Η 25η Μαρτίου 1821 μια μέρα που δεν συνέβη στην πραγματικότητα
τίποτε, η μαύρη σελίδα της επανάστασης, ο μύθος του «κρυφού σχολειού»
και ο ρόλος της επίσημης εκκλησίας στον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
Σχεδόν 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, και ενώ οι ερευνητές της ιστορίας έχουν καταφέρει να φωτίσουν με τεκμήρια πολλά από τα μέχρι πρότινος «σκοτεινά» γεγονότα εκείνης της περιόδου, δυστυχώς, πολλοί αρέσκονται ακόμη και σήμερα στην αναπαραγωγή μύθων, στερεοτύπων και
συναισθηματικά φορτισμένων ιστοριών που δημιουργήθηκαν (και μάλλον ορθά θα έλεγε κανείς) για να διαμορφώσουν και να στηρίξουν την εθνική συνείδηση σε ένα νεοσύστατο κράτος.
Η ανάγκη αυτή σήμερα δεν υπάρχει, για αυτό, και πρέπει να στραφούμε στην αναζήτηση της αλήθειας. Βέβαια, η αναπαραγωγή μύθων είναι μάλλον βέβαιο ότι θα συνεχιστεί είτε από αμάθεια, είτε από αφέλεια, είτε σκόπιμα προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών πολιτικών και ιδεολογικών σκοπιμοτήτων.
Το NEWS247, με αφορμή της επέτειο της 25ης Μαρτίου, επικοινώνησε με την Καθηγήτρια Ιστορίας κα. Μαρία Ευθυμίου προσπαθώντας να μάθει μερικές από τις ιστορικές αλήθειες της Επανάστασης που εδώ και χρόνια διδάσκει τους φοιτητές της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά στα σχολικά βιβλία της Μέσης Εκπαίδευσης περνάνε στα ψιλά. Σημαντική είναι η ανάλυση για την πιο «μαύρη σελίδα» της Επανάστασης και το πώς καθόρισε την έκβαση του αγώνα. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα απλά.
Ένας ακόμη μεγάλος μύθος που συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας να αναπαράγεται είναι η ύπαρξη κρυφών σχολείων, όπου εκεί τα παιδιά υποτίθεται ότι μάθαιναν ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας. Υπήρξαν άραγε;
«Δεν υπήρξε κρυφό σχολειό μέχρι και την δεκαετία του 1820. Το θέμα αυτό επιστημονικά έχει λήξει, καθώς δεν έχουν βρεθεί τεκμήρια που να οδηγούν σε τέτοιο συμπέρασμα. Μάλιστα, τα τελευταία 40 χρόνια δεν αναφέρεται στα σχολικά βιβλία, στα οποία μάλιστα κατονομάζονται τα πολλά -και, σε κάποιες περιπτώσεις, υψηλού επιπέδου- ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 17ο, 18ο, 19ον αιώνα.
Τα σχολεία δεν ήταν κρυφά, ούτε παράνομα και αυτό γιατί η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ασχολήθηκε με τα θέματα της γλώσσας παρά μόνο με τα της θρησκείας, αφού είχε μια θεοκρατική διοίκηση και διοικούσε με βάση το Ισλάμ. Ούτε ενίσχυε, ούτε έκλεινε σχολεία των « απίστων». Θεωρούσε ότι δεν αφορούσαν την διοίκηση και δεν ασχολούνταν καθόλου με αυτά. Έτσι λοιπόν σχολεία λειτουργούσαν κανονικά. Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν, μάλιστα, καλά εξοπλισμένα, με αίθουσες φυσικής, χημείας και βιβλιοθήκες, σε περιοχές της σημερινής ελληνικής επικράτειας, της Μ. Ασίας, της Κωνσταντινούπολης, της Βλαχίας και της Μολδαβίας. Αυτό το σκηνικό βέβαια ισχύει μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα καθώς, μετά, τα πράγματα αλλάζουν εξαιτίας των εθνικών συγκρούσεων στην Βαλκανική».
Στα ημιορεινά, στις πεδινές περιοχές και στις πόλεις τα πράγματα, όμως, ήταν διαφορετικά. Εκεί, οι «άπιστοι» κατοικούσαν δίπλα σε μουσουλμάνους και έπρεπε να προσέχουν την συμπεριφορά τους καθώς οι μη μουσουλμάνοι ήταν υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας . Ωστόσο και εκεί η Οθωμανική διοίκηση, μη γνωρίζοντας τους εσωτερικούς θρησκευτικούς κώδικες του καθενός (Εβραίων, Ορθοδόξων, Αρμενίων), άφηνε ένα επίπεδο ελευθερίας ιδίως στην επίλυση των τοπικών διαφορών και δεν ήθελε να αναμιγνύεται σε όλες τις υποθέσεις.
Πάντως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία λειτούργησε όπως, γενικά, λειτούργησαν οι Αυτοκρατορίες. Αν δεν την ενοχλούσες, σε άφηνε ήσυχο. Αν, όμως, υποψιαζόταν ότι την αμφισβητούσες, ήταν αμείλικτη».
Τον Οκτώβριο του 1827 οι στόλοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας παρενέβησαν με την Ναυμαχία του Ναυαρίνου, διαφορετικά η Επανάσταση κινδύνευε σοβαρά καθώς, λόγω του Εμφυλίου πολέμου, είχε ηττηθεί σε όλα τα μέτωπα από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά που κατέφθασε από την Αίγυπτο στις αρχές του 1825.
«Βαρύ σημείο της Ιστορίας του ’21 είναι ότι δεν κατάφεραν οι Έλληνες να δημιουργήσουν έναν τακτικό εθνικό στρατό που θα λειτουργούσε υπό μια διοίκηση και μια κυβέρνηση. Παρά τα αποτελέσματα των Εθνοσυνελεύσεων και τις κυβερνήσεις που εκλέγονταν σε αυτές, υπήρχαν πολλές εστίες παράλληλης εξουσίας καθώς συνέχιζαν να δρουν πολυάριθμες ένοπλες ομάδες που δημιουργούσαν πεδίο έντασης και διάλυσης.
Η περίοδος της εθνικής εξέγερσης προσφέρει ακόμη και σήμερα πολύτιμα μαθήματα για τους Έλληνες, που παραμένουν επίκαιρα όσο ποτέ.
*Η Μαρία Ευθυμίου είναι καθηγήτρια, μέλος του ΔΕΠ του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο διδάσκει Ελληνική Ιστορία της περιόδου της Τουρκοκρατίας, καθώς και Παγκόσμια Ιστορία.
Πηγή:
aorata-gegonota.blogspot.gr
Σχεδόν 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, και ενώ οι ερευνητές της ιστορίας έχουν καταφέρει να φωτίσουν με τεκμήρια πολλά από τα μέχρι πρότινος «σκοτεινά» γεγονότα εκείνης της περιόδου, δυστυχώς, πολλοί αρέσκονται ακόμη και σήμερα στην αναπαραγωγή μύθων, στερεοτύπων και
συναισθηματικά φορτισμένων ιστοριών που δημιουργήθηκαν (και μάλλον ορθά θα έλεγε κανείς) για να διαμορφώσουν και να στηρίξουν την εθνική συνείδηση σε ένα νεοσύστατο κράτος.
Η ανάγκη αυτή σήμερα δεν υπάρχει, για αυτό, και πρέπει να στραφούμε στην αναζήτηση της αλήθειας. Βέβαια, η αναπαραγωγή μύθων είναι μάλλον βέβαιο ότι θα συνεχιστεί είτε από αμάθεια, είτε από αφέλεια, είτε σκόπιμα προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών πολιτικών και ιδεολογικών σκοπιμοτήτων.
Το NEWS247, με αφορμή της επέτειο της 25ης Μαρτίου, επικοινώνησε με την Καθηγήτρια Ιστορίας κα. Μαρία Ευθυμίου προσπαθώντας να μάθει μερικές από τις ιστορικές αλήθειες της Επανάστασης που εδώ και χρόνια διδάσκει τους φοιτητές της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά στα σχολικά βιβλία της Μέσης Εκπαίδευσης περνάνε στα ψιλά. Σημαντική είναι η ανάλυση για την πιο «μαύρη σελίδα» της Επανάστασης και το πώς καθόρισε την έκβαση του αγώνα. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα απλά.
Τι έγινε στις 25 Μαρτίου του 1821;
«Εκείνη την ημέρα
δεν έγινε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός. Δηλαδή ο Παλαιών Πατρών Γερμανός
δεν σήκωσε κάποιο λάβαρο με το οποίο και να ξεκίνησε η Επανάσταση.
Άλλωστε κάτι τέτοιο δε το αναφέρει ούτε ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του.
Η Επανάσταση είχε ξεκινήσει ήδη από τις 14 Μαρτίου στα Καλάβρυτα (με τη
δολοφονία Οθωμανών φοροεισπρακτόρων) και, λίγο αργότερα, στην Πάτρα και
την Καλαμάτα. Μέχρι τις 30 Μαρτίου είχε ξεσπάσει στα περισσότερα
σημεία.
Η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε από τον Βασιλιά Όθωνα το 1838 ώστε να συμπίπτει με το θρησκευτικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Πρέπει να πούμε, βέβαια, ότι το Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας όπως και όλη η περιοχή των Καλαβρύτων απετέλεσε, εκείνη την περίοδο, σημείο συναντήσεων, συζητήσεων και ζυμώσεων μεταξύ των οπλαρχηγών και των προυχόντων και παρουσίαζε, ούτως ή άλλως, μεγάλη κινητικότητα. Η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε από τον Βασιλιά Όθωνα το 1838 ώστε να συμπίπτει με το θρησκευτικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Τα περισσότερα από τα παραπάνω είναι ήδη πλέον γνωστά» μας απαντά η κα.Ευθυμίου θέτοντας τη βάση της συζήτησης.Ποιος ήταν ο ρόλος της επίσημης Εκκλησίας (όχι της θρησκείας) και γιατί για πολλούς είναι αμφιλεγόμενος;
«Είναι αλήθεια ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε’, με κείμενό του, αφόρισε την Επανάσταση. Είναι γραπτό κείμενο και δεν αμφισβητείται. Ωστόσο, ο λόγος που το έκανε δεν είναι ξεκάθαρος. Άλλοι θεωρούν ότι το έπραξε επειδή ο ίδιος πάντα έτσι δρούσε, άλλοι υποστηρίζουν ότι το έκανε από σωφροσύνη για να προστατεύσει τους Έλληνες από τις μαζικές σφαγές στις οποίες προέβη ο σουλτάνος στην Κωνσταντινούπολη και αλλού, λόγω της έναρξης της Επανάστασης.Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε’, με κείμενό του, αφόρισε την Επανάσταση
Όποιος και να είναι ο λόγος, δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Βέβαια, πέρα από τον αφορισμό του Πατριάρχη, δεκάδες ιερείς και Επίσκοποι ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας , και όταν η Επανάσταση περιορίστηκε στην Πελοπόννησο στην Στερεά Ελλάδα και στα νησιά, οι ιερωμένοι είχαν σημαντικό ρόλο».Ένας ακόμη μεγάλος μύθος που συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας να αναπαράγεται είναι η ύπαρξη κρυφών σχολείων, όπου εκεί τα παιδιά υποτίθεται ότι μάθαιναν ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας. Υπήρξαν άραγε;
«Δεν υπήρξε κρυφό σχολειό μέχρι και την δεκαετία του 1820. Το θέμα αυτό επιστημονικά έχει λήξει, καθώς δεν έχουν βρεθεί τεκμήρια που να οδηγούν σε τέτοιο συμπέρασμα. Μάλιστα, τα τελευταία 40 χρόνια δεν αναφέρεται στα σχολικά βιβλία, στα οποία μάλιστα κατονομάζονται τα πολλά -και, σε κάποιες περιπτώσεις, υψηλού επιπέδου- ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 17ο, 18ο, 19ον αιώνα.
Τα σχολεία δεν ήταν κρυφά, ούτε παράνομα και αυτό γιατί η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ασχολήθηκε με τα θέματα της γλώσσας παρά μόνο με τα της θρησκείας, αφού είχε μια θεοκρατική διοίκηση και διοικούσε με βάση το Ισλάμ. Ούτε ενίσχυε, ούτε έκλεινε σχολεία των « απίστων». Θεωρούσε ότι δεν αφορούσαν την διοίκηση και δεν ασχολούνταν καθόλου με αυτά. Έτσι λοιπόν σχολεία λειτουργούσαν κανονικά. Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν, μάλιστα, καλά εξοπλισμένα, με αίθουσες φυσικής, χημείας και βιβλιοθήκες, σε περιοχές της σημερινής ελληνικής επικράτειας, της Μ. Ασίας, της Κωνσταντινούπολης, της Βλαχίας και της Μολδαβίας. Αυτό το σκηνικό βέβαια ισχύει μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα καθώς, μετά, τα πράγματα αλλάζουν εξαιτίας των εθνικών συγκρούσεων στην Βαλκανική».
Από τα λεγόμενά σας καταλαβαίνει κανείς πως, παρά τον Οθωμανικό ζυγό, οι Έλληνες απολάμβαναν και ορισμένες ελευθερίες
«Υπήρχαν πράγματι δυνατότητες ελευθερίας σε τοπικό επίπεδο. Υπήρχε τοπική αυτοδιοίκηση. Στα ψηλά βουνά μουσουλμάνοι κάτοικοι δεν υπήρχαν και, έτσι, οι Χριστιανοί ήταν ημι-ανεξάρτητοι. Δηλαδή πλήρωναν ένα φόρο μια φορά το χρόνο και τίποτε άλλο. Το ίδιο συνέβαινε και στα μικρά νησιά, με τη διαφορά ότι οι νησιώτες έπρεπε να στέλνουν και ναύτες για κάποιους μήνες κάθε χρόνο στον Οθωμανικό στόλο, ως ένα είδος φόρου σε εργασία.Στα ημιορεινά, στις πεδινές περιοχές και στις πόλεις τα πράγματα, όμως, ήταν διαφορετικά. Εκεί, οι «άπιστοι» κατοικούσαν δίπλα σε μουσουλμάνους και έπρεπε να προσέχουν την συμπεριφορά τους καθώς οι μη μουσουλμάνοι ήταν υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας . Ωστόσο και εκεί η Οθωμανική διοίκηση, μη γνωρίζοντας τους εσωτερικούς θρησκευτικούς κώδικες του καθενός (Εβραίων, Ορθοδόξων, Αρμενίων), άφηνε ένα επίπεδο ελευθερίας ιδίως στην επίλυση των τοπικών διαφορών και δεν ήθελε να αναμιγνύεται σε όλες τις υποθέσεις.
Πάντως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία λειτούργησε όπως, γενικά, λειτούργησαν οι Αυτοκρατορίες. Αν δεν την ενοχλούσες, σε άφηνε ήσυχο. Αν, όμως, υποψιαζόταν ότι την αμφισβητούσες, ήταν αμείλικτη».
Οι επαναστατημένοι Έλληνες διέπραξαν βιαιοπραγίες κατά τη διάρκεια της Επανάστασης;
«Έγιναν μεγάλης κλίμακας βιαιοπραγίες και από τις δύο πλευρές. Σε κάποιες περιπτώσεις – με βαρύτερη την Τριπολιτσά – οι Έλληνες διέπραξαν μαζικές σφαγές και εξανδραποδισμούς.Σε κάποιες περιπτώσεις -με βαρύτερη την Τριπολιτσά – οι Έλληνες διέπραξαν μαζικές σφαγές και εξανδραποδισμούς
Επίσης, συχνά, αθετούσαν τις συμφωνίες παράδοσης και έσφαζαν και σκύλευαν τους παραδοθέντες Τούρκους τους οποίους, προ ολίγου, είχαν διαβεβαιώσει και υποσχεθεί ότι θα σεβαστούν. Από την πλευρά τους, οι Οθωμανοί διέπραξαν εκτεταμένες σφαγές και εξανδραποδισμούς στην Χίο, στα Ψαρά και στην Κάσο».Το πιο βαρύ σημείο της Επανάστασης
Κλείνοντας τη συζήτηση ζητήσαμε από την κα. Ευθυμίου να μας πει ποιο θεωρεί το πιο καθοριστικό αλλά και λιγότερο ίσως γνωστό σημείο της Ελληνικής Επανάστασης. Χωρίς δεύτερη σκέψη μας απάντησε τους δύο γύρους του εμφυλίου πολέμου το 1824 και 1825, στους οποίους συμμετείχαν οι μεγάλες προσωπικότητες της Επανάστασης χωρισμένες σε ομάδες διεκδίκησης της εξουσίας. Κεντρικό πρόσωπο στα τεκταινόμενα υπήρξε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος και, εξ αυτού, φυλακίστηκε στην Ύδρα.Τον Οκτώβριο του 1827 οι στόλοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας παρενέβησαν με την Ναυμαχία του Ναυαρίνου, διαφορετικά η Επανάσταση κινδύνευε σοβαρά καθώς, λόγω του Εμφυλίου πολέμου, είχε ηττηθεί σε όλα τα μέτωπα από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά που κατέφθασε από την Αίγυπτο στις αρχές του 1825.
«Βαρύ σημείο της Ιστορίας του ’21 είναι ότι δεν κατάφεραν οι Έλληνες να δημιουργήσουν έναν τακτικό εθνικό στρατό που θα λειτουργούσε υπό μια διοίκηση και μια κυβέρνηση. Παρά τα αποτελέσματα των Εθνοσυνελεύσεων και τις κυβερνήσεις που εκλέγονταν σε αυτές, υπήρχαν πολλές εστίες παράλληλης εξουσίας καθώς συνέχιζαν να δρουν πολυάριθμες ένοπλες ομάδες που δημιουργούσαν πεδίο έντασης και διάλυσης.
Όλοι οι ιθύνοντες του τόπου «απέθεσαν εγγράφως το μέλλον της Ελλάδος, στα χέρια της Αγγλίας»
Το αποτέλεσμα αυτών των συγκρούσεων ήταν η εγκατάλειψη του αγώνα της απελευθέρωσης, η κατασπατάληση σημαντικών πόρων και κυρίως η νικηφόρα προέλαση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, στο Μεσολόγγι, στην Αθήνα. Μέσα στο κλίμα της προέλασης του Ιμπραήμ, το 1825 σχεδόν όλοι οι ιθύνοντες του τόπου «απέθεσαν εγγράφως το μέλλον της Ελλάδος, στα χέρια της Αγγλίας». Αυτή είναι η λεγόμενη «Αίτηση Προστασίας»».Η περίοδος της εθνικής εξέγερσης προσφέρει ακόμη και σήμερα πολύτιμα μαθήματα για τους Έλληνες, που παραμένουν επίκαιρα όσο ποτέ.
*Η Μαρία Ευθυμίου είναι καθηγήτρια, μέλος του ΔΕΠ του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο διδάσκει Ελληνική Ιστορία της περιόδου της Τουρκοκρατίας, καθώς και Παγκόσμια Ιστορία.
Πηγή:
aorata-gegonota.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου