ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ ΕΚΘΑΜΒΟΙ ΚΑΙ ΜΕ ΤΑΣΕΙΣ ΑΗΔΙΑΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΕΙΝΟΣΑΥΡΟΥΣ
ΝΑ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΡΥΠΕΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΟΤΙ ΤΗΝ
ΔΕΥΤΕΡΑ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΚΤΟΣ ΕΥΡΩΠΗΣ !!! ΡΕ ΖΩΑ ΡΕ ΚΑΝΝΙΒΑΛΟΙ ΡΕ ΒΑΜΠΙΡ ΡΕ
ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ ΑΝΤΕΣΤΕ ΣΤΑ ΤΑΡΤΑΡΑ ΡΕ ΔΡΑΚΟΥΛΕΣ !!!
Και ξαφνικά μας προέκυψε και παρέμβαση…Παύλου Γλύξμπουργκ για το δημοψήφισμα (Video)
ΑΝΤΕ… ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΞΕΘΑΨΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΦΙΑΛΤΗ !!!!
ΔΕΙΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΟΤΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΑΠΟΠΟΜΠΗ ΜΙΑΣ ΧΩΡΑΣ ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ !!! ΜΟΝΟ ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ ΕΞΟΔΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ !!! ΜΟΝΟ ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ !!!
ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ… Κανένα κράτος δεν έχει φύγει και δεν υπάρχουν διατάξεις που να προβλέπουν οικειοθελή απομάκρυνση ή αποβολή.
[ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ
http://europa.eu/scadplus/constitution/membership_el.htm
Οι σημερινές συνθήκες προβλέπουν τη δυνατότητα αναστολής του δικαιώματος συμμετοχής στην Ένωση , αν διαπιστωθεί η ύπαρξη σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης (άρθρο 7 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση). Σε αυτήν την περίπτωση, το Συμβούλιο δύναται να αναστείλει το δικαίωμα ψήφου αυτού του κράτους μέλους, καθώς επίσης και ορισμένα άλλα από τα δικαιώματά του. Η συνταγματική συνθήκη δεν εισάγει βασικές αλλαγές στις διατάξεις αυτές, οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο Ι-59. Διαγράφηκε μόνο η πιθανή διαβούλευση ανεξάρτητων προσωπικοτήτων («επιτροπή σοφών»). Όσον αφορά τη διεξαγωγή ψηφοφοριών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ισχύουν ειδικές πλειοψηφίες δεδομένων των συνεπειών που έχουν τέτοιου είδους αποφάσεις.
ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ
Στις υφιστάμενες συνθήκες δεν προβλέπεται ρήτρα αποχώρησης για κάποιο κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει από την Ένωση και οι εν λόγω συνθήκες έχουν συναφθεί με αόριστη διάρκεια. Το μόνο προηγούμενο σχετικώς υπήρξε η αποχώρηση της Γροιλανδίας το 1985. Η εν λόγω μεταβολή εδαφικής εφαρμογής των συνθηκών κατέστη δυνατή έπειτα από τροποποίηση των συνθηκών που κυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη. Το Σύνταγμα εισάγει ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης, κάτι που αποτελεί σημαντική καινοτομία (άρθρο I-60).
Η αποχώρηση δύναται να πραγματοποιηθεί ανά πάσα στιγμή και δεν συνδέεται με τις αναθεωρήσεις του Συντάγματος ή άλλες προϋποθέσεις. Το κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο επιλαμβάνεται της αίτησης αυτής. Η Ένωση προβαίνει σε διαπραγμάτευση με το εν λόγω κράτος μέλος συμφωνίας που καθορίζει τις λεπτομέρειες της αποχώρησής του και ρυθμίζει το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση. Η διαδικασία που εφαρμόζεται είναι η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο ΙΙΙ-325. Η συμφωνία αυτή συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο των Υπουργών, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επισημαίνεται ότι ο αντιπρόσωπος του κράτους μέλους που επιθυμεί να αποχωρήσει δεν συμμετέχει ούτε στις αποφάσεις ούτε στην ψηφοφορία.
Το Σύνταγμα παύει να ισχύει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση της επιθυμίας για αποχώρηση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι δυνατόν, κατόπιν ομόφωνης απόφασης και σε συμφωνία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, να παρατείνει το διάστημα αυτό. Το ανωτέρω γεγονός σημαίνει ότι η αποχώρηση δύναται να τεθεί σε ισχύ χωρίς τη συναίνεση της Ένωσης. Συνεπώς, αυτή η ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης αποτελεί σημαντική καινοτομία.
Το κράτος μέλος που αποχώρησε από την Ένωση είναι δυνατόν να προσχωρήσει εκ νέου σε αυτήν, ακολουθώντας τη συνήθη διαδικασία προσχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο I-58. ]
…
[ δυνατότητα αναστολής του δικαιώματος συμμετοχής στην Ένωση
ΟΙ ΑΡΧΕΣ
Η συνθήκη του Άμστερνταμ διευκρινίζει στο άρθρο 6 (πρώην άρθρο ΣΤ) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (άρθρο 6 με τη νέα αρίθμηση που προβλέπεται στη συνθήκη του Άμστερνταμ) ότι η Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη.
Τροποποιεί επίσης το προοίμιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση με την επιβεβαίωση της προσήλωσης των κρατών μελών στα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, όπως ορίζονται από τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και τον κοινωνικό χάρτη των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων του 1989.
Πριν από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης του Άμστερνταμ, το άρθρο ΣΤ παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράμμιζε το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως κατοχυρώνονται στην ευρωπαϊκή σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών. Ωστόσο, ο αντίκτυπος του άρθρου αυτού περιοριζόταν από το άρθρο Λ (άρθρο 46 μετά την αρίθμηση) που προέβλεπε ότι η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου δεν κάλυπτε το άρθρο αυτό. Γνωρίζοντας ότι αποστολή του Δικαστηρίου είναι να εξασφαλίσει το σεβασμό του δικαιώματος ερμηνείας και εφαρμογής της συνθήκης, η θέση των θεμελιωδών δικαιωμάτων εμφανιζόταν μειωμένη.
Η συνθήκη του Άμστερνταμ εγγυάται την εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 2 με την τροποποίηση του άρθρου 46 του συνθήκης. Έτσι, το Δικαστήριο είναι στο εξής αρμόδιο σε περίπτωση παράβασης των οργάνων όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα.
ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΑΠΌ ΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ Η ΕΝΩΣΗ
Η συνθήκη του Άμστερνταμ ορίζει ότι η Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη. Παράλληλα, η νέα συνθήκη προβλέπει την περίπτωση παραβίασης των αρχών αυτών από κράτος μέλος και ορίζει τη διαδικασία που θα ακολουθεί η ΄Ενωση για το εν λόγω κράτος μέλος.
Διαπίστωση της παραβίασης
Έπειτα από πρόταση της Επιτροπής ή του ενός τρίτου των κρατών μελών, το Συμβούλιο, συνερχόμενο υπό τη σύνθεση αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, διαπιστώνει την ύπαρξη παραβίασης η οποία πρέπει να είναι «σοβαρή και διαρκής» . Απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου, το οποίο αποφασίζει με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψηφισάντων, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των μελών του Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του εν λόγω κράτους μέλους καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.
Η αποχή ενός κράτους μέλους δεν εμποδίζει την ομοφωνία στην περίπτωση που το Συμβούλιο διαπιστώσει σοβαρή παραβίαση. ]
……………………………………….
Και ξαφνικά μας προέκυψε και παρέμβαση…Παύλου Γλύξμπουργκ για το δημοψήφισμα (Video)
ΑΝΤΕ… ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΞΕΘΑΨΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΦΙΑΛΤΗ !!!!
ΔΕΙΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΟΤΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΑΠΟΠΟΜΠΗ ΜΙΑΣ ΧΩΡΑΣ ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ !!! ΜΟΝΟ ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ ΕΞΟΔΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ !!! ΜΟΝΟ ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ !!!
ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ… Κανένα κράτος δεν έχει φύγει και δεν υπάρχουν διατάξεις που να προβλέπουν οικειοθελή απομάκρυνση ή αποβολή.
[ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ
http://europa.eu/scadplus/constitution/membership_el.htm
Οι σημερινές συνθήκες προβλέπουν τη δυνατότητα αναστολής του δικαιώματος συμμετοχής στην Ένωση , αν διαπιστωθεί η ύπαρξη σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης (άρθρο 7 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση). Σε αυτήν την περίπτωση, το Συμβούλιο δύναται να αναστείλει το δικαίωμα ψήφου αυτού του κράτους μέλους, καθώς επίσης και ορισμένα άλλα από τα δικαιώματά του. Η συνταγματική συνθήκη δεν εισάγει βασικές αλλαγές στις διατάξεις αυτές, οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο Ι-59. Διαγράφηκε μόνο η πιθανή διαβούλευση ανεξάρτητων προσωπικοτήτων («επιτροπή σοφών»). Όσον αφορά τη διεξαγωγή ψηφοφοριών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ισχύουν ειδικές πλειοψηφίες δεδομένων των συνεπειών που έχουν τέτοιου είδους αποφάσεις.
ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ
Στις υφιστάμενες συνθήκες δεν προβλέπεται ρήτρα αποχώρησης για κάποιο κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει από την Ένωση και οι εν λόγω συνθήκες έχουν συναφθεί με αόριστη διάρκεια. Το μόνο προηγούμενο σχετικώς υπήρξε η αποχώρηση της Γροιλανδίας το 1985. Η εν λόγω μεταβολή εδαφικής εφαρμογής των συνθηκών κατέστη δυνατή έπειτα από τροποποίηση των συνθηκών που κυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη. Το Σύνταγμα εισάγει ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης, κάτι που αποτελεί σημαντική καινοτομία (άρθρο I-60).
Η αποχώρηση δύναται να πραγματοποιηθεί ανά πάσα στιγμή και δεν συνδέεται με τις αναθεωρήσεις του Συντάγματος ή άλλες προϋποθέσεις. Το κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο επιλαμβάνεται της αίτησης αυτής. Η Ένωση προβαίνει σε διαπραγμάτευση με το εν λόγω κράτος μέλος συμφωνίας που καθορίζει τις λεπτομέρειες της αποχώρησής του και ρυθμίζει το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση. Η διαδικασία που εφαρμόζεται είναι η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο ΙΙΙ-325. Η συμφωνία αυτή συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο των Υπουργών, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επισημαίνεται ότι ο αντιπρόσωπος του κράτους μέλους που επιθυμεί να αποχωρήσει δεν συμμετέχει ούτε στις αποφάσεις ούτε στην ψηφοφορία.
Το Σύνταγμα παύει να ισχύει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση της επιθυμίας για αποχώρηση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι δυνατόν, κατόπιν ομόφωνης απόφασης και σε συμφωνία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, να παρατείνει το διάστημα αυτό. Το ανωτέρω γεγονός σημαίνει ότι η αποχώρηση δύναται να τεθεί σε ισχύ χωρίς τη συναίνεση της Ένωσης. Συνεπώς, αυτή η ρήτρα εθελούσιας αποχώρησης αποτελεί σημαντική καινοτομία.
Το κράτος μέλος που αποχώρησε από την Ένωση είναι δυνατόν να προσχωρήσει εκ νέου σε αυτήν, ακολουθώντας τη συνήθη διαδικασία προσχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο I-58. ]
…
[ δυνατότητα αναστολής του δικαιώματος συμμετοχής στην Ένωση
ΟΙ ΑΡΧΕΣ
Η συνθήκη του Άμστερνταμ διευκρινίζει στο άρθρο 6 (πρώην άρθρο ΣΤ) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (άρθρο 6 με τη νέα αρίθμηση που προβλέπεται στη συνθήκη του Άμστερνταμ) ότι η Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη.
Τροποποιεί επίσης το προοίμιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση με την επιβεβαίωση της προσήλωσης των κρατών μελών στα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, όπως ορίζονται από τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και τον κοινωνικό χάρτη των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων του 1989.
Πριν από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης του Άμστερνταμ, το άρθρο ΣΤ παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράμμιζε το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως κατοχυρώνονται στην ευρωπαϊκή σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών. Ωστόσο, ο αντίκτυπος του άρθρου αυτού περιοριζόταν από το άρθρο Λ (άρθρο 46 μετά την αρίθμηση) που προέβλεπε ότι η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου δεν κάλυπτε το άρθρο αυτό. Γνωρίζοντας ότι αποστολή του Δικαστηρίου είναι να εξασφαλίσει το σεβασμό του δικαιώματος ερμηνείας και εφαρμογής της συνθήκης, η θέση των θεμελιωδών δικαιωμάτων εμφανιζόταν μειωμένη.
Η συνθήκη του Άμστερνταμ εγγυάται την εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 2 με την τροποποίηση του άρθρου 46 του συνθήκης. Έτσι, το Δικαστήριο είναι στο εξής αρμόδιο σε περίπτωση παράβασης των οργάνων όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα.
ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΑΠΌ ΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ Η ΕΝΩΣΗ
Η συνθήκη του Άμστερνταμ ορίζει ότι η Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη. Παράλληλα, η νέα συνθήκη προβλέπει την περίπτωση παραβίασης των αρχών αυτών από κράτος μέλος και ορίζει τη διαδικασία που θα ακολουθεί η ΄Ενωση για το εν λόγω κράτος μέλος.
Διαπίστωση της παραβίασης
Έπειτα από πρόταση της Επιτροπής ή του ενός τρίτου των κρατών μελών, το Συμβούλιο, συνερχόμενο υπό τη σύνθεση αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, διαπιστώνει την ύπαρξη παραβίασης η οποία πρέπει να είναι «σοβαρή και διαρκής» . Απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου, το οποίο αποφασίζει με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψηφισάντων, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των μελών του Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του εν λόγω κράτους μέλους καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.
Η αποχή ενός κράτους μέλους δεν εμποδίζει την ομοφωνία στην περίπτωση που το Συμβούλιο διαπιστώσει σοβαρή παραβίαση. ]
……………………………………….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου