Παναγιώτης Μαυροειδής
Όποιος ακόμη θεωρεί πως επρόκειτο για ‘’ατυχή’’ συμπεριφορά
ψυχοπαθούς ναζιστή ή για ιδιότυπο μάρκετινγκ φασιστικής κοπής για
εκλογικούς κυρίως λόγους, κοιμάται ακόμη ύπνο βαθύ και επικίνδυνο.
Με εξαιρετική ορμή και παραστατικότητα, έρχεται στην επιφάνεια η πραγματικότητα μιας αναμέτρησης, πρωτόγνωρης σε ένταση, διάρκεια και έκταση, ασυνήθιστης σε βιαιότητα, που δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί και να μπει κάτω από κανένα χαλί.
Οι τραμπουκικές επιθέσεις του ναζιστικού υποκειμένου στις γυναίκες εκπροσώπους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ σε δημόσια τηλεοπτική θέα, δύο μόλις μέρες μετά την κήρυξη ως παράνομης της πολύμηνης απεργίας στην ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ, ήρθαν να αφυπνίσουν πολλαπλά και πολλούς.
Αφενός, φρόντισαν να μας θυμίσουν ξεχασμένα πράγματα για την αστική δημοκρατία.
Το γεγονός δηλαδή ότι δε μας κυβερνάει έτσι απλά μια κυβέρνηση, μια βουλή, κάποιοι ουδέτεροι θεσμοί, αλλά ότι υπάρχει κάτι πιο βαρύ που συνέχει όλα αυτά.
Η οικονομική ολιγαρχία, έχει την εξουσία στην παραγωγή και την οικονομία, αλλά είναι και συγκροτημένη πολιτικά σε ένα κράτος.
Αυτό έχει τη δύναμη της μετατροπής του συμφέροντος της αστικής τάξης σε νόμο, μέτρο, αλλά και αξία της κοινωνίας. Αλλά έχει και το μονοπώλιο της βίας, τους ιδιαίτερους μηχανισμούς καταστολής, που για να μη ξεχνιόμαστε ψηφίζουν και κατά 60% Χρυσή Αυγή.
Αφετέρου, ήρθαν να μας υπενθυμίζουν ότι αυτά που ξέραμε αλλάζουν ταχύτατα, σε αντιδραστική κατεύθυνση.
Το αστικό μπλοκ, δεν έχει πλέον θετικό ελκτικό πρόταγμα ελέω καπιταλιστικής κρίσης, ούτε δυνατότητα για νέου τύπου κοινωνικές συμμαχίες και πρακτικές ενσωμάτωσης. Έτσι, μαζί με την ένταση της επίθεσής του στα εργαζόμενα και λαϊκά στρώματα, αναπτύσσει στρατηγικές εμφυλίου πολέμου μέσα στο λαό. Και εδώ ο μεγάλος σύμμαχος από κάθε άποψη είναι ο φασισμός. Όχι μόνο κυρίως σαν δολοφονική παρακρατική ομάδα τρομοκράτησης. Αλλά περισσότερο, σαν φιλοσοφικό πολιτικό ρεύμα και πρακτική που θα προτάσσει αντί της κατάργησης της κοινωνικής απόστασης ανάμεσα σε εργασία και κεφάλαιο, την σφαγή μεταξύ των εργαζομένων. Την κατάργηση του εργατικού κινήματος, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό. Στο όνομα, κατά περίσταση, της μάχης κατά των ‘’συνδικαλιστών’’, της πολιτικής ‘’φαυλοκρατίας’’, των ‘’προνομιούχων’’, των ‘’ξένων’’, των μεταναστών. Όλοι στο κάδρο εκτός από τα μεγάλα αφεντικά…
Υπάρχει όμως ακόμη ένα άλλο πολύ χρήσιμο στοιχείο που παρέχει ο φασισμός στο σύστημα σε μια στιγμή κρίσης. Το όλο και πιο υπερ-αντιδραστικό κράτος, σε εθνική και διεθνή κλίμακα, είναι υποχρεωμένο να υπερβεί τον εαυτό του σε ότι αφορά τη βία που είναι πλέον όλο και πιο απαραίτητη. Όσο αυτή η μετάλλαξη αναπτύσσεται με ρυθμούς που επιβραδύνονται από τις δημοκρατικές καταχτήσεις, περνούν κατασταλτικές αρμοδιότητες απευθείας σε ανεξέλεκτους (παρα)κρατικούς μηχανισμούς. Και εδώ ο φασισμός είναι πολύ πρόθυμος. Ειδικά αν είναι να χρησιμοποιηθεί ενάντια σε μια απεργία, ενάντια στο εργατικό κίνημα και φυσικά την αριστερά. Ο αστυφύλακας έχει στολή και διακριτικά και πρέπει να δώσει κάποιο λογαριασμό, ενώ το μαντρόσκυλο απαλλάσσεται εξ ορισμού…
Τα παραπάνω, ενισχύονται μέσα σε ένα περιβάλλον κοινωνικής απελπισίας, μαζικής ανεργίας και κινηματικής αδυναμίας.
Παροξύνονται εξ αιτίας της στρατηγικής ανημπόριας της αριστεράς να συνδέσει τη μάχη για τα άμεσα συμφέροντα, με μια διαφορετική κοινωνική προοπτική, συλλογική οργάνωση της ζωής ενάντια και έξω από τον καπιταλισμό. Η αριστερά επιμένει να ασκείται αέναα και να ιδροκοπά στο κοινωνικό και πολιτικό σημειωτόν, όταν μια κοινωνία καταβυθίζεται. Προσδοκά στήριξη και εξουσιοδότηση διαχείρισης στη βάση της έκφρασης της ριζοσπαστικής δυσαρέσκειας λόγω της όξυνσης των άμεσων, ζωτικών προβλημάτων, χωρίς σύγκρουση με τον καπιταλισμό και την ΕΕ. Χωρίς σύνδεση με άλλες συλλογικές αξίες για την κοινωνία, την συνύπαρξη λαών και εθνών, τη συμβίωση των ανθρώπινων πολιτισμών με το περιβάλλον.
Ακόμη χειρότερα, φαίνεται να συμβαίνει το απίστευτο: Ο φασισμός συγκροτείται όλο και περισσότερο μέσα στα εργατικά και λαϊκά στρώματα ως ένα επιθετικό αντεργατικό και αντικομουνιστικό μέτωπο, απέναντι σε ένα κομμουνιστικό πρόταγμα που δεν υπάρχει! Σε μια στιγμή που η αριστερά απαξιώνει τόσο την έννοια του μετώπου εργατικής πολιτικής και γενικά την έννοια της πολιτικής ως διαπάλης ταξικών κοινωνικών συμφερόντων, όσο και την ανάγκη ενός σύγχρονου κομμουνιστικού απελευθερωτικού προγράμματος, που θα απαιτεί κοινοκτημοσύνη των αγαθών, δημοκρατία, ελευθερία, συλλογική ζωή, αλληλεγγύη και διεθνισμό.
Μια ορισμένη αφύπνιση δεν μπορεί να μην υπάρξει. Ωστόσο, τα καλέσματα για ‘’αντιφασιστικά μέτωπα’’, δεν φτάνουν για να απαντήσουν στην ουσία του θέματος. Το φασισμό, περισσότερο από ποτέ τον γεννά και τον χρειάζεται ο καπιταλισμός, η κρίση του, η αντιδραστική απάντηση σε αυτήν με το όπλο του κοινωνικού κανιβαλισμού και της αντιδημοκρατικής στροφής. Δεν αντιμετωπίζεται ούτε μόνο ηθικά, ούτε κυρίως με συμμαχία με τις αστικές δυνάμεις και στη βάση μιας αστικής δημοκρατίας που ξεφορτώνεται όλο και περισσότερο τα δημοκρατικά δικαιώματα που επέβαλλε το εργατικό κίνημα.
Πολλά μοιάζουν με τα κολασμένα χρόνια 1929-1933. Και τότε και τώρα, το κλειδί της απάντησης ήταν και είναι αλλού: Στην αντικαπιταλιστική εργατική απάντηση στην κρίση, στην ιδεολογική, πολιτική και κινηματική οργάνωση των εργαζομένων, των ανέργων, των φτωχών, στον ξεσηκωμό και την επαναστατική δημοκρατική επιβολή ενός άλλου δρόμου αξιοπρεπούς συλλογικής ζωής έξω από τη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς και τη μπότα των εθνικών και υπερεθνικών μηχανισμών της. Με άλλα λόγια απαιτείται μια άλλη αριστερά, αντικαπιταλιστικού και επαναστατικού προσανατολισμού, αλλά και η κοινή δράση όλων των ρευμάτων της στο πεδίο του εργατικού και ευρύτερου λαϊκού κινήματος.
Με εξαιρετική ορμή και παραστατικότητα, έρχεται στην επιφάνεια η πραγματικότητα μιας αναμέτρησης, πρωτόγνωρης σε ένταση, διάρκεια και έκταση, ασυνήθιστης σε βιαιότητα, που δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί και να μπει κάτω από κανένα χαλί.
Οι τραμπουκικές επιθέσεις του ναζιστικού υποκειμένου στις γυναίκες εκπροσώπους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ σε δημόσια τηλεοπτική θέα, δύο μόλις μέρες μετά την κήρυξη ως παράνομης της πολύμηνης απεργίας στην ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ, ήρθαν να αφυπνίσουν πολλαπλά και πολλούς.
Αφενός, φρόντισαν να μας θυμίσουν ξεχασμένα πράγματα για την αστική δημοκρατία.
Το γεγονός δηλαδή ότι δε μας κυβερνάει έτσι απλά μια κυβέρνηση, μια βουλή, κάποιοι ουδέτεροι θεσμοί, αλλά ότι υπάρχει κάτι πιο βαρύ που συνέχει όλα αυτά.
Η οικονομική ολιγαρχία, έχει την εξουσία στην παραγωγή και την οικονομία, αλλά είναι και συγκροτημένη πολιτικά σε ένα κράτος.
Αυτό έχει τη δύναμη της μετατροπής του συμφέροντος της αστικής τάξης σε νόμο, μέτρο, αλλά και αξία της κοινωνίας. Αλλά έχει και το μονοπώλιο της βίας, τους ιδιαίτερους μηχανισμούς καταστολής, που για να μη ξεχνιόμαστε ψηφίζουν και κατά 60% Χρυσή Αυγή.
Αφετέρου, ήρθαν να μας υπενθυμίζουν ότι αυτά που ξέραμε αλλάζουν ταχύτατα, σε αντιδραστική κατεύθυνση.
Το αστικό μπλοκ, δεν έχει πλέον θετικό ελκτικό πρόταγμα ελέω καπιταλιστικής κρίσης, ούτε δυνατότητα για νέου τύπου κοινωνικές συμμαχίες και πρακτικές ενσωμάτωσης. Έτσι, μαζί με την ένταση της επίθεσής του στα εργαζόμενα και λαϊκά στρώματα, αναπτύσσει στρατηγικές εμφυλίου πολέμου μέσα στο λαό. Και εδώ ο μεγάλος σύμμαχος από κάθε άποψη είναι ο φασισμός. Όχι μόνο κυρίως σαν δολοφονική παρακρατική ομάδα τρομοκράτησης. Αλλά περισσότερο, σαν φιλοσοφικό πολιτικό ρεύμα και πρακτική που θα προτάσσει αντί της κατάργησης της κοινωνικής απόστασης ανάμεσα σε εργασία και κεφάλαιο, την σφαγή μεταξύ των εργαζομένων. Την κατάργηση του εργατικού κινήματος, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό. Στο όνομα, κατά περίσταση, της μάχης κατά των ‘’συνδικαλιστών’’, της πολιτικής ‘’φαυλοκρατίας’’, των ‘’προνομιούχων’’, των ‘’ξένων’’, των μεταναστών. Όλοι στο κάδρο εκτός από τα μεγάλα αφεντικά…
Υπάρχει όμως ακόμη ένα άλλο πολύ χρήσιμο στοιχείο που παρέχει ο φασισμός στο σύστημα σε μια στιγμή κρίσης. Το όλο και πιο υπερ-αντιδραστικό κράτος, σε εθνική και διεθνή κλίμακα, είναι υποχρεωμένο να υπερβεί τον εαυτό του σε ότι αφορά τη βία που είναι πλέον όλο και πιο απαραίτητη. Όσο αυτή η μετάλλαξη αναπτύσσεται με ρυθμούς που επιβραδύνονται από τις δημοκρατικές καταχτήσεις, περνούν κατασταλτικές αρμοδιότητες απευθείας σε ανεξέλεκτους (παρα)κρατικούς μηχανισμούς. Και εδώ ο φασισμός είναι πολύ πρόθυμος. Ειδικά αν είναι να χρησιμοποιηθεί ενάντια σε μια απεργία, ενάντια στο εργατικό κίνημα και φυσικά την αριστερά. Ο αστυφύλακας έχει στολή και διακριτικά και πρέπει να δώσει κάποιο λογαριασμό, ενώ το μαντρόσκυλο απαλλάσσεται εξ ορισμού…
Τα παραπάνω, ενισχύονται μέσα σε ένα περιβάλλον κοινωνικής απελπισίας, μαζικής ανεργίας και κινηματικής αδυναμίας.
Παροξύνονται εξ αιτίας της στρατηγικής ανημπόριας της αριστεράς να συνδέσει τη μάχη για τα άμεσα συμφέροντα, με μια διαφορετική κοινωνική προοπτική, συλλογική οργάνωση της ζωής ενάντια και έξω από τον καπιταλισμό. Η αριστερά επιμένει να ασκείται αέναα και να ιδροκοπά στο κοινωνικό και πολιτικό σημειωτόν, όταν μια κοινωνία καταβυθίζεται. Προσδοκά στήριξη και εξουσιοδότηση διαχείρισης στη βάση της έκφρασης της ριζοσπαστικής δυσαρέσκειας λόγω της όξυνσης των άμεσων, ζωτικών προβλημάτων, χωρίς σύγκρουση με τον καπιταλισμό και την ΕΕ. Χωρίς σύνδεση με άλλες συλλογικές αξίες για την κοινωνία, την συνύπαρξη λαών και εθνών, τη συμβίωση των ανθρώπινων πολιτισμών με το περιβάλλον.
Ακόμη χειρότερα, φαίνεται να συμβαίνει το απίστευτο: Ο φασισμός συγκροτείται όλο και περισσότερο μέσα στα εργατικά και λαϊκά στρώματα ως ένα επιθετικό αντεργατικό και αντικομουνιστικό μέτωπο, απέναντι σε ένα κομμουνιστικό πρόταγμα που δεν υπάρχει! Σε μια στιγμή που η αριστερά απαξιώνει τόσο την έννοια του μετώπου εργατικής πολιτικής και γενικά την έννοια της πολιτικής ως διαπάλης ταξικών κοινωνικών συμφερόντων, όσο και την ανάγκη ενός σύγχρονου κομμουνιστικού απελευθερωτικού προγράμματος, που θα απαιτεί κοινοκτημοσύνη των αγαθών, δημοκρατία, ελευθερία, συλλογική ζωή, αλληλεγγύη και διεθνισμό.
Μια ορισμένη αφύπνιση δεν μπορεί να μην υπάρξει. Ωστόσο, τα καλέσματα για ‘’αντιφασιστικά μέτωπα’’, δεν φτάνουν για να απαντήσουν στην ουσία του θέματος. Το φασισμό, περισσότερο από ποτέ τον γεννά και τον χρειάζεται ο καπιταλισμός, η κρίση του, η αντιδραστική απάντηση σε αυτήν με το όπλο του κοινωνικού κανιβαλισμού και της αντιδημοκρατικής στροφής. Δεν αντιμετωπίζεται ούτε μόνο ηθικά, ούτε κυρίως με συμμαχία με τις αστικές δυνάμεις και στη βάση μιας αστικής δημοκρατίας που ξεφορτώνεται όλο και περισσότερο τα δημοκρατικά δικαιώματα που επέβαλλε το εργατικό κίνημα.
Πολλά μοιάζουν με τα κολασμένα χρόνια 1929-1933. Και τότε και τώρα, το κλειδί της απάντησης ήταν και είναι αλλού: Στην αντικαπιταλιστική εργατική απάντηση στην κρίση, στην ιδεολογική, πολιτική και κινηματική οργάνωση των εργαζομένων, των ανέργων, των φτωχών, στον ξεσηκωμό και την επαναστατική δημοκρατική επιβολή ενός άλλου δρόμου αξιοπρεπούς συλλογικής ζωής έξω από τη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς και τη μπότα των εθνικών και υπερεθνικών μηχανισμών της. Με άλλα λόγια απαιτείται μια άλλη αριστερά, αντικαπιταλιστικού και επαναστατικού προσανατολισμού, αλλά και η κοινή δράση όλων των ρευμάτων της στο πεδίο του εργατικού και ευρύτερου λαϊκού κινήματος.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου