρανση και χαμηλώνει την υπολογιζόμενη διάρκεια ζωής»
Η ανάγκη να καταναλώσουμε τρόφιμα ή γεύματα που περιέχουν τη «πλήρη πρωτεΐνη» είναι βασισμένη σε έναν λανθασμένο και ξεπερασμένο μύθο. Λόγω της παρατεταμένης παραπληροφόρησης από μια μελέτη με αρουραίους του 1914, πολλοί άνθρωποι θεωρούν ακόμα ότι πρέπει να φάνε ζωικά προϊόντα για να λάβουν τη «πλήρη πρωτεΐνη.»
Και για άλλους ανθρώπους, αυτή η πλάνη αντικαταστάθηκε από μια δεύτερη ανακριβή θεωρία ότι ο κατάλληλος συνδυασμός τροφίμων είναι απαραίτητος για να λάβουμε τη «πλήρη πρωτεΐνη» από τα λαχανικά. Και οι δύο θεωρίες έχουν ανασκευαστεί αδιαφιλονίκητα, επειδή ξέρουμε τώρα ότι οι άνθρωποι μπορούν να ικανοποιήσουν εντελώς τις πρωτεϊνικές ανάγκες τους και όλες τις άλλες θρεπτικές απαιτήσεις από τα ωμά φρούτα και λαχανικά χωρίς να ανησυχούν για τον κατάλληλο συνδυασμό τροφών ή να προσθέτουν πρωτεϊνικά συμπληρώματα ή ζωικά προϊόντα στη διατροφή τους.
Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η θεωρία πίσω από την ανάγκη να καταναλωθεί η «πλήρης πρωτεΐνη» – μια πεποίθηση που κάποτε θεωρούνταν γεγονός από τους ιατρικούς και διατροφικούς ειδικούς – δεν λαμβάνεται τώρα πια υπόψη. Παραδείγματος χάριν, ο Δρ Alfred Harper, πρόεδρος των θρεπτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Wisconsin, Madison, και της Επιτροπής τροφίμων και διατροφής του εθνικού ερευνητικού Συμβουλίου, δηλώνει ότι, «μια από τις μεγαλύτερες πλάνες που έχουν τόσο διαιωνιστεί είναι ότι υπάρχει οποιαδήποτε ανάγκη για την αποκαλούμενη πλήρη πρωτεΐνη»
Η πρωτεΐνη αποτελείται από αμινοξέα, και αυτά τα αμινοξέα είναι κυριολεκτικά οι δομικές μονάδες του σώματός μας. Υπάρχουν 8 ουσιαστικά αμινοξέα που χρειαζόμαστε από τα τρόφιμα για να χτίσει το σώμα μας τη «πλήρη πρωτεΐνη,» και καθένα από αυτά τα αμινοξέα μπορεί να βρεθεί στα φρούτα και τα λαχανικά. (Υπάρχουν συνολικά 23 αμινοξέα που χρειαζόμαστε, αλλά το σώμα μας είναι σε θέση να παραγάγει 15 αυτά, αφήνοντας 8 που πρέπει να προσλάβουμε από τα τρόφιμα).
Υπάρχουν πολλά λαχανικά και μερικά φρούτα που περιέχουν και τα 8 ουσιαστικά αμινοξέα, όπως καρότα, λαχανάκια Βρυξελλών, λάχανο, κουνουπίδι, καλαμπόκι, αγγούρι, μελιτζάνα, κατσαρό λάχανο, μπάμια, μπιζέλια, πατάτες, θερινό κολοκύθι, γλυκοπατάτες, ντομάτες και μπανάνες.
Αλλά ο λόγος που δεν χρειαζόμαστε και τα 8 ουσιαστικά αμινοξέα από μια τροφή ή από ένα γεύμα είναι ότι το σώμα μας αποθηκεύει αμινοξέα για μελλοντική χρήση. Από την πέψη των τροφών και από την ανακύκλωση των πρωτεϊνικών αποβλήτων, το σώμα μας διατηρεί ένα απόθεμα αμινοξέων, το οποίο κυκλοφορεί στα κύτταρα σε όλο το σώμα μέσω του αίματος και του λεμφατικού συστήματος. Αυτά τα κύτταρα και το συκώτι μας κάνουν συνεχώς καταθέσεις και αποσύρσεις από αυτό το απόθεμα, βασιζόμενα στην προσφορά και τη ζήτηση των συγκεκριμένων αμινοξέων.
Η πεποίθηση ότι η ζωική πρωτεΐνη είναι ανώτερη από τις φυτικές χρονολογείται πίσω στο 1914 όταν δύο ερευνητές ονόματι Osborn και Mendel διαπίστωσαν ότι οι αρουραίοι μεγάλωναν γρηγορότερα με ζωική πρωτεΐνη από όσο με την φυτική πρωτεΐνη. Από αυτά τα συμπεράσματα, το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά ονομάστηκαν ως πρωτεΐνες «κατηγορίας Α» και οι φυτικές πρωτεΐνες ταξινομήθηκαν ως κατώτερη «κατηγορία Β»
Στα μέσα της δεκαετίας του ’40, ερευνητές διαπίστωσαν ότι 10 ουσιαστικά αμινοξέα απαιτούνται για τη διατροφή ενός αρουραίου, και ότι το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά παρείχαν και τα δέκα από αυτά τα αμινοξέα, ενώ το στάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι όχι. Οι βιομηχανίες κρέατος, γαλακτοκομικών και αυγών εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο και τα δύο αυτά συμπεράσματα, με ελάχιστο σεβασμό για το γεγονός ότι οι θρεπτικές απαιτήσεις των αρουραίων είναι πολύ διαφορετικές απ’αυτές των ανθρώπων.
Ανακαλύφθηκε το 1952 ότι οι άνθρωποι χρειαζόντουσαν μόνο 8 ουσιαστικά αμινοξέα, και ότι τα φρούτα και τα λαχανικά είναι μια άριστη πηγή για όλα αυτά. Τα πιό πρόσφατα πειράματα επίσης διαπίστωσαν ότι αν και η ζωική πρωτεΐνη επιταχύνει την αύξηση των αρουραίων, η ζωική πρωτεΐνη οδηγεί επίσης σε μια πιό σύντομη διάρκεια ζωής και υψηλότερα ποσοστά καρκίνου και άλλων ασθενειών. Υπάρχουν επίσης σημαντικές διαφορές στις πρωτεϊνικές ανάγκες των ανθρώπων και των αρουραίων.
Το ανθρώπινο μητρικό γάλα αποτελείται από 5 τοις εκατό πρωτεΐνη, έναντι 49 τοις εκατό πρωτεΐνης στο γάλα των αρουραίων. Για να φανεί πόσο ανίδεοι μπορούν να είναι οι «ειδικοί» την εποχή που οι υψηλές σε πρωτεΐνη διατροφές θεωρούνταν ότι ήταν υγιεινές, πολλοί ειδικοί αισθάνθηκαν ότι ήταν λάθος της φύσης που τα ανθρώπινα θηλυκά παρήγαγαν γάλα με μόνο 5 τοις εκατό πρωτεΐνη.
Στο μύθο «της πλήρους πρωτεΐνης» δόθηκε άλλη μια ώθηση το 1971 όταν η Frances Moore Lappe έγραψε το βιβλίο «Διατροφή για έναν μικρό πλανήτη (Diet for a Small Planet )». Η Lappe αποθάρρυνε την κατανάλωση κρέατος, αλλά προήγαγε τον συνδυασμό τροφών με φυτικές πρωτεΐνες, όπως τα φασόλια και το ρύζι, για να λάβει κανείς και τα οκτώ ουσιαστικά αμινοξέα σε ένα γεύμα. Αλλά μέχρι το 1981, η Lappe πραγματοποίησε πρόσθετη έρευνα και συνειδητοποίησε ότι ο συνδυασμός των χορτοφαγικών τροφών δεν ήταν απαραίτητος για να πάρει κανείς την κατάλληλη πρωτεΐνη.
Στη δέκατη επετειακή έκδοση της «Διατροφής για έναν μικρό πλανήτη» η Lappe αναγνώρισε ότι διαπράττει σφάλμα και αναγνώρισε ότι ο συνδυασμός τροφίμων δεν είναι απαραίτητος για να λάβει κανείς ικανοποιητική πρωτεΐνη από μια χορτοφαγική διατροφή. Στην πραγματικότητα, ο Δρ John McDougall προειδοποιεί ότι οι προσπάθειες να συνδυαστούν τα τρόφιμα για την πλήρη πρωτεΐνη είναι όχι μόνο περιττές, αλλά και επικίνδυνες, επειδή «κάποιος που ακολουθεί τις συμβουλές για τον συνδυασμό πρωτεϊνών μπορεί ακούσια να σχεδιάσει μια διατροφή που περιέχει μια υπερβολική και επομένως επιβλαβή ποσότητα πρωτεΐνης»
Η πρωτεΐνη είναι ένα ουσιαστικό μέρος (του ζωντανού) σώματός μας και υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της πρωτεΐνης που έχει μαγειρευτεί και πρωτεΐνης στην ωμή (ζωντανή) μορφή της. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το σώμα μας (που αποτελείται από περίπου 100 τρισεκατομμύρια ζωντανά κύτταρα) αποτελείται από 15% πρωτεΐνη, καθιστώντας την πρωτεΐνη το κύριο στερεό στοιχείο στο σώμα μας, και δεύτερη πίσω από το νερό, το οποίο αποτελεί το 70 τοις εκατό του σώματός μας.
Η πρωτεΐνη αποτελείται από αμινοξέα, και τα αμινοξέα αποτελούνται από αλυσίδες ατόμων. Αυτά τα άτομα που αποτελούν τα αμινοξέα που αποτελούν την πρωτεΐνη γίνονται κυριολεκτικά οι δομικές μονάδες του σώματος μας. Το πρόβλημα είναι ότι το μαγείρεμα σκοτώνει τα τρόφιμα και μετουσιώνει ή ρυθμίζει εκ νέου τη μοριακή δομή της πρωτεΐνης, αναγκάζοντας τα αμινοξέα να υποστούν πήξη, ή να συντηχθούν μεταξύ τους.
Ο Δρ Norman Walker υπογραμμίζει ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ των ατόμων που είναι ζωντανά και των ατόμων που είναι νεκρά. Ο Δρ Walker λέει ότι η θερμότητα από το μαγείρεμα θανατώνει και αλλάζει τη δόνηση των ατόμων που συνθέτουν τα αμινοξέα τα οποία συνθέτουν την πρωτεΐνη που συνθέτει το σώμα μας. Σε ένα ανθρώπινο σώμα, ο Δρ Walker σημειώνει ότι μέσα σε έξι λεπτά μετά το θάνατο, τα άτομά μας αλλάζουν τη δόνησή τους και δεν είναι πλέον σε μια ζωντανή, οργανική μορφή. Έτσι η διαφορά μεταξύ της μαγειρευμένης και της ωμής πρωτεΐνης είναι η διαφορά μεταξύ της ζωής και του θανάτου των ατόμων που αποτελούν το 15 τοις εκατό του σώματός μας.
Ο Δρ Walker γράφει: «Ακριβώς όπως η ζωή είναι δυναμική, μαγνητική, οργανική, έτσι είναι ο θάνατος στατικός, μη μαγνητικός, ανόργανος. Χρειάζεται ζωή για να γεννήσει ζωή, και αυτό ισχύει για τα άτομα στα τρόφιμά μας. Όταν τα άτομα στα αμινοξέα είναι ζωντανά, οργανικά άτομα, μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Όταν καταστρέφονται με τη δολοφονία του ζώου και το μαγείρεμα των τροφίμων, οι ζωτικής σημασίας παράγοντες που αφορούν τα άτομα στις λειτουργίες των αμινοξέων χάνονται»
Μπορείτε να δείτε την πρωτεΐνη να αλλάζει τη δομή της αμέσως μόλις ρίξετε ένα αυγό σε ένα καυτό τηγάνι. Μόλις ακουμπήσει τη θερμότητα, η καθαρή, ρέουσα, σαν ζελές ουσία που περιβάλλει τη λέκιθο των αυγών γίνεται λαστιχένια και άσπρη. Η πρωτεΐνη δεν είναι η ίδια ουσία πριν και μετά από το μαγείρεμα. Στο βίντεο υψηλής ενεργειακής διατροφής (The High Energy Diet video) ο Δρ Douglas Graham δηλώνει ότι η «πρωτεΐνη καταστρέφεται στους 65 βαθμούς Κελσίου. Σε αυτήν την θερμοκρασία, ο χημικός δεσμός και η δομή της πρωτεΐνης «μετουσιώνονται,» και μόλις συμβεί αυτό, δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνουμε στην πρωτεΐνη για να αναστρέψουμε την αλλοίωση της».
Αλλά ο Δρ Graham στέλνει ένα μικτό μήνυμα στο θέμα εάν το σώμα μας δεν μπορεί να πάρει απολύτως κανένα όφελος από τη μαγειρεμένη πρωτεΐνη, ή εάν μπορούμε να αφομοιώσουμε μόνο μια μικρή ποσότητα της πρωτεΐνης στα μαγειρεμένα τρόφιμα. Λέει και τα δύο. Αμέσως μετά από τη ρήση ότι η πρωτεΐνη «μετουσιώνεται» και «καταστρέφεται» με το μαγείρεμα, και ότι «δεν μπορούμε να πάρουμε τίποτε χρήσιμο από τα μαγειρεμένα τρόφιμα»… στον ίδιο βίντεο Δρ ο Graham δηλώνει ότι «μόνο μια μικρή μερίδα πρωτεΐνης από αυτή (που μαγειρεύεται) είναι διαθέσιμη στους ανθρώπους.»
Στην «Βιώσιμη Υγεία (Living Health)» ο Harvey και η Marilyn Diamond στέλνουν τα ίδια μικτά μηνύματα ως προς το εάν η μαγειρεμένη πρωτεΐνη είναι ακατάλληλη προς χρήση ή δύσκολο να χρησιμοποιηθεί. Γράφουν ότι, «όταν μαγειρεύονται, τα αμινοξέα λιώνουν μεταξύ τους, καθιστώντας την πρωτεΐνη ακατάλληλη προς χρήση.» Το βιβλίο δηλώνει επίσης, «τα αμινοξέα καταστρέφονται ή μετατρέπονται σε μορφές που είτε είναι εξαιρετικά δύσκολο είτε αδύνατο να αφομοιωθούν.»
Έτσι, έχουμε 3 επιλογές στον τρόπο με τον οποίο αισθανόμαστε τη διαφορά μεταξύ ωμής και μαγειρεμένης πρωτεΐνης. Μπορούμε να πιστέψουμε ότι:
α. τα ζωντανά κύτταρά μας δεν παίρνουν κανένα όφελος από τα νεκρά άτομα και τη μετουσιωμένη πρωτεΐνη των μαγειρεμένων τροφίμων
β. σίγουρα πρέπει να παίρνουμε κάποιο μικρό όφελος από τη μαγειρεμένη πρωτεΐνη, ακόμα κι αν το μεγαλύτερο μέρος της καταλήγει ως άπεπτη πρωτεΐνη που προκαλεί πολλά ιατρικά προβλήματα (ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε πώς τα νεκρά άτομα μπορούν να γίνουν οι δομικές μονάδες για τα ζωντανά κύτταρά μας)
γ. ή μπορούμε να δεχτούμε την ορθόδοξη ιατρική και διατροφική «σοφία» που λέει ότι ακόμα και μαγειρεμένη, η νεκρή και μετουσιωμένη πρωτεΐνη είναι εξίσου υγιής με την ζωντανή πρωτεΐνη από τα ωμά τρόφιμα (και προσπαθήστε να μην σκεφτείτε για τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου στις τροφές που βάζουμε στον οργανισμό μας).
Η πρώτη θέση, που υποστηρίζεται από τον George Malkmus, θα θεωρούνταν η πιο ριζοσπαστική από το ιατρικό και διατροφικό κατεστημένο. Θυμηθείτε αυτοί οι ειδικοί είναι οι ίδιοι που –όχι πολύ καιρό πριν– έλεγαν ότι δεν μπορούμε να προσλάβουμε αρκετή πρωτεΐνη από τα φρούτα και λαχανικά και κάποτε σύστηναν επίπεδα πρωτεΐνης που τώρα γνωρίζουμε ότι είναι επικίνδυνα για την υγεία.
Η δεύτερη θέση είναι ένας κάπως αντιφατικός συμβιβασμός. Αλλά η τρίτη θέση, η οποία είναι τώρα η επίσημη κυβερνητική πολιτική, είναι όντως και η πιο δύσκολη να υπερασπιστείς. Ίσως όταν τα στοιχεία μελετηθούν πιο προσεκτικά, η θέση αυτή ν’ αλλάξει, όπως τόσες πολλές άλλες επίσημες, ορθόδοξες θέσεις στην διατροφή έχουν εξελιχθεί. Τα στοιχεία για την διατροφική υπεροχή των ωμών τροφών είναι διαθέσιμα για δεκαετίες, αλλά πληροφόρηση που είναι ενάντια σε εμπορικά συμφέροντα της αγοράς αργεί να φτάσει στο κοινό. Ακολουθεί μια περίληψη αυτών των στοιχείων:
Όλα τα ζώα στη φύση τρώνε ωμή τροφή, έτσι τα άγρια ζώα που κρατούνται σε αιχμαλωσία έχουν προσφέρει ένα καλό μέσο σύγκρισης των πλεονεκτημάτων της ωμής τροφής σε αντίθεση με την μαγειρεμένη.
Στις αρχές του 1900, ήταν συνηθισμένο για ζωολογικούς κήπους, τσίρκα κλπ, να εξοικονομούν χρήματα ταΐζοντας τα ζώα τους με αποφάγια από εστιατόρια. Αλλά η θνησιμότητα αυτών των ζώων ήταν υψηλή και οι προσπάθειες να τα αναπαράγουν δεν ήταν πολύ επιτυχείς. Όταν η διατροφή τους άλλαξε σε φυσικές, ωμές τροφές, η υγεία, μακροζωία και αναπαραγωγή των ζώων βελτιώθηκαν τρομερά. Μια μελέτη αυτού του τύπου στον ζωολογικό κήπο της Φιλαδέλφειας περιγράφτηκε σ’ ένα βιβλίο του 1923 με τον τίτλο Ασθένεια στα άγρια ζώα και πτηνά σε αιχμαλωσία (Disease in Captive Wild Animals and Birds) του Dr. H. Fox.
Μια από τις πιο γνωστές μελέτες ωμών τροφών σε αντίθεση με την μαγειρεμένες ήταν μια δεκαετής ερευνητική εργασία που διενεργήθηκε από τον Dr. Francis M. Pottenger, χρησιμοποιώντας 900 γάτες. Η μελέτη του δημοσιεύτηκε το 1946 στο Αμερικανικό περιοδικό ορθοδοντικής και στοματικής χειρουργικής (American Journal of Orthodontics and Oral Surgery). Ο Dr. Pottenger τάιζε όλες και τις 900 γάτες την ίδια τροφή, με την μόνη διαφορά ότι η μια ομάδα την λάμβανε ωμή και η άλλη μαγειρεμένη.
Τα αποτελέσματα δραματικά αποκαλύπτουν τα πλεονεκτήματα των ωμών τροφών σε σχέση με την μαγειρευτή διατροφή. Οι γάτες που τρέφονταν με ωμή, ζωντανή τροφή γεννούσαν υγιή γατάκια από χρόνο σε χρόνο χωρίς προβλήματα υγείας και πρόωρους θανάτους.
Αλλά οι γάτες που τρέφονταν την ίδια τροφή, μόνο που ήταν μαγειρεμένη, παρουσίασαν καρδιοπάθεια, καρκίνο, νόσο των νεφρών και του θυρεοειδή, πνευμονία, παράλυση, απώλεια δοντιών, αρθρίτιδα, γεννετικές δυσκολίες, μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον, διάρροια, οξυθυμία, προβλήματα συκωτιού και οστεοπόρωση, τις ίδιες ασθένειες που συναντάμε στην κουλτούρα της μαγειρευτής διατροφής των ανθρωπων. Η πρώτη γενιά γατάκια από γάτες που τρέφονταν με μαγειρευτή τροφή ήταν ασθενή και αφύσικα, η δεύτερη γενιά συχνά γεννιόταν αρρωστημένα ή πεθαμένα και στην τρίτη γενιά, οι μητέρες ήταν στείρες.
Ένα μεγάλο μέρος του ίδιου φαινομένου μπορεί να παρατηρηθεί και στους ανθρώπους. Στο βιβλίο του 1988, «Βελτιώνοντας την δίαιτα του Πριτίκιν (Improving on Pritikin)» ο Ross Horne σημειώνει, «υπάρχει μια συσχέτιση μεταξύ μαγειρέματος και επεξεργασίας των τροφών και της εμφάνισης καρκίνου και αντιθέτα, είναι γεγονός ότι οι ασθενείς με καρκίνο κάνουν την καλύτερη ανάρρωση με απόλυτα ωμές χορτοφαγικές τροφές …
Αυτό δείχνει ότι όταν τα ζωτικής σημασίας όργανα είναι στη χαμηλότερη κατάσταση λειτουργίας τους, μόνο οι ωμές τροφές τους δίνουν την δυνατότητα να παρέχουν τη σωματική χημεία που είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί η υγεία. Επομένως συνεπάγεται ότι, εάν οι ωμές τροφές επιτρέπουν σε ένα ειδάλλως κατεστραμμένο σώμα να αποκαταστήσει την υγεία του, τότε οι ωμές τροφές θα πρέπει να παρέχουν το μέγιστο όφελος στον οποιοδήποτε — άρρωστο ή υγειή.»
Στο βιβλίο του 1980, η «Υγιείνη Επανάσταση (The Health Revolution)» ο Horne γράφει, η «μαγειρεμένη πρωτεΐνη είναι δύσκολο να αφομοιωθεί, και όταν η ημιτελώς αφομοιωμένη πρωτεΐνη εισέρχεται στο παχύ έντερο αυτή σαπίζει και σχηματίζεται αμμωνία.»
Ο Horne αναφέρει το Δρ Willard Visek, καθηγητή κλινικών επιστημών της ιατρικής σχολής στο πανεπιστήμιο του Ιλλινόις ο οποίος λέει, «στην πέψη των πρωτεϊνών, εκτιθόμαστε συνεχώς σε μεγάλα ποσά αμμωνίας στον εντερικό σωλήνα μας. Η αμμωνία συμπεριφέρεται όπως οι χημικές ουσίες που προκαλούν καρκίνο ή προωθούν την αύξησή του. Σκοτώνει τα κύτταρα, αυξάνει τη μόλυνση από ιούς, έχει επιπτώσεις στο ρυθμό με τον οποίο διαιρούνται τα κύτταρα, και αυξάνει τη μάζα της επένδυσης των εντέρων.»
Αυτό που είναι αξιοπερίεργο είναι ότι μέσα στο παχύ έντερο, η εμφάνιση του καρκίνου πάει παράλληλα με τη συγκέντρωση αμμωνίας.» Ο Δρ Visek αναφέρεται στο βιβλίο «Τα Χρυσά επτά συν ένα(The Golden Seven Plus One) «, του Δρ C. Samuel West, να λέει ότι, «η αμμωνία, η οποία παράγεται σε μεγάλα ποσά σαν υποπροϊόν του μεταβολισμού του κρέατος, είναι ιδιαίτερα καρκινογόνος και μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη καρκίνου.»
Το μαγείρεμα της τροφής δημιουργεί επίσης πολλούς τύπους μεταλλαξιογόνων, ιδιαίτερα με τις πρωτεΐνες. «Τα μεταλλαξιογόνα είναι χημικές ουσίες που μπορούν να αλλάξουν το DNA στον πυρήνα ενός ζωντανού κυττάρου και έτσι αυξάνουν τον κίνδυνο να γίνει το κύτταρο καρκινικό. Τα περισσότερα μεταλλαξιογόνα φαίνεται να διαμορφώνονται από μια επίδραση του μαγειρέματος στις πρωτεΐνες,» σύμφωνα με τον Δρ Οliver Alabaster, συνεργάτη καθηγητή ιατρικής και διευθυντή έρευνας του καρκίνου στο πανεπιστήμιο George Ουάσιγκτον, στο βιβλίο του 1985, «Τι μπορείτε να κάνετε για να προλάβετε τον καρκίνο» (What You Can Do to Prevent Cancer).
Ο Horne παραθέτει περαιτέρω αποσπάσματα από το βιβλίο του Alabaster που λένε ότι, το ψήσιμο «χάμπουργκερ, βοδινού κρέατος, ψαριού, κοτόπουλου, ή οποιουδήποτε άλλου κρέατος, θα δημιουργήσει μεταλλαξιογόνα κι έτσι αυτό φαίνεται να είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια του μαγειρέματος. Άλλα μεταλλαξιογόνα διαμορφώνονται από την δράση του μαγειρέματος στους υδατάνθρακες. Ακόμη και μια δράση τόσο αθώα όπως το ψήσιμο του ψωμιού έχει αποδειχθεί ότι δημιουργεί μεταλλαξιογόνες χημικές ουσίες μέσω μιας διαδικασίας γνωστής ως αντίδραση αμαύρωσης (browning reaction). Αυτή η αντίδραση εμφανίζεται επίσης όταν τηγανίζονται οι πατάτες και το βοδινό κρέας, ή όταν θερμαίνονται οι ζάχαρες.
Ευτυχώς, τα εκχυλίσματα πολύ λίγων φρούτων και λαχανικών είναι μεταλλαξιογόνα. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Εργαστηριακές δοκιμές έχουν καταδείξει ότι διάφορες ουσίες στα τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένου του λάχανου, του μπρόκολου,της πράσινης πιπεριάς, της μελιτζάνας, του κρεμμυδιού, του ανανά, του μήλου, του φύλλου πιπερόριζας και μέντας μπορούν πραγματικά να εμποδίσουν τη δράση πολλών μεταλλαξιογόνων»
Και τα αποτελέσματα της προσωπικής εμπειρίας πολλών ανθρώπων που έχουν στραφεί κυρίως στα ωμά τρόφιμα της χορτοφαγικής διατροφής είναι ακόμα εντυπωσιακότερα από τα επιστημονικά εργαστηριακά συμπεράσματα. Δεδομένου ότι ο Αιδεσιμότατος George Malkmus θεράπευσε τον καρκίνο του στο παχύ έντερο και άλλες ασθένειες 18 χρόνια πριν με τη στροφή του σε μια διατροφή ωμών φρούτων και λαχανικών, έχει οδηγήσει πολλούς άλλους στην ίδια κατεύθυνση. Οι προσωπικές μαρτυρίες και οι επιστολές πολλών από αυτούς τους ανθρώπους έχουν εμφανιστεί στις σελίδες ενημερωτικών δελτίων… άνθρωποι που έχουν αναρρώσει από καρκίνο, καρδιακές παθήσεις, σκλήρυνση κατά πλάκας, διαβήτη, αρθρίτιδα, παχυσαρκία, κοιλιακό πόνο και πολλά άλλα.
Όλα αυτά από κάτι τόσο απλό όσο μια αλλαγή σε μια χορτοφαγική διατροφή κυρίως ωμών φρούτων και λαχανικών, με έμφαση στον φρέσκο φυτικό χυμό. Η εξαγωγή του χυμού είναι σημαντική επειδή οι θρεπτικές ουσίες στον ωμό φυτικό χυμό μπορούν να περάσουν στο κυτταρικό επίπεδο γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα γιατι οι θρεπτικές ουσίες είναι χωρισμένες από τον πολτό, ή την ίνα. Αυτό επιτρέπει να αποφευχθεί η χρονοβόρα και ενεργοβόρα διαδικασία της πέψης.
Αλλά ο George Malkmus δεν ήταν ο πρώτος — ούτε θα είναι ο τελευταίος – που θα έχει τέλεια αποτελέσματα από τη στροφή στις ωμές τροφές. Τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από τον αιδεσιμότατο Malkmus και την Hallelujah Acres είναι πολύ σύμφωνα και με άλλους που έχουν δώσει έμφαση στη διατροφή με ωμά τρόφιμα και φρέσκο φυτικό χυμό. Ο Δρ Norman Walker ήταν σοβαρά άρρωστος στα ’40 του, αλλά θεραπεύθηκε με χυμούς των ωμών λαχανικών, και έζησε μέχρι άνω των 100 ετών, γράφοντας το τελευταίο βιβλίο του όταν πέρασε τον αιώνα.
Και από τη δεκαετία του ’20, η θεραπεία Gerson που αναπτύχθηκε από τον Δρ Max Gerson έχει επιτύχει με φρέσκους φυτικούς χυμούς αποτελέσματα που είναι ασύγκριτα σε σχέση με την ορθόδοξη ιατρική πρακτική. Οι «ανίατες» ασθένειες θεραπεύονται στην κλινική Gerson, όπως ο καρκίνος των πνευμόνων, το επεκτεινόμενο μελάνωμα, το λέμφωμα, ο καρκίνος των οστών, ο καρκίνος του παχέος εντέρου, ο καρκίνος του μαστού, ο καρκίνος του εγκεφάλου, ο καρκίνος του συκωτιού, ο καρκίνος του προστάτη, η σκλήρυνση κατά πλάκας, το σοβαρό άσθμα, το εμφύσημα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο διαβήτης, ο λύκος και άλλα. Έτσι, είτε εξετάσετε την επιστημονική ανάλυση ή την πραγματική εμπειρία, υπάρχουν ισχυρά στοιχεία ανωτερότητας της ωμής πρωτεΐνης από τη μαγειρεμένη.
Η επιστημονική ανάλυση της διάκρισης μεταξύ της ζωής και θανάτου των ατόμων που γίνονται οι δομικές μονάδες του σώματός μας, καθώς επίσης η μετουσίωση της πρωτεΐνης και τα μεταλλαξιογόνα που προκαλούνται από το μαγείρεμα της πρωτεΐνης βοηθούν να εξηγηθεί η προσωπική εμπειρία των πολλών ιατρικών προβλημάτων που προκαλούνται από τις υπερβολικές ποσότητες άπεπτης, μαγειρεμένης πρωτεΐνης, καθώς επίσης και τα μεγάλα αποτελέσματα που έχουν δει οι άνθρωποι με τη στροφή στη ωμή διατροφή.
@Michael Dye
http://www.all-creatures.org/cb/a-protein.html
http://terrapapers.com/?p=28711
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου