Διπλωματικό
θρίλερ στα ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια βρίσκεται σε εξέλιξη πίσω από
την αναζωπύρωση της υπόθεσης της διακρατικής συμφωνίας αμυντικής
συνεργασίας Ελλάδας – Ρωσίας (δες σχετική ανάρτηση ΓΔΑΕΕ: «Τρεχάλα», κάτι παίζει και με τη Ρωσία… στον σύνδεσμο: http://www.defence-point.gr/news/?p=70337) η οποία με μεγάλη βεβαιότητα αφορά την προμήθεια Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) τύπου BMP-3 από τη Ρωσία.
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, το αντικείμενο της διαμάχης ΔΕΝ είναι το ρωσικό οπλικό σύστημα για το οποίο εξάλλου δεν «φλέγεται από επιθυμία» ο Ελληνικός Στρατός, αλλά αποτελεί ένα απλό πιόνι στη σκακιέρα του ενεργειακού παιγνίου που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή, με τη χώρα μας να προσπαθεί να ξεφύγει από τον «θανάσιμο εναγκαλισμό» των δύο «θηρίων» που συγκρούονται για να εξασφαλίσουν την επιρροή τους σε έναν εξαιρετικά κρίσιμο από γεωστρατηγικής απόψεως χώρο, τον ελληνικό, ως τμήμα βέβαια της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Μεσογείου…
Οι «σκόρπιες» και ασαφείς πληροφορίες που «σέρνονταν» τις τελευταίες ημέρες αναφορικά με την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την υπόθεση του ρωσικού ΤΟΜΑ, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η χώρα αδυνατεί να εξασφαλίσει ακόμα και τα στοιχειώδη για την εύρυθμη λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων, πέραν φυσικά της απόλυτης ετοιμότητας του «πυρήνα» των Ενόπλων Δυνάμεων που θα εμπλακεί σε περίπτωση ανάγκης (πάλι καλά…), δείχνουν να επιβεβαιώνονται.
Η όλη υπόθεση στο επίκεντρό της έχει την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ και της ΔΕΣΦΑ, καμία σχέση με τα εξοπλιστικά! Οι Ρώσοι έχουν καταθέσει συντριπτικά πιο συμφέρουσα πρόταση από οικονομικής απόψεως πρόταση, ενώ ταυτοχρόνως υπόσχονται μεγάλη ροή επενδυτικών κεφαλαίων, σε κάθε τομέα σχεδόν της οικονομικής δραστηριότητας στην ελληνική αγορά, σε περίπτωση επικράτησης στον εν λόγω διαγωνισμό.
Από την άλλη πλευρά, η Δύση (ΗΠΑ και ΕΕ) πανικοβάλλεται σχεδόν ενώπιον της προοπτικής να καταλήξουν σε ρωσικά χέρια οι δυο εταιρίες και καταστρώνει διάφορα σχέδια για μπλοκάρισμα των Ρώσων σε περίπτωση που η υπόθεση προχωρήσει. Τελευταίο «όπλο» είναι η «παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί μονοπωλίων», αφήνοντας να διαρρεύσει ότι έχουν «δέσει» την υπόθεση συγκεκαλυμμένου ελέγχου της διαδικασίας από τον ρωσικό κολοσσό Gazprom, ο οποίος βρίσκεται σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
Ωστόσο, όλοι δείχνουν σημάδια ότι δεν επιθυμούν την κλιμάκωση των σχέσεων σε βαθμό ρήξης, καθώς αυτό θα επηρέαζε σημαντικά άλλα μέτωπα που βρίσκονται ανοικτά ανά την υφήλιο, όπου ο ρωσικός παράγοντας θα μπορούσε να «ανταποδώσει» το πλήγμα. Σε αυτό το πλαίσιο, εξετάζονται σενάρια συνεργασίας των ρωσικών εταιριών με αντίστοιχες ευρωπαϊκές, κυρίως την ιταλική ENI (η Ιταλία διατηρεί προνομιακές σχέσεις με τη Μόσχα), αλλά και εμπλοκή του διδύμου των Ελλήνων μεγαλοεπιχειρηματιών Μυτιληναίου και Βαρδινογιάννη που συμμετέχουν στη διαδικασία.
Ο αμερικανικός παράγοντας εξετάζει και σενάρια που έχουν στο επίκεντρο την αζερική υποψηφιότητα, με το Αζερμπαϊτζάν να μπορεί επίσης να παίξει τον ρόλο του «έντιμου διαμεσολαβητή» (honest broker) ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Οι ΗΠΑ βέβαια θα προτιμούσαν να αποκλειστεί εντελώς ο ρωσικός παράγοντας, αλλά και να αποφευχθούν τα σοβαρά αντίποινα που συνεπάγονται από αυτή την εξέλιξη. Στο πλαίσιο αυτό, εμπλέκονται και τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα με άμεσο τρόπο, αφού η χώρα μας απειλείται με «ενταφιασμό» των σχεδίων για την κατασκευή του αγωγού TAP που θα εμπλέξει τον ελληνικό ηπειρωτικό κορμό στη μεταφορά αερίου προς τις δυτικές αγορές και πρόκριση του ανταγωνιστικού Nabucco, που θα την άφηνε έξω από το ενεργειακό «παίγνιο».
Πως εμπλέκονται τα ΤΟΜΑ BMP-3 όμως; Στο πλαίσιο της συνήθους πανικόβλητης ελληνικής συμπεριφοράς, όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα γεωστρατηγικών απολήξεων, όπου η εύλογη φοβία ότι «όπου τσακώνονται τα βουβάλια, τα βατράχια κινδυνεύουν με συντριβή…», λαμβάνει διαστάσεις εξωπραγματικές, κάτι το οποίο αντιλαμβάνονται οι ανταγωνιστές και φροντίζουν να μεγεθύνουν την ελληνική ανασφάλεια… Η απουσία ορθολογικής ανάλυσης και σχεδιασμού στην ελληνική πλευρά, οδηγεί σε σκέψεις όπου προτεραιότητα είναι το να συμβιβαστούν τα – ενίοτε – ασυμβίβαστα, με αποτελέσματα τραγελαφικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, το μυαλό όλων τρέχει στην κακώς νοούμενη «διπλωματία των εξοπλισμών», η οποία μικρά αποτελέσματα έχει φέρει στο παρελθόν, με την Ελλάδα να ανασύρει από το συρτάρι εξοπλιστικά προγράμματα, με σκοπό τον κατευνασμό των εμπλεκομένων. Ως αποτέλεσμα, οι ισχυροί υποχωρούν μέχρι να πέσουν οι υπογραφές στα συμβόλαια και στη συνέχεια επανέρχονται σταδιακά στη στρατηγική της εκτόξευσης παρασκηνιακών απειλών για να αποσπάσουν περισσότερα.
Το πιο γελοίο από όλα, είναι ότι αυτή ήταν η στρατηγική του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια (αυτός «γκρίνιαζε», δεν απειλούσε βέβαια, η λογική είναι όμως η ίδια!), με την ελληνική πλευρά να παρουσιάζεται αδύναμη να κατανοήσει ακόμα και αυτά τα απλά…
Με απλά λόγια, η Ελλάδα «προσφέρει» στη Ρωσία τα BMP-3, όπως «προσέφερε» και στη Γαλλία το αίτημα για την ενοικίαση των φρεγατών και των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας. Χωρίς να ερωτηθούν οι Ένοπλες Δυνάμεις, να εξεταστούν οι παρούσες επιχειρησιακές ανάγκες και προτεραιότητες και να διαμορφωθούν με ορθολογικό τρόπο, οι τύποι και τα ειδικά χαρακτηριστικά των οπλικών συστημάτων που θα επιλεγούν για την ενίσχυση της εθνικής άμυνας. Αποτέλεσμα είναι, ο Έλληνας πρωθυπουργός να γίνει δεκτός στο Κρεμλίνο, να ακολουθήσουν επισκέψεις ανωτάτων Ρώσων αξιωματούχων μηδέ του προέδρου Πούτιν εξαιρουμένου. Το πρόβλημα είναι αυτό που στην καθομιλουμένη αποκαλούμε στην Ελλάδα, «μηδέν εις το πηλίκον»…
Η Ελλάδα θα πρέπει να παίξει σε αυτό το παιγνίδι με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, το οποίο υπαγορεύει, ότι το βέλτιστο σενάριο είναι η συνεργασία των υπερδυνάμεων στο ελληνικό έδαφος, τα ποσοστά μπορούν να τα αποφασίσουν μόνοι τους. Ο Αντώνης Σαμαράς οφείλει να τονίσει με έμφαση, ότι η Ρωσία παραείναι μεγάλη για να θεωρήσουμε ότι θα αποκλειστεί από την περιοχή, οπότε το βέλτιστο σενάριο είναι ο προσδιορισμός των ορίων δραστηριοποίησής της σε συνεννόηση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και παρά τις εισηγήσεις από «ιδιοτελή γεράκια», αξιωματούχους που προωθούν συγκεκριμένα συμφέροντα, με μανδύα την εξυπηρέτηση του αμερικανικού εθνικού συμφέροντος.
Στην προσπάθεια αυτή, η Ελλάδα έχει ως φυσικούς συμμάχους, για μια ακόμη φορά, τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες παραδοσιακά προσπαθούν να μην καταστρέψουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα. Τόσο η ιταλική ENI, όσο και οι ισπανικές εταιρίες που ενδιαφέρονται να «παίξουν» σε ελληνικό έδαφος θα έπρεπε να είναι βασική προτεραιότητα με την κυβέρνηση, παράλληλα με τις σαφείς οδηγίες προ τα ελληνικά γκρουπ που διαμορφώνουν τη στρατηγική τους με σκοπό να διασφαλίσουν τη συμμετοχή τους.
Σε αυτό το πλαίσιο το BMP-3 είναι ήσσονος σημασίας και δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα στο γεωστρατηγικό επίπεδο, ενώ θα περιπλέξει και τον επιχειρησιακό σχεδιασμό στο επίπεδο της εθνικής άμυνας, αφού λόγω των υποθαλάσσιων ενεργειακών πόρων η προτεραιότητα θα πρέπει να στραφεί στον αεροπορικό και ναυτικό τομέα. Εάν επιμένουν τόσο πολύ και όντως θα μπορούσε να απαιτηθεί κάτι τέτοιο, υπάρχουν άλλα, με πολύ ενδιαφέροντα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά ρωσικά οπλικά συστήματα τα οποία θα μπορούσαν να πέσουν στο τραπέζι, τα οποία να αποτελέσουν πραγματικό πολλαπλασιαστή ισχύος για τις Ένοπλες Δυνάμεις στις νέες επιχειρησιακές προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Ζήτησε ποτέ το Μέγαρο Μαξίμου τέτοια μελέτη; Πολύ αμφιβάλουμε. Ρώτησαν ποτέ τα Επιτελεία περί αυτού; Επίσης αμφιβάλουμε. Δυστυχώς, παρά τις αγαθές προθέσεις, πολύ φοβούμαστε ότι το αποτέλεσμα δεν θα δικαιολογεί το ύψος της απαιτούμενης επένδυσης και για μια ακόμη φορά θα έχουμε λειτουργήσει με αυτοκαταστροφικό ερασιτεχνισμό. Επιφυλασσόμαστε να επανέλθουμε…
http://www.defence-point.gr/news/?p=70351#sthash.Wg8GYKFn.dpuf
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, το αντικείμενο της διαμάχης ΔΕΝ είναι το ρωσικό οπλικό σύστημα για το οποίο εξάλλου δεν «φλέγεται από επιθυμία» ο Ελληνικός Στρατός, αλλά αποτελεί ένα απλό πιόνι στη σκακιέρα του ενεργειακού παιγνίου που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή, με τη χώρα μας να προσπαθεί να ξεφύγει από τον «θανάσιμο εναγκαλισμό» των δύο «θηρίων» που συγκρούονται για να εξασφαλίσουν την επιρροή τους σε έναν εξαιρετικά κρίσιμο από γεωστρατηγικής απόψεως χώρο, τον ελληνικό, ως τμήμα βέβαια της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Μεσογείου…
Οι «σκόρπιες» και ασαφείς πληροφορίες που «σέρνονταν» τις τελευταίες ημέρες αναφορικά με την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την υπόθεση του ρωσικού ΤΟΜΑ, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η χώρα αδυνατεί να εξασφαλίσει ακόμα και τα στοιχειώδη για την εύρυθμη λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων, πέραν φυσικά της απόλυτης ετοιμότητας του «πυρήνα» των Ενόπλων Δυνάμεων που θα εμπλακεί σε περίπτωση ανάγκης (πάλι καλά…), δείχνουν να επιβεβαιώνονται.
Η όλη υπόθεση στο επίκεντρό της έχει την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ και της ΔΕΣΦΑ, καμία σχέση με τα εξοπλιστικά! Οι Ρώσοι έχουν καταθέσει συντριπτικά πιο συμφέρουσα πρόταση από οικονομικής απόψεως πρόταση, ενώ ταυτοχρόνως υπόσχονται μεγάλη ροή επενδυτικών κεφαλαίων, σε κάθε τομέα σχεδόν της οικονομικής δραστηριότητας στην ελληνική αγορά, σε περίπτωση επικράτησης στον εν λόγω διαγωνισμό.
Από την άλλη πλευρά, η Δύση (ΗΠΑ και ΕΕ) πανικοβάλλεται σχεδόν ενώπιον της προοπτικής να καταλήξουν σε ρωσικά χέρια οι δυο εταιρίες και καταστρώνει διάφορα σχέδια για μπλοκάρισμα των Ρώσων σε περίπτωση που η υπόθεση προχωρήσει. Τελευταίο «όπλο» είναι η «παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί μονοπωλίων», αφήνοντας να διαρρεύσει ότι έχουν «δέσει» την υπόθεση συγκεκαλυμμένου ελέγχου της διαδικασίας από τον ρωσικό κολοσσό Gazprom, ο οποίος βρίσκεται σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
Ωστόσο, όλοι δείχνουν σημάδια ότι δεν επιθυμούν την κλιμάκωση των σχέσεων σε βαθμό ρήξης, καθώς αυτό θα επηρέαζε σημαντικά άλλα μέτωπα που βρίσκονται ανοικτά ανά την υφήλιο, όπου ο ρωσικός παράγοντας θα μπορούσε να «ανταποδώσει» το πλήγμα. Σε αυτό το πλαίσιο, εξετάζονται σενάρια συνεργασίας των ρωσικών εταιριών με αντίστοιχες ευρωπαϊκές, κυρίως την ιταλική ENI (η Ιταλία διατηρεί προνομιακές σχέσεις με τη Μόσχα), αλλά και εμπλοκή του διδύμου των Ελλήνων μεγαλοεπιχειρηματιών Μυτιληναίου και Βαρδινογιάννη που συμμετέχουν στη διαδικασία.
Ο αμερικανικός παράγοντας εξετάζει και σενάρια που έχουν στο επίκεντρο την αζερική υποψηφιότητα, με το Αζερμπαϊτζάν να μπορεί επίσης να παίξει τον ρόλο του «έντιμου διαμεσολαβητή» (honest broker) ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Οι ΗΠΑ βέβαια θα προτιμούσαν να αποκλειστεί εντελώς ο ρωσικός παράγοντας, αλλά και να αποφευχθούν τα σοβαρά αντίποινα που συνεπάγονται από αυτή την εξέλιξη. Στο πλαίσιο αυτό, εμπλέκονται και τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα με άμεσο τρόπο, αφού η χώρα μας απειλείται με «ενταφιασμό» των σχεδίων για την κατασκευή του αγωγού TAP που θα εμπλέξει τον ελληνικό ηπειρωτικό κορμό στη μεταφορά αερίου προς τις δυτικές αγορές και πρόκριση του ανταγωνιστικού Nabucco, που θα την άφηνε έξω από το ενεργειακό «παίγνιο».
Πως εμπλέκονται τα ΤΟΜΑ BMP-3 όμως; Στο πλαίσιο της συνήθους πανικόβλητης ελληνικής συμπεριφοράς, όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα γεωστρατηγικών απολήξεων, όπου η εύλογη φοβία ότι «όπου τσακώνονται τα βουβάλια, τα βατράχια κινδυνεύουν με συντριβή…», λαμβάνει διαστάσεις εξωπραγματικές, κάτι το οποίο αντιλαμβάνονται οι ανταγωνιστές και φροντίζουν να μεγεθύνουν την ελληνική ανασφάλεια… Η απουσία ορθολογικής ανάλυσης και σχεδιασμού στην ελληνική πλευρά, οδηγεί σε σκέψεις όπου προτεραιότητα είναι το να συμβιβαστούν τα – ενίοτε – ασυμβίβαστα, με αποτελέσματα τραγελαφικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, το μυαλό όλων τρέχει στην κακώς νοούμενη «διπλωματία των εξοπλισμών», η οποία μικρά αποτελέσματα έχει φέρει στο παρελθόν, με την Ελλάδα να ανασύρει από το συρτάρι εξοπλιστικά προγράμματα, με σκοπό τον κατευνασμό των εμπλεκομένων. Ως αποτέλεσμα, οι ισχυροί υποχωρούν μέχρι να πέσουν οι υπογραφές στα συμβόλαια και στη συνέχεια επανέρχονται σταδιακά στη στρατηγική της εκτόξευσης παρασκηνιακών απειλών για να αποσπάσουν περισσότερα.
Το πιο γελοίο από όλα, είναι ότι αυτή ήταν η στρατηγική του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια (αυτός «γκρίνιαζε», δεν απειλούσε βέβαια, η λογική είναι όμως η ίδια!), με την ελληνική πλευρά να παρουσιάζεται αδύναμη να κατανοήσει ακόμα και αυτά τα απλά…
Με απλά λόγια, η Ελλάδα «προσφέρει» στη Ρωσία τα BMP-3, όπως «προσέφερε» και στη Γαλλία το αίτημα για την ενοικίαση των φρεγατών και των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας. Χωρίς να ερωτηθούν οι Ένοπλες Δυνάμεις, να εξεταστούν οι παρούσες επιχειρησιακές ανάγκες και προτεραιότητες και να διαμορφωθούν με ορθολογικό τρόπο, οι τύποι και τα ειδικά χαρακτηριστικά των οπλικών συστημάτων που θα επιλεγούν για την ενίσχυση της εθνικής άμυνας. Αποτέλεσμα είναι, ο Έλληνας πρωθυπουργός να γίνει δεκτός στο Κρεμλίνο, να ακολουθήσουν επισκέψεις ανωτάτων Ρώσων αξιωματούχων μηδέ του προέδρου Πούτιν εξαιρουμένου. Το πρόβλημα είναι αυτό που στην καθομιλουμένη αποκαλούμε στην Ελλάδα, «μηδέν εις το πηλίκον»…
Η Ελλάδα θα πρέπει να παίξει σε αυτό το παιγνίδι με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, το οποίο υπαγορεύει, ότι το βέλτιστο σενάριο είναι η συνεργασία των υπερδυνάμεων στο ελληνικό έδαφος, τα ποσοστά μπορούν να τα αποφασίσουν μόνοι τους. Ο Αντώνης Σαμαράς οφείλει να τονίσει με έμφαση, ότι η Ρωσία παραείναι μεγάλη για να θεωρήσουμε ότι θα αποκλειστεί από την περιοχή, οπότε το βέλτιστο σενάριο είναι ο προσδιορισμός των ορίων δραστηριοποίησής της σε συνεννόηση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και παρά τις εισηγήσεις από «ιδιοτελή γεράκια», αξιωματούχους που προωθούν συγκεκριμένα συμφέροντα, με μανδύα την εξυπηρέτηση του αμερικανικού εθνικού συμφέροντος.
Στην προσπάθεια αυτή, η Ελλάδα έχει ως φυσικούς συμμάχους, για μια ακόμη φορά, τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες παραδοσιακά προσπαθούν να μην καταστρέψουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα. Τόσο η ιταλική ENI, όσο και οι ισπανικές εταιρίες που ενδιαφέρονται να «παίξουν» σε ελληνικό έδαφος θα έπρεπε να είναι βασική προτεραιότητα με την κυβέρνηση, παράλληλα με τις σαφείς οδηγίες προ τα ελληνικά γκρουπ που διαμορφώνουν τη στρατηγική τους με σκοπό να διασφαλίσουν τη συμμετοχή τους.
Σε αυτό το πλαίσιο το BMP-3 είναι ήσσονος σημασίας και δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα στο γεωστρατηγικό επίπεδο, ενώ θα περιπλέξει και τον επιχειρησιακό σχεδιασμό στο επίπεδο της εθνικής άμυνας, αφού λόγω των υποθαλάσσιων ενεργειακών πόρων η προτεραιότητα θα πρέπει να στραφεί στον αεροπορικό και ναυτικό τομέα. Εάν επιμένουν τόσο πολύ και όντως θα μπορούσε να απαιτηθεί κάτι τέτοιο, υπάρχουν άλλα, με πολύ ενδιαφέροντα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά ρωσικά οπλικά συστήματα τα οποία θα μπορούσαν να πέσουν στο τραπέζι, τα οποία να αποτελέσουν πραγματικό πολλαπλασιαστή ισχύος για τις Ένοπλες Δυνάμεις στις νέες επιχειρησιακές προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Ζήτησε ποτέ το Μέγαρο Μαξίμου τέτοια μελέτη; Πολύ αμφιβάλουμε. Ρώτησαν ποτέ τα Επιτελεία περί αυτού; Επίσης αμφιβάλουμε. Δυστυχώς, παρά τις αγαθές προθέσεις, πολύ φοβούμαστε ότι το αποτέλεσμα δεν θα δικαιολογεί το ύψος της απαιτούμενης επένδυσης και για μια ακόμη φορά θα έχουμε λειτουργήσει με αυτοκαταστροφικό ερασιτεχνισμό. Επιφυλασσόμαστε να επανέλθουμε…
http://www.defence-point.gr/news/?p=70351#sthash.Wg8GYKFn.dpuf
http://greeknation.blogspot.gr/2013/02/bmp-3.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου