Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Στο «σωστό δρόμο»

 
Οι Βέλγοι δεν θα πληρώσουν για τους Έλληνες
Στις 31 Ιανουαρίου, ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Luc Coene δήλωσε ότι οι Έλληνες πρέπει να πληρώσουν αυτά που χρωστάνε στις άλλες χώρες. Αναφορικά με το Βέλγιο, δήλωσε ότι «Η χώρα μας χρειάστηκε να δανειστεί χρήματα για να τα δώσει στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ). Αν αυτά τα χρήματα χαθούνε, αυτό σημαίνει ότι οι Βέλγοι πολίτες πρέπει να κάνουν πρόσθετες οικονομίες για να αντισταθμίσουν τις απώλειες που προκάλεσε η Ελλάδα»
Αυτή η δήλωση προκαλεί πολλά σχόλια, αρχής γενομένης από την υπενθύμιση των γεγονότων. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς του κυρίου Coene, ο ελληνικός πληθυσμός δεν ωφελήθηκε από τα ποσά που χορήγησε το Βέλγιο. Αυτά τα χρήματα πήγαν στα ταμεία των ξένων τραπεζών που ήταν οι κύριοι πιστωτές της Ελλάδας πριν από τη παρέμβαση που έκαναν τα ευρωπαϊκά κράτη για να τις σώσουν.
Υπενθυμίζουμε ότι αυτές οι τράπεζες (πρωτίστως γαλλικές, γερμανικές, βελγικές και ιταλικές) είχαν κερδοσκοπήσει πάρα πολύ  δανείζοντας μαζικά στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι το έκαναν χωρίς να διστάσουν, ακόμα και μετά το ξέσπασμα της κρίσης, οφείλεται στο ότι γνώριζαν ότι, σε περίπτωση δυσκολιών της Ελλάδας  να τις εξοφλήσει,  τις προστάτευαν τα Κράτη. Και δεν έκαναν λάθος.
Αυτά τα χρέη της Ελλάδας προς το χρηματοπιστωτικό τομέα μετατράπηκαν έτσι, στις περισσότερες περιπτώσεις, σε νέα χρέη, αυτή τη φορά προς δημόσιες οντότητες: στα ευρωπαϊκά κράτη αλλά και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής  Σταθερότητας (1) και στη Τρόικα που αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ.
Όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ που έσωσαν τους ιδιώτες πιστωτές και επέβαλαν τα πρώτα προγράμματα λιτότητας στις λεγόμενες «αναπτυσσόμενες» χώρες, έτσι και η Τρόικα αντικατέστησε λοιπόν τις τράπεζες και έγινε ο κύριος πιστωτής της Ελλάδας ενώ επέβαλε και μέτρα, συχνά μη νόμιμα, στο πληθυσμό.

Οι συνέπειες είναι δραματικές
«Επλήγη ολάκερο το φάσμα των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων –από το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή εργασία, σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής μέχρι το δικαίωμα στη κοινωνική ασφάλιση, στη δικαιοσύνη, στην ελευθερία έκφρασης, στη συμμετοχή και στη διαφάνεια. Περιθωριοποιημένα και ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού επλήγησαν ακόμα σκληρότερα και δυσανάλογα (…) Η φτώχεια, συμπεριλαμβανομένων και των παιδικών στερήσεων, επιδεινώθηκε και αναμένεται να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες».
Αυτές οι φράσεις δεν είναι κάποιο απόσπασμα ομιλίας του Σύριζα αλλά ανήκουν σε μια έκθεση του Nils Muiznieks, Επιτρόπου για τα δικαιώματα του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, που δημοσιεύθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2013.
Συμμετέχοντας στο σχέδιο διάσωσης των ιδιωτών πιστωτών της Ελλάδας που συνδυάστηκε με σκληρά μέτρα υπαγορευμένα από τη Τρόικα, η βελγική κυβέρνηση συνέβαλε λοιπόν στη παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των Ελλήνων αλλά και στην αύξηση του ελληνικού χρέους που πέρασε από το 113% του ΑΕΠ το 2009 στο 175% του ΑΕΠ το 2014, παρόλο που αυτά τα μέτρα λιτότητας είχαν ως επίσημο στόχο να μειώσουν το επίπεδο του χρέους.
Παρόλο που τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους, ο κύριος Coene, οι συνάδελφοί του της ΕΚΤ, το σύνολο των σημερινών ευρωπαίων ηγετών, η Επιτροπή και το ΔΝΤ απαιτούν από τον ελληνικό πληθυσμό να πληρώσει το χρέος που χρησίμεψε για να τον καταπιέζει και το οποίο  κατά συνέπεια είναι μη νόμιμο. Και για να το πετύχουν, δεν διστάζουν να στρέφουν τους λαούς τον ένα ενάντια στον άλλο με πνεύμα εντελώς αντιευρωπαϊκό.  Στο Βέλγιο, ο Luc Coene δεν είναι ο μόνος που χρησιμοποιεί αυτό το αποτρόπαιο και επικίνδυνο στρατήγημα.
Ο (αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός εξωτερικών) Didier Reynders δήλωσε στις 28 Ιανουαρίου: «Το σημαντικό για τους πιστωτές που είναι τα Κράτη και που είναι επίσης οι φορολογούμενοι, είναι να γνωρίζουν ότι έχουμε φερέγγυους ανθρώπους που θα κάνουν τα πάντα για να εξοφλήσουν τις δεσμεύσεις τους και να ξαναβάλουν τη χώρα τους στο σωστό δρόμο».
Στο «σωστό δρόμο» δηλαδή στη λιτότητα και στην αποπληρωμή του χρέους που ωφελούν μια μειοψηφία που πλουτίζει από την αρχή της κρίσης που η ίδια προκάλεσε.
Όμως, ο ελληνικός λαός επέλεξε να αλλάξει πορεία ψηφίζοντας μαζικά  το Σύριζα που υποσχέθηκε να βάλει τέλος στη λιτότητα, να παλέψει ενάντια στη διαφθορά, να πραγματοποιήσει ένα λογιστικό έλεγχο του χρέους και να το επαναδιαπραγματευθεί για να ακυρώσει ένα μέρος του.  Για να αποκτήσει περισσότερο βάρος στις διαπραγματεύσεις, που προοιωνίζονται μάλλον άσκημα, η νέα ελληνική κυβέρνηση θα είχε κάθε συμφέρον να διεξαγάγει το συντομότερο δυνατό το λογιστικό της έλεγχο –όπως εξάλλου το προβλέπει ένας ευρωπαϊκός κανονισμός- προκειμένου να ρίξει φως στις πολυάριθμες παρατυπίες που έχουν διαπράξει οι πιστωτές και οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις.
Όλα αυτά τα παράνομα, απεχθή, άνομα και δυσβάστακτα χρέη θα πρέπει να ακυρωθούν άνευ όρων.
Όσο για τις ενδεχόμενες οικονομικές συνέπειες για το Βέλγιο μιας τέτοιας ακύρωσης, θα πρέπει να τις επωμιστεί στο ακέραιο, μέσω της φορολόγησής του, ο τραπεζικός τομέας που είναι ο υπεύθυνος και συνάμα εκείνος που ωφελήθηκε από τη κρίση.  Υπάρχουν βέβαια και οι φορολογούμενοι αλλά δεν είναι όλοι το ίδιο πράγμα (μερικοί είναι άνεργοι, άλλοι είναι υπάλληλοι ή καθηγητές, άλλοι πάλι είναι μέτοχοι τραπεζών ή άλλων πολυεθνικών…)
Το βελγικό κράτος χορήγησε ένα διμερές δάνειο ύψους 1,9 δισεκατομμυρίων ευρώ και συμμετείχε με 0,9 δισεκατομμύρια στο αρχικό κεφάλαιο του ΕΤΧΣ.  Αυτά τα ποσά που, εξάλλου, έχουν περιληφθεί στο βελγικό χρέος αντιπροσωπεύουν λίγα πράγματα σε σχέση με το κόστος της διάσωσης των τραπεζών που αύξησαν αυτό το χρέος κατά 33 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογίζουμε τους τόκους και τις οικονομικές συνέπειες της κρίσης που προκάλεσαν οι τράπεζες.  Θυμίζουμε ότι οι τράπεζες  επωφελήθηκαν από αυτά τα δημόσια χρήματα χωρίς να υπάρχει κανένας όρος στη χρησιμοποίησή τους.
Στη πραγματικότητα, ο φόβος των ευρωπαίων ηγετών είναι πριν από όλα ιδεολογικός. Φοβούνται μην υπάρξει κάτι σαν «πολιτική επιδημία» στην Ευρώπη,  αρχής γενομένης από την Ισπανία.  Ας ελπίσουμε για το καλό του ελληνικού λαού, αλλά και για το καλό όλων των Ευρωπαίων που έχουν πέσει θύματα της λιτότητας, ότι τα μέτρα του Σύριζα θα εφαρμοστούν χάρη στην υποστήριξη των πληθυσμών και ότι θα πληγεί καίρια η σημερινή κυριαρχία του χρέους που συσσωρεύει μόνο δεινά.
***
(1): Στη πραγματικότητα, το ΕΤΧΣ δεν είναι μια δημόσια οντότητα αλλά μια ανώνυμη εταιρία με έδρα το Λουξεμβούργο, που  δανείζεται στις αγορές για να δανείσει στις «χώρες σε δυσκολία».
@ La Libre Belgique στις 11 /02/ 2015. Renaud Vivien

Το χρέος του Ναβαρίνου [Περικλής Κοροβέσης 05/2011]
Μια από τις τακτικές της εξουσίας είναι η μεταβίβαση της λογικής της άρχουσας τάξης στις κυριαρχούμενες τάξεις. Δηλαδή ο απλός πολίτης να γίνεται μαγνητόφωνο των ισχυρών και να επαναλαμβάνει αυτά που άκουσε στην τηλεόραση.
Συνήθως είναι απαντήσεις για ένα ερώτημα που ο ίδιος ποτέ δεν έβαλε, αλλά το άκουσε από κάποιο στημένο πάνελ στην τηλεόραση. Η εξουσία φοβάται τις πραγματικές ερωτήσεις. Γι’ αυτό όποιος δημοσιογράφος θέλει να πάρει συνέντευξη από κάποιο ισχυρό πρόσωπο εξουσίας πρέπει να υποβάλει τις ερωτήσεις του γραπτώς. Και κάποιες δεν θα απαντηθούν. Μπορούμε να φανταστούμε μια συνέντευξη του πρωθυπουργού σε κάποιο αναρχικό δημοσιογράφο, έστω και αν αυτός δουλεύει σε κάποιο μεγάλο έντυπο;
Οι πολιτικοί χρησιμοποιούν τους δημοσιογράφους για να «περάσουν» αυτό που θέλουν και συχνά διά της μεθόδου «με το αζημίωτο». Πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά, όπως όλοι γνωρίζουμε, αυτές υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η χώρα ρημάζει κάτω από την οικονομική μπότα του ΠΑΣΟΚ. Γιατί δεν μας λένε πότε θα τελειώσει αυτό το χρέος;
Οι τράπεζες, όσο ληστρικές και αν είναι, σου λένε: Τόση δόση, τόσα χρόνια. Μήπως το χρέος είναι ένα διαρκώς αναγεννώμενο τέρας, που κάθε χρόνο γίνεται ακόμα και μεγαλύτερο; Ας δούμε την εμπειρία του Τρίτου Κόσμου. Το 1970 ήταν της τάξης των 70 δισ. δολαρίων. Σε 35 χρόνια πολλαπλασιάστηκε επί 40 και έφτασε στα 2.800 δισ. δολάρια. Τα ποσά που κατέλαβε ο Νότος ως αποπληρωμή του χρέους μέχρι το 2005 ξεπέρασαν τα 5.800 δισ. δολάρια. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί με 60 σχέδια Μάρσαλ, που αφορούσε όλη την Ευρώπη, αμέσως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην ουσία οι φτωχές χώρες χρηματοδοτούν τις πλούσιες. Μετατρέπονται σε αποικίες και χάνουν πλήρως την εθνική τους ανεξαρτησία. Το χρέος δεν πληρώνεται από αυτούς που το δημιούργησαν. Αυτοί ούτε καν λογοδοτούν. Με τη σειρά τους ληστεύουν το λαό τους. Δεν είναι τυχαίο πως όλες οι χρεωμένες χώρες είχαν ζάπλουτους κυβερνήτες. Η Ελλάδα, πριν καν απελευθερωθεί από τον οθωμανικό ζυγό, είχε ήδη χρεωθεί. Αλήθεια, η Ελλάδα απελευθερώθηκε ποτέ ή απλά και μόνο άλλαξε κατακτητή;
Ας δούμε λίγο την Ιστορία μας χωρίς παρωπίδες.
Η περίφημη ναυμαχία του Ναβαρίνου, έγινε για την απελευθέρωση της Ελλάδας ή για το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς όφελος των τριών μεγάλων δυνάμεων (Γαλλία-Αγγλία-Ρωσία); Η Συνθήκη του Λονδίνου (3.2.1830) αναγνώρισε την Ελλάδα ως προτεκτοράτο και μια αντίστοιχη «τρόικα» αποφάσιζε για τα πάντα. Επισήμως αυτή η συνθήκη δεν έχει καταργηθεί ποτέ. Αλλά έπαψε η ισχύς της με τη Συνθήκη των Σεβρών (11.8.1920), με την οποία Αγγλογάλλοι παραιτήθηκαν των δικαιωμάτων τους για έλεγχο και επιτήρηση της Ελλάδας.
Τόση γενναιοδωρία; Ας είναι καλά ένα άλλο δάνειο. Στις 29 Ιανουαρίου του 1914, έξι μήνες πριν από την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υπογράφτηκε στο Παρίσι μια οικονομική συμφωνία με την Ελλάδα, σύμφωνα με την οποία η χώρα μας θα έπαιρνε ένα δάνειο με την προϋπόθεση πως θα εξυπηρετούσε την επέκταση της εμπορικής και βιομηχανικής δραστηριότητας των προστάτιδων δυνάμεων (Γαλλία-Αγγλία).
Οι λαϊκές κινητοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα, εκτός κομμάτων και συνδικάτων, δείχνουν την ανυποληψία αυτών των θεσμών. Το κράτος δεν ανήκει μόνο στην κυβέρνηση, αλλά και στην αντιπολίτευση, που το νομιμοποιεί και ποτέ δεν βάζει το μαχαίρι στο κόκαλο. Αυτό το κίνημα είναι αυθόρμητο και δεν θα βρει μόνο την έχθρα και την καταστολή των κυβερνώντων, αλλά και το μίσος των κατεστημένων συνδικαλιστικών και πολιτικών φορέων, που αισθάνονται πως η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχό τους. Και το ζητούμενο δεν είναι μια νέα πολιτική ηγεσία, αλλά ικανοί εκπρόσωποι αυτού του κινήματος που δεν θα έχουν καμία εξουσία.

Εναλλακτικές λύσεις για το χρέος [Ευκλείδη Τσακαλώτου 30/06/ 2011]
Θέλω να παραθέσω δύο επιχειρήματα που μπορούν να μας βοηθήσουν στο πώς αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα του χρέους. Πρώτον, η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Παρόλο που πολλοί και πολλές έχουν ασκήσει κριτική στον οικονομισμό, όταν τους ακούω καταλαβαίνω ότι δεν το λέει η καρδούλα τους.Δεύτερον, η κρίση δεν αφορά κυρίως το χρέος. Έχει βαθύτατες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές ρίζες, όπως έχουν επισημάνει αναλυτές που εκπροσωπούν όλα τα ιδεολογικά ρεύματα της Αριστεράς.
Από την πλευρά του ιδεολογικού ρεύματος που αντιπροσωπεύω, ένας τρόπος για να διατυπωθούν αυτά τα δύο επιχειρήματα είναι να δούμε ότι η κρίση έχει πολλές «στιγμές»: ιδεολογική, οικονομική, κοινωνική, πολιτική. Όλες αυτές οι στιγμές έχουν τη δική τους αυτονομία, τη δική τους χρονικότητα, τη δική τους λογική. Αλλά, μετά το 2008, όλες αυτές οι στιγμές συνέκλιναν και λειτούργησαν πολλαπλασιαστικά.
Η στιγμή της πολιτικής
Αρχίζω από την πολιτική στιγμή. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει συνδεθεί με τη συρρίκνωση της δημοκρατίας. Σε αυτό συνέβαλε και η σύγκλιση της κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς στο ίδιο, πάνω κάτω, οικονομικό μοντέλο – ό,τι κόμμα και να ψήφιζε κανείς, το αποτέλεσμα δεν άλλαζε και πολύ. Εξάλλου, ως ύστατος κριτής της οικονομικής πολιτικής αναδείχθηκαν οι χρηματαγορές, και όχι η κάλπη.
Οι «ανεξάρτητες» κεντρικές τράπεζες, οι ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές και το Σύμφωνο Σταθερότητας αποτέλεσαν μερικούς μόνο από τους θεσμούς που συνέβαλαν στην τεχνοκρατικοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Και με τη συρρίκνωση της δημοκρατίας είχαμε και την κρίση της κοινωνικής αντιπροσώπευσης, καθώς όλα και πιο πολλά στρώματα των κοινωνιών δεν έβλεπαν το πρόσωπό τους στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Έτσι πρέπει να αντιμετωπίσουμε την απαξίωση της πολιτικής, την άνοδο της αντιπολιτικής, την επιστροφή μιας ριζοσπαστικής Δεξιάς με μια πολιτισμική ατζέντα κατά των μεταναστών και υπέρ του έθνους. Το πρώτο συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι αποτελεί χρέος όλης της Αριστεράς να αντιστρέψει αυτή την απαξίωση. Να αναδείξει ότι η πολιτική μετράει, ότι μπορεί να φέρει αποτελέσματα.
Για αυτό θεωρώ την πρωτοβουλία της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου (ΕΛΕ) τόσο σημαντική. Γιατί ενσαρκώνει ένα δημοκρατικό αίτημα πληροφόρησης για το πώς φτάσαμε ως εδώ, όχι μόνο για το πιο κομμάτι του χρέους είναι επαχθές, αλλά για να ξέρουμε και σε ποιους χρωστάμε. Αναδεικνύει το βασικό –λενινιστικό– ερώτημα της πολιτικής: Ποιος κάνει τι σε ποιον, και ποιος ωφελείται.
Η στιγμή της κοινωνίας
Έχουμε αναλύσει, ως Αριστερά, τις κοινωνικές ρίζες της κρίσης, και ότι το χρέος αποτελεί περισσότερο σύμπτωμα παρά θεμελιακή αιτία. Πιο βαθιά αιτία, που ούτε και αυτή όμως μπορεί να είναι θεμελιακή, αποτελούν οι ανισότητες που δημιουργήθηκαν στη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τοξικά ομόλογα ξεκίνησαν από δάνεια στα πιο φτωχά στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας.
Τώρα πια οι ανισότητες και οι διακρίσεις, του συστήματος αφορούν όλο και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Και όχι μόνο λόγω των προγραμμάτων λιτότητας που κυριαρχούν μετά το 2009. Αλλά επειδή και τα μεσαία στρώματα επηρεάζονται από την παγκοσμιοποίηση, καθώς, από τη μία, πολλές θέσεις εργασίας (λ.χ. σε λογιστικά, δικηγορικά, αρχιτεκτονικά και διαφημιστικά γραφεία) μεταφέρονται στον Νότο, ενώ, από την άλλη, οι νέες τεχνολογίες έχουν οδηγήσει σε πολλές θέσεις εργασίας με μικρή αυτονομία, πολλή ρουτίνα και χαμηλούς μισθούς.
Το σύνθημα όλων των εκσυγχρονιστών «Εκπαίδευση, εκπαίδευση, εκπαίδευση» δεν έχει δικαιώσει τις προσδοκίες, ιδιαίτερα γι’ αυτά τα τμήματα της νεολαίας που επιστρέφουν με μάστερ από τις βόρειες χώρες και αντιμετωπίζουν ή την ανεργία ή δουλειές που δεν έχουν καμία σχέση με τις σπουδές και προσδοκίες τους.
Με αυτό τον τρόπο καταλαβαίνουμε γιατί η κοινωνική κρίση συγκλίνει με την κρίση της πολιτικής. Η Αριστερά χρειάζεται να χτίσει πάνω στα θέματα της αναδιανομής του εισοδήματος και του πλούτου. Και ως μια εναλλακτική στις πολιτικές λιτότητας, και ως βάση μεταβατικών διεκδικήσεων που αλλάζουν τη λογική της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Αν δεν μπορέσουμε να πείσουμε για την ανάγκη αναδιανομής, είναι σίγουρο ότι θα αποτύχουμε στα πιο απαιτητικά αιτήματα που μας θέτει η συγκυρία. Και για πρώτη φορά, μετά από πολλές γενιές, έχουμε ένα ακροατήριο που εμπεριέχει και σημαντικό κομμάτι των μεσαίων στρωμάτων.
Η στιγμή της οικονομίας
Καμία προσέγγιση για την κρίση δεν μπορεί να αγνοήσει την οικονομία και τον ρόλο του χρηματοπιστωτικού συστήματος στον νεοφιλελευθερισμό. Η φιλελευθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μπορεί να αύξησε τα κέρδη αυτού του τομέα, αλλά δεν είχε θετικές συνέργειες με την υπόλοιπη οικονομία. Η Maureen Massey το παρομοιάζει με το τροπικό δένδρο Upas, κάτω από τη σκιά του οποίου τίποτα άλλο δεν φυτρώνει. Και όπου γιγαντώθηκε περισσότερο, όπως στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, οι κοινωνικές ανισότητες και οι περιφερειακές αποκλίσεις ήταν μεγαλύτερες.
Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο δεν φάνηκε να μπορεί να εξασφαλίσει αρκετές θέσεις εργασίας, ικανοποιητικούς μισθούς και αρκετό φορολογητέο εισόδημα για να χρηματοδοτηθεί ένα επαρκές κοινωνικό κράτος. Η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων μέσω δανεισμού, αλλά και κρατικών δαπανών για τη στήριξη ιδιωτικών επιχειρήσεων (μερικών από αυτών ιδιωτικοποιημένων), δεν αποτέλεσε βιώσιμη λύση.
Άρα, η οικονομική στιγμή ανοίγει το βασικό ερώτημα που πάντα έθετε η Αριστερά: «Ποιος παράγει τι, για ποιον, και κάτω από ποιες συνθήκες;» Μια ριζοσπαστική απάντηση στην κρίση ανοίγει όλη αυτήν τη θεματολογία, και τη συνδέει με όλες αυτές τις προσεγγίσεις που μας έχουν θέσει τα φεμινιστικά, οικολογικά και αντιπαγκοσμιοποιητικά κινήματα. Χρειαζόμαστε λύσεις που αμφισβητούν τους στόχους και τα μέσα του νεοφιλελευθερισμού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βασιζόμαστε στο παλιό μοντέλο της προηγούμενης σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης.
Η ιδεολογική στιγμή
Ο νεοφιλελευθερισμός βασίστηκε στον ατομικισμό, στον ανταγωνισμό και στην ιδιοτέλεια. Σε ένα επίπεδο, όλοι στην Αριστερά συμφωνούμε ότι αυτή η ιδεολογία πρέπει να ηττηθεί. Αλλά μερικές φορές αμφιβάλλω. Συμφωνούμε όλοι και όλες ότι οι πολίτες που απαιτούσαν να γίνουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην πατρίδα μας ή οι μικρομεσαίοι που πλήρωναν τους φόρους που τους αναλογούσε σε «εθελοντική βάση», έχουν μερίδιο της ευθύνης για το χρέος; Ότι έχουμε να αντιπαραταχτούμε στο ιδεολογικό επίπεδο με δυνάμεις πέρα από το «μεγάλο κεφάλαιο»; Ότι, με αυτή την έννοια, δεν μπορεί όλο το χρέος να το βαφτίσουμε επαχθές;
Η ιδεολογική στιγμή δεν αντιμετωπίζεται μόνο στο ιδεολογικό επίπεδο. Όλα αυτά που κάνουμε μαζί, σε σχέση με την πολιτική ανυπακοή, την κοινωνική αλληλεγγύη και την κοινωνική οικονομία δεν είναι μόνο άμεσες απαντήσεις για το πρόβλημα του χρέους, αλλά αποτελούν και βαθύτατες ιδεολογικές παρεμβάσεις. Αμφισβητούν την ατομικιστική ιδεολογία και, συγχρόνως, αναδεικνύουν τα σπέρματα μιας εναλλακτικής οικονομίας που δεν θα βασίζεται στο χρέος.
Για την άμεση συγκυρία
Η κυρίαρχη ιδεολογία έχει κάθε λόγο να κρατήσει τις διάφορες στιγμές της κρίσης ξεχωριστές. Να αναδείξει ότι τα διάφορα προβλήματα απαιτούν συγκεκριμένες τεχνοκρατικές λύσεις· για παράδειγμα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα απλώς θέλει μια καλύτερη ρύθμιση και το χρέος λίγα χρόνια λιτότητας. Εμείς, αντιθέτως, πρέπει να αναδείξουμε όλες τις στιγμές, όλους τους συνδετικούς κρίκους. Μόνο έτσι θα συμβάλουμε σε ένα μεγάλο κίνημα αμφισβήτησης που, καθώς θα μεγαλώνει, θα επεξεργάζεται και στρατηγικές και πολιτικές προτάσεις για την τότε συγκυρία.
Και, για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να προτάσσουμε την ενότητα σε σχέση με τη «γραμμή», και γιατί υπάρχουν τόσες πολλές γραμμές και γιατί στη δική μου σύλληψη η γραμμή δεν μπορεί να προϋπάρχει του κινήματος. Για να εξηγηθώ καλύτερα θέλω να εξηγήσω εν συντομία γιατί δεν έχω υποστηρίξει τη γραμμή της στάσης πληρωμών και της εξόδου από το ευρώ.
Πρώτον, γιατί δεν θεωρώ ότι αυτή η γραμμή αμφισβητεί επαρκώς την κυρίαρχη ιδεολογία. Δεν εμπλέκεται αρκετά με τα ιδεολογήματα της εθνικής οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας, για παράδειγμα. Στις σοβαρές οικονομικές συνέπειες μιας στάσης και μιας εξόδου (για λόγους που δεν έχω καιρό να εξηγήσω εδώ, είναι πιο σοβαρές από αυτό που υπονοούν οι υποστηρικτές αυτής της γραμμής) θα αντιπαραθέσουμε μια εθνική πολιτική προς τον σοσιαλισμό.
Υποτίθεται, για λόγους που δεν είναι σαφείς σε μένα, ότι στο εθνικό επίπεδο οι συσχετισμοί είναι πιο ευνοϊκοί. Αλλά πολύ φοβάμαι ότι οι πιέσεις από τις χρηματαγορές, που βεβαίως δεν ελέγχονται στο επίπεδο του εθνικού κράτους, θα ασκήσουν ακόμα εντονότερες πιέσεις για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας. Γι’ αυτό το λόγο θεωρώ ότι χρειαζόμαστε υπερεθνικές λύσεις για υπερεθνικά προβλήματα.
Δεύτερον, θεωρώ ότι πρέπει να δούμε τη σειρά με την οποία θέτουμε τις γραμμές μας. Μια επιθετική αναδιαπραγμάτευση έχει πολλά ατού αυτήν τη στιγμή. Μπορεί να εκμεταλλευτεί το χάος στην Ε.Ε. όπου ενδυναμώνεται η άποψη ότι η τωρινή προσέγγιση δεν είναι βιώσιμη και θέτει σε αμφισβήτηση την ύπαρξη του ευρώ, και όπου τα διάφορα θεσμικά όργανα και κράτη έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για το πώς θα λυθεί η κρίση της ευρωζώνης.
Η διάλυση του ευρώ δεν αφήνει αδιάφορες τις χώρες του Βορρά, και γιατί κινδυνεύουν οι τράπεζές τους και γιατί ένα νέο νόμισμα των βορείων χωρών θα είχε τέτοια ανατίμηση που θα έσβηνε τα κέρδη ανταγωνιστικότητας που απολάμβαναν όλη την προηγούμενη περίοδο. Μια επιθετική αναδιαπραγμάτευση μπορεί να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι τόσες πολλές χώρες αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα. Αν αποτύχει μια αναδιαπραγμάτευση μπορείς να προχωρήσεις σε στάση, αλλά αφού έχεις αναδείξει ποιος εμπόδισε τις αναγκαίες αλλαγές.
Τρίτον, πρέπει να ξεχωρίσουμε τις τακτικές από τις στρατηγικές. Έτσι και αλλιώς, το τοπίο αλλάζει συνεχώς και σε λίγους μήνες μπορεί να μην υπάρχει ευρώ. Έχουμε τους συσχετισμούς είτε για μια επιθετική αναδιαπραγμάτευση είτε για στάση; Θα επιστρέψουμε σε μια Αριστερά της οποίας το κυβερνητικό πρόγραμμα ήταν η πεμπτουσία της πολιτικής; Με αυτή την έννοια πρέπει να προτάσσουμε την ενότητα σε σχέση με τη γραμμή.
Αν είχαμε ένα κίνημα που πίστευε στην αναδιανομή του εισοδήματος και στην ανάγκη να βασιστούμε σε εναλλακτικά καταναλωτικά και παραγωγικά πρότυπα, μπορεί και εγώ να προσχωρήσω στην αναγκαιότητα της στάσης πληρωμών. Αλλά δεν είμαστε σε εκείνο το σημείο τώρα.
Έχουμε τόσα να κάνουμε μέχρι να φτάσουμε εκεί που θα θέλαμε. Και σε αυτή την πορεία δεν πρέπει οι διαφορετικές γραμμές να είναι δικαιολογία για νέες διαχωριστικές γραμμές. Επειδή εγώ και ο Κώστας Λαπαβίτσας διαφωνούμε για το ευρώ δεν μπορούμε να συνεργαστούμε; Είναι λογική αυτή; Έχουμε μια μεγάλη ατζέντα στα διάφορα επίπεδα της οικονομίας, της κοινωνίας, της πολιτικής και της ιδεολογίας. Εγώ λέω ότι στην ερώτηση αυτού του πάνελ για τη λύση στο πρόβλημα του χρέους, απαντάμε με πολλές λύσεις, πολιτικές και πρωτοβουλίες, με πολλά κινήματα και εναλλακτικά παραδείγματα, με τον πλούτο της κοινής δράσης, της συζήτησης, της αλληλεγγύης και της ενότητας.
***

http://www.terrapapers.com/?p=68963&utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed%3A+Terrapapers+%28TERRAPAPERS%29

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Next previous home

Αναζήτηση στο ιστολόγιο

-------\ KRYON IN HELLENIC /-------

-------\ KRYON  IN  HELLENIC /-------
Ο Κρύων της Μαγνητικής Υπηρεσίας... Συστήνεται απλώς σαν βοηθός από την άλλη πλευρά του «πέπλου της δυαδικότητας», χωρίς υλική μορφή ή γένος. Διαμέσου του Λη Κάρολ, αναφέρεται στις ριζικές αλλαγές που συμβαίνουν στη Γη και τους Ανθρώπους αυτή την εποχή.

------------\Αλκυόν Πλειάδες/-------------

------------\Αλκυόν Πλειάδες/-------------
Σκοπός μας είναι να επιστήσουμε την προσοχή γύρω από την ανάγκη να προετοιμαστούμε γι' αυτό το μεγάλο αστρικό γεγονός, του οποίου η ενέργεια ήδη έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτή στον πλανήτη μας μέσα από φωτεινά φαινόμενα, όμορφες λάμψεις, την παράξενη παθητική συμπεριφορά του ήλιου, αύξηση των εμφανίσεων μετεωριτών, διακοπών ρεύματος.. όλα αυτά είναι ενδείξεις της επικείμενης άφιξης της τεράστιας ηλεκτρομαγνητικής του ζώνης η οποία είναι φορτισμένη με φωτονικά σωματίδια, και κάθε ημέρα που περνάει αυξάνονται όλο και περισσότερο.

Οι επισκεπτεσ μας στον κοσμο απο 12-10-2010

free counters