[Ανανίας Τσιραμπίδης, Ανέστης Φιλιππίδης, Καθηγητές Τομέα Ορυκτολογίας-Πετρολογίας-Κοιτασματολογίας, Τμήμα Γεωλογίας, ΑΠΘ]
Η Ελλάδα, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες ανάλογης έκτασης, θεωρείται πολύ προνομιούχα για τον ορυκτό πλούτο που διαθέτει. Μεγάλη ποικιλία, κυρίως βιομηχανικών και μεταλλικών ορυκτών, αλλά και ενεργειακών ορυκτών πρώτων υλών όπως οι λιγνίτες, βρίσκονται στο υπέδαφός της. Η Ελλάδα συνεχίζει να διατηρεί πρώτες θέσεις παγκοσμίως στην παραγωγή και στις εξαγωγές του μαγνησίτη, μπεντονίτη, περλίτη, κίσσηρης και χουντίτη. Επενδύσεις σε εξοπλισμό υψηλής παραγωγικότητας και χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας για την παραγωγή προϊόντων υψηλής αξίας με καλύτερες ιδιότητες, θεωρούνται προαπαιτούμενα για μεγαλύτερη ανάπτυξη των εξορυκτικών επιχειρήσεων στο μέλλον.
Με αύξηση της γεωλογικής βεβαιότητας οι ορυκτοί πόροι είναι δυνατό να χαρακτηριστούν ως υποθετικοί ή ενδεικτικοί ή μετρημένοι, ενώ τα ορυκτά αποθέματα ως πιθανά ή βέβαια. Σύμφωνα με τον κώδικα PERC (Pan-European Reserves and Resources Reporting Committee) από το 2008 ισχύουν συγκεκριμένες και αυστηρές προδιαγραφές για τη μετακίνηση από μία κατηγορία αποθεμάτων σε άλλη. Επιπλέον, λαμβάνεται υπόψη η αξιοπιστία και ο εξοπλισμός του φορέα που εκτελεί την έρευνα, καθώς και η μελέτη βιωσιμότητας της πιθανής επένδυσης. Επομένως, για να χαρακτηριστούν πιθανά ή βέβαια τα αποθέματα ενός ορυκτού πόρου πρέπει να υπάρχουν όχι μόνο μετρημένα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία, αλλά και μελέτες εκμεταλλευσιμότητας και βιωσιμότητας αυτών των αποθεμάτων σε χρόνο συγκεκριμένο.
Tα πιθανά και βέβαια αποθέματα των περισσότερων από τους ορυκτούς πόρους της Ελλάδος είναι άγνωστα, αφού απουσιάζουν οι λεπτομερείς έρευνες (π.χ. γεωτρήσεις, μετρήσεις, αναλύσεις κ.ά.). Η συνολική αξία των αποθεμάτων, κατά την εκτίμησή μας είναι περίπου 1,5 τρισεκ. € και είναι τετραπλάσια του συνολικού χρέους της (360 δισεκ. €). Επομένως, σε χρονικό ορίζοντα μόλις 20 ετών τα έσοδα της Ελλάδος μόνον από την ορθολογιστική εκμετάλλευση αυτών των πόρων μπορούν να το αποσβέσουν πλήρως. Το συμπέρασμά μας ενισχύεται και από το ότι η τιμή ενός επεξεργασμένου ορυκτού πόρου ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις και το 20πλάσιο της τιμής του ακατέργαστου. Έτσι, καθετοποιημένες μονάδες εξόρυξης και επεξεργασίας, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα παραγωγής τελικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, θα συμβάλλουν πολύ πιο σύντομα στην εξάλειψη αυτού του χρέους και επομένως στη ραγδαία ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας.
Η Ελλάδα, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες ανάλογης έκτασης, θεωρείται πολύ προνομιούχα για τον ορυκτό πλούτο που διαθέτει. Μεγάλη ποικιλία, κυρίως βιομηχανικών και μεταλλικών ορυκτών, αλλά και ενεργειακών ορυκτών πρώτων υλών όπως οι λιγνίτες, βρίσκονται στο υπέδαφός της. Η Ελλάδα συνεχίζει να διατηρεί πρώτες θέσεις παγκοσμίως στην παραγωγή και στις εξαγωγές του μαγνησίτη, μπεντονίτη, περλίτη, κίσσηρης και χουντίτη. Επενδύσεις σε εξοπλισμό υψηλής παραγωγικότητας και χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας για την παραγωγή προϊόντων υψηλής αξίας με καλύτερες ιδιότητες, θεωρούνται προαπαιτούμενα για μεγαλύτερη ανάπτυξη των εξορυκτικών επιχειρήσεων στο μέλλον.
Με αύξηση της γεωλογικής βεβαιότητας οι ορυκτοί πόροι είναι δυνατό να χαρακτηριστούν ως υποθετικοί ή ενδεικτικοί ή μετρημένοι, ενώ τα ορυκτά αποθέματα ως πιθανά ή βέβαια. Σύμφωνα με τον κώδικα PERC (Pan-European Reserves and Resources Reporting Committee) από το 2008 ισχύουν συγκεκριμένες και αυστηρές προδιαγραφές για τη μετακίνηση από μία κατηγορία αποθεμάτων σε άλλη. Επιπλέον, λαμβάνεται υπόψη η αξιοπιστία και ο εξοπλισμός του φορέα που εκτελεί την έρευνα, καθώς και η μελέτη βιωσιμότητας της πιθανής επένδυσης. Επομένως, για να χαρακτηριστούν πιθανά ή βέβαια τα αποθέματα ενός ορυκτού πόρου πρέπει να υπάρχουν όχι μόνο μετρημένα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία, αλλά και μελέτες εκμεταλλευσιμότητας και βιωσιμότητας αυτών των αποθεμάτων σε χρόνο συγκεκριμένο.
Tα πιθανά και βέβαια αποθέματα των περισσότερων από τους ορυκτούς πόρους της Ελλάδος είναι άγνωστα, αφού απουσιάζουν οι λεπτομερείς έρευνες (π.χ. γεωτρήσεις, μετρήσεις, αναλύσεις κ.ά.). Η συνολική αξία των αποθεμάτων, κατά την εκτίμησή μας είναι περίπου 1,5 τρισεκ. € και είναι τετραπλάσια του συνολικού χρέους της (360 δισεκ. €). Επομένως, σε χρονικό ορίζοντα μόλις 20 ετών τα έσοδα της Ελλάδος μόνον από την ορθολογιστική εκμετάλλευση αυτών των πόρων μπορούν να το αποσβέσουν πλήρως. Το συμπέρασμά μας ενισχύεται και από το ότι η τιμή ενός επεξεργασμένου ορυκτού πόρου ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις και το 20πλάσιο της τιμής του ακατέργαστου. Έτσι, καθετοποιημένες μονάδες εξόρυξης και επεξεργασίας, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα παραγωγής τελικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, θα συμβάλλουν πολύ πιο σύντομα στην εξάλειψη αυτού του χρέους και επομένως στη ραγδαία ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας.
- Η συνολική αξία των ενδεικτικών αποθεμάτων των Βιομηχανικών Ορυκτών & Πετρωμάτων είναι 60 δισεκ. €.
- Η συνολική αξία των ενδεικτικών αποθεμάτων των Μεταλλικών Ορυκτών είναι 72 δισεκ. €.
- Η συνολική αξία των ενδεικτικών αποθεμάτων των Ενεργειακών Ορυκτών Πρώτων Υλών είναι 1.362 δισεκ. € από τα οποία τα 268 δισεκ. € ανήκουν στους λιγνίτες τους οποίους εκμεταλλευόμαστε εδώ και δεκαετίες για την παραγωγή αποκλειστικά ηλεκτρικής ενέργειας.
- Τα υποθετικά αποθέματα πετρελαίου είναι 10 δισεκ. βαρέλια με τρέχουσα αξία 685 δισεκ. € και τα αντίστοιχα του φυσικού αερίου 3,5 τρισεκ. m3 με τρέχουσα αξία 409 δισεκ. €.
http://www.oryktosploutos.net/2011/10/blog-post_25.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου