Δεν έχω να πω απολύτως τίποτα.
Πέμπτη απόγευμα 15/11/2012 ώρα 19:30. Αποκαμωμένος, σωριάστηκα στον καναπέ του σπιτιού μου δίπλα στον οκτάχρονο γιο μου, ο οποίος ξεφύλλιζε ένα βιβλίο ανθρωπολογίας για παιδιά. Το γλωσσάκι του σάλευε ακατάπαυστα μέσα στο στόμα του, τα μάτια του ακολουθούσαν παιχνιδιάρικα τις αράδες του εικονογραφημένου βιβλίου και άστραφταν από τα χρώματα των φωτογραφιών και της γνώσης που ξεπηδούσε από τις σελίδες του, οι φωνητικές του χορδές πάλλονταν στους ρυθμούς της ηλικίας του, τα χείλια του κουνιόταν με ένταση δημιουργώντας συλλαβές, λέξεις, προτάσεις, που πριν από δύο μόλις χρόνια δεν υπήρχαν.
Το μυαλό τότε άρχισε να ταξιδεύει, έτσι είναι η φτιάξη του, μόνο, ελεύθερο, σχεδόν αθάνατο, με φτερά ακούνητα και πέταγμα γοργό πέρασε πάνω από βουνά με κρυστάλλινες λίμνες, από ποτάμια με βαθιές πηγές και γάργαρα νερά, από γαληνεμένες θάλασσες και φουρτουνιασμένες ψυχές.
Έσκισε το χρόνο και στάθηκε μπροστά σε ένα άλλο παιδί, που στα χρόνια του παίζανε ακόμα ξυλίκη στους δρόμους και κρυφτό στα χαλάσματα των παλιών σπιτιών και στα γιαπιά των νέων που έμελε να είναι οι φυλακές μας.
Μετά πέταξε πάλι ψηλά και στάθηκε μπροστά σε έναν έφηβο που του άρεσε να ακούει ροκιές και να κάνει τις πρώτες πολιτικές συζητήσεις του, νομίζοντας ότι βαστά στο ένα του χέρι κιόλας ολάκερο τον κόσμο, ανάμεσα στα πρώτα πάρτυ και τα άνετα, αξέχαστα, χωρίς λόγο μεθύσια. Σε έναν έφηβο που η καρδιά του χτυπούσε ακανόνιστα μπροστά στο λίκνισμα του θηλυκού που μέσα από τα δυο του πέταλα μόνο ζωή μπορεί να προσφέρει. Σε έναν μικρό άνθρωπο που προσπαθεί παρέα με την αγωνία του χρόνου να γίνει γρήγορα άντρας.
Και ύστερα το πανεπιστήμιο. Μεγάλες, ψηλές και βαριές πόρτες, φυλακισμένη γνώση, ειπωμένη από σοφούς ανθρώπους. Ανοιχτά μυαλά και δημιουργία φοιτητικών οργανώσεων που γρήγορα καπελώθηκαν και εξαργυρώθηκαν σε διάφορα κομματικά ταμεία που πάσχιζαν για το κοινό καλό. Δημιουργική σκέψη, που καλλιέργησε με επιστημονικό τρόπο την πλήρη παράδοση στην υποταγή και την απαξίωση των ιδεών που ήταν οι εχθροί του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής ένωσης των «λαών». Εποχή της πτώσης των τειχών και της κατάρρευσης του σοσιαλισμού.
Μετά ο στρατός και η λογική που εκεί σταματά, δικαιολογώντας μάλιστα και παράπλευρες απώλειες. Παιδιά που ακόμα και σήμερα αφήνουν την τελευταία πνοή τους στην υπηρεσία της πατρίδας, υπηρετώντας καραβανάδες που βγάζουν τα απωθημένα τους και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι το πώς θα δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα στους ανωτέρους τους. Η μικρογραφία της Ελληνικής κοινωνίας. Μέγιστο φροντιστήριο καθυπόταξης στο ψεύτικα ανώτερο.
Το πέταγμα έχει γίνει βαρύ, η σκέψη δεν μπορεί να βρει αποκούμπι, το μυαλό πιέζεται στα αυριανά λείψανα, μια γρήγορη ματιά δίπλα μου στον καναπέ μου δείχνει ένα ξέφωτο. Το φτερούγισμα γίνεται πάλι δυνατό και αργό, ο στίβος της ζωής είναι από κάτω. Όπλα στραμμένα στον ουρανό σημαδεύουν. Όπλα κρατημένα από χέρια γεμάτα ελπίδα να ξεσκίσουν σάρκες, για να ζήσουν. Μα καλά, όλα αυτά τα χέρια δεν αντιλαμβάνονται ότι, όταν τελειώσουν τα πουλιά, θα στραφούν το ένα απέναντι στο άλλο, γιατί θα είναι οι μοναδικές σάρκες που θα έχουν απομείνει;
Πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι δούλοι του βολέματος και της απόλυτης ξεφτίλας, της χρεοκοπίας και του σκοταδισμού, της υπηρεσίας του κατεστημένου και της οπισθοδρόμησης, ακόμη και τώρα, να στέκονται απέναντι και να μας κάνουν μαθήματα ηθικής; Πώς είναι δυνατόν, ακόμα και τώρα, που τους απλώνεις το χέρι, για να τους φέρεις κοντά, να τους τραβήξεις από τον λήθαργο της μικροαστικής ματαιοδοξίας, ακόμα και τώρα, που τους κοιτάς στα μάτια και τους λες φτάνει πια, δε βλέπεις τι γίνεται; Δε βλέπεις πού μας έχει οδηγήσει η αλαζονεία σου και η ψευτιά σου; Δε βλέπεις ότι το ανθρώπινο είδος και μαζί ολάκερος ο πλανήτης τελειώνει; Δε βλέπεις ότι η υποκρισία σου σκοτώνει το παιδί σου;
Γιώργος Α.
Πέμπτη απόγευμα 15/11/2012 ώρα 19:30. Αποκαμωμένος, σωριάστηκα στον καναπέ του σπιτιού μου δίπλα στον οκτάχρονο γιο μου, ο οποίος ξεφύλλιζε ένα βιβλίο ανθρωπολογίας για παιδιά. Το γλωσσάκι του σάλευε ακατάπαυστα μέσα στο στόμα του, τα μάτια του ακολουθούσαν παιχνιδιάρικα τις αράδες του εικονογραφημένου βιβλίου και άστραφταν από τα χρώματα των φωτογραφιών και της γνώσης που ξεπηδούσε από τις σελίδες του, οι φωνητικές του χορδές πάλλονταν στους ρυθμούς της ηλικίας του, τα χείλια του κουνιόταν με ένταση δημιουργώντας συλλαβές, λέξεις, προτάσεις, που πριν από δύο μόλις χρόνια δεν υπήρχαν.
Το μυαλό τότε άρχισε να ταξιδεύει, έτσι είναι η φτιάξη του, μόνο, ελεύθερο, σχεδόν αθάνατο, με φτερά ακούνητα και πέταγμα γοργό πέρασε πάνω από βουνά με κρυστάλλινες λίμνες, από ποτάμια με βαθιές πηγές και γάργαρα νερά, από γαληνεμένες θάλασσες και φουρτουνιασμένες ψυχές.
Έσκισε το χρόνο και στάθηκε μπροστά σε ένα άλλο παιδί, που στα χρόνια του παίζανε ακόμα ξυλίκη στους δρόμους και κρυφτό στα χαλάσματα των παλιών σπιτιών και στα γιαπιά των νέων που έμελε να είναι οι φυλακές μας.
Μετά πέταξε πάλι ψηλά και στάθηκε μπροστά σε έναν έφηβο που του άρεσε να ακούει ροκιές και να κάνει τις πρώτες πολιτικές συζητήσεις του, νομίζοντας ότι βαστά στο ένα του χέρι κιόλας ολάκερο τον κόσμο, ανάμεσα στα πρώτα πάρτυ και τα άνετα, αξέχαστα, χωρίς λόγο μεθύσια. Σε έναν έφηβο που η καρδιά του χτυπούσε ακανόνιστα μπροστά στο λίκνισμα του θηλυκού που μέσα από τα δυο του πέταλα μόνο ζωή μπορεί να προσφέρει. Σε έναν μικρό άνθρωπο που προσπαθεί παρέα με την αγωνία του χρόνου να γίνει γρήγορα άντρας.
Και ύστερα το πανεπιστήμιο. Μεγάλες, ψηλές και βαριές πόρτες, φυλακισμένη γνώση, ειπωμένη από σοφούς ανθρώπους. Ανοιχτά μυαλά και δημιουργία φοιτητικών οργανώσεων που γρήγορα καπελώθηκαν και εξαργυρώθηκαν σε διάφορα κομματικά ταμεία που πάσχιζαν για το κοινό καλό. Δημιουργική σκέψη, που καλλιέργησε με επιστημονικό τρόπο την πλήρη παράδοση στην υποταγή και την απαξίωση των ιδεών που ήταν οι εχθροί του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής ένωσης των «λαών». Εποχή της πτώσης των τειχών και της κατάρρευσης του σοσιαλισμού.
Μετά ο στρατός και η λογική που εκεί σταματά, δικαιολογώντας μάλιστα και παράπλευρες απώλειες. Παιδιά που ακόμα και σήμερα αφήνουν την τελευταία πνοή τους στην υπηρεσία της πατρίδας, υπηρετώντας καραβανάδες που βγάζουν τα απωθημένα τους και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι το πώς θα δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα στους ανωτέρους τους. Η μικρογραφία της Ελληνικής κοινωνίας. Μέγιστο φροντιστήριο καθυπόταξης στο ψεύτικα ανώτερο.
Το πέταγμα έχει γίνει βαρύ, η σκέψη δεν μπορεί να βρει αποκούμπι, το μυαλό πιέζεται στα αυριανά λείψανα, μια γρήγορη ματιά δίπλα μου στον καναπέ μου δείχνει ένα ξέφωτο. Το φτερούγισμα γίνεται πάλι δυνατό και αργό, ο στίβος της ζωής είναι από κάτω. Όπλα στραμμένα στον ουρανό σημαδεύουν. Όπλα κρατημένα από χέρια γεμάτα ελπίδα να ξεσκίσουν σάρκες, για να ζήσουν. Μα καλά, όλα αυτά τα χέρια δεν αντιλαμβάνονται ότι, όταν τελειώσουν τα πουλιά, θα στραφούν το ένα απέναντι στο άλλο, γιατί θα είναι οι μοναδικές σάρκες που θα έχουν απομείνει;
Πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι δούλοι του βολέματος και της απόλυτης ξεφτίλας, της χρεοκοπίας και του σκοταδισμού, της υπηρεσίας του κατεστημένου και της οπισθοδρόμησης, ακόμη και τώρα, να στέκονται απέναντι και να μας κάνουν μαθήματα ηθικής; Πώς είναι δυνατόν, ακόμα και τώρα, που τους απλώνεις το χέρι, για να τους φέρεις κοντά, να τους τραβήξεις από τον λήθαργο της μικροαστικής ματαιοδοξίας, ακόμα και τώρα, που τους κοιτάς στα μάτια και τους λες φτάνει πια, δε βλέπεις τι γίνεται; Δε βλέπεις πού μας έχει οδηγήσει η αλαζονεία σου και η ψευτιά σου; Δε βλέπεις ότι το ανθρώπινο είδος και μαζί ολάκερος ο πλανήτης τελειώνει; Δε βλέπεις ότι η υποκρισία σου σκοτώνει το παιδί σου;
Γιώργος Α.
http://www.katohika.gr/2012/11/blog-post_688.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου