Artemis Sorras ΣΥΝΕΛΛΗΝΑ
ΜΟΥ ΤΙΠΟΤΑ ΤΥΧΑΙΟ ΕΕΕΕΕΕΕΕ ΜΠΟΥΡΔΕΛΑ ΚΑΙ ΤΣΑΤΣΑΔΕΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΑΝΘΕΛΛΗΝΕΣ
ΕΒΡΑΙΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΑΣΚΕΝΑΖΙΜ ΜΑΣΟΝΟΙ ΞΕΝΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΙΕΡΑΤΕΙΑ ΜΑΥΡΑ
ΣΑΤΑΝΙΚΑ ΚΑΙ Ο,ΤΙ ΣΚΑΤΟΜΙΑΣΜΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΠΑΛΑΙΑ ΣΤΗΝ ΙΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ
ΜΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΝΟΜΕΥΟΥΝ ΑΛΛΙΩΝΟΥΝ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝ ΤΑ ΑΝΥΠΟΨΙΑΣΤΑ
ΑΔΕΡΦΙΑ ΜΑΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΜΑΣ
ΜΕΧΡΙ ΠΟΤΕ ΘΑ ΤΟ ΑΝΕΧΕΣΑΙ
ΕΛΛΗΝΑ ΜΕΧΡΙ ΧΤΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΞΕΡΕΣ ΤΩΡΑ ΕΜΑΘΕΣ ΚΑΙ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ
ΤΩΡΑ ΗΡΘΑΜΕ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ ΕΝΑΣ ΝΟΥΣ ΕΝΑ
ΣΩΜΑ ΜΙΑ ΣΦΑΙΡΑ ΠΥΡΟΣ ΕΝΑ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΘΑ ΚΑΘΑΡΙΣΕΙ ΚΑΙ ΘΑ
ΠΝΙΞΕΙ ΟΛΗ ΤΗΝ ΒΡΩΜΑ ΤΟΝ ΚΟΠΡΟ ΤΟ ΨΕΜΜΑ ΤΟ ΑΔΙΚΟ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΘΑ ΕΝΩΘΕΙ ΜΕ
ΤΗΝ ΑΝΙΚΗΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΕΝΑ
ΠΟΤΕ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΝΙΚΗΣΕ ΤΗΝ
ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΡΟ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΑ ΤΙΜΩΡΙΣΕΙ ΝΑ ΤΑ ΠΟΝΕΣΕΙ ΝΑ
ΤΑ ΑΛΛΙΩΣΕΙ ΝΑ ΤΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΙ ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ
ΟΤΑΝ ΕΝΩΘΕΙ ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΜΕ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΞΑΝΑΝΙΚΗΣΕΙ ΠΟΤΕ ΚΑΝΕΝΑΣ ΤΟΥΣ
ΔΥΝΑΜΗ ΦΩΣ
…………………………………………………………
Πουστιές; (ΒΥΖΑΝΤΙΟ Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΥΝΟΥΧΩΝ)
…………………………………………………………
Η πόρνη Θεοδώρα
Στην ιστορία της ανθρωπότητας πολλοί άνθρωποι αφάνισαν πόλεις, επαρχίες και περιοχές. «Κανένας όμως δεν κατάφερε» γράφει ο επιφανής ιστορικός Προκόπιος, «ν” αναποδογυρίσει συθέμελα την ανθρώπινη γενιά και την οικουμένη ολάκερη».
Στο έργο αυτό, ίσως πιο πολύ και από τον ίδιο, συνέβαλε και η Θεοδώρα, η γυναίκα του Ιουστινιανού. Εγωίστρια, σκληρή, ύπουλη και δόλια, δεν είχε ενδοιασμούς για κανένα αν επρόκειτο να θιγεί το συμφέρον της. Χρησιμοποιώντας την αυτοκρατορική της ισχύ, το δόλο και το ψέμα, η ραδιούργα φυσιογνωμία της κυριαρχεί στους ηγετικούς κύκλους της Πόλης. Αλίμονο σε κείνους που η σκιά της φοβερής αυτοκράτειρας έπεφτε πάνω τους. «Η οργή της ήταν πάντα έτοιμη για ν” αφανίσει τους ανθρώπους και δε γαλήνευε ποτέ». Ο Προκόπιος, απ” αυτή πρώτα-πρώτα, έκρυψε το έργο του, περιμένοντας πρώτα να πεθάνει. «Ήταν φοβερά σκληρή και ξεχείλιζε από απανθρωπιά», γράφει φοβισμένος ο ιστορικός της αυλής, για να διαιωνίσει την αλήθεια που με δέος όλοι αποσιωπούσαν μέσα τους.
Ποια ήταν όμως αυτή η πόρνη, που και σαν αυτοκράτειρα ακόμα, δεν έπαψε σαν γύναιο να πουλά το κορμί της αξιώνοντας με θράσος να διαφεντεύει το Ρωμαϊκό κράτος και σαν Δέσποινα μέχρι το χώμα να την προσκυνούν;
Γεννήθηκε στην Κύπρο γύρω στο 500 από έναν αρκουδιάρη (τροφό αρκούδας) τον Ακάκιο, που δούλευε σε αμφιθέατρο (τσίρκο). Όταν πέθανε, μαζί με τις άλλες αδερφές της, Κομιτώ και Αναστασία, ανέβηκαν στη σκηνή με την προτροπή της ανήθικης μάνας τους, εκτελώντας αισθησιακούς χορούς (στριπτήζ) και παντομίμες. Τότε ένας ανώτερος αξιωματικός, ο Εκήβολος, διοικητής τότε της Αφρικανικής Πεντάπολης, την πήρε μαζί του στην Κυρηναϊκή. Όταν την χόρτασε την πέταξε από το σπίτι του. Ποιος ξέρει τι του έκανε και αυτού. Τότε αυτή πήγε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί γνωρίστηκε με …; ανώτατους κληρικούς του μονοφυσιτισμού. Σχετίστηκε με τον πατριάρχη Τιμόθεο και το Σεβήρο της Αντιόχειας. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…
Ο ένδοξος στρατηγός Βελισάριος και η σύζυγός του Αντωνίνα.
Για την ηθική σαπίλα της βυζαντινής εξουσίας δε θα είχαμε ολοκληρωμένη εικόνα αν δε γράφαμε για ένα άλλο ζευγάρι, που την εποχή εκείνη πρωταγωνίστησαν μαζί με τον Ιουστινιανό και τη Θεοδώρα.
Πρόκειται για τον αρχιστράτηγο του Βυζαντίου Βελισάριο και τη γυναίκα του Αντωνίνα, που με τη Θεοδώρα είχε ιδιαίτερα φιλικές σχέσεις.[x]
Δεν ήταν ψέμα και υπερβολή, ο ένδοξος στρατηγός του Βυζαντίου πράγματι κουλουριαζόταν έντρομος στο κρεβάτι του όταν απειλητικά τον κοίταζε η Θεοδώρα. Διακριμένος από τα 25 του χρόνια στρατηγός, επί Ιουστίνου ακόμα, ο Βελισάριος δεν ήταν κανένας δειλός ανθρωπάκος που έτρεμε μην πάθει κανένα κακό. Το ερωτικό πάθος όμως για μια γυναίκα, κάνει και τον πιο άγριο πολεμιστή να φέρεται σαν άβγαλτο μαθητούδι, μπροστά σε μια όμορφη και καπάτσα γυναίκα, όπως ήταν η Αντωνίνα. Δυστυχώς κι αυτός ήταν μπλεγμένος με μια ξετσίπωτη πόρνη και αδίστακτη γυναίκα ένεκα της φιλικής της σχέσης με την αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Ο Προκόπιος γράφει ότι «πιεζόταν τόσο έντονα από το ερωτικό πάθος της γυναίκας του, που δεν ήθελε να ξεμακρύνει ολότελα πέρα από τα σύνορα του Ρωμαϊκού κράτους».[xi]
Μπροστά στη φοβέρα και την απειλή της Θεοδώρας οι δυο γυναίκες συμμαχώντας εξουσίαζαν πλήρως το βυζαντινό στρατηγό, ώστε η Αντωνίνα ελεύθερα να τον απατά και η Θεοδώρα να βάλει χέρι στα λεηλατημένα απ” τους πολέμους πλούτη του. Μπροστά στην αυστηρότητα της βασίλισσας πως θα του κάνει δώρο τη ψυχή του, αν όλα τα παραστρατήματα της γυναίκας του της Αντωνίνας συγχωρέσει, αυτός δεν έχασε στιγμή «και πέφτοντας στα πόδια της γυναίκας του και με τα δύο του χέρια χάιδευε τις κνήμες της και φιλώντας τους αστραγάλους της, την αποκαλούσε σωτηρία της ζωής του. Και της ορκιζόταν πως θα της είναι πάντα δούλος της πιστός από δω και πέρα κι όχι άντρας της».[xii]
Απ” ότι φάνηκε δεν ήταν άντρας, αφού ακόμα κι όταν την έπιασε …; στα πράσα με το θετό τους γιο, το Θεοδόσιο, τον έπεισε ότι δεν ήταν αλήθεια αυτό που είδε γιατί …; τάχατες πήγε μαζί του στο υπόγειο για να …; κρύψουν τα πολύτιμα λάφυρα – αυτά που ο Βελισάριος δεν ήθελε να μαθευτούν, αν και αργότερα μαθεύτηκαν, όπως είπαμε πιο πάνω απ” την πανούργα Θεοδώρα! Οι δύο γυναίκες είχαν κάνει βρόμικη συμμαχία! ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…
Στην ιστορία της ανθρωπότητας πολλοί άνθρωποι αφάνισαν πόλεις, επαρχίες και περιοχές. «Κανένας όμως δεν κατάφερε» γράφει ο επιφανής ιστορικός Προκόπιος, «ν” αναποδογυρίσει συθέμελα την ανθρώπινη γενιά και την οικουμένη ολάκερη».
Στο έργο αυτό, ίσως πιο πολύ και από τον ίδιο, συνέβαλε και η Θεοδώρα, η γυναίκα του Ιουστινιανού. Εγωίστρια, σκληρή, ύπουλη και δόλια, δεν είχε ενδοιασμούς για κανένα αν επρόκειτο να θιγεί το συμφέρον της. Χρησιμοποιώντας την αυτοκρατορική της ισχύ, το δόλο και το ψέμα, η ραδιούργα φυσιογνωμία της κυριαρχεί στους ηγετικούς κύκλους της Πόλης. Αλίμονο σε κείνους που η σκιά της φοβερής αυτοκράτειρας έπεφτε πάνω τους. «Η οργή της ήταν πάντα έτοιμη για ν” αφανίσει τους ανθρώπους και δε γαλήνευε ποτέ». Ο Προκόπιος, απ” αυτή πρώτα-πρώτα, έκρυψε το έργο του, περιμένοντας πρώτα να πεθάνει. «Ήταν φοβερά σκληρή και ξεχείλιζε από απανθρωπιά», γράφει φοβισμένος ο ιστορικός της αυλής, για να διαιωνίσει την αλήθεια που με δέος όλοι αποσιωπούσαν μέσα τους.
Ποια ήταν όμως αυτή η πόρνη, που και σαν αυτοκράτειρα ακόμα, δεν έπαψε σαν γύναιο να πουλά το κορμί της αξιώνοντας με θράσος να διαφεντεύει το Ρωμαϊκό κράτος και σαν Δέσποινα μέχρι το χώμα να την προσκυνούν;
Γεννήθηκε στην Κύπρο γύρω στο 500 από έναν αρκουδιάρη (τροφό αρκούδας) τον Ακάκιο, που δούλευε σε αμφιθέατρο (τσίρκο). Όταν πέθανε, μαζί με τις άλλες αδερφές της, Κομιτώ και Αναστασία, ανέβηκαν στη σκηνή με την προτροπή της ανήθικης μάνας τους, εκτελώντας αισθησιακούς χορούς (στριπτήζ) και παντομίμες. Τότε ένας ανώτερος αξιωματικός, ο Εκήβολος, διοικητής τότε της Αφρικανικής Πεντάπολης, την πήρε μαζί του στην Κυρηναϊκή. Όταν την χόρτασε την πέταξε από το σπίτι του. Ποιος ξέρει τι του έκανε και αυτού. Τότε αυτή πήγε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί γνωρίστηκε με …; ανώτατους κληρικούς του μονοφυσιτισμού. Σχετίστηκε με τον πατριάρχη Τιμόθεο και το Σεβήρο της Αντιόχειας. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…
Ο ένδοξος στρατηγός Βελισάριος και η σύζυγός του Αντωνίνα.
Για την ηθική σαπίλα της βυζαντινής εξουσίας δε θα είχαμε ολοκληρωμένη εικόνα αν δε γράφαμε για ένα άλλο ζευγάρι, που την εποχή εκείνη πρωταγωνίστησαν μαζί με τον Ιουστινιανό και τη Θεοδώρα.
Πρόκειται για τον αρχιστράτηγο του Βυζαντίου Βελισάριο και τη γυναίκα του Αντωνίνα, που με τη Θεοδώρα είχε ιδιαίτερα φιλικές σχέσεις.[x]
Δεν ήταν ψέμα και υπερβολή, ο ένδοξος στρατηγός του Βυζαντίου πράγματι κουλουριαζόταν έντρομος στο κρεβάτι του όταν απειλητικά τον κοίταζε η Θεοδώρα. Διακριμένος από τα 25 του χρόνια στρατηγός, επί Ιουστίνου ακόμα, ο Βελισάριος δεν ήταν κανένας δειλός ανθρωπάκος που έτρεμε μην πάθει κανένα κακό. Το ερωτικό πάθος όμως για μια γυναίκα, κάνει και τον πιο άγριο πολεμιστή να φέρεται σαν άβγαλτο μαθητούδι, μπροστά σε μια όμορφη και καπάτσα γυναίκα, όπως ήταν η Αντωνίνα. Δυστυχώς κι αυτός ήταν μπλεγμένος με μια ξετσίπωτη πόρνη και αδίστακτη γυναίκα ένεκα της φιλικής της σχέσης με την αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Ο Προκόπιος γράφει ότι «πιεζόταν τόσο έντονα από το ερωτικό πάθος της γυναίκας του, που δεν ήθελε να ξεμακρύνει ολότελα πέρα από τα σύνορα του Ρωμαϊκού κράτους».[xi]
Μπροστά στη φοβέρα και την απειλή της Θεοδώρας οι δυο γυναίκες συμμαχώντας εξουσίαζαν πλήρως το βυζαντινό στρατηγό, ώστε η Αντωνίνα ελεύθερα να τον απατά και η Θεοδώρα να βάλει χέρι στα λεηλατημένα απ” τους πολέμους πλούτη του. Μπροστά στην αυστηρότητα της βασίλισσας πως θα του κάνει δώρο τη ψυχή του, αν όλα τα παραστρατήματα της γυναίκας του της Αντωνίνας συγχωρέσει, αυτός δεν έχασε στιγμή «και πέφτοντας στα πόδια της γυναίκας του και με τα δύο του χέρια χάιδευε τις κνήμες της και φιλώντας τους αστραγάλους της, την αποκαλούσε σωτηρία της ζωής του. Και της ορκιζόταν πως θα της είναι πάντα δούλος της πιστός από δω και πέρα κι όχι άντρας της».[xii]
Απ” ότι φάνηκε δεν ήταν άντρας, αφού ακόμα κι όταν την έπιασε …; στα πράσα με το θετό τους γιο, το Θεοδόσιο, τον έπεισε ότι δεν ήταν αλήθεια αυτό που είδε γιατί …; τάχατες πήγε μαζί του στο υπόγειο για να …; κρύψουν τα πολύτιμα λάφυρα – αυτά που ο Βελισάριος δεν ήθελε να μαθευτούν, αν και αργότερα μαθεύτηκαν, όπως είπαμε πιο πάνω απ” την πανούργα Θεοδώρα! Οι δύο γυναίκες είχαν κάνει βρόμικη συμμαχία! ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…
………………………………………………
ΔΕΚΑΤΡΕΙΣ ΑΙΩΝΕΣ ΜΕΤΑ… ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ… ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟ ΘΕΑΤΕΣ… ΣΥΝΕΛΛΗΝΑ…
ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΔΕΣ…
………………………………………………
Η άγνωστη ιστορία με τις π…. του ΠΕΙΡΑΙΑ που κάναν πλούσιο τον Μπόμπολα.
Ο Πειραιάς, σαν λιμάνι, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της σύστασης της πόλης, είχε τις κοινωνικές πληγές του.
Στις από κάθε τόπο της Ελλάδας αφικνούμενες γυναίκες ήταν φυσικό,
ανάμεσά τους, να βρίσκονται και εκείνες που ασχολούνταν με το πρώτο
γυναικείο επάγγελμα, της πόρνης.
Το πρώτο επίσημο «σπίτι», ο πρώτος με άδεια της Αστυνομίας οίκος
ασωτίας, λειτούργησε λίγο πριν την Αγγλογαλλική Κατοχή, το 1852, μετά
τον αποκλεισμό του Πειραιά από τους Άγγλους το 1850, για την εξυπηρέτηση
των στρατιωτών και των πληρωμάτων των ξένων στόλων.
Αλλά και μετά την Αγγλογαλλική Κατοχή δημιουργήθηκαν άλλοι δύο.
Δηλαδή στα 1862 τρία ήταν τα «επίσημα» αμαρτωλά σπίτια στην πόλη
του Πειραιά και σε περιοχές όπου ο κόσμος έκανε τον περίπατό του ή οι
εργάτες και οι εργάτριες περνούσαν για να πάνε ή να γυρίσουν από τη
δουλειά τους.
Οι διαμαρτυρίες των δημοτών γι αυτή την κατάσταση ανάγκασαν το τότε
Δημοτικό Συμβούλιο να συζητήσει το θέμα της ανέγερσης οικήματος για τη
συγκέντρωση όλων των κοινών γυναικών που συνεχώς αυξάνονταν.
Η άποψη του Δήμου βρήκε απήχηση στο Ιατροσυνέδριο που έδωσε την
έγκρισή του, διότι δια του μέτρου αυτού θα ήταν δυνατή η παρακολούθηση
και περιστολή των αφροδισίων ασθενειών.
Αυτά συνέβαιναν τα χρόνια 1867 – 1870.
Τον Μάρτιο του 1873, η Κυβέρνηση παραχώρησε τα υπ αριθ. 5-6 τεμάχια
των εθνικών γαιών στη θέση που λεγόταν «Βούρλα», και που απείχε 80
μέτρα δυτικά του Αγίου Διονυσίου για την ανέγερση «καταστημάτων» κοινών
γυναικών.
Μετά την υπογραφή του παραχωρητηρίου, ο Δήμος προέβη σε διακήρυξη
για την ανέγερση, σε έκταση οκτώ στρεμμάτων, συνοικισμού κοινών
γυναικών, που θα περιλάμβανε τέσσερα κτίσματα, χωριστά μεταξύ τους, τα
οποία θα βρίσκονταν μέσα σε μάντρα, με του ακόλουθους όρους:« Ο
ανεγείρων ιδίαις δαπάναις τα βάσει εγκεκριμένου σχεδίου οικήματα, θα
καταβάλλη εις τον Δήμον μετά τριετίαν από της ιδρύσεως δρχ. 500 ετησίως
δι’ έκαστον τμήμα, μετά 5ετίαν δρχ 1.000 και μετά εικοσαετίαν δρχ. 2.500
δι’ έκαστον τμήμα ετησίως.
Μετά δε πεντηκονταετίαν η περιοχή του κτήματος μετά των εν αυτώ κτηρίων, θα περιέρχεται εις τον Δήμον».
Κι ενώ αρχικά παρουσιάστηκαν πολλοί εργολάβοι, τελικά έμεινε μόνο ο
εργολάβος Ν. Μπόμπολας, (ΝΑΙ! Ο Προ-προ-προ πάππος του γνωστού σε όλους
μας αγωνιστή της εθνικής αντίστασης – αλήθεια πόσων ετών – και εθνικού
εργολάβου μας)ο οποίος αξίωσε ότι :
1. Ο χώρος και τα κτίρια που θα ανεγερθούν θα είναι υπό την πλήρη και τέλεια ιδιοκτησία αυτού και των απογόνων του.
2. Θα έπρεπε να μην επιτρέπεται από τις τότε αστυνομικές αρχές,
εκτός των Βούρλων, να λειτουργεί, εντός της πόλης, άλλος οίκος ανοχής,
και σε καμιά γυναίκα του συνοικισμού να μην εργάζεται εκτός αυτού.
Φαίνεται πως είχε λαδώσει τους άλλους εργολάβους και αποχώρησαν.
Ο Δήμος αναγκάστηκε να δεχτεί τους όρους αυτούς με την προϋπόθεση
ότι εάν τα κτίρια αυτά χρησιμοποιηθούν κάποτε για άλλο σκοπό, τότε θα
περιέρχονται στην κυριότητα του Δήμου.
Κι έτσι υπογράφτηκε το συμβόλαιο.
Φαίνεται όμως ότι το συμμάζεμα ήταν δύσκολο, αν λάβουμε υπ όψη μας
τις κατά καιρούς έγγραφες διαμαρτυρίες του Μπόμπολα, προς το Δήμο και
την Αστυνομία, αφού τα αστυνομικά όργανα δεν ενεργούσαν προθύμως και
αποτελεσματικά ώστε να συγκεντρώσουν εντός των «Βούρλων» όλες τις
ιερόδουλες και να εκλείψει ο ανταγωνισμός για την επιχείρηση του κου
Μπόμπολα!
Παρά τις δυσχέρειες η «επιχείρηση» είχε μπει σε καλό δρόμο, αφού το
«κατάστημα» δεν εστερείτο πελατείας και λειτούργησε αδιάλειπτα για 60
χρόνια,ακόμα κα την περίοδο της γερμανικής κατοχής , που ένας νεαρός
Μπόμπολας όργωνε τα βουνά και τα λαγκάδια πολεμώντας τους γερμανούς
καταχτητές.
Αυτά…….