«ρεαλισμού», του σχολείου της σκέψης που προϋποθέτει ότι οι διακρατικές
σχέσεις είναι βασισμένες στο συσχετισμό των δυνάμεων και δύσκολα
μεταβάλλονται. Μέσω της μελέτης του πελοποννησιακού πολέμου, ενός
καταστρεπτικού πολέμου που άρχισε σε 431 π.Χ. μεταξύ των ελληνικών
πόλεων κρατών ο ιστορικός τεκμηριώνει τις απόψεις. Ο Θουκυδίδης πρώτος
υποστήριξε ότι ενώ μια αλλαγή στην ιεραρχία των πιο αδύνατων κρατών δεν
είχε επιπτώσεις σε ένα δεδομένο σύστημα, μια διαταραχή της ισορροπίας
μεταξύ των ισχυρότερων κρατών θα ανέτρεπε αποφασιστικά τη σταθερότητα
του συστήματος. Ο ρεαλισμός του Θουκυδίδη έχει ασκήσει διαχρονική
επίδραση στον τρόπο που οι σύγχρονοι αναλυτές αντιλαμβάνονται τις
διεθνείς σχέσεις. Προσθέτοντας στις εργασίες Gilpin και του Waltz, ο Leo
Strauss του πανεπιστημίου του Σικάγου είδε τον πελοποννησιακό πόλεμο ως
περιορισμό των προτάσεων που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν και να
προσδιοριστούν σε ένα συνεπές πλαίσιο ή να χρησιμεύσουν ακόμη και ως η
βάση για μια σειρά νόμων για την επιστήμη της σύγχρονης πολιτικής. Στην
πραγματικότητα, οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν μεταχειριστεί (βλέπουν)
την εργασία του Θουκυδίδη ως συνεπή προσπάθεια να επικοινωνήσουν οι
πολιτικές απόψεις που έχουν χρησιμεύσει ως η βάση για το αμερικανικό
δόγμα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας στη μετά τον παγκόσμιο πόλεμο
εποχή. Ο πολιτικός ρεαλισμός αποτελεί αναμφίβολα την κυρίαρχη προσέγγιση
στη μελέτη των διεθνών σχέσεων. Είναι μία σχολή σκέψης που απαντά με
έναν πολύ συγκεκριμένο και μοναδικό τρόπο σε μια σειρά από κεντρικά
ερωτήματα, όπως ποια είναι δομή και ο χαρακτήρας του διεθνούς
συστήματος, ποια είναι τα κύρια αίτια της στρατηγικής συμπεριφοράς των
κρατών, πώς επιβιώνουν τα κράτη σε ένα ανταγωνιστικό και διεθνές
σύστημα, ποιος είναι ο ρόλος του δικαίου και της ηθικής στις διεθνείς
σχέσεις και πως κατοχυρώνεται η ειρήνη. Η Ιστορία του Πελοποννησιακού
Πολέμου στο διεθνές σύστημα θεωρείται η "βίβλος" των ρεαλιστών. Όπως
απεφάνθη ο Martin Wight, η ιστορία του πολέμου μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης
αποτελεί "ένα από τα εξέχοντα βιβλία για τη σχέση πολιτικής και ισχύος
[1]". Ο Robert Gilpin χαρακτηρίζει τον Θουκυδίδη ως τον πρώτο πολιτικό
επιστήμονα και τον πρώτο ρεαλιστή που έδωσε έμφαση στην ανάλυση του
συσχετισμού ισχύος.
Το Άναρχο Διεθνές Σύστημα
Σ’ ένα άναρχο διεθνές σύστημα ο πόλεμος τον οποίο ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει ως "δάσκαλο της βίας" είναι πάντοτε πιθανός και έτσι τα κράτη αναγκάζονται συνεχώς να προετοιμάζονται για αυτό το ενδεχόμενο. Σε συνθήκες αναρχίας τα πάντα επιτρέπονται, αφού κυριαρχεί ο νόμος της φύσης(ή της ισχύος): " ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του". Σε ένα τέτοιο σύστημα κάθε κρατική οντότητα πρέπει από μόνη της να μεριμνήσει πρώτα απ’ όλα για την επιβίωσή της [2]. Κάθε ρεαλιστική θεώρηση του διεθνούς συστήματος ξεκινάει από την ανάλυση του συσχετισμού δυνάμεων στο σύστημα αυτό (κυρίως μεταξύ των ισχυρότερων δρώντων).Ο Θουκυδίδης από την πρώτη κιόλας παράγραφο της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, μας πληροφορεί για τον συσχετισμό δυνάμεων στο διεθνές σύστημα της αρχαίας Ελλάδας: "Όταν άρχισε ο πόλεμος, οι δύο αντίπαλοι ήσαν στην ακμή της δύναμής τους, ήσαν καλά προετοιμασμένοι, και όλοι οι Έλληνες έπαιρναν ή ήσαν έτοιμοι να πάρουν το μέρος του ενός ή του άλλου". Με άλλα λόγια, ο Θουκυδίδης περιγράφει ένα κατά βάση διπολικό διεθνές σύστημα, επικεντρώνοντας την ανάλυσή του στους δύο μεγάλους πρωταγωνιστές και τις συμμαχίες τους.
To Θέμα της Ασφάλειας των Κρατών
Συνέπεια της έλλειψης ρυθμιστικής εξουσίας στο διεθνές σύστημα και της συνακόλουθης επικράτησης μιας διεθνούς αναρχίας είναι η δημιουργία αισθήματος ανασφάλειας και φόβου ανάμεσα στις μονάδες του συστήματος. Ο φόβος αυτός και το ζήτημα της αντιμετώπισης απειλών γίνεται έτσι κυρίαρχο κίνητρο στρατηγικής συμπεριφοράς. Η απειλή της Περσίας εξώθησε την Αθήνα να δημιουργήσει την αυτοκρατορία της για να κατοχυρώσει την ασφάλειά της: Ο φόβος όμως παίζει καθοριστικό ρόλο και στη διαμόρφωση της στρατηγικής συμπεριφοράς της Σπάρτης. Η Σπάρτη νιώθει ότι απειλείται από την αύξηση της δύναμης της Αθήνας και έτσι καταφεύγει σε "παρεμποδιστικό πόλεμο": Αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτού που σήμερα αποκαλείται "δίλημμα ασφάλειας", δηλ. η κατάσταση που προκύπτει όταν τα μέτρα που αυξάνουν την ασφάλεια ενός κράτους, ταυτόχρονα μειώνουν την ασφάλεια των άλλων. Το άναρχο διεθνές σύστημα, λοιπόν, δημιουργεί ανασφάλεια και συνεπώς πρωταρχικός στόχος των κρατών είναι να μεγιστοποιήσουν την ασφάλειά τους.
Το Κρατικό Συμφέρον
Εκτός από το φόβο, η μεγιστοποίηση του συμφέροντος αποτελεί βασικό κίνητρο της στρατηγικής των κρατών. Πόσο μακριά όμως μπορεί να φθάσει ένα κράτος στην αναζήτηση τρόπων εξυπηρέτησης των συμφερόντων του; "Για μια πολιτεία που ασκεί ηγεμονία, τίποτε δεν είναι παράλογο αν είναι συμφέρον [3]", ισχυρίζονται οι Αθηναίοι. Πρώτα απ’ όλα έρχεται το συμφέρον επιβίωσης. Εκτός από την επιβίωση, οι πολιτείες πρέπει να μεριμνήσουν για τη διατήρηση της εδαφικής τους ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας τους, διαφορετικά κινδυνεύουν να τα χάσουν και τα δύο. Ο Θουκυδίδης για παράδειγμα, περιγράφει με λεπτομέρεια τη διαδικασία με την οποία οι Αθηναίοι στερούσαν από άλλες πολιτείες την ελευθερία τους [4]. Σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές σύστημα οι πολιτείες είναι αναγκασμένες να διατηρήσουν τη σχετική τους θέση στην κατανομή ισχύος. Αν η σχετική τους θέση χειροτερεύσει και αυτή των αντιπάλων τους καλυτερεύσει, τότε ενδέχεται να κινδυνεύσει η ασφάλειά τους. Αυτό σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, απετέλεσε την "πραγματική, αλλά ανομολόγητη αιτία" του Πελοποννησιακού πολέμου, δηλ. ότι "η μεγάλη ανάπτυξη της Αθήνας φόβισε τους Λακεδαιμονίους και τους ανάγκασε να πολεμήσουν [5]".
Η Επιδίωξη Ισχύος
Ο Θουκυδίδης είναι ο θεμελιωτής της μακράς ρεαλιστικής παράδοσης που έχει αναγάγει την ισχύ σε κεντρικό ζήτημα της διεθνούς πολιτικής. Η Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου δεν είναι τίποτε άλλο από μια ιστορική και φιλοσοφική ανάλυση του "προβλήματος της ισχύος". Ουσιαστικά ασχολείται με τον ορισμό της ισχύος, τη γέννησή της, το μηχανισμό της άνισης ανάπτυξής της, τη σημασία της στις διακρατικές σχέσεις, την τεχνική χρήσης της, τα ηθικά διλήμματα στη χρήση της και τις προσπάθειες να τεθούν νομικοί περιορισμοί στη χρήση της. Στον πυρήνα της σκέψης του βρίσκεται η διαλεκτική σχέση μεταξύ της οικονομικής, διπλωματικής και στρατιωτικής ισχύος:
(1) Οικονομική Ισχύς
Ο Θουκυδίδης είχε λανθασμένα κατηγορηθεί ότι αγνοεί ή υποβαθμίζει την οικονομική διάσταση της ισχύος [6]. Η συζήτηση για τη σημασία της οικονομικής δύναμης(πλούτος), είναι πραγματικά εξαντλητική στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Για παράδειγμα, το σημαντικότερο ίσως επιχείρημα του Σπαρτιάτη βασιλιά Αρχίδαμου ήταν ότι:
"ο πόλεμος γίνεται λιγότερο με όπλα και περισσότερο με χρήματα και η Σπάρτη δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες του πολέμου γιατί δεν διαθέτει πλούτο [7]".
(2) Διπλωματική Ισχύς
Η αναζήτηση συμμάχων μπορεί να αυξήσει τόσο τον πλούτο όσο και την στρατιωτική ισχύ μιας πολιτείας. Για την Σπάρτη, οι συμμαχίες ήταν παράγοντας στρατιωτικής ισχύος ενώ για την Αθήνα αποτελούσαν κυρίως πηγή χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, η όλη συζήτηση μεταξύ Κλέωνα και Διοδότου ουσιαστικά επικεντρώθηκε στο ζήτημα της αποδοτικότερης στρατηγικής απέναντι στους συμμάχους ώστε να μη μειωθούν οι οικονομικές εισφορές προς την Αθήνα:
"η υπεροχή μας απέναντι στους εχθρούς μας είναι ακριβώς τα έσοδα αυτά [8]"
(3) Στρατιωτική Ισχύς
Ο Θουκυδίδης αναλύει διεξοδικά τις δύο μορφές στρατιωτικής ισχύος που υπήρχαν στην εποχή του: την παραδοσιακή χερσαία δύναμη και τη ναυτική δύναμη. Η όλη του ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ναυτική ισχύς ήταν η σημαντικότερη μορφή. Ο ιστορικός παρουσιάζει τη σημασία της ναυτικής ισχύος μέσα από τις δημηγορίες του Περικλή, ο οποίος αφού λέει στους συμπολίτες του την κλασική φράση "μέγα το της θαλλάσης κράτος", εξηγεί ως εξής:
[…] από τα δύο μέρη του κόσμου που μπορεί να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, την γη και την θάλασσα, εξουσιάζετε απόλυτα την δεύτερη, όχι μόνο στις περιοχές όπου σήμερα κυριαρχείτε αλλά και σε εκείνες όπου στο μέλλον θ’ αποφασίζατε να εκταθείτε. Με το ναυτικό που έχετε σήμερα, ούτε ο Μέγας Βασιλεύς ούτε άλλο κανένα έθνος μπορεί να σας εμποδίσει να πάτε όπου θέλετε [9].
Η Διατήρηση της Ισορροπίας των Δυνάμεων
Σύμφωνα με τους πολιτικούς ρεαλιστές, ο ασφαλέστερος τρόπος για την κατοχύρωση της ειρήνης είναι η διατήρηση της ισορροπίας των δυνάμεων. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα κράτη πρέπει από μόνα τους να μεριμνούν για την ασφάλειά τους (αρχή της αυτοβοήθειας ) και την εξισορρόπηση των αντιπάλων τους. Το ζήτημα της εξισορρόπησης καταλαμβάνει κεντρική θέση στην ανάλυση του Θουκυδίδη. Για παράδειγμα, όταν η Κόρινθος άρχισε να προετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον της Κέρκυρας, οι Κερκυραίοι προσέτρεξαν αμέσως στους Αθηναίους για αναζήτηση βοήθειας. Η εξισορρόπηση του αντιπάλου μπορεί να γίνει με εσωτερική και εξωτερική εξισορρόπηση. Η επιστράτευση των εσωτερικών πόρων (π.χ. προετοιμασία, κινητοποίηση πληθυσμού, εντατικοποίηση εκπαίδευσης, εξοπλιστικά προγράμματα, αύξηση αμυντικών δαπανών) αποτελεί κλασική περίπτωση εσωτερικής εξισορρόπησης. Αντίθετα, η δημιουργία συμμαχιών αποτελεί μορφή εξωτερικής εξισορρόπησης.
Τα Αίτια του Πολέμου
Στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει τα αίτια του πολέμου ο Θουκυδίδης, "ανακάλυψε το νόμο της δυναμικής στις διεθνείς σχέσεις [10]" δηλ. τη θεωρία της άνισης ανάπτυξης. Η θεωρία αυτή είναι εξαιρετικά απλή στη σύλληψή της: Η ισχύς των κρατών εξαρτάται από την οικονομία, την τεχνολογία και τον πληθυσμό τους. Αυτοί οι παράγοντες καθορίζουν τη στρατιωτική ισχύ κάθε κράτους. Η ισχύς όμως των κρατών αλλάζει και αυτή η αλλαγή δεν γίνεται με τον ίδιο ρυθμό. Σε ορισμένα κράτη η ισχύς μειώνεται και σε άλλα αυξάνεται με διαφορετικούς μάλιστα ρυθμούς. Ο κύριος μηχανισμός αλλαγών βρίσκεται στους διαφορετικούς ρυθμούς και ανάπτυξης της οικονομίας, της τεχνολογίας και του πληθυσμού. Αυτή η ανισότητα έχει σοβαρές στρατηγικές επιπτώσεις τόσο για τα ίδια τα κράτη όσο και για το συσχετισμό δυνάμεων στο διεθνές σύστημα. Έτσι αυτή η ανάλυση έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη για να εξηγήσει κανείς όχι μόνο τον Πελοποννησιακό πόλεμο αλλά και άλλους πολέμους μεταξύ μεγάλων δυνάμεων για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα(ηγεμονικοί πόλεμοι). Για παράδειγμα, βασιζόμενος σ’ αυτή τη θεωρία, ο Robert Gilpin εξήγησε την Γαλλική επανάσταση, τους Ναπολεόντειους πολέμους και τους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα [11].
Ηθική και Εθνικό Συμφέρον
Ούτε άλλωστε εμείς εγκαινιάσαμε την πολιτική...ότι ο ασθενέστερος να υποκύπτει στη θέληση του ισχυροτέρου...μέχρις ότου εσείς .Λακεδαιμόνιοι αποφασίσατε να προβάλλεται τις αρχές της δικαιοσύνης ενώ εξυπηρετείται τα συμφέροντα σας [12].
Ο Θουκυδίδης οδηγείται στο συμπέρασμα ότι το εθνικό συμφέρον υπερέχει της ηθικής και ότι τα τυχαία αίτια των γεγονότων είναι τα φαινομενικά αίτια. Τα πραγματικά αίτια που κινούν τα γεγονότα και τις συμπεριφορά των δρώντων του διεθνούς περιβάλλοντος είναι η μεγιστοποίηση της ασφάλειας τους.
Όμως ένα από τα ΄πλέον αξιομνημόνευτα κείμενα ρεαλιστικής θεώρησης είναι οι "Μήλειοι διάλογοι". Σε αυτούς οι μεν Μήλειοι κάνουν αναφορά στο δίκαιο και στην ηθική ενώ οι Αθηναίοι στο συμφέρον τους.
...αφού εξίσου γνωρίζουμε και οι δυο, ότι ....το επιχείρημα του δικαίου αξία έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμη προς επιβολή του, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμης του και οασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του.[13]
ΝΙΚΟΣ Κ. ΔΕΝΙΟΖΟΣ
Το Άναρχο Διεθνές Σύστημα
Σ’ ένα άναρχο διεθνές σύστημα ο πόλεμος τον οποίο ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει ως "δάσκαλο της βίας" είναι πάντοτε πιθανός και έτσι τα κράτη αναγκάζονται συνεχώς να προετοιμάζονται για αυτό το ενδεχόμενο. Σε συνθήκες αναρχίας τα πάντα επιτρέπονται, αφού κυριαρχεί ο νόμος της φύσης(ή της ισχύος): " ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του". Σε ένα τέτοιο σύστημα κάθε κρατική οντότητα πρέπει από μόνη της να μεριμνήσει πρώτα απ’ όλα για την επιβίωσή της [2]. Κάθε ρεαλιστική θεώρηση του διεθνούς συστήματος ξεκινάει από την ανάλυση του συσχετισμού δυνάμεων στο σύστημα αυτό (κυρίως μεταξύ των ισχυρότερων δρώντων).Ο Θουκυδίδης από την πρώτη κιόλας παράγραφο της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, μας πληροφορεί για τον συσχετισμό δυνάμεων στο διεθνές σύστημα της αρχαίας Ελλάδας: "Όταν άρχισε ο πόλεμος, οι δύο αντίπαλοι ήσαν στην ακμή της δύναμής τους, ήσαν καλά προετοιμασμένοι, και όλοι οι Έλληνες έπαιρναν ή ήσαν έτοιμοι να πάρουν το μέρος του ενός ή του άλλου". Με άλλα λόγια, ο Θουκυδίδης περιγράφει ένα κατά βάση διπολικό διεθνές σύστημα, επικεντρώνοντας την ανάλυσή του στους δύο μεγάλους πρωταγωνιστές και τις συμμαχίες τους.
To Θέμα της Ασφάλειας των Κρατών
Συνέπεια της έλλειψης ρυθμιστικής εξουσίας στο διεθνές σύστημα και της συνακόλουθης επικράτησης μιας διεθνούς αναρχίας είναι η δημιουργία αισθήματος ανασφάλειας και φόβου ανάμεσα στις μονάδες του συστήματος. Ο φόβος αυτός και το ζήτημα της αντιμετώπισης απειλών γίνεται έτσι κυρίαρχο κίνητρο στρατηγικής συμπεριφοράς. Η απειλή της Περσίας εξώθησε την Αθήνα να δημιουργήσει την αυτοκρατορία της για να κατοχυρώσει την ασφάλειά της: Ο φόβος όμως παίζει καθοριστικό ρόλο και στη διαμόρφωση της στρατηγικής συμπεριφοράς της Σπάρτης. Η Σπάρτη νιώθει ότι απειλείται από την αύξηση της δύναμης της Αθήνας και έτσι καταφεύγει σε "παρεμποδιστικό πόλεμο": Αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτού που σήμερα αποκαλείται "δίλημμα ασφάλειας", δηλ. η κατάσταση που προκύπτει όταν τα μέτρα που αυξάνουν την ασφάλεια ενός κράτους, ταυτόχρονα μειώνουν την ασφάλεια των άλλων. Το άναρχο διεθνές σύστημα, λοιπόν, δημιουργεί ανασφάλεια και συνεπώς πρωταρχικός στόχος των κρατών είναι να μεγιστοποιήσουν την ασφάλειά τους.
Το Κρατικό Συμφέρον
Εκτός από το φόβο, η μεγιστοποίηση του συμφέροντος αποτελεί βασικό κίνητρο της στρατηγικής των κρατών. Πόσο μακριά όμως μπορεί να φθάσει ένα κράτος στην αναζήτηση τρόπων εξυπηρέτησης των συμφερόντων του; "Για μια πολιτεία που ασκεί ηγεμονία, τίποτε δεν είναι παράλογο αν είναι συμφέρον [3]", ισχυρίζονται οι Αθηναίοι. Πρώτα απ’ όλα έρχεται το συμφέρον επιβίωσης. Εκτός από την επιβίωση, οι πολιτείες πρέπει να μεριμνήσουν για τη διατήρηση της εδαφικής τους ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας τους, διαφορετικά κινδυνεύουν να τα χάσουν και τα δύο. Ο Θουκυδίδης για παράδειγμα, περιγράφει με λεπτομέρεια τη διαδικασία με την οποία οι Αθηναίοι στερούσαν από άλλες πολιτείες την ελευθερία τους [4]. Σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές σύστημα οι πολιτείες είναι αναγκασμένες να διατηρήσουν τη σχετική τους θέση στην κατανομή ισχύος. Αν η σχετική τους θέση χειροτερεύσει και αυτή των αντιπάλων τους καλυτερεύσει, τότε ενδέχεται να κινδυνεύσει η ασφάλειά τους. Αυτό σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, απετέλεσε την "πραγματική, αλλά ανομολόγητη αιτία" του Πελοποννησιακού πολέμου, δηλ. ότι "η μεγάλη ανάπτυξη της Αθήνας φόβισε τους Λακεδαιμονίους και τους ανάγκασε να πολεμήσουν [5]".
Η Επιδίωξη Ισχύος
Ο Θουκυδίδης είναι ο θεμελιωτής της μακράς ρεαλιστικής παράδοσης που έχει αναγάγει την ισχύ σε κεντρικό ζήτημα της διεθνούς πολιτικής. Η Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου δεν είναι τίποτε άλλο από μια ιστορική και φιλοσοφική ανάλυση του "προβλήματος της ισχύος". Ουσιαστικά ασχολείται με τον ορισμό της ισχύος, τη γέννησή της, το μηχανισμό της άνισης ανάπτυξής της, τη σημασία της στις διακρατικές σχέσεις, την τεχνική χρήσης της, τα ηθικά διλήμματα στη χρήση της και τις προσπάθειες να τεθούν νομικοί περιορισμοί στη χρήση της. Στον πυρήνα της σκέψης του βρίσκεται η διαλεκτική σχέση μεταξύ της οικονομικής, διπλωματικής και στρατιωτικής ισχύος:
(1) Οικονομική Ισχύς
Ο Θουκυδίδης είχε λανθασμένα κατηγορηθεί ότι αγνοεί ή υποβαθμίζει την οικονομική διάσταση της ισχύος [6]. Η συζήτηση για τη σημασία της οικονομικής δύναμης(πλούτος), είναι πραγματικά εξαντλητική στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Για παράδειγμα, το σημαντικότερο ίσως επιχείρημα του Σπαρτιάτη βασιλιά Αρχίδαμου ήταν ότι:
"ο πόλεμος γίνεται λιγότερο με όπλα και περισσότερο με χρήματα και η Σπάρτη δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες του πολέμου γιατί δεν διαθέτει πλούτο [7]".
(2) Διπλωματική Ισχύς
Η αναζήτηση συμμάχων μπορεί να αυξήσει τόσο τον πλούτο όσο και την στρατιωτική ισχύ μιας πολιτείας. Για την Σπάρτη, οι συμμαχίες ήταν παράγοντας στρατιωτικής ισχύος ενώ για την Αθήνα αποτελούσαν κυρίως πηγή χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, η όλη συζήτηση μεταξύ Κλέωνα και Διοδότου ουσιαστικά επικεντρώθηκε στο ζήτημα της αποδοτικότερης στρατηγικής απέναντι στους συμμάχους ώστε να μη μειωθούν οι οικονομικές εισφορές προς την Αθήνα:
"η υπεροχή μας απέναντι στους εχθρούς μας είναι ακριβώς τα έσοδα αυτά [8]"
(3) Στρατιωτική Ισχύς
Ο Θουκυδίδης αναλύει διεξοδικά τις δύο μορφές στρατιωτικής ισχύος που υπήρχαν στην εποχή του: την παραδοσιακή χερσαία δύναμη και τη ναυτική δύναμη. Η όλη του ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ναυτική ισχύς ήταν η σημαντικότερη μορφή. Ο ιστορικός παρουσιάζει τη σημασία της ναυτικής ισχύος μέσα από τις δημηγορίες του Περικλή, ο οποίος αφού λέει στους συμπολίτες του την κλασική φράση "μέγα το της θαλλάσης κράτος", εξηγεί ως εξής:
[…] από τα δύο μέρη του κόσμου που μπορεί να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, την γη και την θάλασσα, εξουσιάζετε απόλυτα την δεύτερη, όχι μόνο στις περιοχές όπου σήμερα κυριαρχείτε αλλά και σε εκείνες όπου στο μέλλον θ’ αποφασίζατε να εκταθείτε. Με το ναυτικό που έχετε σήμερα, ούτε ο Μέγας Βασιλεύς ούτε άλλο κανένα έθνος μπορεί να σας εμποδίσει να πάτε όπου θέλετε [9].
Η Διατήρηση της Ισορροπίας των Δυνάμεων
Σύμφωνα με τους πολιτικούς ρεαλιστές, ο ασφαλέστερος τρόπος για την κατοχύρωση της ειρήνης είναι η διατήρηση της ισορροπίας των δυνάμεων. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα κράτη πρέπει από μόνα τους να μεριμνούν για την ασφάλειά τους (αρχή της αυτοβοήθειας ) και την εξισορρόπηση των αντιπάλων τους. Το ζήτημα της εξισορρόπησης καταλαμβάνει κεντρική θέση στην ανάλυση του Θουκυδίδη. Για παράδειγμα, όταν η Κόρινθος άρχισε να προετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον της Κέρκυρας, οι Κερκυραίοι προσέτρεξαν αμέσως στους Αθηναίους για αναζήτηση βοήθειας. Η εξισορρόπηση του αντιπάλου μπορεί να γίνει με εσωτερική και εξωτερική εξισορρόπηση. Η επιστράτευση των εσωτερικών πόρων (π.χ. προετοιμασία, κινητοποίηση πληθυσμού, εντατικοποίηση εκπαίδευσης, εξοπλιστικά προγράμματα, αύξηση αμυντικών δαπανών) αποτελεί κλασική περίπτωση εσωτερικής εξισορρόπησης. Αντίθετα, η δημιουργία συμμαχιών αποτελεί μορφή εξωτερικής εξισορρόπησης.
Τα Αίτια του Πολέμου
Στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει τα αίτια του πολέμου ο Θουκυδίδης, "ανακάλυψε το νόμο της δυναμικής στις διεθνείς σχέσεις [10]" δηλ. τη θεωρία της άνισης ανάπτυξης. Η θεωρία αυτή είναι εξαιρετικά απλή στη σύλληψή της: Η ισχύς των κρατών εξαρτάται από την οικονομία, την τεχνολογία και τον πληθυσμό τους. Αυτοί οι παράγοντες καθορίζουν τη στρατιωτική ισχύ κάθε κράτους. Η ισχύς όμως των κρατών αλλάζει και αυτή η αλλαγή δεν γίνεται με τον ίδιο ρυθμό. Σε ορισμένα κράτη η ισχύς μειώνεται και σε άλλα αυξάνεται με διαφορετικούς μάλιστα ρυθμούς. Ο κύριος μηχανισμός αλλαγών βρίσκεται στους διαφορετικούς ρυθμούς και ανάπτυξης της οικονομίας, της τεχνολογίας και του πληθυσμού. Αυτή η ανισότητα έχει σοβαρές στρατηγικές επιπτώσεις τόσο για τα ίδια τα κράτη όσο και για το συσχετισμό δυνάμεων στο διεθνές σύστημα. Έτσι αυτή η ανάλυση έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη για να εξηγήσει κανείς όχι μόνο τον Πελοποννησιακό πόλεμο αλλά και άλλους πολέμους μεταξύ μεγάλων δυνάμεων για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα(ηγεμονικοί πόλεμοι). Για παράδειγμα, βασιζόμενος σ’ αυτή τη θεωρία, ο Robert Gilpin εξήγησε την Γαλλική επανάσταση, τους Ναπολεόντειους πολέμους και τους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα [11].
Ηθική και Εθνικό Συμφέρον
Ούτε άλλωστε εμείς εγκαινιάσαμε την πολιτική...ότι ο ασθενέστερος να υποκύπτει στη θέληση του ισχυροτέρου...μέχρις ότου εσείς .Λακεδαιμόνιοι αποφασίσατε να προβάλλεται τις αρχές της δικαιοσύνης ενώ εξυπηρετείται τα συμφέροντα σας [12].
Ο Θουκυδίδης οδηγείται στο συμπέρασμα ότι το εθνικό συμφέρον υπερέχει της ηθικής και ότι τα τυχαία αίτια των γεγονότων είναι τα φαινομενικά αίτια. Τα πραγματικά αίτια που κινούν τα γεγονότα και τις συμπεριφορά των δρώντων του διεθνούς περιβάλλοντος είναι η μεγιστοποίηση της ασφάλειας τους.
Όμως ένα από τα ΄πλέον αξιομνημόνευτα κείμενα ρεαλιστικής θεώρησης είναι οι "Μήλειοι διάλογοι". Σε αυτούς οι μεν Μήλειοι κάνουν αναφορά στο δίκαιο και στην ηθική ενώ οι Αθηναίοι στο συμφέρον τους.
...αφού εξίσου γνωρίζουμε και οι δυο, ότι ....το επιχείρημα του δικαίου αξία έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμη προς επιβολή του, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμης του και οασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του.[13]
ΝΙΚΟΣ Κ. ΔΕΝΙΟΖΟΣ
logiastarata.gr
http://ksipnistere.blogspot.gr/2014/03/blog-post_3832.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου