Με την κατάθεση και αντεξέταση δύο μαρτύρων κατηγορίας ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου που συνεδρίασε στη Λάρνακα, συνεχίστηκε η ακροαματική διαδικασία για τη φονική έκρηξη που σημειώθηκε στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί στις 11 Ιουλίου 2011.
Ο Διοικητής του ναυτικού αντιπλοίαρχος Κυριάκος Ποχάνης κατέθεσε ως ο 55ος μάρτυρας κατηγορίας και στην κυρίως εξέταση του από την Κατηγορούσα Αρχή ανέφερε ότι στις 13/2/2009 κλήθηκε να εκπονήσει σχέδιο ασφάλειας – φρούρησης (Σχέδιο Αστήρ) για την περιοχή δίπλα από το λιμάνι της ναυτικής βάσης για να τοποθετηθούν τα εμπορευματοκιβώτια. Το σχέδιο προνοούσε εγκατάσταση σκοπιάς και περιπολίες και οι οδηγίες ήταν ότι κανείς δεν έπρεπε να πλησιάσει το χώρο αφού σύμφωνα με το Σχέδιο φρουρείτο «ελκυστικό υλικό υψίστης εθνικής σημασίας». Πρόσθεσε πως δεν γνώριζε οτιδήποτε για το φορτίο το 2009, ούτε είχε καμιά επίσημη ενημέρωση, είπε ότι γνώριζε μόνο από τον Τύπο για το θέμα και σημείωσε πως η άποψη που είχε διαμορφώσει από την αλληλογραφία μεταξύ των Υπουργείων Εξωτερικών και Αμυνας ήταν πως το υλικό αποτελείτο από πρώτες ύλες για κατασκευή πυρομαχικών.
Ο μάρτυρας είπε ακόμα ότι όταν άλλαξε ο χώρος του φορτίου εκπόνησε νέο σχέδιο ασφάλειας – φρούρησης (Σχέδιο Βύρων). Τόσο εγώ, συνέχισε, όσο και ο Διοικητής Ναυτικού Ανδρέας Ιωαννίδης γνωρίζαμε ότι το φορτίο θα ήταν στη βάση προσωρινά, ενώ για το Φυλάκιο 3 ανέφερε πως προέκυψε η ανάγκη για επάνδρωση του, λόγω της φύλαξης των εμπορευματοκιβωτίων.
Σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής ο μάρτυρας είπε ότι εξ αιτίας μιας πυρκαγιάς που έγινε στον αυτοκινητόδρομο ζήτησε να παραχωρηθεί στη ναυτική βάση ένα πυροσβεστικό όχημα το οποίο και χρησιμοποιείτο.
Ο Αντιπλοίαρχος είπε ότι ενημερώθηκε για το διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο στη πρωινή ενημέρωση της 5/7/201, αφού ο αξιωματικός υπηρεσίας της προηγούμενης νύχτας μας είπε για το θέμα και ο Διοικητής του Ναυτικού ανησύχησε. Ανέφερε ακόμα ότι ο κ. Ιωαννίδης του έδωσε οδηγία να ετοιμάσει αίθουσα για μια σύσκεψη που θα γινόταν την επόμενη ημέρα, δηλαδή στις 6/7/2011 στην οποία θα παρευρίσκετο και ο Αρχηγός του ΓΕΕΦ, χωρίς όμως την παρουσία της Διοίκησης του Ναυτικού. Πρόσθεσε πως μετά τη σύσκεψη της 6/7/2011 ο Διοικητής του Ναυτικού τον ενημέρωσε πως θα «μας δώσουν ένα πυροσβεστικό όχημα για να το χειρίζεται η ναυτική βάση. Δεν μας είπε συγκεκριμένα γιατί έγινε αυτό αλλά το μυαλό μου πήγε στην κατάσταση που ενδεχομένως να δημιουργηθεί με τα εμπορευματοκιβώτια. Οι οδηγίες του Ιωαννίδη ήταν σαφέστατες, το πυροσβεστικό όχημα να ήταν σε ετοιμότητα επί 24ωρου βάσεως» είπε και πρόσθεσε πως κανένας δεν είπε εάν αυτό το όχημα θα χρησιμοποιείτο για κατάβρεξη των εμπορευματοκιβωτίων.
Οσον αφορά την ημέρα της έκρηξης, ο Αντιπλοίαρχος Ποχάνης είπε πως γύρω στις 04.45 πήρε τηλέφωνο από τον αξιωματικό υπηρεσίας που του είπε ότι «έχουν πάρει φωτιά τα container. Είναι ο Διοικητής μέσα και μου είπε να σας τηλεφωνήσω». Πρόσθεσε ότι ντύθηκε και πήγε στη ναυτική βάση, σημειώνοντας πως οι καιρικές συνθήκες ήταν άσχημες, είχε πολύ υγρασία, η ορατότητα ήταν πολύ μικρή και τα αυτοκίνητα κινούνταν πολύ αργά λόγω της ομίχλης.
Πρόσθεσε πως έφτασε στη πύλη της Βάσης γύρω στις 05.20, μπήκε μέσα και έμαθε ότι ο Διοικητής του Ναυτικού Ανδρέας Ιωαννίδης βρισκόταν στο Φυλάκιο 3. Στη πύλη είδε ένα πυροσβεστικό όχημα και πυροσβέστες που ήταν εκτός του οχήματος και ένα περιπολικό της Αστυνομίας. Ανέφερε ακόμα ότι πήγε στο Φυλάκιο 3 όπου είδε τον Διοικητή της Βάσης Λάμπρο Λάμπρου και επειδή είχε ένα πρόβλημα στο πόδι, του είπε να μην τον ακολουθήσει. Ωστόσο αυτός ερχόταν από πίσω του και όταν έφτασαν στη Σκοπιά είδαν τον Ιωαννίδη που έβλεπε τη φωτιά.
Όταν είχα πλήρη εικόνα της κατάστασης, συνέχισε ο μάρτυρας, διαπίστωσα ότι «ήταν μια τεράστια φωτιά που ξεκινούσε από τα πάνω εμπορευματοκιβώτια, φαινόταν μια λάμψη που ανέβαινε ψηλά, υπήρχε έντονο φύσημα και μια πολύ έντονη, άσχημη μυρωδιά. Νοτιοδυτικά των εμπορευματοκιβωτίων αντιλήφθηκα ένα πυροσβεστικό όχημα που ήταν ακινητοποιημένο, δεν είδα να κάνουν τίποτε», είπε και πρόσθεσε πως ο κ. Ιωαννίδης του ανέφερε ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία δεν μπορούσε να πλησιάσει. «Πίστευα ότι τόσο το πυροσβεστικό όχημα όσο και οι πυροσβέστες βρίσκονταν σε απόσταση ασφαλείας από τη φωτιά γύρω στα 70-80 μέτρα. Οι συνθήκες ορατότητας δεν ήταν καλές, υπήρχε καπνός, ομίχλη και από τις φλόγες δεν μπορούσες να δεις καλά», συνέχισε και πρόσθεσε ότι «κυρίως δυτικά και βόρεια των εμπορευματοκιβωτίων έπαιρναν κάποια χόρτα».
Ο κ. Ποχάνης αφού ανέφερε ότι ο Ιωαννίδης ήταν πολύ στενοχωρημένος και πολύ προβληματισμένος γύρισε και του είπε «δεν χρειάζεται να είσαι και εσύ εδώ, πήγαινε στο θάλαμο επιχειρήσεων, ενημέρωσε το ΓΕΕΦ και ζήτα να στείλουν ελικόπτερα». Ταυτόχρονα ο κ. Ιωαννίδης είπε στον Πλωτάρχη Τσιαννή που βρισκόταν μαζί του να ειδοποιήσει «το πυροσβεστικό όχημα της ναυτικής βάσης να πάει πάνω». Αφήνοντας τον Λάμπρο Λάμπρου στο Φυλάκιο 3, ο μάρτυρας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του κατέβηκε το λόφο όπου βρισκόταν η σκοπιά με το αυτοκίνητο του Πλωτάρχη Τσιαννή και σε κάποια στιγμή αναγκάστηκαν να σταματήσουν γιατί ανέβαινε ένα πυροσβεστικό όχημα.
Είπε ακόμα ότι μετέβη στο θάλαμο επιχειρήσεων όπου τηλεφώνησε στον επόπτη του ΓΕΕΦ και του είπε ότι «η κατάσταση έχει ξεφύγει, δεν μπορούσε να ελεγχθεί και ο Διοικητής μου είπε να σας ζητήσω ελικόπτερα». Ο επόπτης του απάντησε πως «το γνωρίζουμε και εργαζόμαστε πάνω σ’ αυτό. «Μετά από 2-3 λεπτά, ακούσαμε και νοιώσαμε την έκρηξη, προσπάθησα να επικοινωνήσω με τους Ιωαννίδη και Λάμπρου αλλά δεν απαντούσαν τα τηλέφωνα τους», είπε ο κ. Ποχάνης.
Ακολούθησε η αντεξέταση του μάρτυρα από τον Γιώργο Γεωργίου, συνήγορο υπεράσπισης του Μάρκου Κυπριανού και του Σάββα Αργυρού. Ο κ. Γεωργίου ζήτησε όπως κατατεθεί ως τεκμήριο στο δικαστήριο η συμπληρωματική κατάθεση που έδωσε ο κ. Ποχάνης στην Αστυνομία στις 13/9/2011 με την Κατηγορούσα Αρχή να επικαλείται την ενδιάμεση απόφαση του δικαστηρίου για τις καταθέσεις. Στο σημείο αυτό έγινε διακοπή της διαδικασίας και με την επανέναρξη της ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Τεύκρος Οικονόμου αναφέρθηκε στην ανάγκη περιορισμού της αντεξέτασης και στον περιορισμό των ερωτήσεων ενώ έκανε αποδεκτό το αίτημα του κ. Γεωργίου.
Ο κ. Γεωργίου αναφέρθηκε στην αντεξέταση του σε έγγραφο του ΓΕΕΦ ημερομηνίας 26/5/2009 που αναφέρεται στα 98 εμπορευματοκιβώτια και στο οποίο υπάρχει λεπτομερής κατάλογος για το περιεχόμενο τους. Ο μάρτυρας είπε ότι είδε το συγκεκριμένο έγγραφο και το αρχειοθέτησε.
Ο συνήγορος υπεράσπισης αναφέρθηκε επίσης σε έγγραφο ημερομηνίας 5/7/2011 για τοποθετήσεις - μεταθέσεις και ο μάρτυρας είπε πως ο κ. Ιωαννίδης του ζήτησε να ετοιμάσει το εν λόγω έγγραφο ενόψει της συνάντησης που θα είχε στις 8/7/2011 με τον υπαρχηγό του ΓΕΕΦ Σάββα Αργυρού.
Ο μάρτυρας κατηγορίας αντεξετάστηκε στη συνέχεια από τον Ευστάθιο Ευσταθίου συνήγορο υπεράσπισης των Κώστα Παπακώστα, Ανδρέα Νικολάου και Χαράλαμπου Χαραλάμπους. Ο κ. Ευσταθίου αναφέρθηκε στη κατάθεση του μάρτυρα που έδωσε στην Αστυνομία στις 11/7/2011 και σε ερώτηση του ο κ. Ποχάνης είπε ότι «εμείς ως Διοίκηση του Ναυτικού δεν είχαμε οποιαδήποτε εμπλοκή με το περιεχόμενο των εμπορευματοκιβωτίων. Η αποκλειστική ευθύνη μας ήταν η φύλαξή τους και αποκλειστική ευθύνη για το περιεχόμενο είχε η Διεύθυνση Υλικού Πολέμου. Το φορτίο δεν ανήκε στη ναυτική βάση και η συντήρησή του δεν ήταν εντολή δική μας» ξεκαθάρισε ο μάρτυρας.
Σε ερώτηση εάν αντιλήφθηκε τους κινδύνους από τη φύλαξη των εμπορευματοκιβωτίων που βρίσκονταν κάτω από ψηλές θερμοκρασίες, ο αντιπλοίαρχος Ποχάνης απάντησε πως «απλά ανησυχήσαμε αλλά όχι σε τέτοιο μεγάλο βαθμό. Από τη στιγμή που υπήρχαν σαφέστατες εντολές να μην πλησιάσουμε το φορτίο, δεν μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση στα εμπορευματοκιβώτια» είπε και πρόσθεσε πως «οι οδηγίες ήταν από τους καθ’ύλην αρμόδιους της ΔΥΠ προς το ΥΠΑΜ».
Ερωτηθείς από τον συνήγορο υπεράσπισης εάν «μέσα σ’ αυτή τη κόλαση» ο μάρτυρας έδωσε οδηγίες να απομακρυνθούν οι άνθρωποι από το σημείο της πυρκαγιάς, ο κ. Ποχάνης απάντησε πως δεν υπήρχε προσωπικό της ναυτικής βάσης στη περιοχή για να δώσει οδηγίες να φύγουν, εκτός από τον Ανδρέα Ιωαννίδη. Πρόσθεσε πως ο ίδιος δεν έδωσε οδηγίες στους πυροσβέστες να φύγουν, ότι δεν εδόθη εντολή ούτε από τον κ. Ιωαννίδη και ότι ο Διοικητής του Ναυτικού του είχε δώσει εντολές και θα πήγαινε να τις εκτελέσει.
Ακολούθησε η αντεξέταση του μάρτυρα από τον Θανάση Κορφιώτη, συνήγορο υπεράσπισης του Διοικητή της ΕΜΑΚ Ανδρέα Λοϊζίδη. Ο κ. Κορφιώτης ζήτησε όπως κατατεθούν ως τεκμήριο στο δικαστήριο οι καταθέσεις του μάρτυρα ημερομηνίας 11/7/2011 και 31/1/2012, η Κατηγορούσα Αρχή ήγειρε ένσταση και το Δικαστήριο έκανε αποδεκτό το αίτημα του συνηγόρου υπεράσπισης.
Σε ερωτήσεις της υπεράσπισης, ο κ. Ποχάνης απάντησε ότι δεν γνώριζε τον Διοικητή της ΕΜΑΚ Ανδρέα Λοϊζίδη, πως όταν βρισκόταν στο Φυλάκιο 3 είδε μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα κοντά στα εμπορευματοκιβώτια και δεν αντιλήφθηκε πυροσβέστες.
«Σου υποβάλλω ότι λες ψέματα και ότι δεν είδες τους πυροσβέστες στον τόπο που λες ότι τους είδες», είπε ο κ. Κορφιώτης με το μάρτυρα να απαντά πως «όταν ανέβηκα στο Φυλάκιο 3 αντιλήφθηκα μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα, δεν είδα πυροσβέστες αφού η ορατότητα ήταν πολύ περιορισμένη».
«Σου υποβάλλω ότι δεν είδες πυροσβεστικό όχημα την ώρα που κατέβαινες με το αυτοκίνητο του Πλωτάρχη Τσιαννή από το λόφο που βρίσκεται το Φυλάκιο 3», συνέχισε η υπεράσπιση. «Αυτό που λέτε δεν ισχύει, το είδαμε το πυροσβεστικό όχημα να ανεβαίνει και εγώ και ο Πλωτάρχης Τσιαννής, αφού κάναμε στη πάντα για να περάσει» είπε ο μάρτυρας.
Ο Λοχίας της ΕΜΑΚ Λουκάς Κοσμά κατέθεσε ως ο 56ος μάρτυρας κατηγορίας και στην κατάθεσή που έδωσε στην Αστυνομία και ανέγνωσε στο δικαστήριο είπε ότι εργαζόταν στις 10/7/2011 και η βάρδια του τελείωνε στις 19.00 οπόταν και παρέδωσε στον Λοχία Ανδρέα Παπαδόπουλο. Πρόσθεσε ότι την επομένη το πρωί του τηλεφώνησε σπίτι του ένας συνάδελφός του για να τον ρωτήσει εάν ήταν ζωντανός, αφού όπως του εξήγησε είχε γίνει έκρηξη στο Μαρί και αργότερα από άλλους συναδέλφους του, έμαθε ότι πέθαναν 6 πυροσβέστες,
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής ο μάρτυρας είπε ότι ουδέποτε ενημερώθηκε από την ΕΜΑΚ για τα εμπορευματοκιβώτια και ότι δεν υπήρχε ούτε τότε ούτε μέχρι σήμερα κάρτα επικινδυνότητας για τη ναυτική βάση, ούτε και για κανένα άλλο στρατόπεδο αφού δεν μπορεί η Πυροσβεστική Υπηρεσία να εισέλθει σε στρατόπεδα.
Πρόσθεσε πως παρέδωσε στις 10/7/2011 στον Ανδρέα Παπαδόπουλο και δεν υπήρξε ενημέρωση από τον ένα προς τον άλλο, για το φορτίο που βρισκόταν στη ναυτική βάση, αφού όπως είπε «δεν γνωρίζαμε τίποτα».
Σε ερώτηση τι θα έκανε σε περίπτωση που γνώριζε για τα εμπορευματοκιβώτια, ο κ. Κοσμά απάντησε πως θα έψαχνε για τις αποστάσεις ασφαλείας, θα ζητούσε οδηγίες από τους αξιωματικούς του, που εκ των υστέρων έμαθε ότι γνώριζαν, για να κρατήσει αποστάσεις ασφαλείας και θα ενημέρωνε το προσωπικό του για να ξέρει ο κάθε ένας τι θα έκανε.
ΠΗΓΗ
Read more: http://ellinikh-odysseia.blogspot.com/2012/11/blog-post_2443.html#ixzz2D4Paf8Rp
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου