Το καλοκαίρι του 1918 ο Κ. Καβάφης συνάντησε τον μεγάλο Αγγλο συγγραφέα Ε. Μ. Φόρστερ στην Αλεξάνδρεια και έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη φιλία. “Εσείς οι Αγγλοι δεν μπορείτε να καταλάβετε τους Ελληνες”, του λέει ο Καβάφης. “Εμεις χρεοκοπήσαμε εδώ και καιρό. Να προσεύχεστε εσείς οι Αγγλοι, με την τάση σας για περιπέτειες, να μην χάσετε το κεφάλαιό σας γιατί τότε θα γίνετε σαν κ’εμάς, ανήσυχοι, ανήμποροι, ψεύτες”. Σχολιάζοντας αυτό το μυστηριώδες κείμενο, ο Giorgio Agamben γράφει το 1993 “το μόνο σίγουρο είναι ότι από τότε όλοι οι λαοί της Ευρώπης και πιθανόν όλου του κόσμου έχουν πτωχεύσει”. Εμείς οι Έλληνες και πιθανόν όλοι οι Ευρωπαίοι έχουμε χρεωκοπήσει: πολιτικά, πολιτισμικά και ψυχικά. Πολιτικά πρώτα.
H Ελλάδα προσφέρει σήμερα την καλύτερη εικόνα του ευρωπαϊκού μέλλοντος. Ότι η Ελλάδα επιλέχθηκε ως πειραματόζωο για το νέο τρόπο οικονομικής διακυβέρνησης, είναι γενικά γνωστό. Αυτό που έχει αναλυθεί λιγότερο, είναι το είδος πολιτικής που εισάγεται χωρίς καμία συζήτηση για τα μέτρα. Οι εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση, οι δημοσκοπήσεις και οι κομματικές αντιδικίες δίνουν την εντύπωση ότι η πολιτική συνεχίζεται όπως πάντα. Αλλά τα μέτρα εισάγουν την πλέον επιθετική πολιτική της βιοπολιτικής (της άσκησης εξουσίας στο ατομικό και κοινωνικό σώμα, εξουσίας που στοχοποιεί τη ζωή) στην Ευρώπη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ηφαιστειακή έκρηξη στην Ισλανδία, -μια χώρα που έχει υποφέρει τα πάνδεινα από την παράλογη απληστία των τραπεζιτών-, είναι η πιο αρμόζουσα αλληγορία για την εξελισσόμενη ελληνική τραγωδία. Η κρίση έχει συζητηθεί κύρια με όρους οικονομικούς και σχεδόν φυσικούς και μόνο δευτερευόντως σε σχέση με τον πολιτικό της χαρακτήρα και τις επιπτώσεις. Η κυβέρνηση, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και οι αυτάρεσκοι «ειδικοί» παρουσιάζουν τα γεγονότα και το μνημόνιο σαν θεϊκή πράξη, μια φυσική καταστροφή που δεν μπορούσε να προβλεφτεί ή αποφευχθεί. Η κυριαρχούσα ρητορική υποστηρίζει ότι η λειτουργία των αγορών είναι, απρόβλεπτη, ανεξιχνίαστη. Αν η Ελλάδα είναι σαν τον Τιτανικό, οι «αγορές» είναι το ανελέητο παγόβουνο και οι απαιτήσεις της Ε.Ε. και του ΔΝΤ μια ξαφνική ηφαιστειακή έκρηξη. Η μόνη απάντηση των πολιτικών και οικονομικών ελίτ μπροστά σε τέτοια «ανωτέρα βία» είναι να εφαρμόσουν διαδικασίες πολιτικής άμυνας έτσι ώστε να περιορίσoυν τις απώλειες και τις ζημιές.
Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αυτή την «φυσικοποίηση» (naturalization) της οικονομίας, «φετιχισμό των καταστροφών», κάτι σαν το φετιχισμό του εμπορεύματος κατά Μαρξ. Πολιτικές αποφάσεις που παίρνονται στις Βρυξέλλες και τη Νέα Υόρκη και εφαρμόζονται πιστά στην Αθήνα, στρατηγικές επιλογές των χρηματιστών, πρωτόγνωρες επιβολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ παρουσιάζονται ως αναπόφευκτες, αναπόδραστες, σχεδόν μη-ανθρώπινες παρεμβάσεις. Αν η οικονομική κρίση είναι μια φυσική καταστροφή, τότε η πολιτική δεν πρέπει να ανακατεύεται στην αντιμετώπιση της, με τον ίδιο τρόπο που δεν πρέπει να αναμειγνύεται στην ανθρωπιστική βοήθεια σε περιπτώσεις σεισμού. Ένας υπουργός μας είπε ότι «χρειαζόμαστε στρατιωτική πειθαρχία» στην αποδοχή των μέτρων. Τα τηλεοπτικά νέα, με μπροστάρη το MEGA, επαναλαμβάνουν ανιαρά: «Η οικονομία φταίει, βρε βλάκα»! Σχεδιαγράμματα με την άνοδο των «σπρέντς» κυριαρχούσαν στις οθόνες με τον ίδιο τρόπο που παρουσιάζουν την εξάπλωση της ηφαιστιακής στάχτης η την αύξηση της θερμοκρασίας σε περίοδο ξηρασίας. «Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση;» ρωτούν ρητορικά οι παντογνώστες δημοσιογράφοι και οι υπόλογοι πολιτικοί, θέτοντας τέρμα στην πολιτική συζήτηση και παρέμβαση για να επιστρέψoυν στην «επιστημονική» ανατομή της φυσικής οικονομικής καταστροφής. Ας δούμε λοιπόν την πολιτική πλευρά της κρίσης.
Μια μικρή παρένθεση πολιτικής φιλοσοφίας
Η πολιτική λειτουργεί πάνω σε δύο άξονες και μορφές εξουσίας: η Autoritas (νομιμοποιημένη εξουσία) εκφράζει το “κοινό συμφέρον” ή τη βούληση του λαού να συμβιώνει. Η Potestas, από την άλλη, είναι η δύναμη που διατηρεί τη συνοχή της κοινωνίας μέσω της κυριαρχίας των λίγων πάνω στους πολλούς. Η λειτουργία της πολιτικής εκφράζει, συμπυκνώνει και διαμεσολαβεί πρόσκαιρα στην κοινωνική και οικονομική σύγκρουση, και οικοδομεί νομιμοποιημένη εξουσία πάνω σ’ένα μόνιμο υπόβαθρο αναπόδραστου ανταγωνισμού. Αυτή η βασική πολιτική πραγματικότητα συσκοτίστηκε από τη νεοφιλελεύθερη σύγκλιση των δεξιών και των σοσιαλδημοκρατών. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς ένα ολέθριο οικονομικό μοντέλο. Είναι μια παγκόσμια ιδεολογία και κοσμοθεώρηση που ωθεί τους ανθρώπους να κατανοούν τη ζωή τους και να σχετίζονται με τους άλλους αποκλειστικά ως άπληστοι σφετεριστές και χωρίς όριο καταναλωτές και μηχανές επιθυμίας. Ως αποτέλεσμα, η πολιτική μετατρέπεται αποκλειστικά σε διαχείριση της οικονομίας, απαρνούμενη τον βασική της λειτουργία, την προσωρινή ειρήνευση των κοινωνικών συγκρούσεων (προσωρινή, γιατί η κοινωνική σύγκρουση είναι μόνιμο συστατικό του κοινωνικού δεσμού και η potestas η συνεχής του έκφραση) και την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης (απαραίτητη προϋπόθεση για την autoritas και τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Η πολιτική που επιβάλλει ο νεοφιλελευθερισμός λαμβάνει οικονομικές και ηθικιστικές μορφές. Μιμούμενος τα νεοκλασικά οικονομικά, η πολιτική μετατρέπεται σε μια δραστηριότητα που μοιάζει με την αγορά. Άτομα, συμφέροντα και τάξεις αποδέχονται τη συνολική κοινωνικο-οικονομική ισορροπία και χρησιμοποιούν την πολιτική για να επιδιώξουν οριακές βελτιώσεις συμφέροντος και κέρδους. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική παρουσιάζεται ως διαδικασία επιχειρηματολογίας, με την οποία μπορεί να επιτευχθεί ορθολογική συναίνεση σχετικά με τα δημόσια αγαθά.
Η πολιτική που ασκείται είτε ως μια τέλεια αγορά, είτε ως σωκρατικός διάλογος, προδιαγράφει τη σύγκρουση ως τελειωμένη, παρωχημένη, αδύνατη και ταυτόχρονα προσπαθεί να αποκηρύξει και να αποκλείσει την εμφάνισή της. Η αντικατάσταση της σύγκρουσης από μια συνεργασία οικονομολόγων “που λένε την αλήθεια”, από εκσυγχρονιστές γραφειοκράτες και πατριωτικά ΜΜΕ, μετατρέπει το κράτος σε έναν νταή υπέρ της αγοράς εσωτερικά (παράδειγμα η αγριότης της καταστολής) και έναν τεχνητά ανεκτικό φορέα επιβολής του ανθρωπισμού εξωτερικά (όπως φαίνεται στους πρόσφατους “ανθρωπιστικούς πολέμους”). Η σύγκρουση όμως δεν εξαφανίζεται – οι νεοφιλελεύθερες συνταγές αυξάνουν την ανισότητα, τροφοδοτούν τον ανταγωνισμό και στρέφουν την οργή εναντίον των μεταναστών, των φτωχών και όσων ανθίστανται στην εξαθλίωση.
Αυτή ακριβώς τη στάση έναντι της πολιτικής εισήγαγαν τα πρόσφατα γεγονότα στην Ελλάδα. Κανένα από τα πρωτοφανή μέτρα δεν συζητήθηκε ούτε εγκρίθηκε έξω από τον κύκλο ελάχιστων μυημένων κυβερνητικών στελεχών. Η επιβολή τους παρουσιάστηκε ως αναπόδραστο αποτέλεσμα των άπληστων αγορών και της δόλιας ευρωπαϊκής αδράνειας (που βρίσκεται πίσω από την απληστία των αγορών). Παρουσιάστηκαν σαν μια ανθρωπιστική εκστρατεία για να σωθούν τα θύματα μιας φυσικής καταστροφής. Οι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι, οι ειδικοί και τα κυρίαρχα ΜΜΕ προανήγγειλαν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση και μετά εξαπέλυσαν μια συστηματική εκστρατεία για να πείσουν το κοινό.
Η αυστηρή οικονομία και η εντιμότητα, οι περικοπές μισθών και η ηθική αρετή αποτελούν παντού την καθολική νεοφιλελεύθερη συνταγή. Στην Ελλάδα παίρνουν μια πιο σκληρή μορφή απ΄ ό,τι στην Ιρλανδία ή την Ισλανδία, διότι η (οικονομική) τιμωρία πρέπει να είναι πιο σκληρή, αντίστοιχη με την υπερβολική μας ηθική χαλαρότητα. Η ποινή αντιστοιχεί με την αμαρτία, μόνο που θα την πληρώσουν οι αναμάρτητοι. Πρόκειται για ένα δηλητηριώδη τύπο μεταμοντέρου κυνισμού.
Για την αληθινή πολιτική, από την άλλη, η ιδέα ότι “δεν υπάρχει εναλλακτική λύση” δεν υφίσταται. Η δημοκρατία, που είναι συνώνυμη με την πολιτική, είναι ακριβώς η έκφραση της διαφωνίας και της σύγκρουσης, μια μορφή ζωής μέσω της οποίας τα πιο αστάθμητα προβλήματα μπορούν να τεθούν προς συζήτηση και δοκιμασία, λύσεις μπορούν να βρεθούν και βάσει αυτών πολιτικές πρωτοβουλίες να αναληφθούν. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που σχολιαστές και ειδικοί έπρεπε να προκαταλάβουν την κοινή γνώμη αναγγέλλοντας ότι το πιο αμφιλεγόμενο ζήτημα των καιρών μας δεν υπάγεται στην πολιτική κρίση και στην κανονιστική αξιολόγηση, αλλά μόνο στις αληθοφανείς συνομιλίες των ορθοφρονούντων ειδικών. Όλες οι προτάσεις για πολιτική κινητοποίηση κατά των μέτρων, όλες οι ιδέες για παύση πληρωμών ή ριζική αναδιάρθρωση του χρέους, η πρόταση για δημοψήφισμα απορρίπτονται γιατί δεν συνειδητοποιούν τον επείγοντα και μονόδρομο χαρακτήρα της οικονομικής λύσης. Αν η «φυσικοποιημένη» οικονομία κινείται με τρόπους απρόβλεπτους και θεόσταλτους, η πολιτική γίνεται μια υποκατηγορία της οικονομίας που πρέπει να μένει σιωπηλή και περιθωριοποιημένη. Μ’αυτό τον τρόπο βαθύτατα πολιτικές αποφάσεις εμφανίζονται ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα αδήριτων νόμων και ταξικά συμφέροντα περιβάλλονται την αίγλη της επιστημονικής αλήθειας.
Ο πολιτικός χαρακτήρας της οικονομικής κρίσης
Και όμως, η πραγματικότητα είναι το ακριβώς αντίθετο. Κάθε βήμα, απόφαση και πράξη που οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο ήταν βαθιά πολιτικές επιλογές. Η οικονομική κατάρρευση του 2008 που επιδείνωσε την οικονομική κρίση αποκάλυψε την θεμελιώδη υποκρισία και ανηθικότητα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Ενώ οι απλοί άνθρωποι υποβάλλονται καθημερινά στην «πειθαρχία» της αγοράς χάνοντας σπίτια, δουλειές και ελπίδα, οι τεράστιες απώλειες των τραπεζών αναλήφθηκαν από το κράτος. Αυτή είναι η πολιτική του «σοσιαλισμού του λεμονιού»: σοσιαλισμός για τους πλούσιους – καπιταλισμός για τους υπόλοιπους. Η, για να παραφράσουμε τον Μπέρτολτ Μπρέχτ, αν φοροδιαφεύγεις πας φυλακή, ενώ αν οδηγήσεις μια τράπεζα στην πτώχευση παίρνεις τεράστια μπόνους.
Το ιδιο ισχυει με το χρέος. To χρεος συσσωρεύθηκε τα τελευταία 30 χρόνια με αποφάσεις των εναλλασσόμενων πολιτικών ελίτ που χρησιμοποιούσαν τα δάνεια για πελατειακες πολιτικες και πολιτικα οφελη. Δεν υπάρχει διαφορά ως προς αυτό ανάμεσα στον Σημίτη, τον Καραμανλή, τον Παπανδρέου και τους διάφορους υπουργούς και πρώην υπουργούς που παρελαύνουν χωρίς ντροπή στις τηλεοπτικές οθόνες ζητώντας «στρατιωτική πειθαρχία». Οπως προσφατα ειπε ο κ. Παγκαλος ‘τα φαγαμε ολοι μαζι’ -αλλα δεν προσέθεσε οτι οι ‘ολοι’ δεν περιλαμβανουν την πλειοψηφία του χαμηλομισθου λαου, που τωρα καλειται να πληρωσει αυτα που αλλοι ‘εφαγαν’. Ολες οι πρόσφατες εκλογικές εκστρατείες έγιναν με το κόμμα της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υπόσχεται «ηθική στην πολιτική», «εκλογίκευση των δημοσιονομικών», «επαναθεμελίωση του κράτους», εγκατάλειψη της «αλαζονείας της εξουσίας». Μόλις τελειώνουν οι εκλογές, η νέα κυβέρνηση επιστρέφει στις παλιές μεθόδους, δανειζόμενη, δωροδοκώντας και μοιράζοντας προνόμια στους ημέτερους
Σήμερα, τo ενα κυβερνητικό κόμμα επιτίθεται στο άλλο για το ποιος φταίει για το χρέος, ωσάν να υπάρχει κάποιος που ανήκει στην πολιτική ελίτ των τελευταίων 30 χρόνων και δεν φταίει. Με αυτή την έννοια, τα πρόσφατα γεγονότα δείχνουν ότι η οικονομική και η ηθική πτώχευση ειναι συνοδοιποροι. Στην Βρετανία, στην διάρκεια των τηλεοπτικών αναμετρήσεων της προσφατης προεκλογικής εκστρατείας, και οι τρεις ηγέτες απολογήθηκαν στο κοινό για τα «σκάνδαλα των εξόδων» (οι βουλευτές χρέωναν στο δημόσιο κονδύλια που δεν δικαιούνταν) που στοίχισαν στο δημόσιο λιγότερο από δύο εκατομμύρια λιρες και ωχριούν σε σύγκριση με τα ποσά που σπαταλήθηκαν από τις δικές μας ελίτ. Περιμένουμε ακόμα την πολιτική ελίτ να απολογηθεί στον ελληνικό λαό, αν και μια μεταμέλεια ιαπωνικού τύπου και ακόμα περισσότερο ένα δημόσιο χαρακίρι, θα ταίριαζαν περισσότερο στην κατάσταση αν αναλογιστούμε το μέγεθος της ευθύνης. Η πολιτική καστα ομως δεν διαθέτει το βασικό ηθικό ανάστημα: η αξιωση να αλλάξουν οι πολίτες στάση, να υπακούν στο νόμο και να δρουν υπεύθυνα προς την κοινωνία θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστη αν οι στυλοβάτες της ηθικής έδειχναν ένα ίχνος ταπεινοφροσύνης και κατανοησης των ευθυνων τους.
Η πολιτική φύση της κρίσης διαφαίνεται και στην ευρωπαικη πλευρά. Το όριο του 3% στο έλλειμμα (που το έχουν ξεπεράσει όλα τα κράτη της ευρωζώνης), το σύμφωνο σταθερότητας, η κερδοσκοπία των «αγορών» έχουν όλα πολιτικό κίνητρα και σχέδιο. Ο στενός δεσμός μεταξύ των μέτρων της ΕΕ και του ΔΝΤ με τη γερμανική πολιτική είναι πασίγνωστος. Ολοι σχεδον τωρα αποδεχονται οτι η γερμανικη πολιτικη περιορισμου μισθων και ισχυρου ευρω εχει βοηθησει την γερμανικη οικονομια αλλα εχει δημιουργησει τα προβληματα του Νοτου. Αυτό που έχει λιγότερο σχολιαστεί είναι η φύση της κερδοσκοπίας των αγορών. Αυτή δεν βασίζεται στις επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας (η Ελλάδα ειναι ακομη γυρω στην 25η θεση του ΟΟΣΑ, αλλά τα μετρα και η υφεση που δημιουργουν την οδηγούν συνεχως προς τα κατω), αλλά στα αισθήματα «εμπιστοσύνης» και «ρίσκου» που διακατέχουν τους χρηματιστές. Οι χρηματαγορές λειτουργούν σε ένα εικονικό και όχι πραγματικό επίπεδο. Η αξιοπιστία ενός κράτους, ο κίνδυνος να μην πληρώσει προσδιορίζονται από φανταστικούς σχεδιασμούς και ιδεολογικές κατασκευές. Αποτελουν μια αυτοεκπληρουμενη προφητεια, που δεν εχει σχεση με την πραγματικοτητα, αλλα εχουν την δυναμη να την αλλαζουν καταστροφικα.
Οι επιθέσεις των «αγορών» κατά της Ελλάδας ειναι η εκδικηση του νεοφιλελευθερισμου για την μεγαλη ηττα του 2008. Αποτελει ομως και αναπόσπαστο κομματι των ευρύτερων ρυθμίσεων της μεταβιομηχανικης και μεταφορντικής παγκοσμιοποιμενης κοινωνιας των υπηρεσιων. Η συσσώρευση κεφαλαίου δεν βασίζεται πλέον στην δημιουργία υπεραξίας στον πρωτογενή τομέα, αλλά στην άντληση προσοδου (με κυρια μορφη τον τόκο και το μίσθιο για πνευματικη ιδιοκτησια). Αυτό ισχύει τόσο σε ατομικό επίπεδο (ο νεοφιλελευθερισμός μας μεταχειρίζεται όχι σαν φυσικά πρόσωπα ή πολίτες, αλλά σαν καταναλωτές που πρεπει να δανείζονται για να ξοδέυουν) όσο και σε κρατικό. Όμως, η συσσώρευση κεφαλαίου μέσω προσοδου πρέπει να αστυνομεύεται αυστηρά αφού το δανειστικό συμβόλαιο δεν δημιουργεί αυτόματα τις συνθήκες της αναπαραγωγής του όπως συμβαίνει με το συμβόλαιο εργασίας. Η άντληση προσοδου και τόκου απαιτεί τον εκφοβισμό καθώς δεν υπάρχει κάποιο “φυσικό” επιπεδο μισθίου. Η πίεση των αγορών είναι ένας τρόπος να ασκηθεί πίεση στους οφειλέτες για να αποδεχτουν την πιο ακραια καταστροφη των δημοσιων δαπανων ή να χρεωκοπησουν. ‘Οφειλετες προσεχετε’ λενε στα κρατη- “ή καταστρεφετε το κρατος προνοιας, ή γινεστε η επομενη Ελλαδα”. Δεν διαφέρει και πολύ από την μαφιόζικη “προστασία”: αν ο οφειλέτης αμφισβητήσει τους ορους η την αμοιβή, οι μπράβοι τον δέρνουν. Και οι απειλες επιασαν. Στην Μ. Βρεταννια, η νεα κυβερνηση χρησιμοποίησε συστηματικα την ελληνικη τραγωδια για να επιβαλλει πρωτοφανεις στα μεταπολεμικα χρονικα περικοπες δαπανων. Το ιδιο γινεται στην Ισπανια, Προτογαλια, Γαλια και Ιρλανδια. Οπως ξερουμε η Ελλαδα δεν εχει μεγαλη οικονομικη σημασια στην Ευρωπη. Το ΑΕΠ ειναι μολις 3% του ευρωπαικου. Αλλα η συμβολικη σημασια της επιθεσης ηταν καταλυτικη.
Η επιβολη του νεοφιλευθερισμου απο τον Ρέιγκαν και την Θάτσερ συνοδευτηκε απο επιθεση σ’ολους τους ενδιαμεσουσ θεσμους, τα κόμματα, τα συνδικάτα, την αυτοδιοικηση ακόμα και την εκκλησία. Οι θεσμοι αυτοι ομως ειναι απαραιτητοι για την διαμεσολάβηση εξουσίας και πολιτων. Η απουσια τους εξασθενει την κοινωνικη ευπρεπεια (civility), αποδοχη και ενσωματωση που ειναι αναγκαιες στον καπιταλισμο για να εξημερωνει τον ανταγωνισμο και περιοριζει την συκγρουση. O ανθρωπος που αντιμετωπιστηκε απο την εξουσια ως καταναλωτης σε περιοδους ευημεριας, σε εποχη ανεχειας γινεται αντικείμενο αστυνόμευσης. Ετσι εξηγειται η μεγαλη αυξηση των μηχανισμων καταστολης που εμφανισθημαν ως συνεπεια του περιφημου πολεμου κατα της τρομοκρατιας, αλλα εχει αλλο κυριο στοχο. Τείχη σηκώνονται στο Μεξικό, στην Παλαιστίνη, γκετο φτωχων εμφανιζονται στο κεντρο πολεων, gated communities πλουσιων στα προαστια, αυξάνονται οι φυλακές, οι δυνάμεις καταστολής. Ο κόσμος που ειχε αποπλανηθει απο την τεχνητη χρηματοπιστωτικη αναπτυξη εγκαταλειπει αναγκαστικα την κατανάλωση ως μεθόδο ικανοποίησης προσωπικών επιδιώξεων και επιθυμιών και βλεπει την ζωη του να ανατρεπεται. Δεν ειναι πια μονο το 1/3 της κοινωνίας που μενει απ’εξω, όπως κατά τη δεκαετία του ’80. Μεγαλα τμηματα του πληθυσμου, απο βολεμενοι γινονται αποκλεισμενοι.
Εδω φαινεται η πραγματικη διασταση του τελους της πολιτικης και η ριζικη επαναδιαπραγματευση του κοινωνικου δεσμου. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς ένα ολέθριο οικονομικό μοντέλο. Είναι μια παγκόσμια ιδεολογία και κοσμοθεώρηση που ωθεί τους ανθρώπους να κατανοούν τη ζωή τους και να σχετίζονται με τους άλλους ωs καταναλωτες χωρις ορια, ως μηχανές επιθυμίας. Αλλα καθως καταρρέει το οικονομικό μοντελο που τον στηριξε, μπαινουμε σε εποχη νεας κοινωνικης οντολογιας. Ο εκτεθειμένος σε δάνεια και χρέη, ανθρωπος υφίσταται τεράστια ψυχολογική κρίση, κριση ταυτοτητας. Για να επαναπροσδιορισθει συνολικα η ζωή του υποκειμένου και η σχέση του με τους άλλους και το κοινωνικο δεσμο, χρειαζεται μια αγρια και αποτομη βιοπολιτικη στρατηγικη. Τα μετρα αποτελούν την πιο προωθημενη βιοπολιτική επεμβαση, ενα νέο τρόπο συνολικης επανοργάνωσης της ζωής από την εξουσία. Ο κοινωνικος ελεγχος και πειθαρχηση, η ριζικη αλλαγη συμπεριφορων και σχεσεων που επιβαλλεται δεν εχει προηγούμενο στην Ευρωπη. Η Ελλάδα γίνεται το μεγάλο εργαστήρι όπου φτιάχνεται ο άνθρωπος του μέλλοντος.
Η βιοπολιτικη στρατηγικη δεν χρησιμοποιει μονο τον φοβο για το μελλον και την δηθεν επιστημονικη αληθεια. Εξίσου σημαντικη ειναι η καλλιεργεια αισθηματων ενοχης. Η χαμηλοφωνη υποδειξη στους πολιτες λεει οτι αφου για 15 χρόνια είχες βελτιωση του βιοτικου σου επιπεδου μεσα απο μη παραγωγικες δραστηριοτητες, τωρα πρεπει να πληρωσεις. Ένας μέσος άνθρωπος που ειχε αποδεχτεί το νεοφιλελευθερο μοντελο μπορει να πιστεψει ότι δικαιολογουνται οι μειώσεις μισθων και συνταξεων γιατί την προηγουμενη περιοδο ειχε αυξανομενες απολαυσεις. Χωρίς να αρνούμαστε ότι υπήρξε φοροδιαφυγή και διαφθορά, πρέπει να εξετάσουμε το ενοχικό σύνδρομο ως τακτική βιοπολιτικής πειθάρχησης.
Εδω η ψυχαναλυση μπορει να βοηθησει. To υπερεγω μας εγκαλει για τις παρανομες απολαυσεις που το προστυχο μερος του μας ειχε επιβαλλει. Το ηθικιστικο υπερεγω τωρα παιρνει το απανω χερι και λεει αξιζει να υποφερεις γιατι αμαρτησες. Οι Γερμανοι και οι Αγγλοι βλεπουν τους Ελληνες τεμπεληδες, καλοπερασακηδες, αχρηστους. Η ζωη τους, γεματη δηθεν απολαύσεις και αργίες, κλέβει από τους βόρειους αυτό το κάτι που θα τους έκανε ολοκληρωμένους, ευτυχείς. Αλλά το ίδιο κάνουν και οι ελληνικές ελίτ. Αποδέξου την τιμωρία, λένε στον κόσμο, γιατί αμάρτησες και το αξίζεις. Ο ηθικισμός είναι απαραίτητος συνοδοιπόρος της βιοπολιτικής.
Δεν υπάρχει επομενως μεγαλύτερο ψέμα από τον ισχυρισμό ότι η κρίση είναι κυριως οικονομική, Η πολιτική λογική και οι ανάγκες του ύστερου καπιταλισμού δημιούργησαν την κρίση που χρησιμοποιείται σήμερα με κυνικό τρόπο για να καταστραφεί το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης. Μολις συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της πολιτικής κρίσης, που οδηγει στην ολικη διαλυση και επανασυσταση του κοινωνικου δεσμού, ίσως εμφανιστούν τα πρώτα σημάδια καθολικής αντίδρασης.
Που βρίσκεται ο ελληνικός πολιτισμός;
Ποια ειναι η απαντηση της κοινωνιας σ’αυτη την ριζικη αλλαγή; Έχουμε δυο ειδών αντιδρασεις. Μια πρωτη είναι το acting out. Η απόγνωση δεν μπορει να απορροφωθει από τους εξασθενημενους ενδιάμεσους θεσμους. Ετσι ο παντα εύθραυστος ψυχικος δεσμος με την κοινωνια ραγιζει και οδηγει σε εκδηλώσεις προσωπικής αρνησης, που μπορεί να παίρνουν μορφή βιας, αυτοδικίας, εγκληματικότητας κοκ. Και εδω φιλοι βρισκομαστε μπροστα σε ενα τεραστιο αδιεξοδο του κυριαρχου ελληνικου πολιτισμου. Αυτα που αντιμετωπισαμε προσφατα ως Έλληνες του εξωτερικου ηταν πρωτοφανη. Ο ανθελληνικος και αντιμεσογειακος ρατσισμος και οριενταλισμος που πρεπει να υπηρχε υφερπων, εγινε εκκωφαντικος. Οι λαικες εφημεριδες επιχαιρουν με την ελληνικη τραγωδια γιατι οι διακοπες στην Κρητη και την Ζακυνθο θα ειναι πιο φτηνες. Διανοουμενοι απο την αλλη πλευρα δεν μπορουν να πιστεψουν πως οι νεοέλληνες, που δηθεν καταγονται απο τους δημιουργους της φιλοσοφιας και της επιστημης, εγιναν τετοιοι ψευτες, κλεφτες και τεμπεληδες. Αντιστροφα, το μεγαλο μερος των Ελληνων βλεπει την Αγγλια ως μερος για ψωνια στο Harrods και σπουδες σε υποβαθμισμενα Πανεπιστημια, πολλα τμηματα των οποιων διατηρουνται απο τους Ελληνες φοιτητες.
Η ψυχαναλυση διακρινει μεταξυ του ideal ego (ιδεωδους εγω) και του ego ideal (του ιδεατου εγω). Το πρωτο οργανωνει φαντασιακα το εγω μεσα απο την προβολη μιας ιδεατης ταυτοτητας: βλεπω τον εαυτο μου πετυχημενο, εξυπνο, ωραιο. Αλλα το ego ideal ειναι πιο σημαντικο για την ψυχικη ισοροπια: για να γινω αντικειμενο επιθυμιας, βλεπω τον εαυτο μου απο την σκοπια του αλλου και προσπαθω να γινω η να πραξω αυτο που νομιζω οτι ο αλλος περιμενει απο μενα. Αυτο ηταν μεχρι προσφατα το μοντέλο των ελληνικων ελιτ: θα εκσυγχρονιστουμε, θα γινουμε οπως νομιζουμε οτι μας θελουν οι Ευρωπαιοι. Και τώρα καταλαβαίνουμε ότι οι ευρωπαικές ελίτ μας βλέπουν σαν τις δικές μας, όπως έλεγε ο Καβάφης το 1918: ανήσυχους, ανήμπορους, ψεύτες. Αυτό αποτελεί χρεωκοπία του εκσυγχρονιστικού μοντέλου πολιτιστικής ταυτότητας. Στο ψυχικό επίπεδο αποτελεί πρόβλημα αυτων που βιωνουν την σχεση αναμεσα στον φαντασιακο τους ευρωπαϊσμό και τον υποτιμητικο τροπο που τους αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαιοι. Και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο Παπανδρέου προσπαθεί να προβάλει την τραγική φιγούρα κάποιου που κάνει αυτό που πρέπει, ακυρώνοτνας ταυτόχρονα την ταυτότητά του. Σαν τραγωδία ή σαν φάρσα, πάντως, η αναδιάρθρωση του κοινωνικού δεσμού περνάει μέσα από την επανεξέταση της κυρίαρχης, πολιτισμικής ταυτότητας.
Μερικές ιδέες για την επάνοδο της πολιτικής
Χρειαζόμαστε πιθανόν μια νέα θεωρητική σύλληψη για τον πολιτισμό και την πολιτική. Ο δημόσιος τομέας αντιπροσωπεύει και προάγει τα επιτεύγματα του κράτους πρόνοιας. Αλλά σαν υποχείριο των πολιτικών μηχανισμών και πεδίο πελατειακών σχέσεων, έχει χάσει μεγάλο μέρος της εμπιστοσύνης και κύρους του. Αυτό βολεύει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που χρησιμοποιεί την ιδιωτικοποίηση και την απορρύθμιση προκειμένου να μεταφέρει κεφάλαιο και εξουσία από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Συνειδητοποιώντας την αντίφαση ανάμεσα στην δημόσια αρετή που χρησιμοποιείται για ιδιωτική εξαχρείωση, οφείλουμε να αποτρεψουμε την διαiρεση της κοινωνίας σε αντιμαχομενους δημόσιo και ιδιωτικo χωρο. Oi αλληλοκατηγορίες για τεμπέληδες και διεφθαρμένους δημόσιους υπάλληλους ή για φοροφυγάδες και διεφθαρμένους ελεύθερους επαγγελματίες υπηρετεί μόνο τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική του διαίρει και βασίλευε.
Πέρα από τη διαίρεση δημόσιου και ιδιωτικού, υπάρχει ένας τρίτος όρος: το κοινό καλό, res publica. Το κοινό καλό αντιπροσωπεύει την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη του μεταπολιτευτικου κοινωνικού συμβολαίου, την ενέργεια που εμψυχώνει την κοινωνία και δημιουργεί αίσθηση αλληλεγγύης. Ο δημόσιος τομέας εκπροσωπούσε παραδοσιακά αυτό το κοινό καλό, αλλά σήμερα δεν εκφράζεται αποκλειστικά από το κράτος. Αυτό το κοινό συμφέρον ή κοινοπολιτεία καθορίζεται αδιαμφισβήτητα από τον βαθύ ανταγωνισμό ανάμεσα στο λαό και τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ. Ωστόσο σε αυτό τον καιρό της επικείμενης καταστροφής, οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να απευθυνθούν στην δεξαμενή του κοινού αισθήματος για να σώσουν το ανθρώπινο πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας. Η κοινωνική αηδία για τις πολιτικές ελίτ πρέπει να μετατραπεί από απαθή αποστασιοποίηση σε ενεργή δύναμη. Διάφορες ιδέες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σ΄ αυτή την κατεύθυνση. Θα μπορούσε ίσως να δημιουργηθεί μια εξεταστική επιτροπή πέρα από τα δύο μεγάλα κόμματα από Έλληνες και ξένους οικονομολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες για να εξετάσει πως εκτινάχτηκε το χρέος και πως ξοδεύτηκαν τα κονδύλια . Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ πρέπει να λογοδοτήσουν για την καταστροφή της χώρας. Θα μπορούσε λοιπόν να συγκροτηθεί ένα δικαστήριο τύπου Beratrand Russell για να διερευνήσει την ηθική και νομική ευθύνη των ελίτ. Η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή νομιμοποίηση για να πάρει τα μέτρα και η συμπεριφορά των ελεγκτών ΔΝΤ και Ε.Ε. θυμίζει τους αποικιοκράτες σε περιοχές υπό κηδεμονία. Η συνταγματικότητά τους, επομένως, πρέπει να ελεγχθεί δικαστικά και ήδη αυτό γίνεται από σημαντικούς φορείς της κοινωνίας, όπως ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθήνας και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
Γενικότερα, η Ελλάδα χρειάζεται ένα μεγάλο, πατριωτικό μέτωπο αντίστασης, πέρα από κομματικές εντάξεις. Μια ηγεμονική πολιτική αναγνωρίζει την πολυδιάσπσαση των κοινωνικών δυνάμεων και προσπαθεί να αναγάγει μια βασική αντίφαση που συμπυκνώνει τις αντιθέσεις σε γραμμή αντιπαράθεσης των λαϊκών δυνάμεων. Το κοινό καλό και η δημοκρατία είναι οι καλύτεροι υποψήφιοι για ηγεμονική πολιτική. Ένα τέτοιο μέτωπο δημιουργεί την απαραίτητη δυναμική για να μετατρέψει την άμυνα σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.
Oι ευρωπαϊκές ελίτ φοβήθηκαν ότι η χρεωκοπία της Ελλάδας θα δημιουργήσει προβλήματα για το ευρώ και την Ένωση. Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά. Τώρα που ξέρουμε ότι η θεραπεία είναι χειρότερη από την ασθένεια, ίσως να καταλάβει η Ευρώπη ότι διάλεξε το λάθος πειραματόζωο. Ο όρος “κρίση νομιμοποίησης” περιγράφει τη μαζική απώλεια εμπιστοσύνης στο πάντα εύθραυστο κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο δεν μπορεί πλέον να συγκεντρώνει τη λαϊκή συγκατάθεση σε μια ισορροπία ισχύος τόσο κατάφωρα και άδικα οργανωμένη κατά των συμφερόντων της πλειοψηφίας. Τέτοιες κρίσεις εμφανίζονται όταν το κενό που πάντα υπάρχει ανάμεσα στους κυβερνώντες και τους κυβερνωμένους γίνεται αγεφύρωτο χάσμα και δεν πείθει πια ο ισχυρισμός των ελίτ ότι εκφράζουν το κοινό συμφέρον.
Το τέλος ή ο σκοπός της πολιτικής είναι η προσωρινή ειρήνευση της κονωνικής σύγκρουσης και η προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όταν η πολιτική χάνει αυτό το σκοπό, έρχεται το δικό της τέλος. Σ΄ αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα: Οι Έλληνες πρέπει να παλέψουν για την επιβίωση της πολιτικής. Άμα γίνουν από πειραματόζωα, πρωτοπορία της αντεπίθεσης των Ευρωπαίων, θα προσφέρουν μια υπηρεσία στον κόσμο ισάξια με την επινόηση της δημοκρατίας.
*Ο Κώστας Δουζίνας είναι αντιπρύτανης και διεθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών του Birkbeck College, πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Τα βιβλια του Το Τέλος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Νόμος και Αισθητική κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Παπαζήση και Ο Λογος του Νομου από την Αλεξάνδρεια.
H Ελλάδα προσφέρει σήμερα την καλύτερη εικόνα του ευρωπαϊκού μέλλοντος. Ότι η Ελλάδα επιλέχθηκε ως πειραματόζωο για το νέο τρόπο οικονομικής διακυβέρνησης, είναι γενικά γνωστό. Αυτό που έχει αναλυθεί λιγότερο, είναι το είδος πολιτικής που εισάγεται χωρίς καμία συζήτηση για τα μέτρα. Οι εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση, οι δημοσκοπήσεις και οι κομματικές αντιδικίες δίνουν την εντύπωση ότι η πολιτική συνεχίζεται όπως πάντα. Αλλά τα μέτρα εισάγουν την πλέον επιθετική πολιτική της βιοπολιτικής (της άσκησης εξουσίας στο ατομικό και κοινωνικό σώμα, εξουσίας που στοχοποιεί τη ζωή) στην Ευρώπη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ηφαιστειακή έκρηξη στην Ισλανδία, -μια χώρα που έχει υποφέρει τα πάνδεινα από την παράλογη απληστία των τραπεζιτών-, είναι η πιο αρμόζουσα αλληγορία για την εξελισσόμενη ελληνική τραγωδία. Η κρίση έχει συζητηθεί κύρια με όρους οικονομικούς και σχεδόν φυσικούς και μόνο δευτερευόντως σε σχέση με τον πολιτικό της χαρακτήρα και τις επιπτώσεις. Η κυβέρνηση, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και οι αυτάρεσκοι «ειδικοί» παρουσιάζουν τα γεγονότα και το μνημόνιο σαν θεϊκή πράξη, μια φυσική καταστροφή που δεν μπορούσε να προβλεφτεί ή αποφευχθεί. Η κυριαρχούσα ρητορική υποστηρίζει ότι η λειτουργία των αγορών είναι, απρόβλεπτη, ανεξιχνίαστη. Αν η Ελλάδα είναι σαν τον Τιτανικό, οι «αγορές» είναι το ανελέητο παγόβουνο και οι απαιτήσεις της Ε.Ε. και του ΔΝΤ μια ξαφνική ηφαιστειακή έκρηξη. Η μόνη απάντηση των πολιτικών και οικονομικών ελίτ μπροστά σε τέτοια «ανωτέρα βία» είναι να εφαρμόσουν διαδικασίες πολιτικής άμυνας έτσι ώστε να περιορίσoυν τις απώλειες και τις ζημιές.
Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αυτή την «φυσικοποίηση» (naturalization) της οικονομίας, «φετιχισμό των καταστροφών», κάτι σαν το φετιχισμό του εμπορεύματος κατά Μαρξ. Πολιτικές αποφάσεις που παίρνονται στις Βρυξέλλες και τη Νέα Υόρκη και εφαρμόζονται πιστά στην Αθήνα, στρατηγικές επιλογές των χρηματιστών, πρωτόγνωρες επιβολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ παρουσιάζονται ως αναπόφευκτες, αναπόδραστες, σχεδόν μη-ανθρώπινες παρεμβάσεις. Αν η οικονομική κρίση είναι μια φυσική καταστροφή, τότε η πολιτική δεν πρέπει να ανακατεύεται στην αντιμετώπιση της, με τον ίδιο τρόπο που δεν πρέπει να αναμειγνύεται στην ανθρωπιστική βοήθεια σε περιπτώσεις σεισμού. Ένας υπουργός μας είπε ότι «χρειαζόμαστε στρατιωτική πειθαρχία» στην αποδοχή των μέτρων. Τα τηλεοπτικά νέα, με μπροστάρη το MEGA, επαναλαμβάνουν ανιαρά: «Η οικονομία φταίει, βρε βλάκα»! Σχεδιαγράμματα με την άνοδο των «σπρέντς» κυριαρχούσαν στις οθόνες με τον ίδιο τρόπο που παρουσιάζουν την εξάπλωση της ηφαιστιακής στάχτης η την αύξηση της θερμοκρασίας σε περίοδο ξηρασίας. «Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση;» ρωτούν ρητορικά οι παντογνώστες δημοσιογράφοι και οι υπόλογοι πολιτικοί, θέτοντας τέρμα στην πολιτική συζήτηση και παρέμβαση για να επιστρέψoυν στην «επιστημονική» ανατομή της φυσικής οικονομικής καταστροφής. Ας δούμε λοιπόν την πολιτική πλευρά της κρίσης.
Μια μικρή παρένθεση πολιτικής φιλοσοφίας
Η πολιτική λειτουργεί πάνω σε δύο άξονες και μορφές εξουσίας: η Autoritas (νομιμοποιημένη εξουσία) εκφράζει το “κοινό συμφέρον” ή τη βούληση του λαού να συμβιώνει. Η Potestas, από την άλλη, είναι η δύναμη που διατηρεί τη συνοχή της κοινωνίας μέσω της κυριαρχίας των λίγων πάνω στους πολλούς. Η λειτουργία της πολιτικής εκφράζει, συμπυκνώνει και διαμεσολαβεί πρόσκαιρα στην κοινωνική και οικονομική σύγκρουση, και οικοδομεί νομιμοποιημένη εξουσία πάνω σ’ένα μόνιμο υπόβαθρο αναπόδραστου ανταγωνισμού. Αυτή η βασική πολιτική πραγματικότητα συσκοτίστηκε από τη νεοφιλελεύθερη σύγκλιση των δεξιών και των σοσιαλδημοκρατών. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς ένα ολέθριο οικονομικό μοντέλο. Είναι μια παγκόσμια ιδεολογία και κοσμοθεώρηση που ωθεί τους ανθρώπους να κατανοούν τη ζωή τους και να σχετίζονται με τους άλλους αποκλειστικά ως άπληστοι σφετεριστές και χωρίς όριο καταναλωτές και μηχανές επιθυμίας. Ως αποτέλεσμα, η πολιτική μετατρέπεται αποκλειστικά σε διαχείριση της οικονομίας, απαρνούμενη τον βασική της λειτουργία, την προσωρινή ειρήνευση των κοινωνικών συγκρούσεων (προσωρινή, γιατί η κοινωνική σύγκρουση είναι μόνιμο συστατικό του κοινωνικού δεσμού και η potestas η συνεχής του έκφραση) και την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης (απαραίτητη προϋπόθεση για την autoritas και τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Η πολιτική που επιβάλλει ο νεοφιλελευθερισμός λαμβάνει οικονομικές και ηθικιστικές μορφές. Μιμούμενος τα νεοκλασικά οικονομικά, η πολιτική μετατρέπεται σε μια δραστηριότητα που μοιάζει με την αγορά. Άτομα, συμφέροντα και τάξεις αποδέχονται τη συνολική κοινωνικο-οικονομική ισορροπία και χρησιμοποιούν την πολιτική για να επιδιώξουν οριακές βελτιώσεις συμφέροντος και κέρδους. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική παρουσιάζεται ως διαδικασία επιχειρηματολογίας, με την οποία μπορεί να επιτευχθεί ορθολογική συναίνεση σχετικά με τα δημόσια αγαθά.
Η πολιτική που ασκείται είτε ως μια τέλεια αγορά, είτε ως σωκρατικός διάλογος, προδιαγράφει τη σύγκρουση ως τελειωμένη, παρωχημένη, αδύνατη και ταυτόχρονα προσπαθεί να αποκηρύξει και να αποκλείσει την εμφάνισή της. Η αντικατάσταση της σύγκρουσης από μια συνεργασία οικονομολόγων “που λένε την αλήθεια”, από εκσυγχρονιστές γραφειοκράτες και πατριωτικά ΜΜΕ, μετατρέπει το κράτος σε έναν νταή υπέρ της αγοράς εσωτερικά (παράδειγμα η αγριότης της καταστολής) και έναν τεχνητά ανεκτικό φορέα επιβολής του ανθρωπισμού εξωτερικά (όπως φαίνεται στους πρόσφατους “ανθρωπιστικούς πολέμους”). Η σύγκρουση όμως δεν εξαφανίζεται – οι νεοφιλελεύθερες συνταγές αυξάνουν την ανισότητα, τροφοδοτούν τον ανταγωνισμό και στρέφουν την οργή εναντίον των μεταναστών, των φτωχών και όσων ανθίστανται στην εξαθλίωση.
Αυτή ακριβώς τη στάση έναντι της πολιτικής εισήγαγαν τα πρόσφατα γεγονότα στην Ελλάδα. Κανένα από τα πρωτοφανή μέτρα δεν συζητήθηκε ούτε εγκρίθηκε έξω από τον κύκλο ελάχιστων μυημένων κυβερνητικών στελεχών. Η επιβολή τους παρουσιάστηκε ως αναπόδραστο αποτέλεσμα των άπληστων αγορών και της δόλιας ευρωπαϊκής αδράνειας (που βρίσκεται πίσω από την απληστία των αγορών). Παρουσιάστηκαν σαν μια ανθρωπιστική εκστρατεία για να σωθούν τα θύματα μιας φυσικής καταστροφής. Οι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι, οι ειδικοί και τα κυρίαρχα ΜΜΕ προανήγγειλαν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση και μετά εξαπέλυσαν μια συστηματική εκστρατεία για να πείσουν το κοινό.
Η αυστηρή οικονομία και η εντιμότητα, οι περικοπές μισθών και η ηθική αρετή αποτελούν παντού την καθολική νεοφιλελεύθερη συνταγή. Στην Ελλάδα παίρνουν μια πιο σκληρή μορφή απ΄ ό,τι στην Ιρλανδία ή την Ισλανδία, διότι η (οικονομική) τιμωρία πρέπει να είναι πιο σκληρή, αντίστοιχη με την υπερβολική μας ηθική χαλαρότητα. Η ποινή αντιστοιχεί με την αμαρτία, μόνο που θα την πληρώσουν οι αναμάρτητοι. Πρόκειται για ένα δηλητηριώδη τύπο μεταμοντέρου κυνισμού.
Για την αληθινή πολιτική, από την άλλη, η ιδέα ότι “δεν υπάρχει εναλλακτική λύση” δεν υφίσταται. Η δημοκρατία, που είναι συνώνυμη με την πολιτική, είναι ακριβώς η έκφραση της διαφωνίας και της σύγκρουσης, μια μορφή ζωής μέσω της οποίας τα πιο αστάθμητα προβλήματα μπορούν να τεθούν προς συζήτηση και δοκιμασία, λύσεις μπορούν να βρεθούν και βάσει αυτών πολιτικές πρωτοβουλίες να αναληφθούν. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που σχολιαστές και ειδικοί έπρεπε να προκαταλάβουν την κοινή γνώμη αναγγέλλοντας ότι το πιο αμφιλεγόμενο ζήτημα των καιρών μας δεν υπάγεται στην πολιτική κρίση και στην κανονιστική αξιολόγηση, αλλά μόνο στις αληθοφανείς συνομιλίες των ορθοφρονούντων ειδικών. Όλες οι προτάσεις για πολιτική κινητοποίηση κατά των μέτρων, όλες οι ιδέες για παύση πληρωμών ή ριζική αναδιάρθρωση του χρέους, η πρόταση για δημοψήφισμα απορρίπτονται γιατί δεν συνειδητοποιούν τον επείγοντα και μονόδρομο χαρακτήρα της οικονομικής λύσης. Αν η «φυσικοποιημένη» οικονομία κινείται με τρόπους απρόβλεπτους και θεόσταλτους, η πολιτική γίνεται μια υποκατηγορία της οικονομίας που πρέπει να μένει σιωπηλή και περιθωριοποιημένη. Μ’αυτό τον τρόπο βαθύτατα πολιτικές αποφάσεις εμφανίζονται ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα αδήριτων νόμων και ταξικά συμφέροντα περιβάλλονται την αίγλη της επιστημονικής αλήθειας.
Ο πολιτικός χαρακτήρας της οικονομικής κρίσης
Και όμως, η πραγματικότητα είναι το ακριβώς αντίθετο. Κάθε βήμα, απόφαση και πράξη που οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο ήταν βαθιά πολιτικές επιλογές. Η οικονομική κατάρρευση του 2008 που επιδείνωσε την οικονομική κρίση αποκάλυψε την θεμελιώδη υποκρισία και ανηθικότητα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Ενώ οι απλοί άνθρωποι υποβάλλονται καθημερινά στην «πειθαρχία» της αγοράς χάνοντας σπίτια, δουλειές και ελπίδα, οι τεράστιες απώλειες των τραπεζών αναλήφθηκαν από το κράτος. Αυτή είναι η πολιτική του «σοσιαλισμού του λεμονιού»: σοσιαλισμός για τους πλούσιους – καπιταλισμός για τους υπόλοιπους. Η, για να παραφράσουμε τον Μπέρτολτ Μπρέχτ, αν φοροδιαφεύγεις πας φυλακή, ενώ αν οδηγήσεις μια τράπεζα στην πτώχευση παίρνεις τεράστια μπόνους.
Το ιδιο ισχυει με το χρέος. To χρεος συσσωρεύθηκε τα τελευταία 30 χρόνια με αποφάσεις των εναλλασσόμενων πολιτικών ελίτ που χρησιμοποιούσαν τα δάνεια για πελατειακες πολιτικες και πολιτικα οφελη. Δεν υπάρχει διαφορά ως προς αυτό ανάμεσα στον Σημίτη, τον Καραμανλή, τον Παπανδρέου και τους διάφορους υπουργούς και πρώην υπουργούς που παρελαύνουν χωρίς ντροπή στις τηλεοπτικές οθόνες ζητώντας «στρατιωτική πειθαρχία». Οπως προσφατα ειπε ο κ. Παγκαλος ‘τα φαγαμε ολοι μαζι’ -αλλα δεν προσέθεσε οτι οι ‘ολοι’ δεν περιλαμβανουν την πλειοψηφία του χαμηλομισθου λαου, που τωρα καλειται να πληρωσει αυτα που αλλοι ‘εφαγαν’. Ολες οι πρόσφατες εκλογικές εκστρατείες έγιναν με το κόμμα της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υπόσχεται «ηθική στην πολιτική», «εκλογίκευση των δημοσιονομικών», «επαναθεμελίωση του κράτους», εγκατάλειψη της «αλαζονείας της εξουσίας». Μόλις τελειώνουν οι εκλογές, η νέα κυβέρνηση επιστρέφει στις παλιές μεθόδους, δανειζόμενη, δωροδοκώντας και μοιράζοντας προνόμια στους ημέτερους
Σήμερα, τo ενα κυβερνητικό κόμμα επιτίθεται στο άλλο για το ποιος φταίει για το χρέος, ωσάν να υπάρχει κάποιος που ανήκει στην πολιτική ελίτ των τελευταίων 30 χρόνων και δεν φταίει. Με αυτή την έννοια, τα πρόσφατα γεγονότα δείχνουν ότι η οικονομική και η ηθική πτώχευση ειναι συνοδοιποροι. Στην Βρετανία, στην διάρκεια των τηλεοπτικών αναμετρήσεων της προσφατης προεκλογικής εκστρατείας, και οι τρεις ηγέτες απολογήθηκαν στο κοινό για τα «σκάνδαλα των εξόδων» (οι βουλευτές χρέωναν στο δημόσιο κονδύλια που δεν δικαιούνταν) που στοίχισαν στο δημόσιο λιγότερο από δύο εκατομμύρια λιρες και ωχριούν σε σύγκριση με τα ποσά που σπαταλήθηκαν από τις δικές μας ελίτ. Περιμένουμε ακόμα την πολιτική ελίτ να απολογηθεί στον ελληνικό λαό, αν και μια μεταμέλεια ιαπωνικού τύπου και ακόμα περισσότερο ένα δημόσιο χαρακίρι, θα ταίριαζαν περισσότερο στην κατάσταση αν αναλογιστούμε το μέγεθος της ευθύνης. Η πολιτική καστα ομως δεν διαθέτει το βασικό ηθικό ανάστημα: η αξιωση να αλλάξουν οι πολίτες στάση, να υπακούν στο νόμο και να δρουν υπεύθυνα προς την κοινωνία θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστη αν οι στυλοβάτες της ηθικής έδειχναν ένα ίχνος ταπεινοφροσύνης και κατανοησης των ευθυνων τους.
Η πολιτική φύση της κρίσης διαφαίνεται και στην ευρωπαικη πλευρά. Το όριο του 3% στο έλλειμμα (που το έχουν ξεπεράσει όλα τα κράτη της ευρωζώνης), το σύμφωνο σταθερότητας, η κερδοσκοπία των «αγορών» έχουν όλα πολιτικό κίνητρα και σχέδιο. Ο στενός δεσμός μεταξύ των μέτρων της ΕΕ και του ΔΝΤ με τη γερμανική πολιτική είναι πασίγνωστος. Ολοι σχεδον τωρα αποδεχονται οτι η γερμανικη πολιτικη περιορισμου μισθων και ισχυρου ευρω εχει βοηθησει την γερμανικη οικονομια αλλα εχει δημιουργησει τα προβληματα του Νοτου. Αυτό που έχει λιγότερο σχολιαστεί είναι η φύση της κερδοσκοπίας των αγορών. Αυτή δεν βασίζεται στις επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας (η Ελλάδα ειναι ακομη γυρω στην 25η θεση του ΟΟΣΑ, αλλά τα μετρα και η υφεση που δημιουργουν την οδηγούν συνεχως προς τα κατω), αλλά στα αισθήματα «εμπιστοσύνης» και «ρίσκου» που διακατέχουν τους χρηματιστές. Οι χρηματαγορές λειτουργούν σε ένα εικονικό και όχι πραγματικό επίπεδο. Η αξιοπιστία ενός κράτους, ο κίνδυνος να μην πληρώσει προσδιορίζονται από φανταστικούς σχεδιασμούς και ιδεολογικές κατασκευές. Αποτελουν μια αυτοεκπληρουμενη προφητεια, που δεν εχει σχεση με την πραγματικοτητα, αλλα εχουν την δυναμη να την αλλαζουν καταστροφικα.
Οι επιθέσεις των «αγορών» κατά της Ελλάδας ειναι η εκδικηση του νεοφιλελευθερισμου για την μεγαλη ηττα του 2008. Αποτελει ομως και αναπόσπαστο κομματι των ευρύτερων ρυθμίσεων της μεταβιομηχανικης και μεταφορντικής παγκοσμιοποιμενης κοινωνιας των υπηρεσιων. Η συσσώρευση κεφαλαίου δεν βασίζεται πλέον στην δημιουργία υπεραξίας στον πρωτογενή τομέα, αλλά στην άντληση προσοδου (με κυρια μορφη τον τόκο και το μίσθιο για πνευματικη ιδιοκτησια). Αυτό ισχύει τόσο σε ατομικό επίπεδο (ο νεοφιλελευθερισμός μας μεταχειρίζεται όχι σαν φυσικά πρόσωπα ή πολίτες, αλλά σαν καταναλωτές που πρεπει να δανείζονται για να ξοδέυουν) όσο και σε κρατικό. Όμως, η συσσώρευση κεφαλαίου μέσω προσοδου πρέπει να αστυνομεύεται αυστηρά αφού το δανειστικό συμβόλαιο δεν δημιουργεί αυτόματα τις συνθήκες της αναπαραγωγής του όπως συμβαίνει με το συμβόλαιο εργασίας. Η άντληση προσοδου και τόκου απαιτεί τον εκφοβισμό καθώς δεν υπάρχει κάποιο “φυσικό” επιπεδο μισθίου. Η πίεση των αγορών είναι ένας τρόπος να ασκηθεί πίεση στους οφειλέτες για να αποδεχτουν την πιο ακραια καταστροφη των δημοσιων δαπανων ή να χρεωκοπησουν. ‘Οφειλετες προσεχετε’ λενε στα κρατη- “ή καταστρεφετε το κρατος προνοιας, ή γινεστε η επομενη Ελλαδα”. Δεν διαφέρει και πολύ από την μαφιόζικη “προστασία”: αν ο οφειλέτης αμφισβητήσει τους ορους η την αμοιβή, οι μπράβοι τον δέρνουν. Και οι απειλες επιασαν. Στην Μ. Βρεταννια, η νεα κυβερνηση χρησιμοποίησε συστηματικα την ελληνικη τραγωδια για να επιβαλλει πρωτοφανεις στα μεταπολεμικα χρονικα περικοπες δαπανων. Το ιδιο γινεται στην Ισπανια, Προτογαλια, Γαλια και Ιρλανδια. Οπως ξερουμε η Ελλαδα δεν εχει μεγαλη οικονομικη σημασια στην Ευρωπη. Το ΑΕΠ ειναι μολις 3% του ευρωπαικου. Αλλα η συμβολικη σημασια της επιθεσης ηταν καταλυτικη.
Η επιβολη του νεοφιλευθερισμου απο τον Ρέιγκαν και την Θάτσερ συνοδευτηκε απο επιθεση σ’ολους τους ενδιαμεσουσ θεσμους, τα κόμματα, τα συνδικάτα, την αυτοδιοικηση ακόμα και την εκκλησία. Οι θεσμοι αυτοι ομως ειναι απαραιτητοι για την διαμεσολάβηση εξουσίας και πολιτων. Η απουσια τους εξασθενει την κοινωνικη ευπρεπεια (civility), αποδοχη και ενσωματωση που ειναι αναγκαιες στον καπιταλισμο για να εξημερωνει τον ανταγωνισμο και περιοριζει την συκγρουση. O ανθρωπος που αντιμετωπιστηκε απο την εξουσια ως καταναλωτης σε περιοδους ευημεριας, σε εποχη ανεχειας γινεται αντικείμενο αστυνόμευσης. Ετσι εξηγειται η μεγαλη αυξηση των μηχανισμων καταστολης που εμφανισθημαν ως συνεπεια του περιφημου πολεμου κατα της τρομοκρατιας, αλλα εχει αλλο κυριο στοχο. Τείχη σηκώνονται στο Μεξικό, στην Παλαιστίνη, γκετο φτωχων εμφανιζονται στο κεντρο πολεων, gated communities πλουσιων στα προαστια, αυξάνονται οι φυλακές, οι δυνάμεις καταστολής. Ο κόσμος που ειχε αποπλανηθει απο την τεχνητη χρηματοπιστωτικη αναπτυξη εγκαταλειπει αναγκαστικα την κατανάλωση ως μεθόδο ικανοποίησης προσωπικών επιδιώξεων και επιθυμιών και βλεπει την ζωη του να ανατρεπεται. Δεν ειναι πια μονο το 1/3 της κοινωνίας που μενει απ’εξω, όπως κατά τη δεκαετία του ’80. Μεγαλα τμηματα του πληθυσμου, απο βολεμενοι γινονται αποκλεισμενοι.
Εδω φαινεται η πραγματικη διασταση του τελους της πολιτικης και η ριζικη επαναδιαπραγματευση του κοινωνικου δεσμου. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς ένα ολέθριο οικονομικό μοντέλο. Είναι μια παγκόσμια ιδεολογία και κοσμοθεώρηση που ωθεί τους ανθρώπους να κατανοούν τη ζωή τους και να σχετίζονται με τους άλλους ωs καταναλωτες χωρις ορια, ως μηχανές επιθυμίας. Αλλα καθως καταρρέει το οικονομικό μοντελο που τον στηριξε, μπαινουμε σε εποχη νεας κοινωνικης οντολογιας. Ο εκτεθειμένος σε δάνεια και χρέη, ανθρωπος υφίσταται τεράστια ψυχολογική κρίση, κριση ταυτοτητας. Για να επαναπροσδιορισθει συνολικα η ζωή του υποκειμένου και η σχέση του με τους άλλους και το κοινωνικο δεσμο, χρειαζεται μια αγρια και αποτομη βιοπολιτικη στρατηγικη. Τα μετρα αποτελούν την πιο προωθημενη βιοπολιτική επεμβαση, ενα νέο τρόπο συνολικης επανοργάνωσης της ζωής από την εξουσία. Ο κοινωνικος ελεγχος και πειθαρχηση, η ριζικη αλλαγη συμπεριφορων και σχεσεων που επιβαλλεται δεν εχει προηγούμενο στην Ευρωπη. Η Ελλάδα γίνεται το μεγάλο εργαστήρι όπου φτιάχνεται ο άνθρωπος του μέλλοντος.
Η βιοπολιτικη στρατηγικη δεν χρησιμοποιει μονο τον φοβο για το μελλον και την δηθεν επιστημονικη αληθεια. Εξίσου σημαντικη ειναι η καλλιεργεια αισθηματων ενοχης. Η χαμηλοφωνη υποδειξη στους πολιτες λεει οτι αφου για 15 χρόνια είχες βελτιωση του βιοτικου σου επιπεδου μεσα απο μη παραγωγικες δραστηριοτητες, τωρα πρεπει να πληρωσεις. Ένας μέσος άνθρωπος που ειχε αποδεχτεί το νεοφιλελευθερο μοντελο μπορει να πιστεψει ότι δικαιολογουνται οι μειώσεις μισθων και συνταξεων γιατί την προηγουμενη περιοδο ειχε αυξανομενες απολαυσεις. Χωρίς να αρνούμαστε ότι υπήρξε φοροδιαφυγή και διαφθορά, πρέπει να εξετάσουμε το ενοχικό σύνδρομο ως τακτική βιοπολιτικής πειθάρχησης.
Εδω η ψυχαναλυση μπορει να βοηθησει. To υπερεγω μας εγκαλει για τις παρανομες απολαυσεις που το προστυχο μερος του μας ειχε επιβαλλει. Το ηθικιστικο υπερεγω τωρα παιρνει το απανω χερι και λεει αξιζει να υποφερεις γιατι αμαρτησες. Οι Γερμανοι και οι Αγγλοι βλεπουν τους Ελληνες τεμπεληδες, καλοπερασακηδες, αχρηστους. Η ζωη τους, γεματη δηθεν απολαύσεις και αργίες, κλέβει από τους βόρειους αυτό το κάτι που θα τους έκανε ολοκληρωμένους, ευτυχείς. Αλλά το ίδιο κάνουν και οι ελληνικές ελίτ. Αποδέξου την τιμωρία, λένε στον κόσμο, γιατί αμάρτησες και το αξίζεις. Ο ηθικισμός είναι απαραίτητος συνοδοιπόρος της βιοπολιτικής.
Δεν υπάρχει επομενως μεγαλύτερο ψέμα από τον ισχυρισμό ότι η κρίση είναι κυριως οικονομική, Η πολιτική λογική και οι ανάγκες του ύστερου καπιταλισμού δημιούργησαν την κρίση που χρησιμοποιείται σήμερα με κυνικό τρόπο για να καταστραφεί το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης. Μολις συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της πολιτικής κρίσης, που οδηγει στην ολικη διαλυση και επανασυσταση του κοινωνικου δεσμού, ίσως εμφανιστούν τα πρώτα σημάδια καθολικής αντίδρασης.
Που βρίσκεται ο ελληνικός πολιτισμός;
Ποια ειναι η απαντηση της κοινωνιας σ’αυτη την ριζικη αλλαγή; Έχουμε δυο ειδών αντιδρασεις. Μια πρωτη είναι το acting out. Η απόγνωση δεν μπορει να απορροφωθει από τους εξασθενημενους ενδιάμεσους θεσμους. Ετσι ο παντα εύθραυστος ψυχικος δεσμος με την κοινωνια ραγιζει και οδηγει σε εκδηλώσεις προσωπικής αρνησης, που μπορεί να παίρνουν μορφή βιας, αυτοδικίας, εγκληματικότητας κοκ. Και εδω φιλοι βρισκομαστε μπροστα σε ενα τεραστιο αδιεξοδο του κυριαρχου ελληνικου πολιτισμου. Αυτα που αντιμετωπισαμε προσφατα ως Έλληνες του εξωτερικου ηταν πρωτοφανη. Ο ανθελληνικος και αντιμεσογειακος ρατσισμος και οριενταλισμος που πρεπει να υπηρχε υφερπων, εγινε εκκωφαντικος. Οι λαικες εφημεριδες επιχαιρουν με την ελληνικη τραγωδια γιατι οι διακοπες στην Κρητη και την Ζακυνθο θα ειναι πιο φτηνες. Διανοουμενοι απο την αλλη πλευρα δεν μπορουν να πιστεψουν πως οι νεοέλληνες, που δηθεν καταγονται απο τους δημιουργους της φιλοσοφιας και της επιστημης, εγιναν τετοιοι ψευτες, κλεφτες και τεμπεληδες. Αντιστροφα, το μεγαλο μερος των Ελληνων βλεπει την Αγγλια ως μερος για ψωνια στο Harrods και σπουδες σε υποβαθμισμενα Πανεπιστημια, πολλα τμηματα των οποιων διατηρουνται απο τους Ελληνες φοιτητες.
Η ψυχαναλυση διακρινει μεταξυ του ideal ego (ιδεωδους εγω) και του ego ideal (του ιδεατου εγω). Το πρωτο οργανωνει φαντασιακα το εγω μεσα απο την προβολη μιας ιδεατης ταυτοτητας: βλεπω τον εαυτο μου πετυχημενο, εξυπνο, ωραιο. Αλλα το ego ideal ειναι πιο σημαντικο για την ψυχικη ισοροπια: για να γινω αντικειμενο επιθυμιας, βλεπω τον εαυτο μου απο την σκοπια του αλλου και προσπαθω να γινω η να πραξω αυτο που νομιζω οτι ο αλλος περιμενει απο μενα. Αυτο ηταν μεχρι προσφατα το μοντέλο των ελληνικων ελιτ: θα εκσυγχρονιστουμε, θα γινουμε οπως νομιζουμε οτι μας θελουν οι Ευρωπαιοι. Και τώρα καταλαβαίνουμε ότι οι ευρωπαικές ελίτ μας βλέπουν σαν τις δικές μας, όπως έλεγε ο Καβάφης το 1918: ανήσυχους, ανήμπορους, ψεύτες. Αυτό αποτελεί χρεωκοπία του εκσυγχρονιστικού μοντέλου πολιτιστικής ταυτότητας. Στο ψυχικό επίπεδο αποτελεί πρόβλημα αυτων που βιωνουν την σχεση αναμεσα στον φαντασιακο τους ευρωπαϊσμό και τον υποτιμητικο τροπο που τους αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαιοι. Και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο Παπανδρέου προσπαθεί να προβάλει την τραγική φιγούρα κάποιου που κάνει αυτό που πρέπει, ακυρώνοτνας ταυτόχρονα την ταυτότητά του. Σαν τραγωδία ή σαν φάρσα, πάντως, η αναδιάρθρωση του κοινωνικού δεσμού περνάει μέσα από την επανεξέταση της κυρίαρχης, πολιτισμικής ταυτότητας.
Μερικές ιδέες για την επάνοδο της πολιτικής
Χρειαζόμαστε πιθανόν μια νέα θεωρητική σύλληψη για τον πολιτισμό και την πολιτική. Ο δημόσιος τομέας αντιπροσωπεύει και προάγει τα επιτεύγματα του κράτους πρόνοιας. Αλλά σαν υποχείριο των πολιτικών μηχανισμών και πεδίο πελατειακών σχέσεων, έχει χάσει μεγάλο μέρος της εμπιστοσύνης και κύρους του. Αυτό βολεύει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που χρησιμοποιεί την ιδιωτικοποίηση και την απορρύθμιση προκειμένου να μεταφέρει κεφάλαιο και εξουσία από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Συνειδητοποιώντας την αντίφαση ανάμεσα στην δημόσια αρετή που χρησιμοποιείται για ιδιωτική εξαχρείωση, οφείλουμε να αποτρεψουμε την διαiρεση της κοινωνίας σε αντιμαχομενους δημόσιo και ιδιωτικo χωρο. Oi αλληλοκατηγορίες για τεμπέληδες και διεφθαρμένους δημόσιους υπάλληλους ή για φοροφυγάδες και διεφθαρμένους ελεύθερους επαγγελματίες υπηρετεί μόνο τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική του διαίρει και βασίλευε.
Πέρα από τη διαίρεση δημόσιου και ιδιωτικού, υπάρχει ένας τρίτος όρος: το κοινό καλό, res publica. Το κοινό καλό αντιπροσωπεύει την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη του μεταπολιτευτικου κοινωνικού συμβολαίου, την ενέργεια που εμψυχώνει την κοινωνία και δημιουργεί αίσθηση αλληλεγγύης. Ο δημόσιος τομέας εκπροσωπούσε παραδοσιακά αυτό το κοινό καλό, αλλά σήμερα δεν εκφράζεται αποκλειστικά από το κράτος. Αυτό το κοινό συμφέρον ή κοινοπολιτεία καθορίζεται αδιαμφισβήτητα από τον βαθύ ανταγωνισμό ανάμεσα στο λαό και τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ. Ωστόσο σε αυτό τον καιρό της επικείμενης καταστροφής, οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να απευθυνθούν στην δεξαμενή του κοινού αισθήματος για να σώσουν το ανθρώπινο πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας. Η κοινωνική αηδία για τις πολιτικές ελίτ πρέπει να μετατραπεί από απαθή αποστασιοποίηση σε ενεργή δύναμη. Διάφορες ιδέες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σ΄ αυτή την κατεύθυνση. Θα μπορούσε ίσως να δημιουργηθεί μια εξεταστική επιτροπή πέρα από τα δύο μεγάλα κόμματα από Έλληνες και ξένους οικονομολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες για να εξετάσει πως εκτινάχτηκε το χρέος και πως ξοδεύτηκαν τα κονδύλια . Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ πρέπει να λογοδοτήσουν για την καταστροφή της χώρας. Θα μπορούσε λοιπόν να συγκροτηθεί ένα δικαστήριο τύπου Beratrand Russell για να διερευνήσει την ηθική και νομική ευθύνη των ελίτ. Η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή νομιμοποίηση για να πάρει τα μέτρα και η συμπεριφορά των ελεγκτών ΔΝΤ και Ε.Ε. θυμίζει τους αποικιοκράτες σε περιοχές υπό κηδεμονία. Η συνταγματικότητά τους, επομένως, πρέπει να ελεγχθεί δικαστικά και ήδη αυτό γίνεται από σημαντικούς φορείς της κοινωνίας, όπως ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθήνας και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
Γενικότερα, η Ελλάδα χρειάζεται ένα μεγάλο, πατριωτικό μέτωπο αντίστασης, πέρα από κομματικές εντάξεις. Μια ηγεμονική πολιτική αναγνωρίζει την πολυδιάσπσαση των κοινωνικών δυνάμεων και προσπαθεί να αναγάγει μια βασική αντίφαση που συμπυκνώνει τις αντιθέσεις σε γραμμή αντιπαράθεσης των λαϊκών δυνάμεων. Το κοινό καλό και η δημοκρατία είναι οι καλύτεροι υποψήφιοι για ηγεμονική πολιτική. Ένα τέτοιο μέτωπο δημιουργεί την απαραίτητη δυναμική για να μετατρέψει την άμυνα σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.
Oι ευρωπαϊκές ελίτ φοβήθηκαν ότι η χρεωκοπία της Ελλάδας θα δημιουργήσει προβλήματα για το ευρώ και την Ένωση. Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά. Τώρα που ξέρουμε ότι η θεραπεία είναι χειρότερη από την ασθένεια, ίσως να καταλάβει η Ευρώπη ότι διάλεξε το λάθος πειραματόζωο. Ο όρος “κρίση νομιμοποίησης” περιγράφει τη μαζική απώλεια εμπιστοσύνης στο πάντα εύθραυστο κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο δεν μπορεί πλέον να συγκεντρώνει τη λαϊκή συγκατάθεση σε μια ισορροπία ισχύος τόσο κατάφωρα και άδικα οργανωμένη κατά των συμφερόντων της πλειοψηφίας. Τέτοιες κρίσεις εμφανίζονται όταν το κενό που πάντα υπάρχει ανάμεσα στους κυβερνώντες και τους κυβερνωμένους γίνεται αγεφύρωτο χάσμα και δεν πείθει πια ο ισχυρισμός των ελίτ ότι εκφράζουν το κοινό συμφέρον.
Το τέλος ή ο σκοπός της πολιτικής είναι η προσωρινή ειρήνευση της κονωνικής σύγκρουσης και η προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όταν η πολιτική χάνει αυτό το σκοπό, έρχεται το δικό της τέλος. Σ΄ αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα: Οι Έλληνες πρέπει να παλέψουν για την επιβίωση της πολιτικής. Άμα γίνουν από πειραματόζωα, πρωτοπορία της αντεπίθεσης των Ευρωπαίων, θα προσφέρουν μια υπηρεσία στον κόσμο ισάξια με την επινόηση της δημοκρατίας.
*Ο Κώστας Δουζίνας είναι αντιπρύτανης και διεθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών του Birkbeck College, πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Τα βιβλια του Το Τέλος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Νόμος και Αισθητική κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Παπαζήση και Ο Λογος του Νομου από την Αλεξάνδρεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου