Στην παραλίαν
του ομωνύμου κόλπου και στους παρακειμένους λόφους , βορειοδυτικά του
Βεζουβίου, είναι κτισμένη αμφιθεατρικά η όμορφη και γραφική πόλις της
Νάπολης. Η ιστορία της είναι πανάρχαια και βεβαίως κατά το μεγαλύτερον
μέρος της Ελληνική.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως Ελληνικούς οικισμούς στην περιοχή, οι οποίοι χρονολογούνται στην – 3η και – 2η χιλιετία.
Τόσον η Ελληνική Μυθιστορία, όσον και η τοπική παράδοσις, αναφέρει ότι εδώ εξεβράσθη το σώμα της Παρθενόπης, της μυθικής Σειρήνας, η οποία απελπισμένη από το γεγονός ότι δεν κατάφερε να σαγηνεύσει τον Οδυσσέα με το μαγευτικό τραγούδι της και να τον κρατήσει στο νησί της, έπεσε στην θάλασσα και επνίγη. Το σώμα της περισυνελέχθη και ενεταφιάσθη από τους πρώτους Έλληνες αποίκους της περιοχής, στην μικρήν νησίδα Μεγαρίδα (Isolotto di Megaride). Σήμερα στην νησίδα αυτήν δεσπόζει το Αραγωνέζικον κάστρον Καστέλ ντελ Όβο, στα υπόγεια του οποίου υπάρχουν αρχαιοελληνικά ευρήματα.
Γύρω από τον χώρον της νησίδος Μεγαρίδος, περί τον – 9ον και – 8ον αιώνα, Κυμαίοι και Χαλκιδείς άποικοι από την Εύβοιαν, ίδρυσαν την πόλιν της Παρθενόπης και την ονόμασαν έτσι από την εκεί ενταφιασμένη Σειρήνα. Κατά μίαν άλλην εκδοχήν, η πόλις έλαβε το όνομά της από τον Αρκάδα ήρωα Παρθενοπαίο, τον υιόν του Μελανίωνος και της Αταλάντης, ο οποίος συμμετείχε στην εκστρατείαν των Επτά επί Θήβαις, αρκετά έτη προ του Τρωϊκού πολέμου, και εφονεύθη εις αυτήν.
Η στρατηγική θέσις της Παρθενόπης, και η υπέροχη θέα του λόφου, ο οποίος εδέσποζεν επάνω από αυτήν, έκανε τους Κυμαίους να ιδρύσουν στον λόφον αυτόν, τον – 6ον αιώνα, την νέαν τους πόλιν, την οποίαν ονόμασαν Νεάπολιν, σε αντίθεσιν με την Παρθενόπην, η οποία εχαρακτηρίσθη ως παλαιά πόλις. Ο λόφος, στον οποίον εχτίσθη η Νεάπολις, ονομάσθη λόγω της ωραιότητός του Παυσίλυπον (σημερινόν Posilipo).
Το οικιστικόν πλέγμα των δύο αυτών πόλεων, Παρθενόπης και Νεαπόλεως, απετέλεσε τον κορμόν της σημερινής πόλεως της Νάπολης (Napoli), και ανεδείχθη σε ένα από τα κέντρα της Μεγάλης Ελλάδος. Η πόλις κατελήφθη από τους Ρωμαίους το – 376, αλλά δεν έχασε τον Ελληνικόν της χαρακτήρα.
Με την παρέλευσιν των ετών η Νάπολη περιήλθε στην κατοχήν πολλών κατακτητών, όπως Βυζαντινών, Λογγοβάρδων, Σαρακινών, Νορμανδών, Αραγωνέζων και Βουρβώνων, μέχρις ότου το 1806 κατελήφθη από τον Ναπολέοντα. Επανήλθε στην κατοχήν των Βουρβώνων μετά την ήττα του Ναπολέοντος στο Βατερλώ και έγινε πρωτεύουσα του βασιλείου των Δύο Σικελιών.
Όταν το 1860 το βασίλειον των Δύο Σικελιών κατελύθη από τον Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, η πόλις προσηρτήθη στο βασίλειον της Ιταλίας, υπό τον Κάμιλλο Μπέντσο ντε Καβούρ.
Παρ’ όλες αυτές τις μεταβολές, η Νάπολη δεν έχει χάσει μέχρι σήμερον το Ελληνικόν της χρώμα και οι περισσότεροι κάτοικοί της ακόμη δεν παύουν να ισχυρίζονται, έστω και αν δεν συνειδητοποιούν ακριβώς την αλήθειαν των λεγομένων τους, ότι είναι περισσότερον Παρθενοπαίοι παρά Ιταλοί.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως Ελληνικούς οικισμούς στην περιοχή, οι οποίοι χρονολογούνται στην – 3η και – 2η χιλιετία.
Τόσον η Ελληνική Μυθιστορία, όσον και η τοπική παράδοσις, αναφέρει ότι εδώ εξεβράσθη το σώμα της Παρθενόπης, της μυθικής Σειρήνας, η οποία απελπισμένη από το γεγονός ότι δεν κατάφερε να σαγηνεύσει τον Οδυσσέα με το μαγευτικό τραγούδι της και να τον κρατήσει στο νησί της, έπεσε στην θάλασσα και επνίγη. Το σώμα της περισυνελέχθη και ενεταφιάσθη από τους πρώτους Έλληνες αποίκους της περιοχής, στην μικρήν νησίδα Μεγαρίδα (Isolotto di Megaride). Σήμερα στην νησίδα αυτήν δεσπόζει το Αραγωνέζικον κάστρον Καστέλ ντελ Όβο, στα υπόγεια του οποίου υπάρχουν αρχαιοελληνικά ευρήματα.
Γύρω από τον χώρον της νησίδος Μεγαρίδος, περί τον – 9ον και – 8ον αιώνα, Κυμαίοι και Χαλκιδείς άποικοι από την Εύβοιαν, ίδρυσαν την πόλιν της Παρθενόπης και την ονόμασαν έτσι από την εκεί ενταφιασμένη Σειρήνα. Κατά μίαν άλλην εκδοχήν, η πόλις έλαβε το όνομά της από τον Αρκάδα ήρωα Παρθενοπαίο, τον υιόν του Μελανίωνος και της Αταλάντης, ο οποίος συμμετείχε στην εκστρατείαν των Επτά επί Θήβαις, αρκετά έτη προ του Τρωϊκού πολέμου, και εφονεύθη εις αυτήν.
Η στρατηγική θέσις της Παρθενόπης, και η υπέροχη θέα του λόφου, ο οποίος εδέσποζεν επάνω από αυτήν, έκανε τους Κυμαίους να ιδρύσουν στον λόφον αυτόν, τον – 6ον αιώνα, την νέαν τους πόλιν, την οποίαν ονόμασαν Νεάπολιν, σε αντίθεσιν με την Παρθενόπην, η οποία εχαρακτηρίσθη ως παλαιά πόλις. Ο λόφος, στον οποίον εχτίσθη η Νεάπολις, ονομάσθη λόγω της ωραιότητός του Παυσίλυπον (σημερινόν Posilipo).
Το οικιστικόν πλέγμα των δύο αυτών πόλεων, Παρθενόπης και Νεαπόλεως, απετέλεσε τον κορμόν της σημερινής πόλεως της Νάπολης (Napoli), και ανεδείχθη σε ένα από τα κέντρα της Μεγάλης Ελλάδος. Η πόλις κατελήφθη από τους Ρωμαίους το – 376, αλλά δεν έχασε τον Ελληνικόν της χαρακτήρα.
Με την παρέλευσιν των ετών η Νάπολη περιήλθε στην κατοχήν πολλών κατακτητών, όπως Βυζαντινών, Λογγοβάρδων, Σαρακινών, Νορμανδών, Αραγωνέζων και Βουρβώνων, μέχρις ότου το 1806 κατελήφθη από τον Ναπολέοντα. Επανήλθε στην κατοχήν των Βουρβώνων μετά την ήττα του Ναπολέοντος στο Βατερλώ και έγινε πρωτεύουσα του βασιλείου των Δύο Σικελιών.
Όταν το 1860 το βασίλειον των Δύο Σικελιών κατελύθη από τον Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, η πόλις προσηρτήθη στο βασίλειον της Ιταλίας, υπό τον Κάμιλλο Μπέντσο ντε Καβούρ.
Παρ’ όλες αυτές τις μεταβολές, η Νάπολη δεν έχει χάσει μέχρι σήμερον το Ελληνικόν της χρώμα και οι περισσότεροι κάτοικοί της ακόμη δεν παύουν να ισχυρίζονται, έστω και αν δεν συνειδητοποιούν ακριβώς την αλήθειαν των λεγομένων τους, ότι είναι περισσότερον Παρθενοπαίοι παρά Ιταλοί.
13/4/2014
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ
(ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ)
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ
(ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ)
Το Καστέλ ντελ Όβο στην νησίδα Μεγαρίδα και γενική άποψις της σημερινής Νάπολης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου