Του Γιώργου Γ. Λιάρου - Σε κεντρικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας και βατήρα περεταίρω ανάπτυξης αναδεικνύεται για μια ακόμα φορά η ποντοπόρος ναυτιλία. Πρώτη παγκοσμίως με ένα διαρκώς ανανεούμενο στόλο και πρωταγωνιστικό ρόλο και τις νέες ναυπηγήσεις με επενδύσεις δισεκατομμυρίων η ελληνική ναυτιλία γεμίζει περηφάνια την χώρα και συγκροτεί την ισχυρότερη ναυτική δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. άμεσα και έμμεσα δημιουργεί εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίες και αποτελεί κρίσιμο αντίβαρο μαζί με τον τουρισμό στο μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Το 2010 τα έσοδα σε ξένο συνάλλαγμα από την παροχή ναυτιλιακών υπηρεσιών επανήλθαν στην ανοδική τους πορεία σε αντιδιαστολή με το 2009 και ανήλθαν σε 15,418 δισ. ευρώ. Οι θεαματικές αυτές εισροές οφείλονται σε 750 ναυτιλιακές εταιρείες ελληνικών συμφερόντων. Η ελληνική οικονομία όμως χάνει δισεκατομμύρια ευρώ από την αδυναμία του κράτους να κάνει τη χώρα παγκόσμια μητρόπολη του εφοπλισμού.
Και αυτό διότι πολλά από τα κεφάλαια αυτά επανεξήχθησαν στο εξωτερικό για να πληρωθούν υπηρεσίες τις οποίες μπορεί το ελληνικό κράτος να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να αναπτυχθούν εδώ. Παράλληλα δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως πρέπει το ελληνικό χρηματιστήριο να γίνει κέντρο για την εισαγωγή ναυτιλιακών επιχειρήσεων όπως έγινε το Όσλο της Νορβηγίας και να σταματήσουν να αναζητούν κεφάλαια στη Νέα Υόρκη δεδομένης της ελευθερίας κίνησης των κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Τα κυβερνητικά ευχολόγια δεν αρκούν για να αναδείξουν την Ελλάδα σε ολοκληρωμένο κέντρο του εφοπλισμού. Χρειάζονται πράξεις μεταξύ των οποίων είναι η επανίδρυση του υπουργείου εμπορικής ναυτιλίας. «Αν οι εφοπλιστές θέλουν λιμενικό και υπουργείο σε ένα σώμα ας γίνει. Μια σοβαρή βιομηχανία έχουμε. Ας μην την πυροβολούμε με πειραματισμούς» σχολιάζουν νομικού και πολιτικοί παρατηρητές.
Η μεγάλη ανάπτυξη των εισροών ναυτιλιακού συναλλάγματος που σημειώθηκε το 2010 σύμφωνα με την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών αποτελεί πηγή αισιοδοξίας διότι πραγματοποιήθηκε σε έτος σοβαρού δημοσιονομικού προβλήματος και αυξανόμενου δημόσιου χρέους. Τον Δεκέμβριο του 2010 το ναυτιλιακό συνάλλαγμα ανήλθε σε 15,418 δισ. ευρώ, συγκρινόμενο με 13,552 δισ. ευρώ το 2009, δηλαδή, σημείωσε αύξηση 13,77%, ανερχόμενο σε 6,72% του εγχώριου προϊόντος καλύπτοντας το 35,28% του εμπορικού ελλείμματος. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος οι εισπράξεις από τη ναυτιλία (6,72%) ήταν ιδιαίτερα υψηλές συγκρινόμενες με των άλλων Κρατών Μελών της ΕΕ όπου δεν υπερέβησαν το 1%.
Επιπροσθέτως, το 2010 - ακολουθώντας τάση που εκδηλώνεται από το 2003 - οι εισπράξεις από ναυτιλιακό συνάλλαγμα υπερέβησαν τις αντίστοιχες του τουρισμού (9,614 δισ.) και ήλθαν δεύτερες μετά τις εξαγωγές (17,081 δισ.) στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Στην δεκαετία 2000-2010, η ναυτιλία συνεισέφερε 140 δισ. ευρώ σε εισπράξεις από ξένο συνάλλαγμα4 στην Ελλάδα. Αυτό αντιστοιχεί στο ήμισυ του συνολικού δημόσιου χρέους της χώρας το 2009 που ισοδυναμούσε με 280 δισ. , ήτοι, 3,5 φορές των εισπράξεων της Ελλάδας από την ΕΕ για την περίοδο 2000-2013 που ανέρχονται σε 46 δισ. (26 δισ. από το Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και 20 δισ. από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς). «Όμως περίπου το ήμισυ των ανωτέρω 140 δισ. επανεξήχθη στο εξωτερικό, δεδομένου ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες πληρώνουν για υπηρεσίες παρεχόμενες από άλλες χώρες, διότι το ελληνικό κράτος δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα που θα συγκρατούσαν το μεγαλύτερο μέρος του ναυτιλιακού συναλλάγματος στην Ελλάδα» αναφέρει η ετήσια έκθεση της ΕΕ.
Στην πρώτη θέση διεθνώς η ελληνόκτητη ναυτιλία
Το ελληνικό νηολόγιο αριθμεί 2.096 πλοία (άνω των 100 gt) που ισοδυναμούν με 43.086.974 gt1. Η ελληνόκτητη ναυτιλία βρέθηκε στη πρώτη θέση διεθνώς με 3.185 πλοία (μεγαλύτερα των 1.000 gt) ανερχόμενα σε 202,19 εκατομμύρια dwt, αντιπροσωπεύοντας το 14,33 % της παγκόσμιας χωρητικότητας σε dwt2. Η ελληνική σημαία είναι πέμπτη στη διεθνή κατάταξη και πρώτη στην ΕΕ σε dwt. Επίσης, τα ελληνόκτητα πλοία υπό σημαίες Κρατών Μελών της ΕΕ αποτελούν το 41,49% σε dwt της κοινοτικής ναυτιλίας. Ο ελληνικός εφοπλισμός ελέγχει το 22,54% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενοπλοίων σε dwt και το 16,80% του παγκόσμιου στόλου φορτηγών μεταφοράς φορτίων χύδην σε (dwt) (εξαιρούνται τα υπό ναυπήγηση πλοία). Το επίτευγμα αυτό είναι αξιοσημείωτο σε ένα έτος αβεβαιότητας για την παγκόσμια ναυτιλία, όπου το παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε κατά 4,50% αγγίζοντας επίπεδα χαμηλότερα του 2007.
Στο τέλος Δεκεμβρίου 2010 οι παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ελληνικών συμφερόντων ανήλθαν σε 490 πλοία (άνω των 1.000 gt) συνολικής χωρητικότητας 49,15 εκ dwt. Από αυτά, 128 είναι δεξαμενόπλοια και αντιπροσωπεύουν το 20,05% της παγκόσμιας ναυπηγούμενης χωρητικότητας (dwt), 96 δεξαμενόπλοια/αργού/προϊόντων πετρελαίου, ήτοι 22,64% του παγκόσμιου dwt, 25 chemical/product tankers, ήτοι 13% του παγκόσμιου dwt, 7 product tankers, ήτοι 7,5% του παγκόσμιου dwt, και 296 φορτηγά χύδην φορτίου αντιπροσωπεύοντας το 12,10% της παραγγελθείσας χωρητικότητας στην κατηγορία αυτή.
Το 2010, το συνολικό κεφάλαιο σε παραγγελίες ναυπήγησης από την Ελληνική ναυτιλία, κυρίως στα ναυπηγεία της άπω Ανατολής, ισοδυναμεί με το 10% των συνολικών παραγγελιών τους. Οι παραγγελίες αυτές τοποθετούν τους Έλληνες στην πρώτη θέση διεθνώς με μερίδιο 8,70% του παγκοσμίου στόλου σε αριθμό πλοίων και 13,50% σε χωρητικότητα. Εντέλει, η Ελλάδα ήταν επικεφαλής των πωλήσεων πλοίων προς διάλυση με 158 πλοία που αντιστοιχούν σε 12,6% των παγκοσμίων διαλύσεων.
Οι ναυπηγικές παραγγελίες βελτίωσαν περαιτέρω το ηλικιακό προφίλ του ελληνόκτητου στόλου. Το 2010, ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικής σημαίας στόλου μειώθηκε στα 10,7 έτη - 30% του οποίου είναι ηλικίας μικρότερης των 10 ετών - συγκρινόμενος με 17 έτη το 2000 (ενώ του παγκόσμιου στόλου ήταν 12,9 έτη). Ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικής σημαίας στόλου είναι μικρότερος του μέσου όρου ηλικίας του παγκοσμίου στόλου (13 έτη) και του ελληνόκτητου στόλου (11 έτη).
newscode
Το 2010 τα έσοδα σε ξένο συνάλλαγμα από την παροχή ναυτιλιακών υπηρεσιών επανήλθαν στην ανοδική τους πορεία σε αντιδιαστολή με το 2009 και ανήλθαν σε 15,418 δισ. ευρώ. Οι θεαματικές αυτές εισροές οφείλονται σε 750 ναυτιλιακές εταιρείες ελληνικών συμφερόντων. Η ελληνική οικονομία όμως χάνει δισεκατομμύρια ευρώ από την αδυναμία του κράτους να κάνει τη χώρα παγκόσμια μητρόπολη του εφοπλισμού.
Και αυτό διότι πολλά από τα κεφάλαια αυτά επανεξήχθησαν στο εξωτερικό για να πληρωθούν υπηρεσίες τις οποίες μπορεί το ελληνικό κράτος να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να αναπτυχθούν εδώ. Παράλληλα δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως πρέπει το ελληνικό χρηματιστήριο να γίνει κέντρο για την εισαγωγή ναυτιλιακών επιχειρήσεων όπως έγινε το Όσλο της Νορβηγίας και να σταματήσουν να αναζητούν κεφάλαια στη Νέα Υόρκη δεδομένης της ελευθερίας κίνησης των κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Τα κυβερνητικά ευχολόγια δεν αρκούν για να αναδείξουν την Ελλάδα σε ολοκληρωμένο κέντρο του εφοπλισμού. Χρειάζονται πράξεις μεταξύ των οποίων είναι η επανίδρυση του υπουργείου εμπορικής ναυτιλίας. «Αν οι εφοπλιστές θέλουν λιμενικό και υπουργείο σε ένα σώμα ας γίνει. Μια σοβαρή βιομηχανία έχουμε. Ας μην την πυροβολούμε με πειραματισμούς» σχολιάζουν νομικού και πολιτικοί παρατηρητές.
Η μεγάλη ανάπτυξη των εισροών ναυτιλιακού συναλλάγματος που σημειώθηκε το 2010 σύμφωνα με την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών αποτελεί πηγή αισιοδοξίας διότι πραγματοποιήθηκε σε έτος σοβαρού δημοσιονομικού προβλήματος και αυξανόμενου δημόσιου χρέους. Τον Δεκέμβριο του 2010 το ναυτιλιακό συνάλλαγμα ανήλθε σε 15,418 δισ. ευρώ, συγκρινόμενο με 13,552 δισ. ευρώ το 2009, δηλαδή, σημείωσε αύξηση 13,77%, ανερχόμενο σε 6,72% του εγχώριου προϊόντος καλύπτοντας το 35,28% του εμπορικού ελλείμματος. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος οι εισπράξεις από τη ναυτιλία (6,72%) ήταν ιδιαίτερα υψηλές συγκρινόμενες με των άλλων Κρατών Μελών της ΕΕ όπου δεν υπερέβησαν το 1%.
Επιπροσθέτως, το 2010 - ακολουθώντας τάση που εκδηλώνεται από το 2003 - οι εισπράξεις από ναυτιλιακό συνάλλαγμα υπερέβησαν τις αντίστοιχες του τουρισμού (9,614 δισ.) και ήλθαν δεύτερες μετά τις εξαγωγές (17,081 δισ.) στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Στην δεκαετία 2000-2010, η ναυτιλία συνεισέφερε 140 δισ. ευρώ σε εισπράξεις από ξένο συνάλλαγμα4 στην Ελλάδα. Αυτό αντιστοιχεί στο ήμισυ του συνολικού δημόσιου χρέους της χώρας το 2009 που ισοδυναμούσε με 280 δισ. , ήτοι, 3,5 φορές των εισπράξεων της Ελλάδας από την ΕΕ για την περίοδο 2000-2013 που ανέρχονται σε 46 δισ. (26 δισ. από το Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και 20 δισ. από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς). «Όμως περίπου το ήμισυ των ανωτέρω 140 δισ. επανεξήχθη στο εξωτερικό, δεδομένου ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες πληρώνουν για υπηρεσίες παρεχόμενες από άλλες χώρες, διότι το ελληνικό κράτος δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα που θα συγκρατούσαν το μεγαλύτερο μέρος του ναυτιλιακού συναλλάγματος στην Ελλάδα» αναφέρει η ετήσια έκθεση της ΕΕ.
Στην πρώτη θέση διεθνώς η ελληνόκτητη ναυτιλία
Το ελληνικό νηολόγιο αριθμεί 2.096 πλοία (άνω των 100 gt) που ισοδυναμούν με 43.086.974 gt1. Η ελληνόκτητη ναυτιλία βρέθηκε στη πρώτη θέση διεθνώς με 3.185 πλοία (μεγαλύτερα των 1.000 gt) ανερχόμενα σε 202,19 εκατομμύρια dwt, αντιπροσωπεύοντας το 14,33 % της παγκόσμιας χωρητικότητας σε dwt2. Η ελληνική σημαία είναι πέμπτη στη διεθνή κατάταξη και πρώτη στην ΕΕ σε dwt. Επίσης, τα ελληνόκτητα πλοία υπό σημαίες Κρατών Μελών της ΕΕ αποτελούν το 41,49% σε dwt της κοινοτικής ναυτιλίας. Ο ελληνικός εφοπλισμός ελέγχει το 22,54% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενοπλοίων σε dwt και το 16,80% του παγκόσμιου στόλου φορτηγών μεταφοράς φορτίων χύδην σε (dwt) (εξαιρούνται τα υπό ναυπήγηση πλοία). Το επίτευγμα αυτό είναι αξιοσημείωτο σε ένα έτος αβεβαιότητας για την παγκόσμια ναυτιλία, όπου το παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε κατά 4,50% αγγίζοντας επίπεδα χαμηλότερα του 2007.
Στο τέλος Δεκεμβρίου 2010 οι παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ελληνικών συμφερόντων ανήλθαν σε 490 πλοία (άνω των 1.000 gt) συνολικής χωρητικότητας 49,15 εκ dwt. Από αυτά, 128 είναι δεξαμενόπλοια και αντιπροσωπεύουν το 20,05% της παγκόσμιας ναυπηγούμενης χωρητικότητας (dwt), 96 δεξαμενόπλοια/αργού/προϊόντων πετρελαίου, ήτοι 22,64% του παγκόσμιου dwt, 25 chemical/product tankers, ήτοι 13% του παγκόσμιου dwt, 7 product tankers, ήτοι 7,5% του παγκόσμιου dwt, και 296 φορτηγά χύδην φορτίου αντιπροσωπεύοντας το 12,10% της παραγγελθείσας χωρητικότητας στην κατηγορία αυτή.
Το 2010, το συνολικό κεφάλαιο σε παραγγελίες ναυπήγησης από την Ελληνική ναυτιλία, κυρίως στα ναυπηγεία της άπω Ανατολής, ισοδυναμεί με το 10% των συνολικών παραγγελιών τους. Οι παραγγελίες αυτές τοποθετούν τους Έλληνες στην πρώτη θέση διεθνώς με μερίδιο 8,70% του παγκοσμίου στόλου σε αριθμό πλοίων και 13,50% σε χωρητικότητα. Εντέλει, η Ελλάδα ήταν επικεφαλής των πωλήσεων πλοίων προς διάλυση με 158 πλοία που αντιστοιχούν σε 12,6% των παγκοσμίων διαλύσεων.
Οι ναυπηγικές παραγγελίες βελτίωσαν περαιτέρω το ηλικιακό προφίλ του ελληνόκτητου στόλου. Το 2010, ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικής σημαίας στόλου μειώθηκε στα 10,7 έτη - 30% του οποίου είναι ηλικίας μικρότερης των 10 ετών - συγκρινόμενος με 17 έτη το 2000 (ενώ του παγκόσμιου στόλου ήταν 12,9 έτη). Ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικής σημαίας στόλου είναι μικρότερος του μέσου όρου ηλικίας του παγκοσμίου στόλου (13 έτη) και του ελληνόκτητου στόλου (11 έτη).
newscode
http://greeknation.blogspot.com/2011/06/blog-post_4903.html