Απόσταση
και κόστος έχουν καταστήσει την Χίο απαγορευτική για τους Έλληνες την
ίδια στιγμή που οι εξ Ανατολάς γείτονες κοντεύουν να την βουλιάξουν
Το
σκηνικό αυτής της ξεχωριστής, μα πάνω από όλα επιδιωκόμενης, τουρκικής
«εισβολής», αφορά, κυρίως, στην Χίο, που έχει εξελιχθεί σε αγαπημένο
προορισμό για τους τουρίστες από τη γειτονική χώρα, σε σημείο ώστε το
νησί να… βουλιάζει, από «ποτάμια» Τούρκων.
Στην
πραγματικότητα, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι Χιώτες, οι Τούρκοι έχουν
αναγάγει και πάλι τον τουρισμό σε τρίτη… βάρκα, στην οποία μπορεί να
πατά η τοπική οικονομία, μετά τον αγροτικό τομέα, που εκφράζεται με την
ενασχόληση της καλλιέργειας της μαστίχας και των εσπεριδοειδών, καθώς
και τη μακρά ναυτιλιακή παράδοση, που συνοδεύει την ιστορία του νησιού.
Κρίνοντας μάλιστα από τις αριθμητικές επιδόσεις του τομέα, η συνεισφορά
του τουρκικού συναλλάγματος στο ΑΕΠ του νησιού, είναι καθοριστική. Ιδίως
από τη στιγμή που η πορεία του τουριστικού ρεύματος, από άλλες χώρες,
βαίνει φθίνουσα τα τελευταία έτη, επιτείνοντας τα απόνερα της κρίσης και
σε αυτό το τμήμα της ελληνικής επικράτειας.
Στον
αντίποδα, οι τουρίστες από άλλες «δεξαμενές» άντλησης επισκεπτών για τη
Χίο, όπως είναι η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και όχι μόνο, περιορίστηκαν πέρσι σε
8.220 άτομα (εκ των οποίων το 44,32% ήταν Ολλανδοί και το 27% Νορβηγοί),
έναντι 12.079 ατόμων το 2010 και 22.508 ατόμων το 2002. Όπερ, τα
τελευταία 13 χρόνια, σχεδόν υποτριπλασιάστηκαν οι άλλοι ξένοι τουρίστες.
Για φέτος, τα δεδομένα δείχνουν ότι μπορεί να σπάσει το φράγμα των
100.000 Τούρκων, αφού μέχρι και μετά το Πάσχα (οπότε και υπάρχουν
καταγεγραμμένα στατιστικά) η άνοδος του τουριστικού ρεύματος από τη
γειτονική χώρα ήταν σημαντική, έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρυσι.
«Στην
αρχή ήμασταν κουμπωμένοι κι εμείς και εκείνοι. Ερχόταν πρώτα συνήθως
άντρες για να δουν πώς θα τους αντιμετωπίσουμε και κατόπιν, αφού
ευχαριστιόταν τη φιλοξενία που τους επιφυλάσσαμε, επέστρεφαν με τις
συζύγους και φίλους τους, ενώ κάποιοι έπαιρναν και τα παιδιά τους»,
θυμάται η κ. Ελένη Τοπάκα, ιδιοκτήτρια του συγκροτήματος «Topakas House»,
στον Κάμπο Χίου, που αποτελείται από 7 ενοικιαζόμενα δωμάτια. Σήμερα ο
πάγος έχει σπάσει λέει η συνομιλήτριά μας, παραδέχεται πως «με πολλούς
έχουμε γίνει φίλοι και έρχονται και ξανάρχονται» και σημειώνει εμφατικά,
για να αναδείξει τη μεγάλη δυναμική της τουρκικής δεξαμενής, ότι «ενώ
επί 24 χρόνια είχα μόνο δύο κρατήσεις Τούρκων, από το 2012 και μετά, το
85%-90% των πληροτήτων στο συγκρότημά μας, είναι από Τούρκους».
Βέβαια,
ο μέσος όρων των διανυκτερεύσεων που πραγματοποιούν οι Τούρκοι είναι
σαφώς μικρότερος, έναντι των άλλων επισκεπτών. Περιορίζονται για την
ακρίβεια, βάσει στοιχείων του γραφείου του ΕΟΤ της Χίου, σε 1,58
διανυκτερεύσεις, όταν για τους Ολλανδούς είναι 10,21, για τους Νορβηγούς
9,96, για τους Αυστριακούς 9,22, για τους Βέλγους 8,54 και για τους
Έλληνες 2,86! «Είναι όμως μεσαίου κι υψηλού εισοδηματικού στρώματος και
υψηλού μορφωτικού επιπέδου», αντιτείνει ο κ. Γεωργούλης, προσθέτοντας
ότι, συν τοις άλλοις, ξοδεύουν περισσότερα, ενώ πλέον έχουν αρχίσει να
εμφανίζονται και οι… σκαφάτοι, οι οποίοι το… φυσούν. Και πράγματι,
σύμφωνα με τα ευρήματα της σχετικής έρευνας, το 65,19% των Τούρκων
επισκεπτών της Χίου έχει πανεπιστημιακή μόρφωση, το 43,7% είναι
ελεύθεροι επαγγελματίες και σχεδόν το 40% του δείγματος δηλώνει πως έχει
έναν μηνιαίο μισθό πάνω από 3.000 τουρκικές λίρες.
«Φυσικά
και ξοδεύουν περισσότερα χρήματα από ό,τι άλλοι τουρίστες. Οι Ευρωπαίοι
δεν βγαίνουν από τα ξενοδοχεία, παρά μόνο για βόλτα, καθώς κάνουν χρήση
των υπηρεσιών all inclusive. Ο Τούρκος αφήνει. Είναι όπως ο Έλληνας.
Γεμίζει το τραπέζι με φαγητά, θέλει να πιει, να χορέψει και να
διασκεδάσει. Δεν είναι καθόλου σφιχτός. Δεν είναι της λογικής να
μοιράσει μια σαλάτα και μια μπίρα», επιβεβαιώνει η κ. Ελ. Τοπάκα και
προσθέτει ότι «ψωνίζουν, επίσης, και πολλά τρόφιμα και ποτά. Έρχονται με
μεγάλες άδειες βαλίτσες και όταν επιστρέφουν, τις έχουν γεμίσει με
κρασιά, με γαλακτοκομικά, με τυριά και κρέατα».
Το
πόσο σημαντικό είναι το τουρκικό τουριστικό ρεύμα για τους κατοίκους
της Χίου μπορεί κανείς να το αντιληφθεί από το γεγονός ότι πολλοί
επαγγελματίες του τομέα της εστίασης, της διασκέδασης, της φιλοξενίας,
των μεταφορών, ακόμη και της ένδυσης και υπόδησης, έχουν μάθει, και
συνεχίζουν να μαθαίνουν, την τουρκική γλώσσα, ώστε να μπορούν να
επικοινωνούν και να εξυπηρετούν άμεσα τους επισκέπτες τους από την
Τουρκία. Επίσης, τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος αλλά όχι
μόνο, διαθέτουν τιμοκαταλόγους που είναι γραμμένοι και στις δύο γλώσσες,
ενώ τα τούρκικα συνοδεύουν, ενίοτε, τις επιγραφές και στις πινακίδες
των καταστημάτων.
«Νιώθετε
ότι αυτή η στενή σχέση που έχει αναπτυχθεί με τα τουρκικά παράλια
επιτείνει το αίσθημα του αποκλεισμού της Χίου από την υπόλοιπη
ηπειρωτική Ελλάδα;» ρωτήσαμε, εν κατακλείδι, τον πρόεδρο του τοπικού
Επιμελητηρίου κι η απάντηση περίσσευε ρεαλισμού. «Μακάρι να είχαμε
Έλληνες τουρίστες. Δυστυχώς, όμως, για να έρθει σήμερα στη Χίο μια
ελληνική τετραμελής οικογένεια και να παραθερίσει στη Χίο, είναι σχεδόν
απαγορευτικό. Με τα σημερινά δεδομένα, τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, που
συνήθως κάνουμε διακοπές οι Έλληνες, δεν μπορεί να έρθει, διότι μόνο για
τα μεταφορικά και τα ακτοπλοϊκά, αν διαθέτει κι αυτοκίνητο, χρειάζεται
να δαπανήσει έως 1.000 ευρώ και να κάνει 8,5 ώρες με το καράβι από τον
Πειραιά. Ποιοι έχουν αυτή τη δυνατότητα πλέον; Όσο υπήρχε οικονομική
άνεση, η κίνηση από τη Βόρεια Ελλάδα, διότι από εκεί είχαμε καλή
συγκοινωνία, ήταν καλή. Τώρα οι περισσότεροι Έλληνες που μας
επισκέπτονται, έρχονται από γειτονικά νησιά». Υπάρχει και η αεροπορική
σύνδεση με το νησί και μάλιστα μια εταιρεία που εκτελεί δρομολόγια προς
τη Χίο από τη Θεσσαλονίκη έχει αρκετά ανταγωνιστικές τιμές. Όμως ο
μικρός διάδρομος του τοπικού αεροδρομίου δεν μπορεί πλέον να «σηκώσει»
μεγάλα αεροσκάφη και αυτός είναι και ο λόγος, όπως τουλάχιστον
διατείνονται οι διεθνείς tour operators, για τον οποίο η κίνηση πτήσεων
charter από την Ευρώπη έχει πάρει την κατιούσα τα τελευταία χρόνια.
Είναι
από τις περιπτώσεις που ακούς στις ειδήσεις για την… απόβαση Τούρκων σε
ελληνικό νησί κι όχι μόνο δεν σε πιάνει σύγκρυο, πανικός ή να σφίγγεται
η ψυχή σου, αλλά κάθεσαι χαλαρά και «χαζεύεις» τον ρεπόρτερ να
περιγράφει τα τεκταινόμενα και όσο ξετυλίγεται το κουβάρι της είδησης,
σκέφτεσαι «καλά που είναι και οι γείτονες…».
Νεαρά,
αλλά και μεγαλύτερα ζευγάρια, οικογένειες, μεμονωμένοι φίλοι,
επισκέπτονται τη Χίο, περιδιαβαίνουν τα στενά και τα αξιοθέατά της,
στήνουν τσιμπούσια, αλά… ελληνικά, ψωνίζουν ό,τι μπορεί να φανταστεί
κανείς και, κυρίως, δεν περιορίζουν τις επισκέψεις τους μόνο στους
θερινούς μήνες, αλλά τις διαχέουν σε όλο το δωδεκάμηνο και επηρεάζουν
όλο το φάσμα της χιώτικης οικονομικής δραστηριότητας. Εσχάτως δε,
άρχισαν, σιγά – σιγά, να στήνουν και τις δικές τους επιχειρήσεις στην
πρωτεύουσα του νησιού, όπως συμβαίνει με ένα μαγαζί στο λιμάνι της
πόλης, που σερβίρει τσάι με τον παραδοσιακό τούρκικο τρόπο και με ένα
κατάστημα ενοικίασης αυτοκινήτων, που είναι να λειτουργήσει οσονούπω.
Τα
στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές, καθώς
αποδεικνύουν ότι την τελευταία 4ετία οι αφίξεις αλλοδαπών τουριστών
(πλην Τουρκίας) με charter, κατέγραψαν …ανώμαλη προσγείωση, ενώ αντίθετα
εκείνες των Τούρκων «απογειώθηκαν». Ειδικότερα, βάσει έρευνας που
διενεργήθηκε το περασμένο καλοκαίρι για λογαριασμό της διεύθυνσης
τουρισμού της περιφερειακής ενότητας Χίου, οι Τούρκοι, που επέλεξαν το
ακριτικό νησί για να περάσουν κάποιες ημέρες των διακοπών τους, ανήλθαν
σε 56.299 άτομα, ενώ το 2014, στο 10μηνο έως και τον Οκτώβριο, ο αριθμός
αυτός διαμορφώθηκε σε 64.400 άτομα. Ήδη, δηλαδή, η ποσοστιαία αύξηση,
χωρίς το τελευταίο δίμηνο του έτους, ήταν στο 18,2%, κάτι που σημαίνει
ότι συνολικά η περσινή χρονιά πρέπει να προσέγγισε τις 80.000 αφίξεις.
Τι
συνέβη και έχει αλλάξει, έτσι, άρδην το τοπίο, αναδεικνύοντας τους
Τούρκους τουρίστες πρωταγωνιστές στη Χίο; «Όλα άρχισαν πριν από περίπου
3-4 χρόνια όταν με παροτρύνσεις φορέων και παραγωγικών τάξεων και από
τις δύο πλευρές του Αιγαίου, οι κυβερνήσεις των δύο χωρών συμφώνησαν σε
ένα πλέγμα δράσεων, που διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ μας. Κατά βάση
αυτό έγινε μέσω παρεμβάσεων στο θέμα της έκδοσης βίζα» τονίζει στο WE
του News247.gr ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χίου κ. Γεώργιος Γεωργούλης.
Περίπου
την ίδια περίοδο ακολούθησαν αδελφοποιήσεις συλλόγων και φορέων του
νησιού με αντίστοιχες δομές στο Τσεσμέ, που είναι ακριβώς απέναντι από
τη Χίο και πολύ κοντά στη Σμύρνη. Το ίδιο έγινε και μια σειρά από
προωθητικές ενέργειες διαφόρων εθίμων και γιορτών του της χιώτικης
παράδοσης σε πόλεις στα δυτικά παράλια της Τουρκίας. Έτσι, σιγά–σιγά,
χτίστηκαν οι προϋποθέσεις να ανοίξει η πόρτα της συνεργασίας στον
τουριστικό τομέα.
Η
εγγύτητα –πέραν των διευκολύνσεων στις διατυπώσεις στα τελωνεία- έχει
διαδραματίσει επίσης, καίριο ρόλο στην επιλογή της Χίου από τους
Τούρκους ως προορισμού αναψυχής, έστω και ολιγοήμερου. «Είμαστε πολύ
κοντά με το Τσεσμέ. Η Σμύρνη, που είναι μια πόλη 5-6 εκατομμυρίων
κατοίκων, απέχει από το Τσεσμέ μόλις 90 χλμ, ή περίπου μία ώρα με το
λεωφορείο και πολύ λιγότερο με το αυτοκίνητο, ενώ στην ευρύτερη περιοχή
διατηρούν τα εξοχικά τους και πολλοί Κωνσταντινουπολίτες, οι οποίοι
πετάγονται για κάποιες ημέρες και στο νησί μας» υπογραμμίζει ο πρόεδρος
του συλλόγου ενοικιαζόμενων δωματίων και διαμερισμάτων Χίου κ. Δημήτρης
Κυτριλάκης. Εξηγεί δε, ότι στη σύνδεση των λιμένων Τσεσμέ-Χίου,
δραστηριοποιούνται δύο ναυτιλιακές εταιρείες, μία χιώτικη και μια
τουρκική, οι οποίες το καλοκαίρι κάνουν 3-4 δρομολόγια την ημέρα, ενώ
τους υπόλοιπους μήνες από 2-3 την εβδομάδα. «Η δική μας ναυτιλιακή έχει
ένα πλοίο, που ολοκληρώνει τη διαδρομή σε 40 λεπτά, ενώ η τούρκικη
διαθέτει ένα καταμαράν, το οποίο συνδέει τα δύο λιμάνια σε 25 λεπτά,
έναν ακόμη κανονικό πλοίο και μια “παντόφλα” για να κουβαλά κι
αυτοκίνητα», διευκρινίζει ο συνομιλητής μας και προσθέτει ότι οι δύο
επιχειρήσεις έχουν αναπτύξει μια πολύ καλή συνεργασία και «όταν η μία
βάζει ένα καράβι στο καρνάγιο για επισκευές, ζητά από την άλλη να
βοηθήσει στην εξυπηρέτηση του πελατολογίου της».
Οι
άνθρωποι αυτοί έρχονται στη Χίο κυρίως για τα Σαββατοκύριακα, καθώς και
σε γιορτές, είτε είναι της δικής τους θρησκείας, όπως το ραμαζάνι, είτε
στις δικές μας. «Θα τους βρεις να μας επισκέπτονται όλο το χρόνο, αλλά
κυρίως περιόδους, όπως το Πάσχα για να δουν το ρουκετοπόλεμο, στα
καρναβάλια, τα Χριστούγεννα κλπ», μας αναφέρει ο κ. Κυτριλάκης και
συμπληρώνει: «Μένουν συνήθως 1-2 ημέρες. Λίγο καλύτερα είναι τα πράγματα
το δίμηνο Ιούλιος – Αύγουστος, καθώς το διάστημα αυτό παρατείνουν τη
διαμονή τους έως και 4-5 ημέρες, ώστε να το συνδυάσουν και με μπάνιο στη
θάλασσα». Σύμφωνα με τον ίδιο η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη των Τούρκων,
(σ. σ. στο 57% του δείγματος) κινείται στα 200 ευρώ κι επιμερίζεται σε
25-30 ευρώ για τα μεταφορικά, άλλα περίπου 40 ευρώ για κατάλυμα και τα
υπόλοιπα για φαγητό, διασκέδαση και ψώνια. «Είμαστε φθηνότεροι και
έχουμε και πολύ καλύτερη ποιότητα. Να σκεφτείτε ένα ζευγάρι στη Σμύρνη
για να φάει σε ένα καλό εστιατόριο πρέπει να δαπανήσει 80-100 ευρώ, ενώ
στη Χίο το ποσό είναι στα μισά» τονίζει.
Μεγάλο…
σουξέ στους Τούρκους, συμπληρώνει ο κ. Κυτριλάκης έχει το προσούτο. «Η
Χίος έχει τις μεγαλύτερες πωλήσεις σε προσούτο σε όλη την Ευρώπη, ψάξτε
το», λέει -ίσως και με διάθεση υπερβολής- ο συνομιλητής μας και αφού
προσθέτει πως «αγοράζουν, επίσης, γυαλιά, αρώματα, παραδοσιακά προϊόντα,
αλλά και ρούχα», δεν διστάζει να παραδεχθεί πως «μας έχουν σώσει. Με
αυτή την κρίση, χωρίς την παρουσία των Τούρκων τουριστών, θα τις είχαμε
κλείσει όλες τις επιχειρήσεις στο νησί».
«Με
πρωτοβουλία του επιμελητηρίου και της ομοσπονδίας επαγγελματιών του
νησιού έχει στηθεί ένα δίκτυο διεξαγωγής σεμιναρίων ταχύρρυθμης
εκμάθησης της τουρκικής γλώσσας -συνήθως διάρκειας 25 ωρών- στα οποία
μετέχουν γκρουπ 20-25 επαγγελματιών, οι οποίοι διδάσκονται τα βασικά για
να μπορούν να συνεννοούνται» αναφέρει ο κ. Κυτριλάκης, και υπενθυμίζει
ότι οι Τούρκοι μιας ηλικίας δεν μιλούν καθόλου αγγλικά. Δωρεάν μαθήματα,
όμως, οργανώνονται και από το δήμο, σύμφωνα με την κ. Ελ. Τοπάκα, η
οποία, ωστόσο, επέλεξε να κάνει μόνη της ιδιαίτερα και πλέον «με τους
πολλούς φίλους που έχω από την Τουρκία, μπορούμε να κάνουμε και
συζητήσεις με ευρύτερο περιεχόμενο, εκτός από τα τυπικά. Πρόκειται για
ανοιχτόμυαλους ανθρώπους στα παράλια και τους αρέσει το νησί μας, το
φαγητό μας, γλεντούν με την ελληνική μουσική και λατρεύουν το Θεοδωράκη,
τη Γαλάνη, την Αλεξίου και άλλους ποιοτικούς Έλληνες καλλιτέχνες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου