από την Βασιλική Κοτζιά στο The Art Foundation
Δεν μου είναι καθόλου ευχάριστο, μέσα στο 2013, να γράφω για συσσίτια, για πείνα και για διανομή τροφίμων σε απόρους στην Ελλάδα. Νόμιζα κι εγώ, όπως και η πλειονότητα των Ελλήνων, ότι αυτό το στάδιο το είχαμε περάσει και το είχαμε ξεχάσει…
Από την άλλη πλευρά, μου είναι πολύ ευχάριστο (σχεδόν αναζωογονητικό) να συζητώ με ανθρώπους σαν αυτούς που σκέφθηκαν και δημιούργησαν το “Μπορούμε”.
Τη μη κερδοσκοπική εταιρία που οργανώνει και συντονίζει την παροχή φρέσκων τροφίμων σε άλλες οργανώσεις και ομάδες που πραγματοποιούν συσσίτια και βοηθούν τους
Δεν μου είναι καθόλου ευχάριστο, μέσα στο 2013, να γράφω για συσσίτια, για πείνα και για διανομή τροφίμων σε απόρους στην Ελλάδα. Νόμιζα κι εγώ, όπως και η πλειονότητα των Ελλήνων, ότι αυτό το στάδιο το είχαμε περάσει και το είχαμε ξεχάσει…
Από την άλλη πλευρά, μου είναι πολύ ευχάριστο (σχεδόν αναζωογονητικό) να συζητώ με ανθρώπους σαν αυτούς που σκέφθηκαν και δημιούργησαν το “Μπορούμε”.
Τη μη κερδοσκοπική εταιρία που οργανώνει και συντονίζει την παροχή φρέσκων τροφίμων σε άλλες οργανώσεις και ομάδες που πραγματοποιούν συσσίτια και βοηθούν τους
– όλο και περισσότερους – άπορους της χώρας μας.
Η ιδέα για το “Μπορούμε” γεννήθηκε στο μυαλό της Ξένιας Παπασταύρου,
όταν πρόσεξε πόσα τρόφιμα πάνε χαμένα, μετά από ένα γεύμα σε μία
ταβέρνα. Η Ξένια σκέφθηκε ότι τα φρέσκα τρόφιμα που καταλήγουν στα
σκουπίδια θα μπορούσαν, εναλλακτικά, να καταλήξουν στα πιάτα ανθρώπων
που δεν μπορούν να τα αγοράσουν.
Έτσι, μαζί με τον Αλέξανδρο Θεοδωρίδη και την Αλέξια Μοάτσου, ανέπτυξαν και έκαναν πράξη μια ιδέα που πετυχαίνει «με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια»: αφενός μεν αξιοποιούνται τα φρέσκα τρόφιμα που δεν διατίθενται ή δεν χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις εστίασης και καταστήματα, αφετέρου δε χορταίνουν καθημερινά έως και 6.000 άνθρωποι, σε όλη την Ελλάδα.
Το “Μπορούμε” φέρνει απευθείας σε επαφή τους επιχειρηματίες που προσφέρουν τρόφιμα με τις ομάδες που οργανώνουν συσσίτια. Το πλεόν αξιοσημείωτο δε, είναι ότι όλο αυτό γίνεται με τρόφιμα που έχουν ήδη αγοραστεί. Κανείς δεν ξοδεύει επιπλέον χρήματα και κανείς δεν βγαίνει ζημιωμένος. Το αντίθετο μάλιστα…
Όπως είπε ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης, «όταν σχεδιάζαμε το “Μπορούμε”, τον Οκτώβριο του 2011, αναζητούσαμε τους καλύτερους τρόπους για να προσεγγίσουμε επιχειρήσεις και να τους ζητήσουμε να διαθέτουν τα τρόφιμα που τους περισσεύουν. Τελικά, δεν χρειάστηκε να κάνουμε τίποτα! Δεν έχει χρειαστεί να προσεγγίσουμε κανέναν μέχρι σήμερα. Όλοι προσεγγίζουν εμάς και προσφέρονται να βοηθήσουν».
Πέρα από το πρακτικό όφελος της παροχής τροφίμων, αυτό που ξεχωρίζει ο Αλέξανδρος είναι η επιθυμία και η θέληση των ανθρώπων να βοηθήσουν. «Έχει αυξηθεί πολύ η ευαισθησία του κόσμου και έχει ενισχυθεί πολύ το αίσθημα της αλληλεγγύης, το οποίο είχαμε χάσει στην περίοδο της ευμάρειας και της αλαζονίας. Η νοοτροπία του κοινού αλλάζει και εμείς γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες αυτής της αλλαγής».
Απόδειξη της «αυξημένης ευαισθησίας» και της αλλαγής νοοτροπίας που αναφέρει ο Αλέξανδρος είναι το γεγονός ότι στο “Μπορούμε” συμβάλλουν σε εβδομαδιαία βάση 20 εθελοντές, ενώ μέσα σε ένα χρόνο από την έναρξη της λειτουργίας του, έχουν κάνει αίτηση για να βοηθήσουν, 600 άτομα! «Η ανταπόκριση του κόσμου μας χαροποιεί ιδιαίτερα, όχι μόνο επειδή προσφέρουμε βοήθεια, αλλά και επειδή έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε και μία καλή εικόνα της Ελλάδας προς τα έξω. Είναι μία φωτεινή εξαίρεση μέσα στην πληθώρα των αρνητικων εικόνων που προβάλλουν τα ΜΜΕ».
Μπορεί τα ΜΜΕ να έχουν αδυναμία στις δυσάρεστες εικόνες, όμως, ο Αλέξανδρος επισημαίνει ότι το «Μπορούμε» έλαβε, από πολύ νωρίς, πολλή και καλή δημοσιότητα και αυτό συνέβαλε καίρια στην επιτυχία του εγχειρήματος. «Σε ελληνικό επίπεδο, αυτό που έκανε τη διαφορά ήταν ένα άρθρο της Λίνας Γιάνναρου, στην ‘Καθημερινή’. Γράφτηκε την εποχή που ξεκινήσαμε, τον Ιανουάριο του 2012, και έγινε αφορμή να καλύψουν τη δράση μας και ξένα Μέσα, όπως η Huffington Post και έπειτα ο Guardian». Ωστόσο, η «έκρηξη» προβολής ήρθε μέσα στην κρίσιμη, διπλή προεκλογική περίοδο: «Τότε η Αθήνα ήταν γεμάτη από ανταποκριτές ξένων Μέσων που έμαθαν για εμάς, ενδιαφέρθηκαν, έγραψαν και μίλησαν για την προσπάθειά μας».
Ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης είναι άλλος ένας αισιόδοξος Έλληνας, από αυτούς που θέλουν να αντιμετωπίζουν τη ζωή με θετική διάθεση και που πιστεύουν ότι η κρίση μπορεί όχι μόνο να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, αλλά και να γίνει αφορμή για νέες ευκαιρίες και ξεκινήματα. Άλλωστε, όπως λέει και ο ίδιος, «εάν δεν είχαν διαμορφωθεί αυτές οι δύσκολες και δυσάρεστες συνθήκες δεν θα υπήρχε το κίνητρο να γίνουν πολλά πράγματα, όπως το ‘Μπορούμε’. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει κίνητρο. Και σε μία συγκυρία σαν αυτή που ζούμε, το κίνητρο είναι πολύ ισχυρό, ακριβώς επειδή τα πράγματα είναι πιο δύσκολα».
Το “Μπορούμε” είναι μία ξεχωριστή περίπτωση μη κερδοσκοπικής οργάνωσης. Μας παρακινεί να βοηθήσουμε όχι μόνο τον «πλησίον» μας, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό και την οικογένειά μας. Μας διδάσκει πώς να κάνουμε αποτελεσματική διαχείριση των τροφίμων μας και μας υπενθυμίζει πόσο τυχεροί είμαστε που μπορούμε να γεμίζουμε το ψυγείο μας – και το στομάχι μας – όποτε θέλουμε.
Έτσι, μαζί με τον Αλέξανδρο Θεοδωρίδη και την Αλέξια Μοάτσου, ανέπτυξαν και έκαναν πράξη μια ιδέα που πετυχαίνει «με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια»: αφενός μεν αξιοποιούνται τα φρέσκα τρόφιμα που δεν διατίθενται ή δεν χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις εστίασης και καταστήματα, αφετέρου δε χορταίνουν καθημερινά έως και 6.000 άνθρωποι, σε όλη την Ελλάδα.
Το “Μπορούμε” φέρνει απευθείας σε επαφή τους επιχειρηματίες που προσφέρουν τρόφιμα με τις ομάδες που οργανώνουν συσσίτια. Το πλεόν αξιοσημείωτο δε, είναι ότι όλο αυτό γίνεται με τρόφιμα που έχουν ήδη αγοραστεί. Κανείς δεν ξοδεύει επιπλέον χρήματα και κανείς δεν βγαίνει ζημιωμένος. Το αντίθετο μάλιστα…
Όπως είπε ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης, «όταν σχεδιάζαμε το “Μπορούμε”, τον Οκτώβριο του 2011, αναζητούσαμε τους καλύτερους τρόπους για να προσεγγίσουμε επιχειρήσεις και να τους ζητήσουμε να διαθέτουν τα τρόφιμα που τους περισσεύουν. Τελικά, δεν χρειάστηκε να κάνουμε τίποτα! Δεν έχει χρειαστεί να προσεγγίσουμε κανέναν μέχρι σήμερα. Όλοι προσεγγίζουν εμάς και προσφέρονται να βοηθήσουν».
Πέρα από το πρακτικό όφελος της παροχής τροφίμων, αυτό που ξεχωρίζει ο Αλέξανδρος είναι η επιθυμία και η θέληση των ανθρώπων να βοηθήσουν. «Έχει αυξηθεί πολύ η ευαισθησία του κόσμου και έχει ενισχυθεί πολύ το αίσθημα της αλληλεγγύης, το οποίο είχαμε χάσει στην περίοδο της ευμάρειας και της αλαζονίας. Η νοοτροπία του κοινού αλλάζει και εμείς γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες αυτής της αλλαγής».
Απόδειξη της «αυξημένης ευαισθησίας» και της αλλαγής νοοτροπίας που αναφέρει ο Αλέξανδρος είναι το γεγονός ότι στο “Μπορούμε” συμβάλλουν σε εβδομαδιαία βάση 20 εθελοντές, ενώ μέσα σε ένα χρόνο από την έναρξη της λειτουργίας του, έχουν κάνει αίτηση για να βοηθήσουν, 600 άτομα! «Η ανταπόκριση του κόσμου μας χαροποιεί ιδιαίτερα, όχι μόνο επειδή προσφέρουμε βοήθεια, αλλά και επειδή έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε και μία καλή εικόνα της Ελλάδας προς τα έξω. Είναι μία φωτεινή εξαίρεση μέσα στην πληθώρα των αρνητικων εικόνων που προβάλλουν τα ΜΜΕ».
Μπορεί τα ΜΜΕ να έχουν αδυναμία στις δυσάρεστες εικόνες, όμως, ο Αλέξανδρος επισημαίνει ότι το «Μπορούμε» έλαβε, από πολύ νωρίς, πολλή και καλή δημοσιότητα και αυτό συνέβαλε καίρια στην επιτυχία του εγχειρήματος. «Σε ελληνικό επίπεδο, αυτό που έκανε τη διαφορά ήταν ένα άρθρο της Λίνας Γιάνναρου, στην ‘Καθημερινή’. Γράφτηκε την εποχή που ξεκινήσαμε, τον Ιανουάριο του 2012, και έγινε αφορμή να καλύψουν τη δράση μας και ξένα Μέσα, όπως η Huffington Post και έπειτα ο Guardian». Ωστόσο, η «έκρηξη» προβολής ήρθε μέσα στην κρίσιμη, διπλή προεκλογική περίοδο: «Τότε η Αθήνα ήταν γεμάτη από ανταποκριτές ξένων Μέσων που έμαθαν για εμάς, ενδιαφέρθηκαν, έγραψαν και μίλησαν για την προσπάθειά μας».
Ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης είναι άλλος ένας αισιόδοξος Έλληνας, από αυτούς που θέλουν να αντιμετωπίζουν τη ζωή με θετική διάθεση και που πιστεύουν ότι η κρίση μπορεί όχι μόνο να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, αλλά και να γίνει αφορμή για νέες ευκαιρίες και ξεκινήματα. Άλλωστε, όπως λέει και ο ίδιος, «εάν δεν είχαν διαμορφωθεί αυτές οι δύσκολες και δυσάρεστες συνθήκες δεν θα υπήρχε το κίνητρο να γίνουν πολλά πράγματα, όπως το ‘Μπορούμε’. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει κίνητρο. Και σε μία συγκυρία σαν αυτή που ζούμε, το κίνητρο είναι πολύ ισχυρό, ακριβώς επειδή τα πράγματα είναι πιο δύσκολα».
Το “Μπορούμε” είναι μία ξεχωριστή περίπτωση μη κερδοσκοπικής οργάνωσης. Μας παρακινεί να βοηθήσουμε όχι μόνο τον «πλησίον» μας, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό και την οικογένειά μας. Μας διδάσκει πώς να κάνουμε αποτελεσματική διαχείριση των τροφίμων μας και μας υπενθυμίζει πόσο τυχεροί είμαστε που μπορούμε να γεμίζουμε το ψυγείο μας – και το στομάχι μας – όποτε θέλουμε.
Πηγή: Καλά Νέα
Σύνδεσμος στην Πηγή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου