Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

ΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΟ ΓΙΟ ΤΗΣ ΚΑΛΟΓΡΗΑΣ ; (Στο φως άγνωστα στοιχεία)

Στις 22 Απριλίου 1827 στο Φάληρο τραυματίζεται πολύ σοβαρά ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Στρατηλάτης, ο οποίος έδωσε νέα πνοή στην Επανάσταση. Και στην Αράχωβα, και στην Δόμβραινα και στο Χαϊδάρι και στη Λειψίνα (Ελευσίνα). Μετεφέρθη με πλοιάριο στην Κούλουρη (Σαλαμίνα), όπου λίγες ώρες αργότερα ξεψύχησε και ετάφη στο νέο του Αγίου Δημητρίου, διαβάς την στράτα του θρύλου. Ποιός, όμως, έρριξε το βόλι ; Έλληνας ή Τούρκος ; Και από ποιόν διετάχθη ; Γνωστές οι αντιθέσεις και οι ζηλοφθονίες πολλών με τον Γενναίο Αρχηγό, κυρίως του Μαυροκορδάτου, του Κόχραν και του Τσώρτς.

          Οι μέχρι τώρα γνωστές μαρτυρίες καταγράφονται και συμπυκνούνται στο γνωστό βιβλίο του Δημήτρη Σταμέλου “Ο θάνατος του Καραϊσκάκη, συμπτωματικό γεγονός ή δολοφονία ;”.

          “Σε κείμενο του γραμματικού του Δημ. Αινιάνα αναφέρεται πως την ώρα που βαριά πληγωμένος νουθετούσε τους συμπολεμιστές του, άφησε να εννοηθεί πως είδε να τον πυροβολούν από το μέρος των Ελλήνων. “Λέγουν – γράφει ο Αινιάν – ότι εν παρόδω τρόπον τινά ανάφερεν εις αυτούς ότι επληγώθη από το μέρος των Ελλήνων, ότι εγνώριζε τον αίτιον και ότι, αν ήθελε ζήση, ήθελε τον κάμει γνωστόν και εις το στρατόπεδον”.

          Ο Κασομούλης διευκρινίζει σχετικά, πως όταν οι διάφοροι οπλαρχηγοί που πήγαν να τον δουν μετά τη συμπλοκή, χτυπημένο “από βόλι εις την βαλανίδαν [κάτωθεν από το προκοίλι] εις το υπογάστριον” κ΄ενώ εκείνοι έκλαιγαν κι ο ίδιος προσπαθούσε να τους παρηγορήσει, τους είπε : “- Μη κλαίγετε, μη απελπίζεσθε, εγώ έλαβα και άλλας πληγάς, και γνωρίζω μόνος μου την θανάσιμον [ποια είναι]. Εάν βράδυ έβγω εις το αναγκαίον, είμαι καλά εάν δεν έβγω, είμαι κακά και πεθαίνω. Γνωρίζω [όμως] τον αίτιον, και αν ζήσω, [τότε] παίρνομεν όλοι [από αυτόν το] χάκι, ειδέ και πεθαίνω, ας μου ... και αυτός. Τι εκέρδισεν ;
[Τέλος] ότι, ακούσαντες τούτο [οι διηγούμενοι], εζήτησαν επιμόνως να ειπή τον άνθρωπον, και [αυτός] σιώπησεν, υποθέτων τι ταραχή έμελλεν να προκύψη αναμεταξύ μας, εάν τον ωνόμαζεν, είτε διακαίως είτε αδίκως”.

          Ο πολεμιστής συγγραφέας σε υποσημείωση λέει πως “όσον και αν εξετάσαμεν έπειτα, και έως τώρα ακόμη, (όταν έγραψε τα Ενθυμήματα, 1832-1841) περί της υποψίας αυτής, εάν επληγώθη από Έλληνα, ως υπώπτευεν, δεν εδυνήθημεν να ξεσκεπάσωμεν τίποτε. Μα είπαν ότι ένας Χιμαργιώτης Κώστας Στρατής, όστις ήτον με τον Τζιαβέλαν [υπηρετών], πιστότερος [εις αυτόν], εξωμολογήθη εις τον θάνατόν του ότι, χωρίς να θέλη, επάνω εις την [απότομον προς τα οπίσω] περιστροφήν [του] έρριξεν προς τους εχθρούς, και εύρεν τούτον. 

Δεν είναι αληθινόν όμως [τούτο], διότι του Κίτζιου οι άνθρωποι ήτον όλοι πεζοί, καθώς και όλοι [των] οι αρχηγοί – διότι εκίνησαν έξαφνα – Αυτός [μόνος ο Καραϊσκάκης] ήτον ιππεύς, η θέσις του πολέμου ήτον επίπεδος, χωρίς το παραμικρόν ύψωμα χώματος την πληγήν [λοιπόν] την έλαβεν [ως] ιππεύς, και διευθύνετο [αύτη] από απάνω προς τα κάτω. Ώστε η φύσις της ήτον τοιαύτη, όπου ο κτυπήσας αυτόν άφευκτα ήτον εις υψηλότερον μέρος. 

Αν υποθέσωμεν ότι ήτον από τους ιππείς μας, [και] τούτο ήτον αδύνατον διότι όλοι οι ιππείς μας, τον ελάτρευον ως θεόν, διά τας πολλάς περιποιήσεις από υποψίας τας οποίας ή από την ασθένειάν του εκείνης της ημέρας ή από την φλόγωσιν της πληγής, [ήτις] αύξανεν αυτάς [ο πυρετός] καθώς εκ πείρας γνωρίζομεν όλοι ότι, εις τοιαύτας περιστάσεις, όλα τα κακά έρχονται εις τον λογισμόν μας”.

          Το τελευταίο συμπέρασμα του Κασομούλη είναι προσωπική άποψη και δεν μπορεί να θεωρηθεί πειστικό. Όσο για την πρόθεσή του ν' αποκλείσει το ενδεχόμενο να τον πυροβόλησε κάποιος από τους καβαλάρηδες, αφού τον “ελάτρευον ως θεόν” κι αυτή δεν είναι ικανοποιητική δικαιολογία. Γιατί αν υποθέσουμε πως οι οργανωτές της δολοφονίας ήθελαν να σιγουρευτούν για την επιτυχία τού σκοπού τους, τότε ίσως θάπρεπε ν' αναζητήσουν το εκτελεστικό τους όργανο σε ανθρώπους στους οποίους ο Καραϊσκάκης είχε ξεχωριστή εμπιστοσύνη”.

          Ας έρθουμε όμως και στις εκτιμήσεις του γραμματικού του Καραϊσκάκη, του Γεωργίου Γαζή. Στη συνοπτική βιογραφία του Μπότσαρη και του Καραϊσκάκη, που κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Γενικού Αρχηγού των στρατευμάτων της Στερεάς Ελλάδας, ο Γαζής γράφει πως ο Καραϊσκάκης “εις τας 22 Απριλίου μάχης κροτηθείσης εις τον κάμπον των Αθηνών, εκτυπήθη, και μεθ' ώρας ολίγας έδωκε το μακάριον τέλος της ζωής του”. 

Δεν αναφέρει ούτε τις συνθήκες του τραυματισμού του, ούτε και διατυπώνει κάποιες υποψίες για δολοφονία του. Χρόνια αργότερα όμως, αναφερόμενος σε πρόσωπα και πράγματα του Αγώνα, μιλώντας για τον Καραϊσκάκη, “τον περίφημο ήρωα της Ελλάδος”, όπως τον αποκαλεί, λέει πως “έγινεν ο μεγαλουργός ανήρ της Ελλάδος, θριαμβεύσας έξωθεν του Μεσολογγίου επί της εσχάτης πολιορκίας, εις την Αράχοβαν φονεύσας τον τρομερόν Ουστάμπεην, και τελευταίον εις την πολιορκίαν Αθηνών, όπου συγκέντρωσε υπό την αρχηγίαν του όλα τα στρατεύματα της Ελλάδος, έδειξε θαυμαστά και εξαίσια κατορθώματα, φονευθείς ή, ως λέγουσι, δολοφονηθείς εις τας 22 του Απριλίου εν μια μικρά και αιφνιδία μάχη εις τα 1827 εν Πειραιώς τω πεδίω”.

          Κι αναρωτιέται δικαιολογημένα ο ερευνητής γιατί ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη ο Γαζής δε μιλά καθόλου ποιος τον πυροβόλησε, Έλληνας ή Τούρκος, και αργότερα δεν αποκλείει και ο ίδιος το ενδεχόμενο να δολοφονήθηκε ; 

Η απάντηση έρχεται από μονάχη της. Όσο πιο κοντά στα γεγονότα τόσο και πιο επιφυλακτικός, για να μη δημιουργηθούν περιπλοκές που κι ο ίδιος ο Καραϊσκάκης τις απέτρεψε, μέσα στη μεγαλοψυχία του και την πίστη του στο καλό της πατρίδας και τη διασφάλιση της ενότητας και της ομόνοιας, πεθαίνοντας, χωρίς να κατονομάσει τον άνθρωπο που είδε να τον πυροβολεί και σε προέκταση εκείνον που τον εξουσιοδότησε γι' αυτό. 

Ακόμα και αργότερα, μέσα στη θολούρα της μεταπελευθερωτικής περιόδου με τον διωγμό των αγωνιστών, ο Γαζής γράφοντας “ως λέγουσι δολοφονηθείς”, δεν παίρνει συγκεκριμένη θέση, ίσως από κάποιο δισταγμό. Η απόσταση όμως από το συγκλονιστικό γεγονός τον υποχρεώνει σε κάποια επανατοποθέτηση του προβλήματος, έστω και με κάποια φανερή επιφύλαξη.

          Ο Ιωάννης Ζαμπέλιος γράφει πως όταν πήγαν, μετά τον τραυματισμό του, να τον δουν ο Χατζηπέτρος και ο Γρίβας, ο Καραϊσκάκης τους είπε : “Γνωρίζω από πληγές, και δεν είναι πρώτη φορά που ελαβώθην. Δεν με μέλλει, βαστάτε μοναχά στα ταμπούρια, να μη σας πνίξουν οι Τούρκοι. Αύριον αν είμαι ζωντανός ακόμη, ελάτε να σας πω ένα μυστικόν, αν ξεψυχήσω, ελάτε να με θάψετε με τα χέρια σας σεις οι ίδιοι, με τους οποίους τόσες φορές ενίκησα τον εχθρόν”, ενώ ο Κ. Μαργαρίτης γράφει πως ο Καραϊσκάκης “ακούσας τους ακροβολισμούς και τους αλαλαγμούς των στρατιωτών τρέχει έφιππος, διά να πληροφορηθή τι τρέχει, και παρατηρήση τας θέσεις αλλά κατά δυστυχίαν όλου του Ελληνικού Έθνους περιφερόμενος πληγώνεται θανατηφόρως εις την κάτω κοιλίαν από εν βόλι, το οποίον είναι άδηλον πόθεν ερρίφθη πολλοί φρονούσι από τους αντιζήλους του”.

          Ο Βλαχογιάννης στο προλογικό του κατατόπισμα μιας μελέτης του για τον Καραϊσκάκη, που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, γράφει πως “τριγύρω στο στρατόπεδο του Πειραιά και γύρω στη σκηνή του πολεμάρχου νικητή παίχτηκε καταχθόνιο παιχνίδι, πού είχε τέλος τραγικό του στρατοπέδου την καταστροφή και του στρατηγού τον θάνατο. Η τραγωδία αυτή θα φανεί στον τόπο που της πρέπει και διάπλατα θ' αφηγηθή”. Αν λογαριάσουμε πως ο Βλαχογιάννης είχε διεξοδικά ασχοληθεί με τη ζωή του Καραϊσκάκη κ' είχε συγκεντρώσει πλούσιο υλικό, πρέπει να είχε, με βάση τις πηγές που κ' εδώ καταγράφουμε, κατασταλάξει στη στέρεη πεποίθηση πως ο πολέμαρχος δολοφονήθηκε.

          Αίτιο της δολοφονίας του ο Βλαχογιάννης θεωρεί τον Μαυροκορδάτο που σε ολόκληρη την πολιτικοστρατιωτική του δραστηριότητα κυνήγησε με κάθε μέσο, με φανατισμό που έφτανε ως το μίσος και την αγριότητα, τον Καραϊσκάκη. “Ο Μαυροκορδάτος – γράφει – μετά τη δίκη τού Καραϊσκάκη δεν επεθύμησε μονάχα τον θάνατό του, δεν τον κήρυξε μονάχα χρήσιμο στο συμφέρον της πατρίδας, αλλά και οργάνωσε καταχθόνιο σχέδιο για τον θάνατό του. Η απόδειξη θα φανεί εκεί που πρέπει ... και γι 'αυτό άμα έπεφτε (ο Μαυροκορδάτος) απάνω σ' άνθρωπο ανυπόταχτο κι ανίκανο να πέσει και να προσκυνήσει, έχανε τα λογικά του και γινόταν άξιος ακόμα και του φόνου, το μεγάλο του κακό να βάλει εμπρός και να τελέψει, καθώς τόκανε με τον άτυχο Καραϊσκάκη”.

          Ο Βλαχογιάννης γράφει πως ο Μαυροκορδάτος γύριζε “πότε στα καράβια του Κόχραν, πότε στη γολέτα του Church [και] δεν έβγαινε στην ξηρά να παρουσιαστή στον παλιόν εχθρόν του, που δοξαζόταν, αλλά με την ίδια την παλιά μανία ν' ανακατεύεται στα πολεμικά, έγραφε τις γνώμες του και τώρα, καθώς συνήθιζε, προς τον Κόχραν και τον Church”. Kι αλλού, αφού τονίσει την αποτυχία των εκπροσώπων του αγγλικού κόμματος Κουντουριώτη και Μαυροκορδάτου ν' αποδυναμώσουν το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη στον Πειραιά, με την οργάνωση άλλου στρατοπέδου στα Μέγαρα, που τελικά υποχρεώθηκαν να το ενσωματώσουν σε κείνο του Πειραιά μια και “είδαν και πάλι πως ο Καραϊσκάκης τάβγανε πέρα και χωρίς τη βοήθειά τους”, σημειώνει πως “ο στρατηλάτης” Μαυροκορδάτος κρυμμένος μέσα στα καράβια τού Κόχραν και του Church, πρόσωπο δεν έχει να φανή, το χέρι του να δώση στον παλιόν αδικημένον εχθρό του”. 

Όμως το βάρος για την με πολλές πιθανότητες δολοφονία του Καραϊσκάκη δεν πρέπει ν' αποδοθεί αποκλειστικά στον Μαυροκορδάτο. Η μεγαλύτερη ευθύνη πέφτει στους δυο Άγγλους και κύρια στον μισθοφόρο και τυχοδιώκτη Κόχραν, κύριο εκτελεστή των αγγλικών στόχων στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο του Αγώνα. Ετούτο αποδείχνεται και από τα ως τώρα στοιχεία που παρουσιάστηκαν. Αν υπήρξε κοινή συνωμοσία και των τριών δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Η ευθύνη όμως του Κόχραν και του Τσώρτς είναι αναμφισβήτητη.

          Όμως η εκτέλεση του όλου καταστροφικού σχεδίου όσο και η επινόησή του πρέπει, κατά κύριο λόγο, ν' αποδοθεί στον Κόχραν με τη συγκατάθεση ή ανοχή των δύο άλλων.

          “Τότε σε ολίγον μαθαίνω ότι βαρέθη ο Καραϊσκάκης. Πάγω εκεί μαζευόμαστε, τηράμεν. Ήτανε βαρεμένος εις τ' ασκέλι παραπάνου εις τα φτενά. Μαζωχτήκαμεν όλοι εκεί. Μας είπε με χωρατά : “Εγώ πεθαίνω. Όμως εσείς να είστε μονοιασμένοι και να βαστήξετε την πατρίδα”. Τον πήγαν εις το καράβι. Την νύχτα τελείωσε και τον πήγαν εις την Κούλουρη και τον τάφιασαν.” (Μακρυγιάννης).

Άγνωστα μέχρι σήμερα στοιχεία στο φως

          Πριν λίγες ημέρες εξεδόθη στην Κύπρο το πολύ σπουδαίο βιβλίο του Κυπρίου φιλολόγου Άκη Θεοδώρου με θέμα “Ιωάννης Σταυριανός (1804-1887), ένας Κύπριος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821”, του οποίου βιβλίου τύχη αγαθή διαθέτω ένα αντίτυπο. Ο ήρωας αυτός άφησε ιδιόγραφα απομνημονεύματα, τα οποία κατείχοντο υπό των κληρονόμων και απογόνων του, με τελευταία την Άννα Σταυριανού, η οποία, τέλος, τα δώρισε στον συγγραφέα Άκη Θεοδώρου. Το χάρτινο αυτό βιβλίο από 93 φύλλα, είναι ελλιπές (λείπουν σελίδες), είναι  όμως, σημαντικό, γιατί ο ήρωας πολεμούσε σε ταμπούρι πλάι στον μεγάλο Στρατηλάτη, την στιγμή, που λαβώθηκε και κάνει γραπτές αναφορές, οι οποίες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το μιερό χέρι, που έρριξε, ήταν Ελληνικό. Δυστυχώς δεν έχει διασωθεί όλο το μέρος των τεκμηρίων του, αλλά μικρό, πλην κατατοπιστικό.

          Σημειώνει ο Ιωάννης Σταυριανός :
          “ Ο Καραΐσκος ιδών το κίνημα τούτο με πολλήν του αδημονίαν, διότι δεν ήθελεν να συγκροτηθή μάχη δια να πραγματοποιήση τα σχέδιά του, εφιππεύει μετά του Κακλαμάνου, υπασπιστού του, και τον παρακολούθησαν και ολίγοι άλλοι και τρέχει προς την μάνδραν, όχι διά πόλεμον, αλλά διά να οπισθοφρομήση τον στρατόν. Και πριν φθάση εκεί, ένας σύντροφός  μου με λέγει : 

“Ο αρχηγός έρχεται, πάμεν και ημείς ως πάρα κάτω”. Ημείς έχοντες πάντοτε νυχθημερόν τα όπλα εις τον ώμον κρεμάμενα και πάντοτε ετοιμοπόλεμοι, επροχωρήσαμεν μέχρι τινός και ιστάμεθα θεαταί, προσηλωθέντες μόνον εις την κίνησιν του αρχηγού. 

Ο Καραΐσκος διαπερνά τον στρατόν και προχωρεί πέραν της μάνδρας. Δύο ιππείς Τούρκοι ήρχοντο δρομαίως προς την μάνδραν. Τότε βλέπομεν έναν των πλησίον του Καραΐσκου και ορμά προς τους δύο ιππείς και τους τρέπει εις φυγήν. 
Αυτός ήτο ο υπασπιστής του Καραΐσκου, Κακλαμάνος καλούμενος. Οι Τούρκοι, οι του νέου οχυρώματος του κατασκευασθέντος συνάμα με το ημέτερον, έφεραν το άγνωστον τηλεβόλον πλησίον της μάνδρας και κανοβολούν με μύδρα καθ' ην στιγμήν ο Κακλαμάνος επέστρεφεν και ένα μύδρον του φονεύει τον ίππον, και εν έτερον του αποκόπτει την δεξιάν χείραν. Πίπτει ο ίππος και ο Κακλαμάνος βλέπει το ξίφος του κατά γης και κύπτει να το λάβη. Τότε είδεν ότι του έλειπεν η δεξιά επήρεν με την αριστεράν το ξίφος. 

Δύο Τούρκοι, άμα είδον την κατάπτωσιν του ιππέως, έτρεξαν να τον αρπάζουν την κεφαλήν, αλλ' ούτος, άμα τον επλησίασαν, τους εφώνησεν : “Γιανάσμα” (μην πλησιάσετε), και ευθύς θέτει το ξίφος εις τους οδόντας και σύρει το πιστόλι. Οι Έλληνες, άμα είδον τον ιππέα πεσόντα, έτρεξαν εις βοήθειάν του και τον έσωσαν από τον κίνδυνον.
          
Ο Καραΐσκος, άμα διέταξεν τον υπασπιστήν του να καταδιώξη τους δύο ιππείς, έστρεψεν οπίσω απομακρυνθείς της μάνδρας, ικανόν διάστημα. Τότε είδομεν εκπρυρσοκρότησιν όπλου από τον ημέτερον στρατόν και ευθύς ο πυροβολήσας ανεμείχθη εις τον στρατόν. Αυτός ήτο ο επικατάρατος δολοφόνος του  Καραΐσκου. Οι οφθαλμοί του συντρόφου μου εν ριπή διέτρεξαν τον δολοφόνον και τον αρχηγόν και :

Φρικτόν, με λέγει, εχάθημεν !
Πώς, πώς, (sic) τον απαντώ.
Είδες το όπλον όπου έπεσεν πλησίον του  Καραΐσκου ;
Εκείνος όπου έφευγεν τον εβάρεσεν !

Τον είδα, τον είπον, και στρέφω τους οφθαλμούς μου. Είδα τον  Καραΐσκον κρατώντας τον δυο εκ δεξιών και δυο εξ αριστερών, και τον μετέφερον εις τον στρατοπεδαρχείον. 
Ο Καραΐσκος, άμα κτυπηθείς, είπεν :  “Κλάστε μου τώρα τον μπούτζον”. Τούτο το ήκουσαν πολλοί, εκ τούτων ίσως ουδείς υπάρχει. 
Εν ακαρεί δε διεδόθη ότι ο  Καραΐσκος εδολοφονήθη συνεργία του Κίτζιου Τζαβέλα και Λάμπρου Βέικου, αλλά το διέψευσαν αμέσως, διά να μη διχονοισθή ο στρατός, και  δημοσίευσαν ότι ο Γαρδικιώτης τον εσυνόδευσεν και πολύ επροσπάθησεν να μάθη περί της δολοφονίας και ο Καραΐσκος ωμολόγησεν ότι Τούρκος τις, τον οποίον δεν επρόσεξεν, τον εκτύπησεν. (Περί του υπαρκτού της δολοφονίας του  Καραΐσκου ακολούθως θέλομεν φέρει τας αποδείξεις). 

Άλλη φήμη διέτρεχεν τον στρατόν ότι ο Γαρδικιώτης και άλλοι στενοί φίλοι του  Καραΐσκου τον ηρώτησαν να τους ειπή εμπιστευτικώς πόθεν  εβαρέθη, από τους Τούρκους ή από τους Έλληνας, ότι ο  Καραΐσκος του απήντησεν, αν ζήση, γνωρίζει ποιος τον εκτύπησεν, ειδεμή ας του κλάσουν τον μπούτζον.  
Ο δε  Καραΐσκος την 23ην Απριλίου μετέβη εις τας αιωνίους σκηνάς του Πλάστου, η δε δολοφονία του επληρώθη πολύ ακριβά με την καταστροφήν χιλίων εκατόν είκοσι ανδρείων πολεμιστών, 24 ανώτερων και κατώτερων αξιωματικών, με 120 αιχμαλώτους, οκτώ σημαίας, δύο τηλεβόλα, η πτώσις της Κεκροπίας, και μύρια άλλα επακόλουθα”.

     Ας δούμε και τη συνέχεια της μαρτυρίας του Σταυριανού :

          “ Ενταύθα φέρομεν τας αποδείξεις διά την δολοφονίαν του  Καραΐσκου μακράν από του να έχωμεν κανένα συμφέρον ή από άλλον σκοπόν οδηγηθέντες να παραστήσομεν τα της δολοφονίας και αφήνω εις την  κρίσην του κοινού να εκτιμήση τας αποδείξεις ταύτας”.

Ο τραυματισμός του  Καραΐσκου εγένετο ουχί πολύ μακράν από εμέ και τον σύντροφόν μου, ως προείπα. Το τραύμα εγένετο από εμπρός και όχι από πίσω. 

Τούρκοι από την μάνδραν δεν εξήλθον και όχι μόνον αυτήν την φοράν, αλλ' εικοσάκις προσβάλαμεν την μάνδραν αυτήν οι τακτικοί,  ανά 30 και 40 στρατιώται και ποτέ Τούρκος δεν εξήλθεν, και όχι όταν περιέζωσαν την μάνδραν πλέον των δισχιλίων να τολμήση Τούρκος να εξέλθη διά να πολεμήση ως διατείνονταί τινες, και επομένως οι Έλληνες ήσαν παρά πλησίον της μάνδρας και ο  Καραΐσκος ήτο τότε έδωθεν της μάνδρας προς τον Πειραιά. Ο Τούρκος που ευρέθη ; Ερωτώμεν. 

Ο υπασπιστής του Γ. Κακλαμάνος διατείνεται και ούτος ότι Τούρκος ετραυμάτισε τον  Καραΐσκον, ενώ ο υπασπιστής κατεδίωξεν δύο ιππείς Τούρκους πέραν της μάνδρας και επιστρέφων τού φονεύεται ο ίππος και ταυτοχρόνως μύδρον τού αποκόπτει την δεξιάν χείραν. Ανθίσταται κατά δύο επιδραμόντων Τούρκων να τον ζωγρήσουν και ο  Καραΐσκος, μακράν αυτού 500 περίπου βήματα,  τραυματίζεται χωρίς να τον ιδή ο Κακλαμάνος. 

Η φήμη εκυκλοφόρησεν αμέσως διά την δολοφονίαν και ήτο αλάνθαστος. 
Ο Άραψ σεΐζης του  Καραΐσκου, όστις παρηκολούθει τον  Καραΐσκον, είδεν και ωφεληθείς από την περίστασιν εφιππεύει και λιποτακτεί προς τους Τούρκους. Παρουσιάζεται εις τον Κιουταγή και του αναγγέλλει την δολοφονίαν και ευθύς επιστρέφει ο Κιουταγής προς τους περικυκλούντας αυτόν και τους λέγει:  Ινσαλλάχ, μετά οκτώ ημέρας έχω την κεφαλήν του  Αρχοντοπούλου. Και το είπεν εν πεποιθήσει, διότι επίστευεν ότι θα διαιρεθούν οι Έλληνες και θα καταστραφούν. 

Ο Κιουταγής φιλοφρονεί τον Άραβα με 22 ½ χιλιάδας γροσίων και χρυκέντητον στολήν. Αν Τούρκος ήτο εις την βουρλιά και εφόνευεν τον  Καραΐσκον, δεν ήθελεν τρέξει εις τον Κιουταγήν να του αναγγείλη τον θάνατον ; Αλλά εις το στρατόπεδον του Κιουταγή εκυκλοφόρησεν η δολοφονία και αυτός ο Άραψ επιβεβαιοί. Συνομιλούντες μετά του Γεωργίου Δράκου, τον είπον : “Στρατηγέ, είδατε τι μας έφερεν η δολοφονία του Καραΐσκου ;” 

Ο Δράκος αναστενάζει εκ βάθους καρδίας και δεν αναιρεί τον λόγον μου, αλλά σιωπά δακρυρροών. Μετά δύο έτη εφρούρουν εις την Ακροκόρινθον, και μίαν φθινοπωρινήν ταχινήν περιφερόμενην εις το φρούριον και έφθασα προς το μέρος του Οβριοκάστρου, όπου είναι ένα εκκλησίδιον. 

Εκάθητο έξωθεν αυτού σεβάσμιος τις ιερεύς του στρατού, όστις με προσεκάλεσε και εκάθησα πλησίον του και, αφού ήλθομεν μετ' αυτού εις διαφόρους ομιλίας, εφθάσαμεν και εις το μέρος της δολοφονίας του  Καραΐσκου. Του ιερέως ανωθρώθηκαν οι τρίχες του πώγωνος και βαθέως αναστέναξεν. 

Εγώ τον εκοίταξα ασκαρδαμυκτί και επερίμενα να ιδώ τι θέλει ειπή. Και τι με λέγει ; Αχ, τέκνον μου, εγώ είμαι εις αυτό το φρούριον από την αρχήν και είμαι πνευματικός και θα σου ειπώ ένα μυστήριον, το οποίον δεν είπα εις άλλον, και ας μου συγχωρέση ο Θεός. 

Όταν εχάλασαν από τας Αθήνας, μέρος του στρατού εκείνου εκατέλαβαν το φρούριον. Ένας από τους στρατιώτας είχεν καταντήσει παράλυτος και την τελευταίαν ημέραν της ζωής του με  προσεκάλεσεν να τον εξομολογήσω, και τι με λέγει ο επάρατος, ότι του έδωσαν 70 [...]”.

          Εδώ τελειώνει ασυμπλήρωτο το χειρόγραφο του Σταυριανού (λείπουν φύλλα). Η ανολοκλήρωτη εξομολόγηση του παπά αφήνει να εννοηθεί πως ο αγωνιστής αυτός πληρώθηκε από κάποιον και πυροβόλησε τον Καραϊσκάκη.
                  Αυγερινός Ανδρέου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Next previous home

Αναζήτηση στο ιστολόγιο

-------\ KRYON IN HELLENIC /-------

-------\ KRYON  IN  HELLENIC /-------
Ο Κρύων της Μαγνητικής Υπηρεσίας... Συστήνεται απλώς σαν βοηθός από την άλλη πλευρά του «πέπλου της δυαδικότητας», χωρίς υλική μορφή ή γένος. Διαμέσου του Λη Κάρολ, αναφέρεται στις ριζικές αλλαγές που συμβαίνουν στη Γη και τους Ανθρώπους αυτή την εποχή.

------------\Αλκυόν Πλειάδες/-------------

------------\Αλκυόν Πλειάδες/-------------
Σκοπός μας είναι να επιστήσουμε την προσοχή γύρω από την ανάγκη να προετοιμαστούμε γι' αυτό το μεγάλο αστρικό γεγονός, του οποίου η ενέργεια ήδη έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτή στον πλανήτη μας μέσα από φωτεινά φαινόμενα, όμορφες λάμψεις, την παράξενη παθητική συμπεριφορά του ήλιου, αύξηση των εμφανίσεων μετεωριτών, διακοπών ρεύματος.. όλα αυτά είναι ενδείξεις της επικείμενης άφιξης της τεράστιας ηλεκτρομαγνητικής του ζώνης η οποία είναι φορτισμένη με φωτονικά σωματίδια, και κάθε ημέρα που περνάει αυξάνονται όλο και περισσότερο.

Οι επισκεπτεσ μας στον κοσμο απο 12-10-2010

free counters