To 2004, τελέστηκαν στην Ελλάδα για δεύτερη φορά μετά από σχεδόν 100 χρόνια, οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, οι οποίοι βέβαια, στο σύνολό τους, καμία σχέση δεν έχουν με εκείνους που πρωτοέγιναν το 776 π.Χ. – ή και παλιότερα σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις, κατά την εποχή του Ηρακλή.
Μόνο κατ όνομα είναι Ολυμπιακοί οι αγώνες αυτοί, καθώς ούτε ως προς το πνεύμα, ούτε προς τα αθλήματα, ούτε ως προς την διάρκειά τους, ούτε ως προς την καταγωγή των συμμετεχόντων, ούτε ως προς το ότι δεν είναι αφιερωμένα σε κάποια θεότητα, ούτε ως προς κάτι άλλο, έχουν κάποια συγγένεια με αυτούς της αρχαίας εποχής.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες διεξάγονταν προς τιμή του θεού Δία, το άγαλμα του οποίου, στην αρχαία Ολυμπία, συγκαταλέγεται στα 7 Θαύματα του Κόσμου.
Μέσα του στέγαζε ένα από τα επιβλητικότερα και καλλιεπέστερα λατρευτικά αγάλματα που φιλοτεχνήθηκαν ποτέ. Πρόκειται για ένα δημιούργημα που μέσα του και σε όλη του την εμφάνιση μπορούσε να ενσαρκώνει το ιδεώδες και την φύση του θεού των θεών. Το σπουδαίο αυτό είδωλο καλλιτέχνησε ένας πολίτης των Αθηνών, ο πολύ γνωστός σε όλους μας Φειδίας, γιος του Χαρμίδη, ο οποίος είχε ήδη χαρίσει στην πόλη του δύο εκπληκτικά ομοιώματα της θεάς Αθηνάς, εξαίσιας τέχνης και τεχνικής.
Η απεικόνιση παρουσίαζε τον Δία καθιστό, αν και το κεφάλι του σχεδόν άγγιζε την οροφή του ναού ώστε μας έδινε την εντύπωση πως αν ο Δίας σηκωνόταν, θα τρύπαγε την στέγη του ναού και θα τον άφηνε άσκεπο.
Σύμφωνα με τον Παυσανία στο κεφάλι του είχε στεφάνι με απομίμηση κλωναριών ελιάς. Στο δεξί του χέρι κρατούσε την Νίκη η οποία ήταν φτιαγμένη από ελεφαντόδοντο και χρυσό, ενώ με το άλλο κρατούσε σκήπτρο που ήταν στολισμένο με πολλά διαφορετικά μέταλλα και πάνω του στεκόταν ένας αετός. Τα υποδήματα του θεού αλλά και το ιμάτιό του ήταν από χρυσάφι και κοσμημένο με εικόνες ζώων και κρίνων. Ανάλογη χάρη είχε και ο θρόνος που ήταν ποικιλμένος με χρυσό, πολύτιμες πέτρες, έβενο και ελεφαντόδοντο.
Λέγεται μάλιστα γι αυτόν πως μια μέρα ρώτησε τον Φειδία πως εμπνεύστηκε την μορφή του Δία, καθώς ήταν τόσο χαρισματική και προκομμένα πετυχημένη που και η καλύτερη
γραπτή περιγραφή δεν φτάνει την έμπνευση, την οξυδέρκεια και ευφυία του γλύπτη.
Ο Φειδίας, τότε τον παρέπεμψε στον Όμηρο, όπου σε κάποιο σημείο του περιγράφει τον Δία τόσο αυστηρό που με ένα και μόνο νεύμα της κεφαλής του μπορούσε να κάνει ολόκληρο τον Όλυμπο να τρέμει. Σχετικά, ο Δίων με τον δικό του τρόπο προσπαθεί να μας αποδώσει όλες τις κρυφές ερμηνείες που ενυπάρχουν μέσα στο μικρό απόσπασμα του Ομήρου και αναφέρεται στις διάφορες προσωνυμίες της φύσης του Δία «Πατέρας και βασιλιάς, Προστάτης των πόλεων, θεός της φιλίας και της συντροφικότητας, Προστάτης των ικετών, Θεός της Φιλοξενίας, Δότης των αγαθών…».
Όλες αυτές τις έννοιες και τις εκδηλώσεις του θεού, ο Φειδίας είχε καταφέρει με περισσή μαεστρία να τις ενσαρκώσει στο απαράμιλλης τέχνης, δημιούργημά του.
Πρώτα επέλεγε που και πως θα εγειρόταν το άγαλμα και σε εκείνο το σημείο έστηνε έναν ξύλινο σκελετό. Κατόπιν στο ένα από τα δύο εργαστήρια, που προφανώς χρησιμοποιούσε, διαμόρφωνε το ελεφαντόδοντο ώστε να γίνουν λεπτές πλάκες που θα προσαρμόζονταν στον οδηγό-ξύλινο ομοίωμα. Στο εργαστήριο με ιδιαίτερο μεράκι και λεπτοδουλειά εργαζόταν πάνω σε ελάσματα χρυσού που θα έδιναν την εξωτερική λάμψη του αγάλματος, διάλεγε με προσοχή τα μέταλλα που θα έφτιαχνε στα ειδικά καλούπια για τις διάφορες πτυχώσεις του αγάλματος. Βέβαια, όλα τα κομμάτια μεταξύ τους ήταν τόσο περίτεχνα και περιποιημένα μεταξύ τους, που σαν ενώνονταν έδιναν την εντύπωση ενός αγάλματος που δεν φτιάχτηκε κομμάτι-κομμάτι, αλλά πως ήταν κάτι ενιαίο και ευχάριστο για το μάτι. Η κάθε λεπτομέρεια ήταν τόσο ταιριασμένη που νόμιζε κανείς ότι το άγαλμα θα σου μιλούσε και θα σε προσκαλούσε να καθίσεις δίπλα του.
Το άγαλμα από τότε έμεινε στην θέση του για τρεισήμισι περίπου αιώνες. Χάρηκε τα μάτια του κόσμου επάνω του ως το 391 μ.Χ. οπότε και ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄ επηρεασμένος από τον χριστιανικό κλήρο έθεσε εκτός νόμου την ελληνική πολυθεΐα και λατρεία και έκλεισε του ναούς. Τότε καταργήθηκαν και οι Ολυμπιακοί αγώνες.
Τελικά, το λατρευτικό άγαλμα, δύο αιώνες, σχεδόν, πριν κλείσει χιλιετία ζωής, μεταφέρθηκε στην Νόβα Ρόμα (Νέα Ιερουσαλήμ), την κατοπινή Κωνσταντινούπολη ως διακοσμητικό στοιχείο σε κάποιο παλάτι στις όχθες του Βοσπόρου. Το εργαστήριο του Φειδία όπου φιλοτεχνήθηκε μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Στα 425 μ.Χ. ο ναός στην Ολυμπία έπεσε θύμα ύποπτης φωτιάς με αρκετές σοβαρές ζημιές, ενώ στα 462 μ.Χ. μια μεγαλύτερη πυρκαγιά κατέστρεψε το παλάτι που στέγαζε το φυγαδευμένο άγαλμα του Δία και, φυσικά, το ίδιο το άγαλμα.
diadrastika.co
http://www.diadrastika.com/2012/01/blog-post_8739.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου