11 Αυγούστου
14:172014
H
ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας που έγινε από τους αναλυτές
Darvas, Sapir και Wolff για την Ελλάδα (όπως και για την Ιρλανδία και
την Πορτογαλία) παρουσιάζει αναλυτικά, πόσα χρωστάει η χώρα μας και σε
ποιους ακριβώς.
Με βάση τη μελέτη των στοιχείων, η εργασία καταλήγει πως ναι μεν το χρέος θα καταλήξει μειούμενο, όμως οι οικονομίες της Ελλάδας και των άλλων δύο «αδύναμων» οικονομικά χωρών παραμένουν ευάλωτες και σε αρνητική ανάπτυξη, πρωτογενές ισοζύγιο και επιτόκια, ακόμα και αν δεν ληφθούν υπ' όψιν τα πλέον αρνητικά σενάρια.
Βλέπουμε λοιπόν ότι σχεδόν το 1/3 του ελληνικού χρέους αφορά στα δάνεια του EFSF (για το δεύτερο πρόγραμμα) που εκτιμώνται στα 99 και 35 δισ. ευρώ, σύνολο 124 δισ. ευρώ από τα συνολικά 319 δισ, όπως παρουσιάζεται αναλυτικά στον πίνακα που ακολουθεί.
Ακουλουθούν με 53 δισ. ευρώ τα διμερή δάνεια με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με 38 δισ. ευρώ οι μετοχές ECB/NCB.
Τα νέα ομόλογα που προέκυψαν μετά το 2012 υπολογίζονται στα 31 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στα 29 δισ. Τα ασφάλιστρα μικρής διάρκειας της χώρας μας είναι στα 15 δισ. ευρώ, οι μετοχές στα 4 δισ. ενώ επίσης 15 δισ. ευρώ εκτιμώνται και τα χρέη προς «υπολοίπους».
Σύμφωνα ακόμα, με την πρόβλεψη του ΔΝΤ που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2014 αναμένεται ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ από το 2014 έως το 2019.
Από το 2020 και μετά, οι προβλέψεις για την ευρωζώνη κάνουν λόγο για 3,1% αύξηση ετησίως, τουλάχιστον έως το 2026. Όσον αφορά την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Προτογαλία όμως, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για μια τέτοια εκτίμηση, λόγω κυρίως των αδύναμων οικονομιών των χωρών αυτών.
Πάντως, αν πάρουμε ως αφετηρία την πρόβλεψη του ΔΝΤ για το 2018, η
ετήσια αύξηση σε Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία σταδιακά θα συγκλίνει
στο 3,7%, που είναι και η πρόβλεψη για το ισπανικό ΑΕΠ, τουλάχιστον ως
το 2022 και θα παραμείνει στα επίπεδα αυτά για όλη τη δεκαετία του
2020.
Με βάση τη μελέτη των στοιχείων, η εργασία καταλήγει πως ναι μεν το χρέος θα καταλήξει μειούμενο, όμως οι οικονομίες της Ελλάδας και των άλλων δύο «αδύναμων» οικονομικά χωρών παραμένουν ευάλωτες και σε αρνητική ανάπτυξη, πρωτογενές ισοζύγιο και επιτόκια, ακόμα και αν δεν ληφθούν υπ' όψιν τα πλέον αρνητικά σενάρια.
Βλέπουμε λοιπόν ότι σχεδόν το 1/3 του ελληνικού χρέους αφορά στα δάνεια του EFSF (για το δεύτερο πρόγραμμα) που εκτιμώνται στα 99 και 35 δισ. ευρώ, σύνολο 124 δισ. ευρώ από τα συνολικά 319 δισ, όπως παρουσιάζεται αναλυτικά στον πίνακα που ακολουθεί.
Τα νέα ομόλογα που προέκυψαν μετά το 2012 υπολογίζονται στα 31 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στα 29 δισ. Τα ασφάλιστρα μικρής διάρκειας της χώρας μας είναι στα 15 δισ. ευρώ, οι μετοχές στα 4 δισ. ενώ επίσης 15 δισ. ευρώ εκτιμώνται και τα χρέη προς «υπολοίπους».
Σύμφωνα ακόμα, με την πρόβλεψη του ΔΝΤ που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2014 αναμένεται ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ από το 2014 έως το 2019.
Από το 2020 και μετά, οι προβλέψεις για την ευρωζώνη κάνουν λόγο για 3,1% αύξηση ετησίως, τουλάχιστον έως το 2026. Όσον αφορά την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Προτογαλία όμως, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για μια τέτοια εκτίμηση, λόγω κυρίως των αδύναμων οικονομιών των χωρών αυτών.